Στη συναυλία «Κυπροφωνία 2», η Συμφωνική Ορχήστρα Κύπρου και ο διακεκριμένος μαέστρος Marco Parisotto παρουσιάζουν ένα πρόγραμμα που αναδεικνύει το κυπριακό ταλέντο σε συνδυασμό με κλασικά αριστουργήματα.
Η ορχήστρα θα παρουσιάσει την παγκόσμια πρεμιέρα του συναρπαστικού έργου Erum για Ορχήστρα, του Κύπριου συνθέτη Γιώργου Σταύρου, μία ανάθεση του Ιδρύματος Σ.Ο.Κ.. Η σύνθεση περιγράφεται από τον ίδιο ως μια «εσωτερική προσπάθεια Χορδίσματος και η μετάβαση σε αυτήν την διάσταση».
Η συναυλία περιλαμβάνει επίσης το Κοντσέρτο για πιάνο σε Σολ του Ravel, που θα ερμηνεύσει ο ανερχόμενος νεαρός Κύπριος πιανίστας Χρήστος Φούντος, στο ντεμπούτο του με την ορχήστρα. Αυτό το απαιτητικό κοντσέρτο συνδυάζει τη ζωντάνια με την εκλέπτυνση, και αναδεικνύει την ιδιοφυΐα του συνθέτη στη δημιουργία μελωδιών.
Το πρόγραμμα θα ολοκληρωθεί με ένα διαχρονικό αριστούργημα, την «Ποιμενική» Συμφωνία του Beethoven, που αποτελεί ένα μουσικό ταξίδι μέσα από την απεικόνιση καταπράσινων τοπίων της υπαίθρου.
Πρόγραμμα
Γεώργιος Σταύρου: Erum για ορχήστρα (Παγκόσμια Πρεμιέρα, ανάθεση Ιδρύματος Σ.Ο.Κ.)
O Γεώργιος Σταύρου - Συνθέτης, Κιθαρίστας, Ερευνητής, Παιδαγωγός και Εκπαιδευτής - γεννήθηκε στη Λευκωσία το 1970. Τα πρώτα του μαθήματα μοντέρνας κιθάρας τα πήρε από τον Γιώργο Χειμωνίδη. Σπούδασε θεωρητικά, μοντέρνα και κλασική κιθάρα με τον Ramzi Mikhail, και υπήρξε μέλος πολλών συνόλων. Σπούδασε ανώτερα θεωρητικά με τον Μιχάλη Σταυρίδη και τον Χ. Κουτραφούρη. Στη συνέχεια παρακολούθησε μαθήματα σύγχρονης μουσικής και μοντέρνας κιθάρας με τον Γιάννο Σαββίδη, ενώ παράλληλα σπούδασε κλασική σύνθεση και ενορχήστρωση με τον συνθέτη Ανδρέα Μουστούκη. Αποφοίτησε από τη Μουσική Ακαδημία ARTE (2007-2011) με πτυχίο Άριστα, με κατεύθυνση τη Σύνθεση και την Κιθάρα.
Το ενδιαφέρον του για τη μουσική περιλαμβάνει μια εκτεταμένη περιοχή έρευνας η οποία τον έχει οδηγήσει στη μελέτη της Αρχαίας Ελληνικής Φιλοσοφίας. Έχει δημιουργήσει σειρά διαλέξεων, γράφει βιβλία, και έχει σχηματίσει ένα εκπαιδευτικό μοντέλο Ολικής παιδείας.
Επηρεασμένος από τη Φιλοσοφική διάσταση της Μουσικής, οι συνθετικές του ιδέες προέρχονται από την Αρχαία Ελληνική - Πυθαγόρεια διδασκαλεία, διαχωρίζοντας τη Μουσική σε τρεις πυλώνες: Musica Humana, MusicaInstrumentalis και Musica Mundana, αναπτύσσοντας έτσι τη Φιλοσοφική, Γεωμετρική - Μαθηματική, και Κοσμολογική Σύνθεση. Έργα του έχουν παρουσιαστεί από γνωστά σχήματα και εκτελεστές Νέας Μουσικής. Είναι μέλος του Κέντρου Κυπρίων Συνθετών.
