Στα χαρακώματα του Μεγάλου Πολέμου: Η τέχνη ως μαρτυρία της κτηνωδίας του πολέμου

ΠΑΡΑΘΥΡΟ Δημοσιεύθηκε 6.11.2023
«Sturmtruppe geht unter Gas vor» , etching and aquantint, Otto Dix, 1924.

Γράφει ο Γιάννης Νησιώτης


Ο πόλεμος, είναι σαφώς μια ανθρώπινη πράξη που εξωθείται από διαφορετικά και συγκρουόμενα συμφέροντα. Είναι μια μηχανή που ωθεί σε κίνηση σχεδόν όλους τους κρατικούς, οικονομικούς, κοινωνικούς και ανθρωπιστικούς μηχανισμούς σε μια χαοτική κατάσταση, όπου ο καθένας ασκεί τον ρόλο του εξυπηρετώντας έναν σκοπό. Η τέχνη, είναι επίσης μια ανθρώπινη δραστηριότητα, που συνεπώς, σε μια εμπόλεμη κατάσταση αλληλεπιδρά χρησιμοποιώντας όλα τα μέσα της, εξασκώντας τον δικό της ρόλο μέσω της καλλιτεχνικής δημιουργίας. Η καλλιτεχνική δημιουργία, παρακινούμενη από την υποκειμενική αναγκαιότητα του καλλιτέχνη, μπορεί να παράξει ένα απρόβλεπτα εξαίρετο και αυθεντικό αντικειμενικό έργο.

«Μερικές φορές, τα χαρακώματα περνούν μέσα από τα σπίτια... Προς έκπληξή μου, μπορούσα να ακούσω χειροβομβίδες που πυροδοτούνταν πίσω από το δεύτερο χαράκωμα, όπου είδα ένα λοχία που εξασκείτο στη ρίψη τους μπροστά σε ένα ισοπεδωμένο πεδίο. Τον αναγνώρισα σοκαρισμένος... Όττο Ντιξ. Με κάποιον θαυμασμό, χαιρετίσαμε ο ένας τον άλλο, διαπιστώνοντας ότι ήμασταν στην ίδια μεραρχία. Ενθουσιασμένος από αυτή την απρόσμενη συνάντηση, ο Ντιξ με προσκάλεσε στο δικό του καταφύγιο μέσα στα χαρακώματα, όπου στο φως μιας λάμπας μου έδειξε μια μεγάλη στοίβα από εξπρεσιονιστικά σχέδια από κάρβουνο, μελάνι και τέμπερα μέσα από τα οποία κατέγραφε τις εμπειρίες του από τον πόλεμο. Δεν μπορούσα καν να φανταστώ, πώς κάποιος θα μπορούσε να παράξει ένα τόσο μεγάλο σε ποσότητα έργο μέσα σε τέτοιες συνθήκες, όταν εγώ δύσκολα έβρισκα την ευκαιρία να κάνω οτιδήποτε. Ενώ συζητούσαμε ένθερμα για τις εικόνες που μου έδειχνε, οι σύντροφοι του μας χαμογελούσαν περιπαιχτικά καθώς ξάπλωναν στις σιδερένιες κουκέτες τους.

«Ξέρεις», μου είπε, «δεν τους αρέσει και πολύ αυτό που κάνω και πιστεύουν πως είμαι τρελός».

Απάνω, από τη θέση του πολυβόλου, ο Ντιξ είχε ζωγραφίσει δύο ρεαλιστικές ελαιογραφίες που αναπαριστούσαν τον εχθρικό τομέα και που ήταν πραγματικά βοηθητικές για την πληροφόρηση και τον προσανατολισμό σχετικά με την περιοχή που κρύβονταν τα εχθρικά στρατεύματα». (1)

