Περισσότερο γνωστός για τους αγώνες του κατά της πείνας στην Αφρική και σαν εγκέφαλος πίσω από τη συναυλία Live Aid το 1985, ο Μπομπ Γκέλντοφ, ο οποίος γεννήθηκε σαν σήμερα το 1951, συχνά παραβλέπεται ως ένας από τους αρχιτέκτονες του πανκ μέσα από την πορεία του με τους Boomtown Rats.
Παρά τις μεγάλες κορυφώσεις και τις δραματικές ματαιώσεις της πολυκύμαντης διαδρομής του, ο ίδιος ο Ιρλανδός μουσικός και ακτιβιστής δηλώνει ότι ζει τη ζωή του αρνούμενος να κοιτάξει πίσω. «Έχω την άποψη ότι δεν υπάρχει καθρέφτης οπισθοπορείας σε αυτό το αυτοκίνητο», λέει.
Από την απαρχή της καριέρας του το 1975 έως τις μέρες μας, το προφίλ του Γκέλντοφ υπόκειται διαρκείς μεταμορφώσεις. Τον γνωρίσαμε ως μεγαλόστομο νεαρό ρόκερ προτού εξελιχθεί στον παθιασμένο αγωνιστή του Live Aid, μιας από τις μεγαλύτερες παγκόσμιες πρωτοβουλίες συγκέντρωσης κεφαλαίων όλων των εποχών.
Αργότερα έγινε η τραγική φιγούρα που έχασε την πρώτη του σύζυγο, την τηλεοπτική παρουσιάστρια Πόλα Γέιτς, και τη δεύτερη κόρη τους, Πίτσις, από υπερβολική δόση ναρκωτικών.
Στον πυρήνα της ύπαρξής του, παραμένει ένας αουτσάιντερ με παγκόσμια επιρροή, μια θεληματική περσόνα που ανασύρθηκε από τη γκρίζα καταστολή της καθολικής Ιρλανδίας της δεκαετίας του 1970 με την πεποίθηση ότι μπορούσε και έπρεπε να αλλάξει τον κόσμο.
Φτώχεια και η μοναξιά στην Ιρλανδία των seventies
Ο Μπομπ Γκέλντοφ γεννήθηκε στις 5 Οκτωβρίου 1951. Η μητέρα του πέθανε από εγκεφαλική αιμορραγία όταν ο ίδιος ήταν επτά ετών και μεγάλωσε στο Νταν Λόαγκχερ, έξω από το Δουβλίνο, μαζί με τον πατέρα του, έναν πλανόδιο πωλητή, ο οποίος έλειπε πολύ. Οι Γκέλντοφ ήταν φτωχοί και ο Μπομπ έπρεπε να τα βγάζει πέρα μόνος του.
«Από μικρός ήμουν ανεξάρτητος», λέει. «Ερχόμουν σπίτι το βράδυ και δεν υπήρχε κανείς εκεί. Έφτιαχνα το τσάι, έκανα τα ψώνια, έπαιρνα το κάρβουνο και άναβα τη φωτιά. Δεν υπήρχε τηλεόραση γιατί δεν είχαμε τα χρήματα, ούτε τηλέφωνο. Απλώς άκουγα Ράδιο Λουξεμβούργο και διάβαζα. Γι' αυτό μεγάλωσα ατημέλητος. Ένα οκτάχρονο αγόρι δεν σιδερώνει το σορτσάκι του, ούτε χτενίζει τα μαλλιά του».
Έκτοτε ο Γκέλντοφ μιλούσε συχνά για το πόσο «η φτώχεια και η μοναξιά» είναι οι μεγαλύτεροι φόβοι του. Όταν μάλιστα ρωτήθηκε εάν πιστεύει ότι η δύσκολη ανατροφή του μπορεί να του έδωσε την αυτοπεποίθηση του αυτοδημιούργητου, αρνήθηκε κατηγορηματικά. «Δεν μου έδωσε τίποτα. Ένιωθα πανικό, μοναξιά και φόβο όλη την ώρα».
