Σε μια εξαιρετική τοιχογραφία της Πομπηίας απεικονίζεται γυναίκα ζωγράφος να κρατάει στο δεξί χέρι χρωστήρα και στο αριστερό παλέτα, προσθέτοντας τις τελευταίες, μάλλον, πινελιές στο πορτρέτο γενειοφόρου άντρα. Στα πόδια της ένα παιδί, δίκην έρωτος, επιδεικνύει το τελειωμένο έργο θίγοντας αφηγηματικά το αέναο θέμα του «πίνακα μέσα στον πίνακα». Αριστερά, κρυμμένες διακριτικά πίσω από μια κολόνα δύο γυναίκες, πιθανότατα η σύζυγος και η κόρη του παραγγελιοδότη, παρατηρούν με περισυλλογή το αποτέλεσμα.
Είναι πολλές οι γυναίκες που αφιέρωσαν τη ζωή τους στη ζωγραφική και στην ποίηση δημιουργώντας αριστουργήματα. Και από αυτές δεν είναι λίγες εκείνες που διακρίθηκαν και τιμήθηκαν στην εποχή τους ως εξαιρετικές καλλιτέχνιδες (1). Δυστυχώς, στο πέρασμα των αιώνων πολλά από τα σημαντικά τους έργα χάθηκαν ή σπαράχτηκαν από τη φθορά του χρόνου ή ακόμα και την καταστροφική διάθεση των ανθρώπων, όμως η φήμη τους γερά ριζωμένη στα κείμενα έφτασε ώς τις μέρες μας σχεδόν ατόφια, ξεπερνώντας τη λήθη.
Ο Πλούταρχος αναφέρει ποιήτριες ένδοξες, όπως η Τελέσιλλα, η Σαπφώ, η Κορίνα, η Μυρτίς, η Ανύτη, η Θεανώ, ενώ ο Πλίνιος καταγράφει με θαυμασμό ονόματα κι έργα καταξιωμένων γυναικών ζωγράφων.
«Ζωγράφισαν και γυναίκες, η Τιμαρέτη, κόρη του Μήκωνα, μιαν Άρτεμη που φυλάγεται στην Έφεσο και είναι ένας πίνακας σε πολύ αρχαϊκό ύφος· η Ειρήνη, κόρη και μαθήτρια του ζωγράφου Κρατίνου, ζωγράφισε μια νεαρή παρθένα που είναι τώρα στην Ελευσίνα· η Καλυψώ έναν γέροντα, τον θαυματοποιό Θεόδωρο και τον Αλκισθένη τον χορευτή· η Αρισταρέτη, θυγατέρα και μαθήτρια του Νεάρχου, τον Ασκληπιό. Η Ιαία από την Κύζικο που έμεινε για πάντα παρθένα κι έζησε στη Ρώμη όταν ήταν νέος ο Μάρκος Βάρρων ζωγράφισε με πινέλο και πάνω σε ελεφαντόδοντο με κέστρο και έκανε κυρίως προσωπογραφίες γυναικών· στη Νεάπολη υπάρχει ένας μεγάλος πίνακάς της που απεικονίζει μια γραία και μια αυτοπροσωπογραφία της με καθρέφτη. Κανένας άλλος δεν είχε ταχύτερο χέρι στη ζωγραφική και τόσο άξιζε η τέχνη της ώστε ξεπερνούσε κατά πολύ τις αμοιβές των δύο πιο φημισμένων σύγχρονών της προσωπογράφων, του Σώπολη και του Διονυσίου, που οι πίνακές τους γεμίζουν τις πινακοθήκες. Ζωγράφισε και κάποια Ολυμπιάς που γι' αυτήν αναφέρεται μόνο πως ο Αυτόβουλος υπήρξε μαθητής της (2)».
Αναφέρονται κι άλλες, όπως η Λάλα, προς τιμήν της οποίας οι Ρωμαίοι ανήγειραν άγαλμα, η Κυρήνη, η Αριστάντη, η Καλυψώ, της οποίας ο πίνακας μεταφέρθηκε από τα ερείπια της Πομπηίας στη Νεάπολη, η Κόρα, θυγατέρα και βοηθός του Βουτάδη η οποία σχεδίασε με ζεστό κάρβουνο το προφίλ του αγαπημένου της στον τοίχο του σπιτιού τους, εμπνέοντας τον πατέρα της να φτιάξει το πρώτο πήλινο ομοίωμα, η Λαμία, αγαπημένη του Δημήτριου του Πολιορκητή, η οποία ίδρυσε στη Σικυώνα την πρώτη στον κόσμο Πινακοθήκη.
Για τον άθλο της Τελέσιλλας, που έκτος από εξαίρετη ποιήτρια ήταν ατρόμητη, μας μιλάει με θαυμασμό ο Παυσανίας στα Κορινθιακά (3): «Πάνω από το θέατρο (του Άργους) στο ιερό της Αφροδίτης και μπροστά από το άγαλμά της υπάρχει στήλη με παράσταση της Τελέσιλλας, της ποιήτριας ύμνων. Στα πόδια της είναι πεσμένα τα βιβλία της ενώ κείνη κοιτάζει μια περικεφαλαία που κρατάει στα χέρια της και ετοιμάζεται να τη φορέσει στο κεφάλι. Η Τελέσιλλα ήταν διάσημη γυναίκα και για άλλα, κυρίως όμως την τιμούσαν για την ποίησή της. Θα αναφέρω σχετικά το εξής. Το Άργος είχε υποστεί μια απερίγραπτη καταστροφή από τον Κλεομένη, γιο του Αναξανδρίδη, και τους Λακεδαιμόνιους. Άλλοι Αργείοι είχαν πέσει στο πεδίο της μάχης, ενώ άλλοι σκοτώθηκαν στο δάσος του Άργου, όπου είχαν καταφύγει· απ' αυτούς οι πρώτοι βγαίνοντας μετά από συμφωνία και οι υπόλοιποι καταλαβαίνοντας την απάτη, έμειναν κρυμμένοι και κάηκαν με το άλσος. Έτσι ο Κλεομένης οδήγησε τους Λακεδαιμόνιους κατά του Άργους που είχε μείνει έρημο από τους άνδρες του.