Εκεί λοιπόν, μέσα στα χαρακώματα και τα καταφύγια, ο Όττο Ντιξ παρήγαγε σε αντίξοες συνθήκες ένα τεράστιο σε όγκο έργο, κάτι το οποίο αναδεικνύει την ασυμβίβαστη δημιουργικότητα ενός σπουδαίου καλλιτέχνη. Το έργο αυτό ήταν μόνο η απαρχή των προκλητικών και αποκρουστικών αναπαραστάσεων του πολέμου που θα ακολουθούσε. Πεδία μάχης γεμάτα κρατήρες από τις βόμβες που πήραν τη θέση της αποκαμωμένης φύσης. Νεκροί στρατιώτες ανάμεσα στα συρματοπλέγματα των χαρακωμάτων. Διαμελισμένα και αποσυντεθειμένα πτώματα. Καμένη γη και καμένα σώματα. Τραυματίες και αποκαρδιωμένοι στρατιώτες. Τέτοιες εικόνες, που τόσο σκληρά και ρεαλιστικά κατέγραψε ο Ντιξ, αποτελούν την αμείλικτη αναπαράσταση της κτηνωδίας του πολέμου.

Ο Όττο Ντιξ κατατάχθηκε εθελοντικά στο πεζικό σώμα σε μια μονάδα πυροβολικού στη Δρέσδη σε ηλικία 23 χρόνων, κατά την έναρξη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, τον Αύγουστο του 1914. Ο Ντιξ εκπαιδεύτηκε ως πολυβολητής και υπηρέτησε στην πρώτη γραμμή του μετώπου. Έλαβε μέρος στη γνωστή Μάχη του Σομμ, μια από τις πιο αιματηρές μάχες που έγιναν στην ιστορία της ανθρωπότητας. Τραυματίστηκε αρκετές φορές και έφθασε κοντά στον θάνατο, όταν ένα θραύσμα τον χτύπησε στον λαιμό. Προάχθηκε σε λοχία και παρασημοφορήθηκε με τον Σιδηρούν Σταυρό δεύτερης τάξης του γερμανικού στρατού.

«Έπρεπε να πάω στον πόλεμο. Έπρεπε να τα ζήσω όλα αυτά για μένα. Είμαι τόσο ρεαλιστής που έπρεπε να δω τα πάντα με τα δικά μου μάτια για να βεβαιωθώ ότι είναι έτσι». (2)

Ο Μεγάλος Πόλεμος, όπως αποκαλέστηκε τότε μετά το τέλος του, τον Νοέμβριο του 1918, ώθησε σε πολεμική εμπλοκή περισσότερο από το μισό του παγκόσμιου πληθυσμού της -τότε- εποχής. Οι αριθμοί των εκατομμυρίων νεκρών και άλλων τόσων τραυματιών δηλώνουν το μέγεθος της φρίκης του βιομηχανικού πολέμου. Για πρώτη φορά στην ανθρώπινη Ιστορία, χρησιμοποιήθηκαν άρματα μάχης, βομβαρδιστικά αεροπλάνα και χημικά όπλα. Διαλύθηκαν ολόκληρες αυτοκρατορίες και ο χάρτης της Ευρώπης αναδιαμορφώθηκε όπως είναι περίπου στον σημερινό σύγχρονο κόσμο.

Η πραγματικότητα του πολέμου έκανε σύντομα το στρατιώτη Όττο Ντιξ να καταλάβει πως αυτή η εμπειρία που ήθελε να ζήσει και που ζούσε, ήταν τόσο τρομακτική που δεν θα τον άφηνε ποτέ να απελευθερωθεί από αυτήν. Επιστρέφοντας στην πατρίδα του τη Γερμανία και συγκεκριμένα στη Δρέσδη, έναν χρόνο μετά το τέλος του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, βρίσκει την ευκαιρία να συνεχίσει τις σπουδές που του είχε διακόψει ο πόλεμος. Η συμμετοχή του στο Μεγάλο Πόλεμο άφησε βαθιά σημάδια στον νεαρό Ντιξ. Δεν υπήρχε εύκολη διαφυγή από τη φρικαλεότητα που αντίκρισε στο μέτωπο του πολέμου. Ήταν σαφώς ψυχικά καταβεβλημένος.