Erum για ορχήστρα
Η εξοικείωση με τις ουράνιες κινήσεις, μας επιτρέπει να κατανοούμε τη σύμφυτη ορθότητα των μαθηματικών τους σχέσεων, οπότε μπορούμε να διορθώνουμε την πλάνη των εσωτερικών μας κινήσεων, μιμούμενοι τις απλανείς θεϊκές τροχιές.
Πλάτωνας Τίμαιος 47 c [Απόδοση στα νεοελληνικά]
Ερμηνεύοντας και αναπτύσσοντας αυτή τη φράση, οδηγούμαστε στην «Κοσμολογική Σύνθεση» (και στην Ουράνια Μουσική – Musica Mundana) όπου Κοσμολογικές Αρχές και φαινόμενα μετατρέπονται σε μαθηματικά και, κατόπιν επεξεργασίας, σε Μουσική. Το έργο Erum για ορχήστρα είναι εμπνευσμένο από το Τρίο μου, όπου εισάγεται η Εσωτερική προσπάθεια Χορδίσματος και μετάβασης σε αυτή τη διάσταση.
‘Erum’ (σημασία)
Στην Περσική λαογραφία, η λέξη αναφέρεται στην ιστορία του βασιλιά Σαντάντ που ήθελε να συναγωνιστεί τον Θεό και είπε ότι θα δημιουργούσε τον ‘Erum’ της Baghe (τον ουράνιο «παράδεισο» στη γη). Για να δημιουργήσει αυτόν τον παράδεισο, εξαντλούσε όλο τον πλούτο και την εξουσία του, άρπαζε ακόμη και από τους φτωχούς. Τον έκανε τόσο όμορφο όπου ακουγότανε σαν να έχει σιντριβάνια από κρασί και γάλα και βράχους από τα πιο πολύτιμα πετράδια που θα μπορούσε κάποιος ποτέ να φανταστεί. Η σκληρότητα του λέγεται ότι αναστάτωσε τον Θεό ο οποίος αποφάσισε να τον τιμωρήσει, έτσι ώστε ποτέ να μη δει τον ‘Erum’. Μόλις ο Σαντάντ έφτασε στις πύλες του ‘Erum’, έπεσε στα σκαλιά και πέθανε επί τόπου. [Γεώργιος Σταύρου].
Maurice Ravel: Κοντσέρτο για πιάνο σε Σολ μείζονα
Το Κοντσέρτο για πιάνο σε Σολ μείζονα του Maurice Ravel αποτελεί ορόσημο στη λαμπρή καριέρα του συνθέτη, εφόσον ξεπερνά τα στενά ειδολογικά όρια, συνυφαίνοντας την κλασική με την τζαζ μουσική. Το κοντσέρτο που παρουσιάστηκε για πρώτη φορά το 1932, αποτελεί μια απόκλιση από το προηγούμενο ιμπρεσιονιστικό ύφος του συνθέτη, ενσωματώνοντας, επίσης, στοιχεία νεοκλασικισμού, με αποτέλεσμα ένα έργο ταυτόχρονα ζωντανό και εκλεπτυσμένο, που αναδεικνύει τη μαεστρία του Ravel στην ενορχήστρωση και την κατανόηση του πιάνου ως σόλο οργάνου.
Ο Ravel συνέθεσε το Κοντσέρτο για πιάνο σε Σολ, παράλληλα με το άλλο του κοντσέρτο για πιάνο (κοντσέρτο για αριστερό χέρι), το 1930 και το 1931. Αφού επέστρεψε από μια περιοδεία στην Αμερική το 1928, ο Ravel άρχισε να εργάζεται σοβαρά πάνω στο κοντσέρτο για πιάνο σε Σολ, το οποίο σκόπευε να εκτελέσει ο ίδιος. Ωστόσο, η σύνθεση διακόπηκε, όταν ο αυστριακός πιανίστας Paul Wittgenstein, ο οποίος είχε χάσει το δεξί του χέρι στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, του ζήτησε να συνθέσει ένα κοντσέρτο αποκλειστικά για αριστερό χέρι. Ο Ravel αργότερα επέστρεψε στη σύνθεση του Κοντσέρτου για πιάνο σε Σολ και το ολοκλήρωσε το 1931, αλλά μέχρι τότε η ασθένειά του άρχισε να τον καταβάλλει, συνειδητοποιώντας ότι δεν ήταν σε θέση να το εκτελέσει ο ίδιος. Έτσι, προσέφερε στη σπουδαία πιανίστα Marguerite Long την ευκαιρία να δώσει την πρεμιέρα του έργου στο Παρίσι, στις 14 Ιανουαρίου 1932, με τον ίδιο να αρκείται στη διεύθυνση της ορχήστρας Lamoureux.
