«Το σαμοβάρ στο τραπέζι: Οικογενειακά απομνημονεύματα» είναι ο τίτλος του βιβλίου της Λάνα Ντερ Παρτόγ για τους πρώτους Ρώσους που έφτασαν στην Κύπρο και αποτέλεσαν ουσιαστικά τον πυρήνα της ρωσικής κοινότητας στην Κύπρο.
Η Λάνα Ντερ Παρτόγ ανήκει στην 3η γενιά αυτής της κοινότητας και ανιχνεύει τα βήματα επιβίωσης της κοινότητας, μέσα από τα όσα εξιστόρησαν ο παππούς της -ο οποίος ήταν ανάμεσα στους πρώτους Ρώσους που έφθασαν στην Κύπρο μέσω Αμμοχώστου-, η γιαγιά της, ο πατέρας και η θεία της που επανενώθηκαν μετά από τρία χρόνια διαχωρισμού και αβεβαιότητας, αλλά και μέσω άλλων ιστοριών, ανθρώπων που κατέφθασαν εδώ από όλα τα μήκη και πλάτη της γης, περιλαμβανομένης της μητέρας της, η οποία κουβαλούσε τη δική της ιστορία σε εκείνους τους δύσκολους καιρούς επιβίωσης.
Ιστορία σαν μυθιστόρημα
Τον Μάρτιο του 1920, τρία πλοία απέπλευσαν από τη Μαύρη Θάλασσα και συγκεκριμένα από το λιμάνι του Νοβοροσίσκ με προορισμό την Αμμόχωστο, μέρος τότε της βρετανικής αποικίας στην Κύπρο. Πλήρωμα και επιβάτες δεν είχαν ακούσει προηγουμένως για αυτό τον προορισμό. Τα πλοία ανήκαν στον στόλο του Ρωσικού Βασιλικού Ναυτικού, και όλοι οι επιβαίνοντες ήταν Ρώσοι, μέλη του «Λευκού Στρατού» με τις οικογένειές τους. Την ευθύνη για την αποβίβασή τους στην Κύπρο την είχε η Βρετανική Κυβέρνηση.
Αυτό ήταν το τελευταίο κεφάλαιο του Εμφυλίου Πολέμου που σάρωσε τη χώρα μετά και την Ρωσική Επανάσταση του 1917.
Ήταν φανερό πως οι άνθρωποι που επέβαιναν στα πλοία αυτά κατατάσσονταν στην πλευρά των ηττημένων αντιστασιακών που πολέμησαν τους Μπολσεβίκους, όπου σύμφωνα με εκτιμήσεις, αναζητούσαν ασφαλές καταφύγιο σε άλλες χώρες, όπως και το 1,5 με 2 εκατομμύρια συμπατριώτες τους που είχαν ήδη φύγει.
Η Βρετανία το μόνο που είχε εγγυηθεί ήταν η ασφαλής αποβίβασή τους. Η τελική κατάληξη: άγνωστη. Ωστόσο οι απελπισμένοι άνθρωποι που ζητούσαν καταφύγιο δεν είχαν άλλη επιλογή από το να επιβιβαστούν.
Εν τέλει αποβίβαση στην Κύπρο επιτράπηκε μόνο σε δύο πλοία ενώ το τρίτο κατευθύνθηκε προς την Αίγυπτο, χωρίζοντας έτσι μέλη οικογενειών που επέβαιναν σε αυτά.
Από τα δύο πλοία αποβιβάστηκαν στην Αμμόχωστο 1.546 άτομα, άνδρες, γυναίκες και παιδιά και οδηγήθηκαν σε ένα πρώην στρατόπεδο Τούρκων αιχμαλώτων του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Από αυτούς, πολλοί απεβίωσαν, σε άλλους δόθηκε ασυλία στη Σερβία και στη Βουλγαρία ενώ υπήρξαν και εκείνοι που κατάφεραν να επανενωθούν με τις οικογένειές τους και να προχωρήσουν τη ζωή τους.
Λευκωσία, 1925: οι στενοί φίλοι Maria Alexeivna Makednosky [καθιστή αριστερά], νονά της συγγραφέα, με τον Anatoly Makedonsky [όρθιος αριστερά], τον Casimir Shnell [κέντρο] και τη Maria Shnell [όρθια δεξιά].
Ένας μικρός αριθμός παρέμεινε στην Κύπρο παρά τις προσπάθειες των Βρετανικών Αρχών για απομάκρυνσή τους, μιας και τους ανησυχούσε το ότι αυτή η μικρή μερίδα ανθρώπων –και το ξένο στοιχείο- θα επηρέαζε την φτωχή και ήρεμη ζωή στην Βρετανική αποικία.