Την λήξη της τρίτης ανασκαφικής περιόδου στην θέση Κούκλια-Μάρτσελλο από το Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών (ΕΚΠΑ), ανακοίνωσε Το Τμήμα Αρχαιοτήτων του Υφυπουργείου Πολιτισμού, αναφέροντας ότι η ανασκαφή επέτρεψε, για πρώτη φορά, την τεκμηρίωση της στρωματογραφίας της θεμελίωσής του τείχους.
Σύμφωνα με επίσημη ανακοίνωση, την ανασκαφή διηύθυνε ο Αναπληρωτής Καθηγητής Αρχαιολογίας Κωνσταντίνος Κοπανιάς. Η ανασκαφική ομάδα αποτελούνταν από 17 προπτυχιακούς, μεταπτυχιακούς και διδακτορικούς φοιτητές και πραγματοποιήθηκε με χρηματοδότηση του ΕΚΠΑ.
Στη θέση Κούκλια-Μάρτσελλο έχει πραγματοποιηθεί σειρά ερευνών από την Βρετανική (1950-55) και την Γερμανοελβετική Αποστολή (1966-73, 1985, 1992-95), καθώς και πιο πρόσφατα από το Πανεπιστήμιο Κύπρου (2006-08). Οι παλαιότερες έρευνες έφεραν στο φως τμήμα ενός μνημειακού τείχους, συνολικού μήκους 168 μέτρων, δίχως όμως να ολοκληρωθεί η ανασκαφή του. Αδιευκρίνιστη παραμένει ακόμη η χρονολόγηση των επιμέρους οικοδομικών φάσεων του τείχους, αλλά και η συνολική ερμηνεία του.
Κατά την ανασκαφική περίοδο του 2023 διανοίχθηκε μία μικρή τομή στο εσωτερικό του τείχους. Η ανασκαφή επέτρεψε, για πρώτη φορά, την τεκμηρίωση της στρωματογραφίας της θεμελίωσής του.
Συγκεκριμένα, όπως αναφέρεται, η προκαταρκτική μελέτη της κεραμικής υποδεικνύει, πως η πρωιμότερη οικοδομική φάση του τείχους ανήκει στην Υστεροκυπριακή ΙΙΓ περίοδο (13ος αι. π.Χ.). Στα τέλη αυτής της περιόδου το τείχος περιήλθε σε αχρηστία και ορισμένοι από τους λίθους της ανωδομής του χρησιμοποιήθηκαν για την κατασκευή ενός άλλου τοίχου, λίγα μέτρα βορειότερα. Ο συγκεκριμένος τοίχος μάλλον αποτελούσε έναν περίβολο, καθώς ήταν πρόχειρα κτισμένος και έχει αποκαλυφθεί σε αρκετά μεγάλο μήκος. Ταυτόχρονα, κατασκευάσθηκε μία επί του παρόντος αινιγματική κατασκευή, η οποία φαίνεται να έχει το σχήμα του γράμματος «Π» και είναι στραμμένη προς την θάλασσα. Αναγνωρίσθηκαν συνολικά τρεις διαφορετικές οικοδομικές φάσεις αυτής της κατασκευής, η οποία φαίνεται ότι βρισκόταν σε χρήση για αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα.
Προστίθεται ότι ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός, ότι σε δύο λίθους αυτής της κατασκευής απεικονίσθηκαν σχηματικά δύο πλοία, τα οποία μοιάζουν πολύ με τις παραστάσεις σκαφών της Υστεροκυπριακής ΙΙΙ περιόδου στο Κίτιο. Η προκαταρκτική μελέτη της κεραμικής δείχνει, ότι πιθανώς ο περίβολος και η συγκεκριμένη κατασκευή χρονολογούνται στην Υστεροκυπριακή ΙΙΙ περίοδο (12ος-11ος αι. π.Χ.). Ωστόσο, αναμένεται η ολοκλήρωση της μελέτης της κεραμικής, για να επιβεβαιωθεί η χρονολόγηση.
Η ανάλυση της στρωματογραφίας δείχνει, σύμφωνα με την ανακοίνωση, ότι κατά την Κυπρο-Γεωμετρική περίοδο δεν υπήρξε σημαντική χρήση του χώρου. Στα τέλη της Κυπρο-Αρχαϊκής ή στις αρχές της Κυπρο-Κλασικής περιόδου (ύστερος 6ος/πρώιμος 5ος αι. π.Χ.) ανοίχθηκε ένα όρυγμα (τούνελ) κάτω από το τείχος με κατεύθυνση βορρά-νότου. Οι ανασκαφές του F. Maier έφεραν στο φως παρόμοια τούνελ σε διάφορα σημεία του τείχους. Σύμφωνα με την ερμηνεία του F. Maier και των παλαιότερων ανασκαφέων, τα τούνελ διανοίχθηκαν κατά την διάρκεια της πολιορκίας της (Παλαι)πάφου από τους Πέρσες. Τα ανασκαφικά ευρήματα του 2022 και 2023 δεν φαίνεται να επιβεβαιώνουν αυτήν την θεωρία, τουλάχιστον στην περίπτωση του νέου τούνελ, ωστόσο η απουσία ευρημάτων δεν επιτρέπει ακόμη την ασφαλή ερμηνεία της κατασκευής.
Η έρευνα του ΕΚΠΑ πραγματοποιείται σε συνεργασία με το υφιστάμενο Πρόγραμμα Διερεύνησης του Αστικού Τοπίου Παλαιπάφου του Πανεπιστημίου Κύπρου, που διευθύνει η Καθηγήτρια Μ. Ιακώβου. Η στενή συνεργασία των δυο ερευνητικών ομάδων συνεισφέρει στη διερεύνηση, μελέτη και επιστημονική προβολή του αρχαιολογικού πλούτου της περιοχής της Παλαιπάφου, επισημαίνει η ανακοίνωση.
Η τέταρτη ετήσια αποστολή του ΕΚΠΑ θα πραγματοποιηθεί εντός του 2024.