Σε μια κόγχη του Σύμπαντος (αν και το Σύμπαν δεν έχει ούτε κόγχες, ούτε άκρες, ούτε γωνιές), αιωρείται ακίνητος ένας γκρίζος πλανήτης, ένα συμπυκνωμένο σύννεφο με ατμόμορφα βουνά, αραχνοΰφαντες ερήμους κι αχνίζοντες ωκεανούς. Η υφή του (όσο κι αν ακούγεται αντιφατικό) είναι σκληρότερη απ' το όσμιο, πιο ελαφρύς από ανάσα, ενώ ο πυρήνας του πάλλεται βουβά, σαν καρδιά φάλαινας σε ωκεάνιο βυθό. Αποφεύγει το φως με την ίδια αγωνία που φοβάται το σκοτάδι, γι' αυτό και κανένας ουράνιος χάρτης δεν κατέγραψε ποτέ το στίγμα του, κανένα διαστημικό Hubble δεν τον φωτογράφισε. Το όνομά του είναι πλανήτης Σκαίας, λέξη σύνθετη από τη Σκιά και τη Γαία, μιας και είναι φτιαγμένος απ' τις σκιές όσων άξιων γεννήθηκαν, έζησαν και πέθαναν στη Γη.
Με όχημα το διάβασμα και πυξίδα την περιέργεια, ταξιδεύω συχνά στους τόπους του, σκαρφαλώνω στα άυλα βουνά του, περιπλανιέμαι στις οροσκιές κι ανακαλύπτω θησαυρούς, θραύσματα γνώσης, τροφή κρυμμένη στις κυψέλες-σελίδες των αγαπημένων μου βιβλίων. Η ανάγνωση γλυκιά, οι λέξεις γραμμένες με δάχτυλα ροζιασμένα απ' το καλαμάρι, οι αράδες χαραγμένες με νύχια ποτισμένα στο μελάνι. Τα πρόσωπα λιχνισμένα στο αλώνι της σκέψης, άλλα με χαρακτηριστικά σκαλισμένα μέχρι σήμερα σε διαχρονικό μάρμαρο, άλλα σβησμένα οριστικά απ' το βιβλίο των μορφών. Άραγε, πώς έσκυβε στο γραφείο του ο Πλίνιος; Τι είδους σκιά άφηνε το λυχνάρι απ' την κοψιά του Λουκιανού; Με πόση αγάπη κοιτούσε την Παγκάσπη ο Απελλής; Πώς ηχούσε η φωνή του Πρωτογένη;
Δεν θα το μάθουμε ποτέ.
Ο Πλίνιος διέσωσε ένα σπάνιο επεισόδιο από τη ζωή και τη συμπεριφορά δύο σημαντικών ζωγράφων της αρχαιότητας, που δίχως την πένα και το πάθος του, θα ήταν κρυμμένο για πάντα σε κάποια από τις μυστικές σπηλιές του Σκαία.
«Ο Πρωτογένης ζούσε στη Ρόδο κι ο Απελλής ταξίδεψε εκεί ποθώντας να γνωρίσει τα έργα του που του ήταν γνωστά μονάχα από τη φήμη τους· φτάνοντας αναζήτησε αμέσως το εργαστήριό του. Ο Πρωτογένης έλειπε αλλά υπήρχε πάνω στον οκρίβαντα (1) ένας αρκετά μεγάλος πίνακας που τον πρόσεχε μια γριά μόνη της. Απάντησε στην ερώτηση του Απελλή λέγοντας πως ο Πρωτογένης βρισκόταν έξω και ρώτησε ποιος τον γυρεύει. «Αυτός», είπε ο Απελλής και παίρνοντας ένα πινέλο έσυρε στον πίνακα μια χρωματιστή γραμμή, εξαιρετικά λεπτή.