Ο Ravel έδωσε έναν σχετικά ανάλαφρο τόνο στο κοντσέρτο, αναφέροντας ως μουσικούς οδηγούς τον Mozart και τον Saint-Saëns, τα κοντσέρτα για πιάνο των οποίων θαύμαζε ιδιαίτερα. Σε συνέντευξή του στην εφημερίδα London DailyTelegraph, ο Ravel επεσήμανε ότι σκόπευε αυτό το κοντσέρτο να είναι «ελαφρύ και λαμπερό, σε αντίθεση με εκείνα τα βαρύτερα κλασικά κοντσέρτα, που είναι γραμμένα "κατά" και όχι "για" το πιάνο…»
Το έργο είναι δομημένο σε τρία μέρη, καθένα από τα οποία χαρακτηρίζεται από ξεχωριστή διάθεση και μουσική γλώσσα. Το πρώτο μέρος, το Allegramente, ανοίγει με ένα τζαζ σόλο για πιάνο, που διέπεται από συγκοπές και προσδίδει αμέσως τον τόνο για ολόκληρο το έργο. Ο ζωηρός και παιχνιδιάρικος διάλογος μεταξύ του πιάνου και της ορχήστρας δημιουργεί μια αίσθηση αναβρασμού, παραπέμποντας στο πνεύμα της δεκαετίας του '20. Η χρήση τολμηρών ρυθμών και η θορυβώδης ενορχήστρωση αντανακλά την επιρροή της αμερικανικής τζαζ, η οποία είναι ιδιαίτερα εμφανής στα αυτοσχεδιαστικά περάσματα του πιάνου. Το δεύτερο μέρος, το Adagio assai, λειτουργεί ως μία γαλήνια αντίθεση με την πληθωρικότητα του πρώτου μέρους. Εδώ, ο Ravel επιστρέφει σε ένα πιο παραδοσιακό, λυρικό ύφος, ξεκινώντας με μια μακροσκελή μελωδία για σόλο πιάνο. Οι εκφραστικές γραμμές του πιάνου υποστηρίζονται από πλούσιες αρμονίες, δημιουργώντας μια ατμόσφαιρα εσωστρέφειας και μελαγχολίας. Το μέρος εκτυλίσσεται με μια αίσθηση διαχρονικότητας, σαν να μεταφέρεται ο ακροατής σε ένα ονειρικό τοπίο. Το τελευταίο μέρος, το Presto, αναζωπυρώνει την ενέργεια του πρώτου μέρους, αλλά με μια πιο κλασική δομή. Ο Ravel συνδυάζει εδώ στοιχεία της φόρμας σονάτα με τη χαρακτηριστική του ευστροφία και ρυθμική ευρηματικότητα. Το πιάνο και η ορχήστρα εμπλέκονται σε έναν ζωηρό διάλογο, με δεξιοτεχνικά περάσματα για τον σολίστ και παιχνιδιάρικες παρεμβάσεις από το σύνολο, κλείνοντας το κοντσέρτο με κέφι.
Αν και το κοντσέρτο μπορεί να μην ήταν ανάθεση, η δημιουργία του κατά τη διάρκεια μιας περιόδου καλλιτεχνικής εξερεύνησης αντανακλά τη δέσμευση του Ravel να διευρύνει τα όρια της μουσικής έκφρασης. Το Κοντσέρτο για πιάνο σε Σολ μείζονα είναι ένα έργο που απαιτεί τεχνική δεξιοτεχνία από τον σολίστ ενώ παράλληλα εξερευνά μια ευρεία παλέτα συναισθημάτων και στυλ. Παραμένει μέχρι σήμερα ένα από τα βασικά έργα του ρεπερτορίου για πιάνο, το οποίο εξυμνείται για την ευφυΐα, την καινοτομία και τη διαρκή γοητεία που εκπέμπει το μοναδικό μείγμα επιρροών του.