«Έτσι έχουν τα πράγματα, σαν νεαρός δεν αντιλαμβάνεσαι, απλά δεν αντιλαμβάνεσαι πόσο βαθιά έχεις επηρεαστεί. Έτσι, για χρόνια, για τουλάχιστον δέκα χρόνια, είχα αυτά τα όνειρα όπου έπρεπε να κινηθώ ανάμεσα σε κατεστραμμένα σπίτια, υποχρεώνοντας τον εαυτό μου να συρθεί στα χαλάσματα μέσα από μικρά περάσματα που μόλις χωρούσα. Τα ερείπια ήταν πάντα στα όνειρα μου...» (3)

Ο Ντιξ, βρήκε τον τρόπο τελικά να ελευθερώσει τον εαυτό του από τους εφιάλτες μέσα από την καλλιτεχνική δημιουργία που ποτέ του δεν σταμάτησε. Αφού τελειοποίησε την τεχνική της χαλκογραφίας στην Ακαδημία του Ντίσελντορφ, εργάστηκε με πλήρη συγκέντρωση και αφοσίωση για να δημιουργήσει εν τέλει, ένα από τα κορυφαία του έργα. Από το φθινόπωρο του 1923 μέχρι την άνοιξη του 1924 κατάφερε να ολοκληρώσει τη μεγάλη του σειρά «Der Krieg» («Ο Πόλεμος»), που εκτυπώθηκε και εκδόθηκε στο Βερολίνο σαν μια σειρά από πέντε πορτφόλια που το κάθε ένα περιλάμβανε δέκα χαρακτικά. Παρόλο που ο Ντιξ είχε διεξαγάγει σημαντικό προκαταρκτικό έργο με σχέδια κατά τη διάρκεια της θητείας του στον πόλεμο, έκανε αρκετές αλλαγές και αναγκάστηκε να χρησιμοποιήσει τη μνήμη του για να καταλήξει στο τελικό του έργο. Η τεχνοτροπία της οξυγραφίας ως επιλογή του καλλιτέχνη, αποδείχτηκε το καταλληλότερο μέσο για να εκφράσει την ωμή πραγματικότητα του πολέμου όπως ποτέ πριν. Στις εικόνες που αποτελούν τον «Πόλεμο», ο θεατής βλέπει μόνο τον θάνατο μέσα στα χαρακώματα και τη σήψη στα πεδία της μάχης. Βλέπει τον όλεθρο μέσα στα συρματοπλέγματα και τη λάσπη, και τον τρόμο στα πρόσωπα των τραυματισμένων στρατιωτών.

«Ο Πόλεμος» του Όττο Ντιξ συγκρίνεται συχνά με το εξίσου σπουδαίο έργο του Φρανσίσκο Γκόγια, «Los Desastres de la Guerra» («Οι Συμφορές του Πολέμου»), μια σειρά από χαρακτικά που πραγματοποιήθηκαν μεταξύ 1810 και 1815. Οι δύο καλλιτέχνες υπήρξαν μάρτυρες των φρικαλεοτήτων του πολέμου της εποχής τους, κι αυτό αποτελεί βασικά, το κοινό τους χαρακτηριστικό, μαζί βέβαια με την αυθεντικότητα του έργου τους. Η σημαντική διαφορά όμως, των δύο αυτών έργων τέχνης, είναι το γεγονός ότι ενώ ο Γκόγια αναπαριστά τις βιαιότητες μεταξύ των αντιπάλων του πολέμου της Ιβηρικής Χερσονήσου, τις άγριες και κτηνώδεις πράξεις των ένστολων γαλλικών στρατευμάτων έναντι των Ισπανών που αγωνίζονταν για την ελευθερία τους, ο Ντιξ παρουσιάζει τον πόλεμο καθαυτό, τον τρόμο και την απόγνωση των συντρόφων του, των Γερμανών στρατιωτών που παραμένουν ανώνυμοι στην πρώτη γραμμή του μετώπου. «Ο Πόλεμος» σηματοδοτεί εν μέρει, τη στροφή του Ντιξ από τον εξπρεσιονισμό και τον Νταντά, προς το κίνημα της Νέας Αντικειμενικότητας που αναπτύχθηκε στη Γερμανία τη δεκαετία του 1920. Η Νέα Αντικειμενικότητα εστιάζει στην οπτική όψη της αντικειμενικότητας του κόσμου, απορρίπτοντας την συναισθηματικότητα του εξπρεσιονισμού, και ασκεί έντονη κριτική στη δημοκρατία της Βαϊμάρης εκφράζοντας και σχολιάζοντας μέσα από τα έργα τέχνης τις πολιτικές και κοινωνικές καταστροφικές συνέπειες του Μεγάλου Πολέμου. Ο Ντιξ, εκτός από τον πόλεμο, απεικόνισε μέσα στο έργο του την αθλιότητα και εξαχρείωση της γερμανικής κοινωνίας. Έτσι, «Ο Πόλεμος», μετατρέπεται σε ένα από τα πιο εξαιρετικά αντιπολεμικά έργα τέχνης του εικοστού αιώνα. Χαρακτηριστικά, αναφέρεται και σε σχετικό δημοσίευμα στον τύπο της εποχής: «Οποιοσδήποτε, που αντικρίζοντας αυτές τις εικόνες, δεν νιώσει τη δέσμευση να εναντιωθεί στον πόλεμο με όλο του το είναι, χάνει την αξίωση του για την ανθρωπότητα». (4)

