Στα πλαίσια των εκδηλώσεων για τα πενήντα χρόνια της τουρκικής εισβολής, ο Θεατρικός Οργανισμός Κύπρου (ΘΟΚ) παρουσιάζει τις «Φοίνισσες» του Ευριπίδη, σε σκηνοθεσία Μαγδαλένας Ζήρα. Το έργο γράφτηκε μεταξύ του 410 και 409 π.Χ. και αναφέρεται στις ολέθριες συνέπειες που ακολουθούν κάθε πόλεμο, δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στην αδελφοκτόνα διαμάχη Ετεοκλή και Πολυνείκη.
Ακούσιοι θεατές της τραγωδίας, μια ομάδα νεαρές γυναίκες από τη Φοινίκη, οι οποίες, ταξιδεύοντας από την πατρίδα τους προς τους Δελφούς, βρίσκονται εγκλωβισμένες στη Θήβα.
Δώρο εκλεκτό για τον Λοξία
από την πάτρια πόλη μου σταλμένη
σαν άγαλμα χρυσότευκτο στον ναό
το κάλλος μου, στη γη ήρθα την Καδμεία
στους πύργους του Λαΐου, που κρατούν
απ' τη γενιά την ξακουσμένη
του Αντίνορα
Το σκεπασμένο από τη σκόνη της λήθης κράτος της Φοινίκης, ήταν μια μακρόστενη λωρίδα γης με μήκος 320 χιλιόμετρα περίπου, μεταξύ της σημερινής Συρίας και του Λιβάνου. Πλούσιο, εξαιτίας του εμπορίου που διακινούσαν στη νότια Μεσόγειο και όχι μόνο, είχε πόλεις σπουδαίες όπως η Βίβλος, η Άραδος, η Τύρος, και τη Σιδώνα, για την οποία ο πολυταξιδεμένος Λουκιανός γράφει με θαυμασμό:
«Η Σιδών είναι πόλη παραθαλάσσια πάνω στη θάλασσα την Ασσυριακή. Η πόλη είναι η μητέρα των Φοινίκων κι ο λαός της πατέρας του Θηβαϊκού γένους. Υπάρχει εκεί στον κόλπο ένας λιμένας διπλός, πλατύς στο εσωτερικό του, που κλείνει το πέλαγος με μια καμπύλη, με μια καμπύλη ομαλή. Στη μεριά δηλαδή που ο κόλπος κάνει αυτό το κοίλωμα, προς τα δεξιά, ένα δεύτερο στόμιο ανοίγεται όπου εισρέουν τα νερά και σχηματίζεται του λιμανιού άλλο λιμάνι. Εδώ στη γαλήνη ξεχειμωνιάζουν τα πλοία, ενώ το θέρος μένουν στον λιμένα τον εξωτερικό.
Στην πόλη αυτή έφθασα ύστερα από μεγάλη κακοκαιρία, και ευχαριστήριες προσφορές για τη σωτηρία μου έκανα στη θεά των Φοινίκων - Αστάρτη την αποκαλούν οι κάτοικοι της Σιδώνος. Καθώς λοιπόν περιδιάβαινα την πόλη και παρατηρούσα και θαύμαζα τα αναθήματα, βλέπω κρεμασμένο έναν πίνακα ζωγραφικής, τοπίο μαζί ξηράς και θαλάσσης. Η ζωγραφιά έδειχνε την Ευρώπη. Η θάλασσα ήταν η Φοινικική. Η χώρα η Σιδών».
Σύμφωνα με τους Έλληνες, η Φοινίκη πήρε το όνομά της από τον Φοίνικα, τον αδερφό του ιδρυτή της Θήβας Κάδμο, κι έτσι γίνεται εύκολα κατανοητός ο λόγος της επίσκεψης των γυναικών στη Θήβα.
Στη μυκηναϊκή γραφή οι Φοίνικες αναφέρονται ως «πονίκιοι», ονομασία η οποία σχετίζεται, πιθανόν, με τις λέξεις φοίνιξ και φοινός, που σημαίνουν πορφυρός και πορφύρα, χαρακτηρίζοντας τη χρωστική ουσία και το ύφασμα που βαφόταν με αυτήν. Οι Φοίνικες ήταν εξαιρετικοί τεχνίτες τόσο του πορφυρού χρώματος όσο και των πορφυρών υφασμάτων, που για αιώνες ήταν περιζήτητα.
Ο Ηρόδοτος στην Κλειώ, υποστηρίζει ότι οι Φοίνικες εγκαταστάθηκαν στη Φοινίκη γύρω στο 2000 π.Χ. προερχόμενοι από την Ερυθρά θάλασσα, κι επειδή η καλλιεργήσιμη έκταση της περιοχής ήταν μικρή, χρησιμοποίησαν την πλούσια ξυλεία του βουνού Λίβανος κατασκευάζοντας πλοία, για να γίνουν πολύ γρήγορα έμπειροι ναυτικοί, απόδειξη είναι το ότι Έλληνες ονόμαζαν τον Πολικό Αστέρα «Αστέρα των Φοίνικων», διότι αυτοί τον χρησιμοποίησαν πρώτοι στη νυχτερινή ναυσιπλοΐα.
Εμπορεύονταν ξυλεία, λάδι, στάρι και κρασί καθώς και μπαχάρια από την Ινδία, λιβάνι, γυαλί, μέταλλο και κυρίως πορφύρα, της οποίας είχαν το μονοπώλιο.