Όταν επέστρεψε ο Πρωτογένης η γριά του διηγήθηκε τι συνέβει. Λένε ότι, τότε ο τεχνίτης παρατηρώντας τη λεπτότητα της γραμμής, είπε πως ο Απελλής θα 'ταν ο επισκέπτης, αφού τέτοια τελειότητα δεν μπορούσε να βγει από χέρι αλλουνού. Ύστερα τράβηξε ο ίδιος με ένα άλλο χρώμα μια γραμμή ακόμα πιο λεπτή πάνω στην πρώτη κι έφυγε παραγγέλλοντας σε περίπτωση που ο Απελλής ξαναρχόταν να του τη δείξει και να του πει ότι αυτός ήταν εκείνος που αναζητούσε. Κι έτσι έγινε. Πράγματι ξαναγύρισε ο Απελλής και ντράπηκε που νικήθηκε· με ένα τρίτο χρώμα έσυρε τρίτη γραμμή που έκοβε κατά μήκος τις δύο προηγούμενες, μη αφήνοντας πια χώρο για περαιτέρω δεξιοτεχνίες.
Τότε ο Πρωτογένης παραδέχτηκε την ήττα του κι έτρεξε στο λιμάνι, αναζητώντας τον φιλοξενούμενό του, κι αποφασίστηκε να μείνει αυτός ο πίνακας σαν αντικείμενο θαυμασμού για τους μεταγενέστερους, αλλά ειδικότερα για τους τεχνίτες. Έχω ακουστά πως καταστράφηκε στην πρώτη πυρκαγιά στο ανάκτορο του Καίσαρα στον Παλατίνο. Είχαμε μπορέσει να τον δούμε νωρίτερα: Πάνω σε μια πλατιά επιφάνεια δεν είχε άλλο από φευγαλέες γραμμές· φάνταζε ανάμεσα στα αριστουργήματα πολλών ζωγράφων σαν ένα κενό, γι' αυτό τραβούσε περισσότερο την προσοχή, κι από όλα τα έργα ήταν το ενδοξότερο». (2)
Ο δικός μας εικοστός αιώνας περηφανεύεται ότι ανακάλυψε την αφαίρεση και τη σημασία της «γραμμής». Πιστεύει ότι πρώτος αυτός έβαλε την έννοια στο έργο, όμως οι Σκιές έχουν διαφορετική άποψη. Ό Ματίς σημείωνε στο ημερολόγιό του «ούτε μια μέρα χωρίς μια γραμμή» κι εγώ ως νεαρός, πριν πλησιάσω τον πλανήτη Σκαία, τον θαύμαζα για το πάθος του.
«Ο Απελλής εξάλλου (συνεχίζει ο Πλίνιος) είχε την απαράβατη συνήθεια να μην αφήνει μέρα να περνάει, όσο απασχολημένος κι αν ήταν, δίχως να σύρει μια γραμμή ασκώντας την τέχνη του, κι από αυτό το συνήθειο προέρχεται και το ρητό (3). Αυτός είναι πάλι που εξέθετε σε κοινή θέα στο υπόστεγο του σπιτιού του τα τελειωμένα έργα του και κρυμμένος πίσω από τον πίνακα άκουγε τις κριτικές των περαστικών, γιατί εκτιμούσε πως ο όχλος είχε μεγαλύτερη ακρίβεια στην κρίση του από τη δική του.
Λένε μάλιστα πως τον έψεξε κάποιος τσαγκάρης γιατί βρήκε πως σε κάποιο πέδιλο από τη μέσα μεριά είχε κάνει μια τρύπα για τα κορδόνια λιγότερη· την άλλη μέρα αυτός ο ίδιος τσαγκάρης, περήφανος που το λάθος είχε διορθωθεί σύμφωνα με την άποψή του βάλθηκε να βρει λάθος και στο πόδι. Τότε ο Απελλής εξοργισμένος ξεπρόβαλε πίσω από τη ζωγραφιά και του φώναξε πως δεν ήταν δουλειά του τσαγκάρη να κρίνει πέρα από το πέδιλο, φράση που κι αυτή έμεινε σαν παροιμία. (4)
Ήταν ακόμα και φιλόφρων και γι' αυτό ήταν πολύ αρεστός στον Αλέξανδρο τον Μέγα, που πήγαινε συχνά στο εργαστήριό του, αφού, όπως έχουμε πει είχε απαγορεύσει να τον ζωγραφίζει άλλος. Αλλά όταν ο Αλέξανδρος στο εργαστήριο άρχιζε να μιλάει πολύ δίχως να έχει καμιά γνώση γύρω από την τέχνη, ο Απελλής με φιλικό τρόπο τον συμβούλευε να σωπάσει, λέγοντάς του ότι θα γελούν μαζί του τα παιδιά που τρίβουν τα χρώματα. Τέτοια ήταν η επιρροή που είχε πάνω στον βασιλιά που άλλωστε ήταν άνθρωπος με χαρακτήρα οξύθυμο.