Τότε η Τελέσιλλα ανέβασε πάνω στα τείχη τους υπηρέτες της, μαζί με τους γέρους και τα παιδιά που ήταν ανήμποροι να φέρουν όπλα. Η ίδια μάζεψε όσα όπλα βρίσκονταν στα σπίτια και όσα ήταν στα ιερά, συγκέντρωσε τις νέες γυναίκες, τις όπλισε και τις παρέταξε στο σημείο όπου ήξερε ότι θα έκαναν επίθεση οι εχθροί. Καθώς οι Λακεδαιμόνιοι πλησίαζαν, οι γυναίκες χωρίς να φοβηθούν από τον αλαλαγμό πρόβαλαν σθεναρή αντίσταση. Οι Λακεδαιμόνιοι επειδή σκέφτηκαν ότι αν σκότωναν τις γυναίκες θα γίνονταν μισητοί για το κατόρθωμά τους, ενώ αν έχαναν τη μάχη θα ήταν μια ντροπιαστική συμφορά, υποχώρησαν στις γυναίκες. Προηγουμένως είχε προφητέψει αυτή τη μάχη η Πυθία. Τον χρησμό κατέγραψε ο Ηρόδοτος, είτε τον κατάλαβε είτε όχι.
Αλλ’ όταν η γυναίκα νικήσει τον άντρα
Τον διώξει και δοξαστεί από τους Αργείους,
πολλές Αργείτισσες τότε θα σκίζουν και τα δύο τους
μάγουλα από λύπη».
Και ο Πλούταρχος για το ίδιο θέμα:
«Από τα έργα που έκαναν οι γυναίκες από κοινού, κανένα δεν είναι ενδοξότερο από τον αγώνα για το Άργος εναντίον του Κλεομένη, που διεξήγαγαν ύστερα από προτροπή της ποιήτριας Τελέσιλλας. Λένε, λοιπόν πως η Τελέσιλλα, που καταγόταν από ένδοξη γενιά αλλά είχε φιλάσθενη κράση, έστειλε στο μαντείο του θεού να μάθει για την υγεία της· και πως όταν πήρε χρησμό να υπηρετεί τις Μούσες και υπάκουσε στον θεό και αφοσιώθηκε στη λυρική ποίηση και τη μουσική σύντομα απαλλάχθηκε από την πάθησή της, και οι γυναίκες τη θαύμαζαν για την ποιητική της Τέχνη.
[...] Έτσι, (μετά τη μάχη που αναφέραμε πριν) η πόλη σώθηκε· και όσες γυναίκες σκοτώθηκαν στη μάχη, τις έθαψαν στην Αργεία οδό, και σ’ αυτές που επέζησαν, παραχώρησαν το προνόμιο να στήσουν άγαλμα του Άρη, σε ανάμνηση της γενναιότητάς τους. Άλλοι λένε πως η μάχη έγινε την εβδόμη, και άλλοι την πρώτη μέρα του μήνα που άρχιζε, και που τώρα λέγεται τέταρτος, όμως παλιά οι Αργείοι τον ονόμαζαν Ερμαίο· την ημέρα αυτή τελούν, μέχρι σήμερα, τη γιορτή των Υβριστικών, οι γυναίκες φορώντας ανδρικούς χιτώνες και χλαμύδες ενώ οι άντρες πέπλα γυναικών και καλύπτρες (4)».
Είναι αμέτρητες οι θυσίες των γυναικών. Από το λυκαυγές της ζωής έως το άγνωστο μέλλον η προσφορά τους στη Ζωή θα ρέει σαν αφρισμένος καταρράκτης. Μάνες, μαίες, τροφοί, θεραπεύτριες, ποιήτριες, ζωγράφοι, υφάντρες, μαγείρισσες, εταίρες, ιέρειες και παράλληλα σύντροφοι, μούσες, αγωνίστριες, επαναστάτριες.
Παρακολουθώ με θαυμασμό τον μονόπλευρο αγώνα των γυναικών του Ιράν για ελευθερία, ανθρώπινα δικαιώματα και αξιοπρέπεια. Ανατρέχω στους καθημερινούς αγώνες ενάντια στη σκλαβιά και την αδικία, απέναντι στον βίαιο πατέρα, τον βάναυσο σύζυγο, τον εργοδότη, τον βιαστή, το κράτος, την εξουσία. Και δεν βλέπω άλλο από έναν αέναο καθημερινό μόχθο που επιτείνεται από το δόλιο κοινωνικοθρησκευτικό εύρημα, «διαίρει τα φύλλα και βασίλευε επί αυτών».
1. Χωρίς να αγνοούμε ότι στη συντριπτική πλειονότητά τους οι γυναίκες, ακόμα και σήμερα, εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν εμπόδια στην εξέλιξη και την αναγνώριση της δουλειάς τους.
2. Πλίνιος «Περί της αρχαίας ελληνικής ζωγραφικής» εκδόσεις Άγρα.
3. Παυσανίας «Κορινθιακά», εκδόσεις Κάκτος.
4. Πλούταρχος «Γυναικών Αρεταί», εκδόσεις Ζήτρος.