Tης Λουΐζας Παπαλοΐζου
Πώς γίνεται; Πώς αντέχεις; με ρωτούν οι άνθρωποι.
Και αντέχω και γίνεται. Έχω δυο γερά κουπιά και ατσάλινη θέληση, τους απαντώ με τα χέρια
ακουμπισμένα στο στήθος μου. Τα υπόλοιπα είναι εύκολα.
Δεν πείθονται. Πώς είναι δυνατόν; Μια γυναίκα να διασχίζει μόνη τις θάλασσες;
Μόνη δεν είμαι -άλλη μια παρανόηση που πρέπει να ξεδιαλύνω για χάρη τους-, υπάρχει ολόκληρο επιτελείο πίσω από κάθε μου εγχείρημα. Πώς ο κάθε πιλότος έχει το συνεργείο του, έτσι και εγώ έχω τους συνεργάτες μου: προπονητές, γιατροί, επιστήμονες της θάλασσας. Ελέγχουν τη θερμοκρασία του νερού, τα θαλάσσια ρεύματα, φροντίζουν να αναπληρώνω σε τακτά διαστήματα τα υγρά και τα ιχνοστοιχεία που χρειάζομαι (κατεβάζουν έναν μακρύ σωλήνα στο νερό που μοιάζει με ψαροκάλαμο) και κυρίως με παροτρύνουν με ιαχές και χειροκροτήματα από το κατάστρωμα, κάθε φορά που σφαδάζω από εξάντληση, από το κρύο, από το τσίμπημα μιας μέδουσας, εκλιπαρώντας να με βγάλουν από τη θάλασσα.
Ευτυχώς που δεν λυγίζουν εύκολα.
Για να είμαι ειλικρινής ούτε και εγώ ξέρω πώς βρίσκω τη δύναμη, ούτε και τι στ' αλήθεια με σπρώχνει κάθε φορά στη θάλασσα. Έχω διασχίσει κολυμπώντας τη Θάλασσα της Μάγχης, του Μαρμαρά, την Ερυθρά, τη Μαύρη Θάλασσα, μα ακόμα μια τελεσίδικη απάντηση δεν πήρα. Μέχρι και τη Νεκρή Θάλασσα διέσχισα μήπως και πειστώ πως δεν υπάρχει ζωή στη θάλασσα, μα πάλι δεν πείστηκα.
Ο κόσμος πιστεύει πως το κάνω για τη δόξα, για τα χρήματα. Βλέπουν τα νούμερα στο διαδίκτυο, τα τηλεοπτικά κανάλια από την Ευρώπη, τα Βαλκάνια και βγάζουν συμπεράσματα.
Μπορεί να ήταν όλος αυτός ο ίλιγγος της δημοσιότητας που με έσπρωξε να τολμήσω το αδιανόητο, ή μπορεί απλώς να ωρίμασε η σκέψη μέσα μου. Δεν είχε ξανασυμβεί. Μέχρι και η ομάδα μου δείλιασε. Εγώ όμως ήμουν αμετάπειστη. Θα ξεκινούσα πρωί και θα έφτανα ηλιοβασίλεμα. Εννιά μέρες αργότερα. Για εννιά μέρες θα κολυμπούσα ασταμάτητα.
Δεν είχε ξημερώσει ακόμα και στην ακτή γινόταν το αδιαχώρητο. Μέχρι και δημοσιογράφοι από την Αυστραλία και τον Καναδά ήρθαν αυτή τη φορά για να καλύψουν το ακατόρθωτο. Δύο drones θα με συνόδευαν από ψηλά, αναμεταδίδοντας ζωντανά το ταξίδι μου. Μπήκα στη θάλασσα με το κεφάλι ψηλά και τα μάτια κλειστά μέχρι που βυθίστηκα ολόκληρη, τέντωσα πρώτα το αριστερό μετά το δεξί και ξεκίνησα. Για ενενήντα οχτώ ώρες, δεκατρία λεπτά και δέκα δευτερόλεπτα κολυμπούσα σφαδάζοντας. Πότε έλεγα πως έδινα μάχη για να σωθεί η ανθρωπότητα και πότε για να σώσω τον κάθε άνθρωπο που γνώρισα - πήγαινα πίσω στην πιο μακρινή ανάμνηση και ξεκινούσα από εκεί ανακαλώντας με σχολαστικότητα τις ατέρμονες διακλαδώσεις του δάσους των ανθρώπινων σχέσεων, σίγουρη πως αν ξεχνούσα κάποιον άθελά μου θα τον σκότωνα. Πότε κολυμπούσα για να σώσω την κάθε νότα που έπαιξε στην τρομπέτα του ο Μάιλς Ντέιβις -ήξερα την κάθε παρτιτούρα από καρδιάς και άκουγα τη
μελωδία στο κεφάλι μου- και πότε για να μην σβηστεί διαπαντός ούτε μια λέξη από το Έπος του Γκιλγκαμές και από τα ποιήματα της Έμιλι Ντίκινσον.