Αφότου εγκατέλειψε το σχολείο, ο Γκέλντοφ ίδρυσε τοπικές ομάδες υπέρ του πυρηνικού αφοπλισμού και κατά του απαρτχάιντ και δούλεψε με άστεγους και πόρνες, απασχολούμενος σε εργοστάσια.
Η Ιρλανδία των μέσων της δεκαετίας του '70 ήταν ο τόπος που τον διαμόρφωσε: Η φτώχεια, η εκκλησία, ο αγανακτισμένος πληθυσμός, οι γηγενείς μουσικές παραδόσεις, στις οποίες δεν ένιωθε καμία επιθυμία να συμμετάσχει.
«Η Ιρλανδία το 1975 ήταν ένα άλλο σύμπαν - ο πλανήτης Ιρλανδία. Ήταν τόσο κλειστοφοβικό. Εκδηλωνόταν μέσα μου ως δύσπνοια, άσθμα κυριολεκτικά. Μόνο εάν έφευγα από την Ιρλανδία θα εξαφανιζόταν».
Σε ένα ταξίδι του στον Καναδά, κατόρθωσε να γίνει διευθυντής μιας μουσικής εφημερίδας, στην οποία εργάστηκε ωσότου απελαθεί. Πίσω στο Δουβλίνο, πήγε να δουλέψει σε ένα σφαγείο, μια εμπειρία που του έδωσε την έμπνευση για το τραγούδι «Rat Trap» και σχημάτισε ένα συγκρότημα, το οποίο ονομάστηκε αρχικά Nightlife Thugs και έπειτα Boomtown Rats, μέσα από μια αναφορά του φολκ θρύλου, Γούντι Γκάθρι.
Στην πρώτη συναυλία των Boomtown Rats, μπροστά σε περίπου 30 άτομα, ο Γκέλντοφ ήταν τόσο νευρικός που φόρεσε καπέλο, παλτό και κασκόλ και στάθηκε με την πλάτη στο κοινό μέχρι που κατάλαβε ότι τους χειροκροτούσαν. «Αυτό το χειροκρότημα και ο κόσμος που χόρευε ήταν η πρώτη επιδοκιμασία που αποσπούσα για οτιδήποτε», ενθυμείται.
Boomtown Rats κατά του κατεστημένου και κατά του αντι-κατεστημένου
Όταν το γκρουπ μετακόμισε στο Λονδίνο στο απόγειο του πανκ, η δημοφιλία τους καθώς και η περίφημη δήλωση του Γκέλντοφ ότι ήθελε «να γίνει πλούσιος, να γίνει διάσημος και να κάνει πολύ σεξ» προκάλεσε τις πουριτανικές ευαισθησίες της εποχής. Ο Γκέλντοφ περιέγραφε «Αρουραίους» του ως «αιώνιους αουτσάιντερ, κατά του κατεστημένου και κατά του αντι-κατεστημένου. Όπως το έβλεπα, αν ένα Volkswagen και μια λιμουζίνα ερχόταν στην πόρτα μου, θα έπαιρνα τη λιμουζίνα γιατί μάλλον δεν θα συνέβαινε ποτέ ξανά».
Το ανθολόγιο των Boomtown Rats περιλαμβάνει χιτς όπως τα «I Don't Like Mondays», «Rat Trap» και «She's So Modern», καθώς και λιγότερο γνωστό αλλά εξίσου ποιοτικό υλικό, όπως τα τραγούδια «Dave» και «Never in a Million Years». Κατά τη διάρκεια της καριέρας τους, κέρδισαν βραβεία Grammy, κατόρθωσαν να γίνουν το πρώτο new wave σχήμα που έφτασε στην κορυφή των τσαρτ, αλλά και το πρώτο ιρλανδικό σχήμα στο νούμερο ένα του καταλόγου επιτυχιών.