Ludwig van Beethoven: Συμφωνία αρ. 6 σε Φα μείζονα, έργο 68 (Ποιμενική)
Η «Ποιμενική» Συμφωνία του Beethoven, επίσημα γνωστή ως Συμφωνία αρ. 6 σε Φα μείζονα, είναι ένα αριστούργημα στον χώρο της λεγόμενης προγραμματικής μουσικής. Η συμφωνία, η οποία επικοινωνεί με καινοτόμο τρόπο την ουσία της φύσης, μέσα από τα πέντε της μέρη, αναδεικνύει τη μαεστρία του Beethoven στη μουσική απεικόνιση ζωντανών τοπίων και συναισθημάτων. Η επιρροή αυτής της συμφωνίας στην προγραμματική μουσική είναι επίσης σημαντική, καθώς δημιούργησε προηγούμενο στη χρήση της μουσικής ως μέσου για την αφήγηση ιστοριών και την ανάκληση συγκεκριμένων εικόνων, ανοίγοντας τον δρόμο για την ανάπτυξη συνθέσεων με αφηγηματικό χαρακτήρα στην περίοδο του ρομαντισμού.
Ο Beethoven εκτιμούσε πολύ τη φύση ως καταφύγιο. Κάποτε έγραψε σε μια επιστολή του: «Το πνεύμα μου αισθάνεται άνετα μόνο μπροστά στις ομορφιές της φύσης». Ο συνθέτης ήταν επίσης ανήσυχο πνεύμα, με αποτέλεσμα να μετακομίζει συχνά, νιώθοντας πάντα πιο άνετα στην ύπαιθρο. Πάνω απ' όλα, απολάμβανε να δραπετεύει κάθε καλοκαίρι από τους γρήγορους ρυθμούς της Βιέννης, επικεντρωμένος στη σύνθεση των συμφωνιών του, συμπεριλαμβανομένης της «Ποιμενικής» Συμφωνίας, που γράφτηκε το καλοκαίρι του 1808. Ο Beethoven διηύθυνε την πρεμιέρα του έργου στο Theater an der Wien της Βιέννης τον Δεκέμβριο του 1808, στο πλαίσιο ενός τεράστιου προγράμματος που περιελάμβανε, επίσης, την πρεμιέρα της περιβόητης Πέμπτης Συμφωνίας, το Τέταρτο Κοντσέρτο για πιάνο, τρία αποσπάσματα από τη Λειτουργία σε Ντο μείζονα, την άρια ‘Ah, Perfido’ και τη Φαντασία σε Ντο ελάσονα για πιάνο, χορωδία και ορχήστρα.
H Έκτη Συμφωνία είναι έργο της γνωστής μέσης περιόδου του Beethoven, κατά τη διάρκεια της οποίας εισήγαγε και τροποποίησε τις συμβάσεις του προηγούμενου ύφους με μια πιο εσωστρεφή και δραματική έκφραση, εν μέρει λόγω της αυξανόμενης κώφωσής του. Η συμφωνία αποτελείται από πέντε μέρη, καθένα από τα οποία προσφέρει μια μουσική βινιέτα, που αποτυπώνει διαφορετικές πτυχές της υπαίθρου, στις οποίες ο συνθέτης έδωσε και περιγραφικούς τίτλους.
Η εναρκτήρια κίνηση, με την ένδειξη Allegro ma non troppo, φέρει τον τίτλο «Αφύπνιση χαρούμενων συναισθημάτων κατά την άφιξη στην εξοχή» και προετοιμάζει το σκηνικό με μια χαρούμενη μελωδία. Ο Beethoven χρησιμοποιεί αντιθέσεις στις δυναμικές και ορχηστρικά χρώματα για να απεικονίσει ζωηρά την εξοχή.
Η πιο κυριολεκτική απόδοση του έργου, ωστόσο, βρίσκεται στο δεύτερο μέρος, Andante molto mosso, το οποίο βυθίζει τον ακροατή σε ένα γαλήνιο τοπίο και φέρει τον τίτλο «Σκηνή δίπλα στο ρυάκι». Τα έγχορδα παίζουν απαλά τρίηχα κάτω από μια εκκεντρική μελωδία βιολιού ενώ οι ρέουσες μελωδίες και οι ήπιοι ρυθμοί μιμούνται το κελάρυσμα του νερού, δημιουργώντας μια γαλήνια ατμόσφαιρα. Το τέλος αυτού του μέρους περιέχει τρία τραγούδια πουλιών, που σημειώνονται συγκεκριμένα στην παρτιτούρα ως αηδόνι (φλάουτο), ορτύκι (όμποε) και κούκος (κλαρινέτο).