Ο Αλέξανδρος εξάλλου του έδωσε ένα φημισμένο δείγμα της εκτίμησής του. Παράγγειλε στον Απελλή να ζωγραφίσει γυμνή την αγαπημένη του παλλακίδα, την Παγκάσπη, από θαυμασμό για την ομορφιά της, όμως όταν αντελήφθη ότι ο ζωγράφος την είχε ερωτευθεί ενώ τη ζωγράφιζε, του τη χάρισε. Αυτή η πράξη, που είναι μεγάλη απόδειξη της μεγαλοψυχίας του κι ακόμα μεγαλύτερη του αυτοελέγχου του, αποκαλύπτει τον χαρακτήρα του όσο και μια οποιαδήποτε νίκη. Γιατί ήταν μια νίκη πάνω στον ίδιο του τον εαυτό, μιας και δεν δώρισε στον τεχνίτη μονάχα την παλλακίδα του αλλά μια γυναίκα που την αγαπούσε δίχως να συγκινηθεί από τα αισθήματα της καλής του, που από ερωμένη του βασιλιά γινόταν παλλακίδα ενός ζωγράφου. Μερικοί πιστεύουν ότι εκείνη είχε σαν πρότυπο για την Αναδυόμενη Αφροδίτη που ζωγράφισε».
Πολλοί ζωγράφοι εμπνεύστηκαν από αυτό το επεισόδιο. Ο Νταβίντ, ο Τιέπολο, ο Φραντσέσκο Τρεβιζάνι, ο Νικόλας Βλέγκελς, και άλλοι. Ο Μποτιτσέλι ζωγράφισε την Αναδυόμενη Αφροδίτη και τη Διαβολή, όμως γι' αυτό θα μιλήσουμε στο επόμενο παραμύθι.
1. Καβαλέτο, παρόμοιο με αυτό που χρησιμοποιούμε σήμερα.
2. Πλίνιος ο Πρεσβύτερος «Περί της αρχαίας Ελληνικής Ζωγραφικής». Μετάφραση, επιμέλεια Αλέκος Βλ. Λεβίδης, Τάσσος Ρούσσος. Εκδόσεις Άγρα 1994.
3. Το ρητό λέει: «Ούτε μια μέρα χωρίς μία γραμμή».
4. Φαίνεται να του είπε: «Μην υπερβαίνεις τα σανδάλια σου τσαγκάρη».
Πολιτική Δημοσίευσης Σχολίων
Οι ιδιοκτήτες της ιστοσελίδας parathyro.politis.com.cy διατηρούν το δικαίωμα να αφαιρούν σχόλια αναγνωστών, δυσφημιστικού και/ή υβριστικού περιεχομένου, ή/και σχόλια που μπορούν να εκληφθεί ότι υποκινούν το μίσος/τον ρατσισμό ή που παραβιάζουν οποιαδήποτε άλλη νομοθεσία. Οι συντάκτες των σχολίων αυτών ευθύνονται προσωπικά για την δημοσίευση τους. Αν κάποιος αναγνώστης/συντάκτης σχολίου, το οποίο αφαιρείται, θεωρεί ότι έχει στοιχεία που αποδεικνύουν το αληθές του περιεχομένου του, μπορεί να τα αποστείλει στην διεύθυνση της ιστοσελίδας για να διερευνηθούν. Προτρέπουμε τους αναγνώστες μας να κάνουν report / flag σχόλια που πιστεύουν ότι παραβιάζουν τους πιο πάνω κανόνες. Σχόλια που περιέχουν URL / links σε οποιαδήποτε σελίδα, δεν δημοσιεύονται αυτόματα.