Η επίδραση της τέχνης είναι άμεσα συνδεδεμένη με την πρακτική της κατανόησης των όσων συμβαίνουν γύρω μας και με την αναζήτηση νέων συντεταγμένων για το πώς βλέπουμε τον κόσμο. Σε μια εμπόλεμη περίοδο, η τέχνη μάς προσφέρει τα μέσα για μια ευρύτερη αντίληψη της πραγματικότητας του πολέμου και των συνεπειών του, όπως επίσης και της κοινωνικής αντίδρασης έναντι στον πόλεμο. Η αντίδραση εκδηλώνεται βέβαια, μέσα από το έργο τέχνης.

Σημειώσεις:
1. Eugen Keuerleber, Text, Ausstellung Katalog, Otto Dix, Kritische Grafik 1920 – 1924, Radierwerk VI ‘Der Krieg’ 1924, Institut für Auslandsbeziehungen, Autor und Fotografen, 2002, σ. 12, Δική μου μετφρ.
2. Στο ίδιο, σ. 11, Δική μου μετφρ.
3. Στο ίδιο, σ. 24, Δική μου μετφρ.
4. Στο ίδιο, σ. 26, Δική μου μετφρ.

Βιβλιογραφία:
1. Eugen Keuerleber, Text, Ausstellung Katalog, Otto Dix, Kritische Grafik 1920 – 1924, Radierwerk VI ‘Der Krieg’ 1924, Institut für Auslandsbeziehungen, Autor und Fotografen, 2002.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ
Υπέβαλε και το Kourion 2030 το φάκελο υποψηφιότητάς του για τον τίτλο της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της Ευρώπης

Υπέβαλε και το Kourion 2030 το φάκελο υποψηφιότητάς του για τον τίτλο της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της Ευρώπης

Υπέβαλε και το Kourion 2030 το φάκελο υποψηφιότητάς του για τον τίτλο της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της Ευρώπης

Σώτος Κτωρής: Ολοκληρώθηκαν οι εργασίες συντήρησης στο τζαμί της Καλαβασού (φώτος)

Σώτος Κτωρής: Ολοκληρώθηκαν οι εργασίες συντήρησης στο τζαμί της Καλαβασού (φώτος)

Σώτος Κτωρής: Ολοκληρώθηκαν οι εργασίες συντήρησης στο τζαμί της Καλαβασού (φώτος)

Σειρά συζητήσεων στο Πολιτιστικό Ίδρυμα Τραπέζης Κύπρου

Σειρά συζητήσεων στο Πολιτιστικό Ίδρυμα Τραπέζης Κύπρου

Σειρά συζητήσεων στο Πολιτιστικό Ίδρυμα Τραπέζης Κύπρου

Παναγία των Παρισίων: Οι κρυμμένοι θησαυροί που έφερε στο φως η αποκατάσταση

Παναγία των Παρισίων: Οι κρυμμένοι θησαυροί που έφερε στο φως η αποκατάσταση

Παναγία των Παρισίων: Οι κρυμμένοι θησαυροί που έφερε στο φως η αποκατάσταση