Το Πολυτεχνείο και η Κύπρος του σκηνοθέτη Λάμπρου Παπαδημητράκη

ΧΡΙΣΤΟΘΕΑ ΙΑΚΩΒΟΥ Δημοσιεύθηκε 17.11.2023
Ο σκηνοθέτης Λάμπρος Παπαδημητράκης στο οροπέδιο της Ορμήδειας το 1974, με τη διάσημη κινηματογραφική κάμερα «Μπόλεξ» στο χέρι.
Ο τρίτος εκφωνητής του ραδιοφωνικού σταθμού του πολυτεχνείου και σκηνοθέτης μιλάει στο «Παράθυρο» για το φορτίο που κουβαλάει από το Πολυτεχνείο, την Κύπρο και την απαγορευμένη ταινία, καθώς ετοιμάζει τρεις νέες παραγωγές ντοκιμαντέρ για το νησί

Ο Λάμπρος Παπαδημητράκης γεννήθηκε το 1948 στη Χίο την «ευωδιάζουσα, της μαστίχας και του σχίνου, πατρίδας του Ομήρου», όπως λέει ο ίδιος. Πατέρας του ο φημισμένος γιατρός Γιώργης, παθολόγος και μάμμος, ο οποίος με ένα άλογο και την καφέ δερμάτινη τσάντα με τα ιατρικά εργαλεία στο χέρι, γύρναγε τα Μαστιχόχωρα, θεράπευε τους πάσχοντες και ξεγεννούσε τις γυναίκες. Λεφτά έπαιρνε μόνο από τους έχοντες, ενώ άφηνε κομπόδεμα κάτω από το μαξιλάρι των φτωχών. Μητέρα του η Μαριγώ, με καταγωγή από την Πόλη που διδάχτηκε την ιατρική από τον Γιώργη και έγινε πια περιζήτητη νοσοκόμα. 

Ο Λάμπρος σπούδασε Πολιτικές Επιστήμες στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. Παράλληλα, πνευματικές ανησυχίες και καλλιτεχνική ευαισθησία τον οδήγησαν νωρίς στη δημιουργία θεατρικών ομάδων και στο ανέβασμα παραστάσεων. Κορυφαία υπήρξε η παράσταση του 1973, «Το έπος του βασιλιά Υμπύ» του Πέτρου Μάρκαρη, μια υπαινικτική και σκληρή κριτική της δικτατορίας. Στον κινηματογράφο πέρασε την ίδια χρονιά με την μικρού μήκους ταινία «Υπογράψτε Παρακαλώ», που κέρδισε το Βραβείο Κριτικών Κινηματογράφου. Την ίδια χρονιά ίδρυσε με άλλους την κινηματογραφική ομάδα ΚΙΝΟ, η οποία μας έδωσε το μοναδικό ντοκιμαντέρ κινηματογραφημένες στιγμές του ’73. Η ταινία παίχτηκε παντού σε όλη την Ελλάδα και πέρασε από πολλά χωριά της Κύπρου και απ΄ όλες τις πόλεις αμέσως μετά την τουρκική εισβολή. Ακολούθησε το 1976 η πολυσυζητημένη ταινία «Κύπρος, Η Άλλη Πραγματικότητα» σε συν-σκηνοθεσία με την Κυπρία σκηνοθέτιδα Θέκλα Κίττου, με 2 μεγάλα Βραβεία στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης 1976. Η  απαγορευμένη στην Κύπρο για επτά χρόνια αυτή ταινία, προβλήθηκε επί σειράν ετών με μεγάλη επιτυχία σε όλη την Ελλάδα, ξεπερνώντας τους 500.000 θεατές.

Συνολικά έχει γυρίσει περίπου 80 ταινίες, 40 από τις οποίες στην Κύπρο. Έχει διδάξει σε Σχολές Κινηματογράφου, έχει εργαστεί ως παραγωγός, διευθυντής παραγωγής σε τηλεοπτικές ταινίες. Ίδρυσε Ραδιοφωνικούς Σταθμούς, στους οποίους και εργάστηκε ως διευθυντής και ραδιοφωνικός παραγωγός.

Αυτή την εποχή προετοιμάζει στην Κύπρο ντοκιμαντέρ για την συμμετοχή των Κυπρίων στον Μικρασιατικό Αγώνα. Επίσης σχεδιάζει τρία ντοκιμαντέρ για την πανίδα και χλωρίδα του νησιού.