Live Aid, παρασημοφόρηση και προσωπικές τραγωδίες του Μπομπ Γκέλντοφ
Όταν οι Αρουραίοι χώρισαν, ο Γκέλντοφ βίωσε παρατεταμένη περίοδο αποπροσανατολισμού και σύγχυσης. Ωστόσο το Live Aid, η φιλανθρωπική εκδήλωση την οποία διοργάνωσε με παγκόσμια επιτυχία το 1985, συγκέντρωσε περισσότερα από 100 εκατομμύρια λίρες για τα θύματα της ξηρασίας στην Αιθιοπία, ενώ προώθησε το δημόσιο προφίλ του περισσότερο από όσο είχε κατορθώσει μέσα από τη μουσική του.
Ο Γκέλντοφ έλαβε τον τίτλο του ιππότη, έχασε για λίγο το Νόμπελ Ειρήνης και έγινε διεθνής λαϊκός ήρωας μέσα σε μια στιγμή. Ήταν εκείνο το διάστημα που εκστόμισε το διάσημο κάλεσμά του υπέρ της συγκέντρωσης κεφαλαίων («Δώστε μας γ@μ$μέν@ λεφτά σας!») και αντέκρουσε τη Μάργκαρετ Θάτσερ δύο φορές κατά πρόσωπο σε ζωντανή τηλεοπτική μετάδοση.
Bob Geldof putting it up to Margaret Thatcher about butter 💞 pic.twitter.com/iMNLoCzPIr
— Joey Kavanagh (@JoeEekHavana) February 28, 2021
Ο Μπομπ Γκέλντοφ ένιωσε συντετριμμένος όταν η Πόλα Γέιτς τον χώρισε για τον frontman των INXS, Μάικλ Χάτσενς. Σύντροφός του από την πρώιμη περίοδο των Boomtown Roots το 1976, σύζυγός του με κουμπάρο τον Σάιμον Λε Μπον των Duran Duran σε έναν γάμο που πραγματοποιήθηκε στο Λας Βέγκας το 1986 και μητέρα τριών από τις κόρες του, η τηλεοπτική παρουσιάστρια και συγγραφέας πέθανε από υπερβολική δόση ηρωίνης το 2000.
Τρία χρόνια νωρίτερα, ο Χάτσενς είχε βρεθεί απαγχονισμένος σε ένα δωμάτιο ξενοδοχείου στο Σίδνεϊ, πιθανώς ως αποτέλεσμα αυτοερωτικής ασφυξίας, το ίδιο βράδυ που είχε μια διαμάχη στο τηλέφωνο με τον Μπομπ Γκέλντοφ.
Από υπερβολική δόση ηρωίνης επρόκειτο αργότερα να πεθάνει και η κόρη του Πίτσις, η οποία βρέθηκε νεκρή στο σπίτι της στις 7 Απριλίου 2014.
Μπομπ Γκέλντοφ: «Είναι σχεδόν εθνική υποχρέωση να εναντιώνομαι»
Ο Γκέλντοφ παραμένει οργισμένος για το χρέος του Τρίτου Κόσμου. Όπως το βλέπει, αν το ένα τρίτο του χρέους μπορεί να διαγραφεί, όπως έχει συμβεί, τότε ποιο είναι το πρόβλημα με τα υπόλοιπα δύο τρίτα;
Συνεχίζοντας το ακτιβιστικό του έργο, το 2022 ερμήνευσε το «(What's So Funny 'Bout) Peace, Love, and Understanding» του Νικ Λόου στο Night for Ukraine, μια συναυλία παροχής βοήθειας σε άτομα που εγκαταλείπουν την Ουκρανία μετά τη ρωσική εισβολή.
Με τα χρόνια, και παρότι ο Γκέλντοφ κατηγορήθηκε ότι έγινε μέρος του κατεστημένου σχετιζόμενος με πολλούς παγκόσμιους ηγέτες, ο ίδιος δηλώνει ότι υπάρχει ακόμη ένα μέρος του που αισθάνεται άβολα στην προοπτική σύμπραξης με οποιαδήποτε κυβέρνηση. «Μπορεί στην πραγματικότητα να συμφωνώ με πολλά από αυτά που λένε, αλλά, επειδή είμαι Ιρλανδός, θεωρώ ότι είναι σχεδόν εθνική υποχρέωση να εναντιώνομαι».
Δημήτρης Καραθάνος/athensvoice.gr