«Χαρούμενη συγκέντρωση της υπαίθρου» είναι ο τίτλος που δόθηκε στο τρίτο μέρος, το Allegro, το οποίο χαρακτηρίζεται από ένα ζωηρό scherzo και θυμίζει την εικόνα μιας χαρούμενης συγκέντρωσης αγροτών. Η χρήση χορευτικών ρυθμών και ζωηρών μελωδιών μεταφέρει την αίσθηση μιας κοινότητας που συγκεντρώνεται για να γιορτάσει.
Το τέταρτο μέρος, το Allegro, παίρνει μια απροσδόκητη τροπή με την εισαγωγή μιας καταιγίδας. Τα κρουστά, τα χάλκινα πνευστά και τα έγχορδα δημιουργούν ένα δραματικό ηχητικό τοπίο, που συμβολίζει τη δύναμη και το απρόβλεπτο της φύσης, αλλά ίσως και την ταραχή στο μυαλό του Beethoven, αφού η κώφωσή του είχε προχωρήσει ανησυχητικά τα προηγούμενα επτά χρόνια. Ο Hector Berlioz, μάλιστα, σχολιάζει αυτή την κίνηση αναφέροντας: «Δεν είναι απλώς μια καταιγίδα με αέρα και βροχή, είναι ένας τρομακτικός κατακλυσμός, ένας παγκόσμιος κατακλυσμός, το τέλος του κόσμου».
Σύντομα, ωστόσο, η καταιγίδα περνάει με μια μελωδία λαρυγγισμού, που οδηγεί στο τελευταίο μέρος, το Allegretto, στο οποίο δόθηκε ο ενδεικτικός τίτλος «Τραγούδι του βοσκού. Συναισθήματα χαράς και ευγνωμοσύνης μετά την καταιγίδα». Εδώ, η μουσική εκφράζει την ευγνωμοσύνη για την επιστροφή της ηρεμίας ενώ η χρήση του παραδοσιακού κύριου μουσικού θέματος ενισχύει το ποιμενικό μοτίβο, αφήνοντας στον ακροατή την αίσθηση της πληρότητας και οδηγώντας στο θριαμβευτικό κλείσιμο. [Δρ Χριστίνα Μιχαήλ].
Χρήστος Φούντος (πιάνο)
Ο Χρήστος Φούντος γεννήθηκε στη Λευκωσία το 1997. Άρχισε την μουσική εκμάθηση στην ηλικία των 3 ετών και μαθήματα πιανου στα 5, υπο την καθοδήγηση του Μιροσλάβ Γκοσποντίνοφ. Στην ηλικία των 16 ετών απέκτησε Πτυχίο από το Εθνικό Ωδείο Κύπρου με άριστα παμψηφεί και ένα χρόνο αργότερα εκτέλεσε το 2ο Κοντσέρτο για πιάνο του Shostakovich, στο ντεμπούτο του ως σολίστ με τη Συμφωνική Ορχήστρα Κύπρου, υπό την διεύθυνση του Άλκη Μπαλτά. Σπούδασε στο Κονσερβατόριο Trinity Laban του Λονδίνου (BMus in Performance) υπό τη διδασκαλία του πιανίστα Philip Fowke. Αποφοίτησε το 2019 με ανώτατη βαθμολογία, βραβείο αρίστευσης στο πιάνο, αργυρό μετάλλιο και το βραβείο “Nancy Thomas” που απονέμεται στον προπτυχιακό φοιτητή πιάνου με την υψηλότερη βαθμολογία. Ήταν επίσης υποψήφιος για το χρυσό μετάλλιο της σχολής. Συνέχισε της σπουδές του αποφοιτώντας MΜus inPerformance και Artist Diploma από το ίδιο κονσερβατόριο, έχοντας μελετήσει με πλήρη υποτροφία, υπο την διδασκαλία του Μαρτίνου Τιρίμου και του Sergio de Simone.