Οι πόνοι ήταν αφόρητοι και είμαι σίγουρη πως δεν θα τα κατάφερνα αν δεν ερχόταν η στιγμή που διακαώς περίμενα. Από τη μια περιστροφή του χεριού ως την επόμενη χωρίστηκε ο νους από το σώμα μου. Από εκείνη τη στιγμή και μετά, η μια απλωτή μετά την άλλη, δεξιά, αριστερά, έβγαιναν ανώδυνα, πότε τα χέρια και τα πόδια μου γίνονταν δελφίνια, πότε χελιδονόψαρα και πότε σκυλιά της θάλασσας. Έσκιζα το νερό με απίστευτη ευκολία και ταχύτητα. Δεν αισθάνθηκα ούτε δίψα, ούτε πείνα, ούτε μια
στιγμή δεν δίψασα. Δεν ξέρω πώς να το εξηγήσω αυτό. Μόνο η γλώσσα μου με έκαιγε αφόρητα. Ένα ψάρι με αγκαθωτά λέπια είχε κάτσει στη θέση της. Αν είχα μαχαίρι θα την έκοβα.
Ούτε που κατάλαβα πώς έφτασα. Από τους μακρινούς ήχους της στεριάς αντιλήφθηκα πως πλησίαζα. Το σημείο εξόδου είχε προκαθοριστεί εκεί κοντά στους ευκαλύπτους, στην ανατολική πλευρά της Ακτής Ολυμπίων.
Συνέχισα με τον ρυθμό αμείωτο ώσπου είδα τον βυθό να χρυσίζει. Για πρώτη φορά, μετά από εννιά μέρες, σκέφτηκα το ηλιοβασίλεμα. Πίστεψα πως τα είχα καταφέρει. Είδα ανθρώπους στη στεριά να τρέχουν προς το μέρος μου. Προσπάθησα να σταθώ, μα όλο έχανα την ισορροπία μου και έπεφτα
μπρούμυτα. Βγήκα από το νερό έρποντας και σωριάστηκα στην άμμο. Κόσμος πολύς ήρθε και στάθηκε γύρω μου. Έκλεισα τα μάτια γιατί τα φλας με τύφλωναν. Ο ουρανός ήταν γεμάτος πυροτεχνήματα. Τους έδειχνα το ψάρι στη γλώσσα μου, ζητώντας βοήθεια, μα για κάποιον λόγο δεν καταλάβαιναν τι τους έλεγα. Μόνο με κοίταζαν με μάτια διάπλατα από τον τρόμο και την έκπληξη. Τρεις άντρες με γερά
μπράτσα με σήκωσαν χειροπόδαρα και με έριξαν πίσω στη θάλασσα.
Ιούλιος 2020
~ Η Λουΐζα Παπαλοΐζου είναι συγγραφέας. Έγραψε αυτό το κείμενο ανταποκρινόμενη στο κάλεσμα του «Π» για να συμμετάσχει στην ειδική έκδοση «Θάλασσα Κυρίως Ταραγμένη», Καλοκαίρι 2020.∼ Φωτογραφία:Δημήτρης ΛούτσιοςΣτην έκδοση «Θάλασσα Κυρίως Ταραγμένη» διαβάστε ακόμη: ~ Η θάλασσα, μια φάτα μοργκάνα – της Μαρίας Χατζημιχαήλ
~ Διαχρονικοί στίχοι για τη θάλασσα – της Ελλης Παιονίδου
~ Τα σκυλιά της θάλασσας – της Λουίζας Παπαλοΐζου
~ Μια Χάππυ Νταίη – της Ηλιάνας Ανδρεαδάκη
~ Murmur – του Αλέξανδρου Πισσούριου
~ Ναυτία – του Χασάν Σαντούν
~ Ένα δύσκολο ταξίδι – του Ιμπραχίμ Καμαρά
~ Η θάλασσα – του Ντίνου Χριστιανόπουλου
Πολιτική Δημοσίευσης Σχολίων
Οι ιδιοκτήτες της ιστοσελίδας parathyro.politis.com.cy διατηρούν το δικαίωμα να αφαιρούν σχόλια αναγνωστών, δυσφημιστικού και/ή υβριστικού περιεχομένου, ή/και σχόλια που μπορούν να εκληφθεί ότι υποκινούν το μίσος/τον ρατσισμό ή που παραβιάζουν οποιαδήποτε άλλη νομοθεσία. Οι συντάκτες των σχολίων αυτών ευθύνονται προσωπικά για την δημοσίευση τους. Αν κάποιος αναγνώστης/συντάκτης σχολίου, το οποίο αφαιρείται, θεωρεί ότι έχει στοιχεία που αποδεικνύουν το αληθές του περιεχομένου του, μπορεί να τα αποστείλει στην διεύθυνση της ιστοσελίδας για να διερευνηθούν. Προτρέπουμε τους αναγνώστες μας να κάνουν report / flag σχόλια που πιστεύουν ότι παραβιάζουν τους πιο πάνω κανόνες. Σχόλια που περιέχουν URL / links σε οποιαδήποτε σελίδα, δεν δημοσιεύονται αυτόματα.