Πάλι στην Κύπρο κύριε Παπαδημητράκη. Μάλλον κάτι σας τραβάει;

Πρωτοήρθα στην Μεγαλόνησο το 1971. Ήμουνα τότε σπουδαστής στη Σχολή Κινηματογράφου Σταυράκου. Ήρθα με μια μηχανή σούπερ οκτώ. Είχε ‘τελεστεί’ ήδη η πρώτη ‘διχοτόμηση’. Η καρδιά μου σπάραξε στην Τυλληρία. Η Λευκωσία ήταν μοιρασμένη, περίπου όπως είναι σήμερα. Τράβηξα το πρώτο μου ντοκιμαντέρ στην  μοιρασμένη πόλη. Τα πρόβαλα στη Σχολή και κανείς δεν με πίστευε. Τα έχω φυλάξει αυτά τα πλάνα, είναι για μένα μεγάλης αξίας. Όπως έχω κρατήσει τις εικόνες από την Κερύνεια, την ελεύθερη τότε Καρπασία, τον Απόστολο Ανδρέα, τον Ακάμα και την Πόλη Χρυσοχούς, τα Λουτρά και την Κάτω Πάφο ως την Πέτρα του Ρωμιού. Το Τρόοδος, το Ακρωτήρι, τα Κοκκινοχώρια. Έφυγα μαγεμένος και προβληματισμένος όπως τον Σεφέρη. Οι αναμνήσεις αυτές ποτέ δεν με άφησαν. Παντρεύτηκα στην Κύπρο και έκανα παιδιά που τώρα διαπρέπουν στο Θέατρο και στην Μουσική. Την Βαλεντίνα και τον Αλέξανδρο, για τα οποία είμαι περήφανος. Το πιο σημαντικό κομμάτι του παρελθόντος μου είναι δεμένο με την Κύπρο. Γι’ αυτό και πάντα επιστρέφω.

Κλείνουνε φέτος 50 χρόνια από την ηρωϊκή εξέγερση των φοιτητών στο Πολυτεχνείο. Τι φορτίο κουβαλάτε από ‘κείνη την συνταρακτική εποχή;

Το φορτίο μου είναι θετικό. Ο αυτοσχέδιος αφυπνιστικός Λόγος στον Σταθμό, λόγος μιας νεότητας που κάλπαζε άφοβα, με συνόδευσε σε δύσκολες στιγμές ώστε να κρατάω το κεφάλι ψηλά. Ακόμα και την ώρα των βασανιστηρίων στην ΕΣΑ. «Τότε που η ζωή δε χωρούσε ψέματα», όπως έγραψε ο αείμνηστος Μαγκάκης. Θυμάμαι πως έμεινα τελευταίος στον Σταθμό, ανέβηκε απάνω η τότε σύντροφός μου και με τράβηξε έξω, «ΜΠΗΚΑΝΕ!» είπε κι είχα όλη την ψυχραιμία να σχίσω τα χαρτάκια, μην αφήσω σημάδια. Βγήκαμε στην αυλή, είχαμε μείνει λίγοι, έπεσε νέκρα, οι στρατιώτες έρχονταν καταπάνω μας με τις κάνες προτεταμένες. Εκείνη μού ΄σφιγγε το χέρι, ενώ κυοφορούσε την κόρη μας. 

«Εκείνο το βράδυ κάτι έμεινε ανολοκλήρωτο», είχατε πει. Τι εννοείτε;

Ακούστε. Εμείς προβήκαμε σε μια πράξη αφύπνισης. Είμασταν η νέα γενιά που μας είχανε στερήσει τον λόγο, την ελευθερία, τη γνώμη, την άποψη. Ήταν ένα καθεστώς ξενοκίνητο που το φέρναν σε πέρας πολιτικά ανεγκέφαλοι καραβανάδες. Εμείς δεν είχαμε κάποιο πολιτικό σχέδιο. Νομίζω πως ούτε και οι συνταγματάρχες είχαν σχέδιο πέραν από την καταστολή παντί τρόπω. Οι Αμερικανοί κατάλαβαν ότι απειλείται λαϊκός ξεσηκωμός. Ωστόσο έπρεπε να ολοκληρώσουν την τελευταία πράξη του δράματος. Το πραξικόπημα κατά του Μακαρίου, ώστε η Τουρκία να επέμβει. Αν τα πράγματα δεν ήταν έτσι, τότε η χούντα θα είχε αντιδράσει στην εισβολή. Αλλά και η Δημοκρατία του Καραμανλή είπε πως η Κύπρος είναι μακριά. Το έθνος είναι συνολικά ένοχο στο σημείο αυτό. Φέραμε την Δημοκρατία αλλά χάσαμε την Κύπρο. Ίσως είναι ένας ακόμα λόγος που ξανά έρχομαι εδώ. 