Ενεργός σολίστ, έχει πρόσφατα κληθεί να εκτελέσει το 1ο, 2ο και 3ο Κοντσέρτο του Rachmaninov, όπως επίσης το 1ο Κοντσέρτο του Tchaikovsky, 3ο του Prokofiev, 3ο Beethoven και 2ο Shostakovich με διάφορες ορχήστρες στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Ειναι επίσης αφοσιώμενος στη μουσική δωματίου ως ο πιανίστας του “Waldstein Trio” το οποίο δημιουργήθηκε το 2022, και εμφανίστηκε στο Wigmore Hall του Λονδίνου, στον Καναδά (Banff Music Centre), Αυστρία (Musikverein & Mozarteum), Γερμανία (Beethoven's House, Bonn), Μάλτα, Μάντσεστερ (Πανεπιστήμιο του Μάνστεστερ, συναυλία και masterclass) και στην Κύπρο, έχοντας απο νωρίς κατακτήσει βραβεία σε διεθνείς διαγωνισμούς. To Τρίο δίνει σταθερά συναυλίες στο Ηνωμένο Βασίλειο, το βασικό ρεπερτόριο για Τρίο με Πιάνο, πρεμιέρες νέων έργων όπως επίσης και σε συνεργασία με άλλους μουσικούς για ρεπερτορίο κουαρτετου και κουιντέτου με πιάνο.
Ο Φούντος μένει σταθερά στο Λονδίνο όπου είναι τώρα Junior Fellow στο Κονσερβατόριο Trinity Laban, συχνά αναλαμβάνοντας καθήκοντα διδασκαλίας σε τάξεις προπτυχιακών φοιτητών πιάνου. Είναι επίσης Young Artist και παραλήπτης του αργυρού μεταλλίου του Worshipful Company of Musicians Livery Company της Πόλης του Λονδίνου και μέχρι πρόσφατα υπότροφος του Ιδρύματος Α. Γ. Λεβέντη. Μελλοντικές δουλειές του περιλαμβάνουν συναυλίες του Τρίο, ρεσιτάλ βιολοντσέλου-πιάνου με τον Raphael Wallfisch και περισσότερο Rachmaninov, στο Λονδίνο.
Πέρα από τη μουσική, έχει πάθος για την Ποίηση.
Marco Parisotto (μαέστρος)
«Ανάμέσα σ’αυτό τον συναρπαστικό, ολοένα αυξανόμενο ηχητικό όγκο, στέκεται ο Marco Parisotto. Υπό τον έλεγχότου, διευθύνει την ορχήστρα με μεγάλη φινέτσα, όπως ένας αρχιτέκτονας που δίνει ακριβείς οδηγίες οι οποίες αναπτύσσονται σε ένα μεγαλοπρεπή οικοδόμημα ήχου... Με μεγάλη μαεστρία ελέγχει όλο το φάσμα ηχοχρωμάτων της ορχήστρας του...Αυτός ο μαέστρος επιδεικνύει...όλο το φάσμα αυτής της υπέροχης Τέχνης....Ελπίζουμε ότι αυτή η φανταστική ορχήστρα με τον δυναμικό αυτό μαέστρο να επικέπτεται τα θέατρα μας εδώ στη Γερμανία πιο συχνά, φέροντας μαζί τους τον πικάντικο και παθιασμένο τρόπο με τον οποίο κάνουν μουσική» (Συναυλία στο Gasteig, Μόναχο)» [Raphael Eckardt].
Ο Ιταλικής καταγωγής, γεννημένος στο Μοντρεάλ μαέστρος Marco Parisotto συγκαταλέγεται ανάμεσα στους σημαντικότερους μαέστρους διεθνούς εμβέλειας του Καναδά.
Τακτικός φιλοξενούμενος μαέστρος σε ορχήστρες παγκοσμίως, ο Marco Parisotto έχει παρουσιαστεί σε σημαντικές αίθουσες συναυλιών, λαμβάνοντας επαίνους τόσο από κριτικούς όσο και από το κοινό για τις γεμάτες πάθος ερμηνείες του, του μεγάλου συμφωνικού και οπερατικού ρεπερτορίου. Έχει διευθύνει κορυφαίες ορχήστρες όπως Συμφωνική του Μοντρεάλ, Ορχήστρα Φιλαρμόνια Λονδίνου, Εθνική Ορχήστρα Γαλλίας, Εθνική Συμφωνική Ορχήστρα Κίνας, Συμφωνική της Νέας Ιερσέης, Συμφωνική του Τορόντο, Εθνική Ορχήστρα του Καπιτωλίου της Τουλούζης, Εθνική Συμφωνική Ορχήστρα Ραδιοφωνίας της Πολωνίας, Συμφωνική του Τόκυο, ανάμεσα σε άλλες.
