Ένας νεαρός Κύπριος κεραμίστας συμμετέχει με δικό του έργο με τον οργανισμό «1000 vases» στην έκθεση «Paris Art Design» στη Γαλλία, από τις 5 μέχρι και τις 7 Απριλίου 2024. Πρόκειται για τον Αλέξη Αλεξάνδρου, ο οποίος περπατάει σε δύο μονοπάτια, της αρχιτεκτονικής και της κεραμικής, και μέσα από αυτά εξερευνά τη δημιουργικότητά του.
Το «Π» επικοινώνησε με τον μοναδικό Κύπριο που εκπροσωπεί το νησί στη συγκεκριμένη έκθεση και μας συστήνει την τεχνική που χρησιμοποιεί για τα μοναδικά του έργα, καθώς μιλά για το πώς μπήκε στη ζωή του η κεραμική.
Το μονοπάτι της κεραμικής
Ο Αλέξης Αλεξάνδρου αναφέρει πως η κεραμική μπήκε στη ζωή του τα τελευταία έξι χρόνια όταν επισκέφθηκε μια έκθεση κεραμικής η οποία, όπως μοιράζεται μαζί μας, φαίνεται πως τον μάγεψε. «Έχω σπουδάσει αρχιτεκτονική αλλά πριν από έξι χρόνια άρχισα μαθήματα κεραμικής και να ασχολούμαι πολύ με αυτό το είδος δημιουργίας. Έκανα μαθήματα με διάφορους κεραμίστες, περίπου πέντε με έξι, διότι ήθελα να εξερευνήσω και να μάθω από την πρακτική τους. Έχω συμμετάσχει και έχω παρακολουθήσει επίσης διάφορα εργαστήρια για την πρακτική της κεραμικής στην Κύπρο αλλά και στο εξωτερικό. Για παράδειγμα, έχω πάει στην Ιταλία για εργαστήρι, ενώ πέρσι πήγα για δύο μήνες στη Σαντορίνη, στην οποία με φιλοξένησε ένας σπουδαίος και καταξιωμένος δάσκαλος αγγειοπλαστικής, ο Ανδρέας Μάκαρης. Σταθμός για μένα, ως βοηθός του έμαθα αρκετά πράγματα από αυτόν τον σπουδαίο Έλληνα κεραμίστα. Στη συνέχεια, επέστρεψα πίσω στην Κύπρο και συμμετείχα σε 16 εργαστήρια του Υφυπουργείου Τουρισμού για την αγγειοπλαστική, τα οποία πραγματοποιήθηκαν στο χωριό μου, στον Κάτω Πύργο».
Για τα δύο μονοπάτια στα οποία βρίσκεται, της αρχιτεκτονικής και της κεραμικής, ο ίδιος λέει: «Θεωρώ πως η αρχιτεκτονική με βοήθησε να αντιληφθώ πολύ περισσότερα για τη φόρμα του κεραμικού, να μπορώ να σκέφτομαι και να δομώ την τρισδιάστατη οπτική του δημιουργήματος. Ακόμα και στην αισθητική, θεωρώ πως με έχει επηρεάσει».
Εδώ και δύο χρόνια, προσθέτει, διδάσκει τροχό στο Tochka Ceramics Studio το οποίο βρίσκεται στην παλιά πόλη της Λευκωσίας, ενώ τον περασμένο Δεκέμβριο παρουσίασε έργα του για πρώτη φορά σε έκθεση. Σημειώνεται ότι τα εργαστήρια λαμβάνουν χώρα κάθε Τετάρτη και Παρασκευή, από τις 17.00 μέχρι τις 20.00, και απευθύνονται σε ενήλικες.
«Από τα μαθήματα που διδάσκω, αναγνωρίζω πως στις μέρες μας στα επίπεδα άγχους και στρες που διατρέχουν τον καθένα μας στην καθημερινότητά του η κεραμική λειτουργεί ως διέξοδος ή ως ένα είδος ψυχοθεραπείας. Ο κόσμος έρχεται στα εργαστήρια με μια λαχτάρα να αποσυνδεθεί και να αποστασιοποιηθεί από όσα συμβαίνουν γύρω του. Είναι μια ανάγκη για να δημιουργήσουν».
Η πρακτική «Obvara»
Όσον αφορά τα έργα του και την πρακτική που εξερευνά, ο Αλεξάνδρου επισημαίνει πως προσεγγίζουν μια ιδιαίτερη τεχνική, και συγκεκριμένα είναι βασισμένη σε μια τεχνική πυρώματος του πηλού που χρησιμοποιείται από τον 12ο αιώνα.
Πρόκειται για την «Obvara», γνωστή και ως «Baltic raku», η οποία μας εξηγεί έχει τις ρίζες της κάπου στην Ανατολική Ευρώπη, κυρίως σε Λευκορωσία, Εσθονία και Λετονία. Όπως μας αναφέρει, είναι μια πρακτική που αφορά ουσιαστικά τον τρόπο ψησίματος των κεραμικών, ωστόσο δεν χρησιμοποιείται λόγω κάποιας ειδικής χρήσης και λειτουργικότητας του κεραμικού αποτελέσματος. Ο ίδιος, προσθέτει, το αγγείο «Obvara» δεν είναι καθαρά διακοσμητικό. «Λέγεται ότι έχει πνευματική χροιά, οι αγγειοπλάστες πίστευαν ότι η τεχνική 'Obvara' τους προστάτευε από τα κακά πνεύματα».
Για τη διαδικασία, λέει πως είναι «παρόμοια με τη διαδικασία της κεραμικής 'raku'. Ουσιαστικά, αυτό που συμβαίνει είναι πως βγαίνει το κεραμικό από τους 850 βαθμούς Κελσίου και βυθίζεται σε ένα συγκεκριμένο μείγμα 'obvara', το οποίο φτιάχνω τρεις μέρες πριν, και στη συνέχεια αφαιρείται από το μείγμα και το βάζουμε σε νερό για να κρυώσει γρήγορα το κομμάτι και να 'παγώσει'». Το μόνο σίγουρο, συνεχίζει, είναι πως «το κάθε κεραμικό είναι μοναδικό, αφού στο κάθε στάδιο παίζουν σημαντικό ρόλο διάφορες παράμετροι όπως η θερμοκρασία του φούρνου, του δωματίου, του νερού αλλά και η σύσταση του μείγματος».
Τα εφέ επίσης που δημιουργούνται με τη συγκεκριμένη τεχνική αρκετές φορές είναι εντυπωσιακά, επισημαίνει, διότι «παραπέμπουν σε ζωικές και πρωτόγονες μορφές, τις υφές της φύσης. Δηλαδή, πετρώματα, ξύλο, κοχύλια, βράχοι κ.ά.».
Συζητώντας για την «obvara», ο δημιουργός μας αναφέρει πως «για μένα, σε φέρνει πιο κοντά με την ίδια σου την ύπαρξη, τη φύση, την ώρα που πλάθεται αλλά και μετά όταν βλέπεις το αποτέλεσμα». Ο ίδιος μοιράζεται μάλιστα και μια φράση από έναν σπουδαίο δάσκαλο της αγγειοπλαστικής, τον Daniil Pavelchuk από το Μινσκ, ο οποίος αναφερόμενος στη συγκεκριμένη πρακτική, σχετικά πρόσφατα, είπε: «Τα κεραμικά 'Obvara' επιστρέφουν σε εμάς από την αρχαιότητα, φέρνοντας στα σπίτια μας τα αρχαία μυστικά ξυπνώντας μέσα μας βαθιά ριζωμένα ένστικτα».