«Κύπρος, Η Άλλη Πραγματικότητα». Μία πολυσυζητημένη ταινία, η οποία είχε απαγορευθεί στην Κύπρο, και την συν-σκηνοθετήσατε μαζί με την Κύπρια σκηνοθέτιδα Θέκλα Κίττου. Μιλήστε μας γι' αυτό το σταθμό της ζωής σας.

Η ταινία «Κύπρος, Η Άλλη Πραγματικότητα», είναι αυτό που λέμε έργο ζωής. Τέτοια έργα δεν επαναλαμβάνονται. Γυρίσαμε την ελεύθερη Κύπρο που σπάρασσε και θρηνούσε. Από πόλη σε πόλη, από χωριό σε χωριό, από προσφυγικό συνοικισμό σε συνοικισμό, με ένα βανάκι που συχνά έμενε στον δρόμο. Τα γυρίσματα ξεκίνησαν τον Οκτώβρη του 1974 και τελείωσαν τον Ιούνιο του 1976. Θυμάμαι την μόλις λίγων κόρη μας να κοιμάται στο δίκτυ-κούνια που είχαμε κρεμάσει στο βανάκι, ενώ κάναμε γύρισμα. Στο μοναστήρι του Κύκκου μέσα στα χιόνια, Φλεβάρη μήνα, στις Βρυσούλες και στο δασάκι της Άχνας με 40 βαθμούς υπό σκιά. Στην Τώχνη να μας ορμά, η ΤΜΤ με πολυβόλα. Στην Επισκοπή και στην Δεκέλεια να μας συλλαμβάνει η αστυνομία των Βάσεων και να αρπάζει το αρνητικό μέσα από την κάμερα. Όμως, εκατοντάδες ήταν οι Κύπριοι που μας κοίμισαν στα κρεββάτια τους κι εκείνοι κοιμήθηκαν στο πάτωμα. Μαγείρεψαν από το υστέρημά τους και μας έστρωσαν τραπέζι. Χρέος μου είναι να κάνω αναφορά σε δύο αγωνιστές που μας έδωσαν σημαντική στήριξη. Τον Λάζαρο Χριστοφίδη, παλαιό μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του ΑΚΕΛ της δεκαετίας του ’50 και τον Ανδρέα Κυριάκου (Πέλεντρο).

Πως βρίσκεται τη σημερινή Κύπρο σε σύγκριση με την τότε εποχή; 

Δυστυχώς η σύγκριση έχει αρνητικό πρόσημο. Ας μην πω «καμμιά σχέση», ελάχιστη όμως έχει. Είναι ένας κόσμος που χάθηκε. Χάθηκε γιατί δεν εκφράστηκε πολιτικά. Χάθηκε γιατί στη θέση του πόνου εισχώρησε η αναζήτηση πλούτου. Στη θέση ενός αληθινού αιτήματος ελευθερίας μπήκαν τα παρακάλια σε μια μοχθηρή υπερδύναμη. Ωστόσο υπάρχει παντού στο νησί ένα διάχυτο πένθος. Αυτό υποδηλώνει μια ακόμα ζωντανή συνείδηση. Μια πατριωτική παιδεία μπορεί εκ νέου να καλλιεργηθεί. Οι συσχετισμοί δυνάμεων είναι διαχρονικά μια ρευστή κατάσταση. Πρέπει να είμαστε έτοιμοι σαν Ελληνισμός. Θέλω να τελειώσω, με την απάντηση του μεγάλου Καποδίστρια προς τον Wilmot Hortonστις 3 Οκτωβρίου στο Παρίσι 1827, όταν ερωτήθηκε ποια θα πρέπει να είναι τα σύνορα του υπό ίδρυση Ελληνικού κράτους: 

«Το ελληνικό έθνος σύγκειται εκ των ανθρώπων οίτινες από αλώσεως της Κωνσταντινουπόλεως δεν έπαυσαν ομολογούντες την ορθόδοξον πίστιν και την γλώσσαν των πατέρων αυτών λαλούντες, και διέμειναν υπό την πνευματικήν ή κοσμικήν δικαιοδοσίαν της εκκλησίας των,  όπούποτε της Τουρκίας και αν κατοικώσι.

Τα όρια της Ελλάδος από τεσσάρων μέν αιώνων διεγράφησαν υπό δικαιωμάτων, τα οποία ούτε ο χρόνος , ούτε αι πολύμορφοι συμφοραί , ούτε η δορικτησία, ουδέποτε ίσχυσαν να παραγράψωσιν, διεγράφησν δε από του 1821 διά του αίματος του χυθέντος εις τας σφαγάς των Κυδωνιών, της Κύπρου, της Χίου, της Κρήτης, των Ψαρών, του Μεσολογγίου και εις τας πολυάριθμους ναυμαχίας τε και πεζομαχίας εν αις εδοξάσθη το γενναίον τούτο έθνος».

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