O Μαrco Parisotto έχει κερδίσει επτά μεγάλους διεθνείς διαγωνισμούς. Κορυφαίο του επίτευγμα αποτελεί ο Διεθνής Διαγωνισμός της Besançon στη Γαλλία το 1997, που τον τοποθέτησε στην κατηγορία μαέστρων όπως οι Seiji Ozawa και Michel Plasson. Για πρώτη φορά στην ιστορία του φημισμένου αυτού διαγωνισμού, του απονεμήθηκαν επίσης το Grand Prix και το Βραβείο Κοινού. Άλλες κορυφαίες διακρίσεις περιλαμβάνουν τον Διεθνή Διαγωνισμό του Τόκυο, τον Constantin Silvestri στη Ρουμανία και τον Antonio Pedrotti στην Ιταλία.
Το 1999, ο Marco Prisotto διορίστηκε ως ο πρώτος ξένος Κύριος Μαέστρος της Συμφωνικής της Σαγκάης. Υπήρξε επίσης Μουσικός Διευθυντής της Φιλαρμονικής Jaliscο, η οποία κέρδισε άνευ προηγουμένου εθνική και διεθνή φήμη στη διάρκεια της θητείας του. Από το 1996, είναι ο Μουσικός Διευθυντής της Φιλαρμονικής του Οντάριο με την οποία έχει πετύχει ένα αξιοσημείωτα ψηλό επίπεδο. Στην τρέχουσα καλλιτεχνική περίοδο, ο Marco Parisotto έχει προσκληθεί να γιορτάσει την 20ή επέτειο της λαμπρής Νέα Φιλαρμονικής του Αμβούργου με αριθμό περιοδειών σε μεγάλες αίθουσες της Γερμανίας.
Πληροφορίες
Ημερομηνίες συναυλιών:
Πέμπτη 25 Ιανουαρίου 2024
Θέατρο Παλλάς (Πύλη Πάφου), Λευκωσία
Παρασκευή 26 Ιανουαρίου 2024
Θέατρο Ριάλτο, Λεμεσός
Ώρα έναρξης: 20.30 (Eκτιμώμενη διάρκεια: 90-110 λεπτά)
Τιμές εισιτηρίων:
Ζώνη Α: €18 / €14 (μειωμένο)
Ζώνη Β: €13 / €10 (μειωμένο)
Δικαιούχοι μειωμένων εισιτηρίων: Μαθητές, στρατιώτες, φοιτητές, συνταξιούχοι, πολύτεκνες και πενταμελείς οικογένειες με παρουσίαση ταυτότητας. Δωρέαν είσοδος σε άτομα με αναπηρίες.
Προπώληση εισιτηρίων:
Θέατρο Παλλάς, Πύλη Πάφου (Γωνία Ρηγαίνης και Αρσινόης, 1010 Λευκωσία, 22 410181): Aπό την ιστοσελίδα cyso.interticket.com, το Ταμείο του Θεάτρου κάθε Τετάρτη 16:00-19:00 και 2 ώρες πριν την έναρξη.
Θέατρο Ριάλτο (Ανδρέα Δρουσιώτη 19, Πλατεία Ηρώων, 3040 Λεμεσός, 77777745): Από την ιστοσελίδα www.rialto.com.cy, το Ταμείο του Θεάτρου Δευ-Παρ: 10.00-15.00 και 1 ώρα πριν την έναρξη.
Περισσότερες πληροφορίες: 22 463144, www.cyso.org.cy
Θεσμικός Χορηγός: Κυπριακή Δημοκρατία
Μέγας Χορηγός: ΟΠΑΠ Κύπρου
Χρυσός Χορηγός Σειράς Starlight: Perestroika (Cyprus) Ltd
Υποστηρικτές: Θέατρο Ριάλτο
Χορηγοί Επικοινωνίας: ΡΙΚ, Cyprus Mail