Γλώσσα τους ήταν η Φοινικική και από τις επιγραφές που ανακαλύφτηκαν φαίνεται ότι οι Φοίνικες είχαν διαμορφώσει από το δεύτερο μισό της 2ης χιλιετίας π.Χ. το πρώτο αλφάβητο, ένα σύστημα γραφής με 22 σύμβολα, το καθένα από τα οποία απέδιδε έναν μόνο φθόγγο. Θεωρείται πως το ελληνικό αλφάβητο προέρχεται από το Φοινικικό.
Καθώς οι εμπορικές συναλλαγές και οι αποικίες τους εξαπλώθηκαν γρήγορα στη Μεσόγειο, Φοίνικες και Έλληνες φαινόταν να έχουν χωρίσει τη θάλασσα σε δύο: οι Φοίνικες διέσχισαν και τελικά κυριάρχησαν στη νότια ακτή, ενώ οι Έλληνες κατά μήκος των βόρειων ακτών.
Στην Κύπρο, η πόλη στην οποία κατοίκισαν (χωρίς να την έχουν ιδρύσει) ήταν το Κίτιο, η σημερινή Λάρνακα. Ο Διογένης Λαέρτιος αναφερόμενος στον φιλόσοφο Ζήνωνα γράφει ότι «καταγόταν από την πόλη της Κύπρου Κίτιον που ήταν ελληνική, με πολλούς Φοίνικες αποίκους».
Οι Φοίνικες δημιούργησαν εμπορικούς σταθμούς σε όλη τη νότια Μεσόγειο, με πιο σημαντικό κέντρο την Καρχηδόνα στη σημερινή Τυνησία. Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, μια φοινικική αποστολή που διέταξε ο Φαραώ Νέχο Β΄ της Αιγύπτου (περίπου το 600 π.Χ.) έκανε τον γύρο της Αφρικής και επέστρεψε μετά από τρία χρόνια μέσω των Στήλων του Ηρακλή, το σημερινό Γιβραλτάρ.
Τον 3ο π.Χ. αιώνα η Φοινίκη κατακτήθηκε από τον Μέγα Αλέξανδρο και στη συνέχεια πέρασε στους επιγόνους του.
Ο Κωνσταντίνος Καβάφης περιγράφει τη νωχέλεια και την παρακμή των Σιδωνίων κατά την κατοχή τους από τους Ρωμαίους, στο ποίημά του Νέοι της Σιδώνος (400 μ.Χ.):
Ο ηθοποιός που έφεραν για να τους διασκεδάσει
απήγγειλε και μερικά επιγράμματα εκλεκτά.
Η αίθουσα άνοιγε στον κήπο επάνω·
κι είχε μιαν ελαφρά ευωδία ανθέων
που ενώνονταν με τα μυρωδικά
των πέντε αρωματισμένων Σιδωνίων νέων.
Διαβάσθηκαν Μελέαγρος, και Κριναγόρας, και Ριανός.
Μα σαν απήγγειλεν ο ηθοποιός,
«Αἰσχύλον Εὐφορίωνος Ἀθηναῖον τόδε κεύθει» -
(τονίζοντας ίσως υπέρ το δέον
το «ἀλκὴν δ' εὐδόκιμον», το «Μαραθώνιον ἄλσος»),
πετάχθηκεν ευθύς ένα παιδί ζωηρό,
φανατικό για γράμματα, και φώναξε·
«Α δεν μ' αρέσει το τετράστιχον αυτό.
Εκφράσεις τοιούτου είδους μοιάζουν κάπως σαν λιποψυχίες.
Δώσε -κηρύττω- στο έργον σου όλην την δύναμί σου,
όλην την μέριμνα, και πάλι το έργον σου θυμήσου
μες στην δοκιμασίαν, ή όταν η ώρα σου πια γέρνει.
Έτσι από σένα περιμένω κι απαιτώ.
Κι όχι απ' τον νου σου ολότελα να βγάλεις
της Τραγωδίας τον Λόγο τον λαμπρό -
τί Αγαμέμνονα, τί Προμηθέα θαυμαστό,
τί Ορέστου, τί Κασσάνδρας παρουσίες,
τί Επτά επί Θήβας - και για μνήμη σου να βάλεις
μόνο που μες στων στρατιωτών τες τάξεις, τον σωρό
πολέμησες και συ τον Δάτι και τον Αρταφέρνη».
Συντελεστές παράστασης «Φοίνισσες», ΘΟΚ:
Σκηνοθεσία-Δραματουργική επεξεργασία: Μαγδαλένα Ζήρα
Σκηνικά-Μάσκες: Δημήτρης Αληθεινός
Κοστούμια: Έλενα Κατσούρη
Μουσική-Ηχοτοπία: Αντώνης Αντωνίου
Μουσική-Μουσική διδασκαλία Χορικών: Γιάννης Κουτής
Χορογραφία-Κίνηση: Φώτης Νικολάου
Video art: Άρτεμις Ευλογημένου
Σχεδιασμός φωτισμών: Γεώργιος Κουκουμάς
Βοηθός σκηνοθέτριας: Μαρία Πισιήλη
Βοηθός ενδυματολόγου: Σωσάννα Τομάζου
Παίζουν (αλφαβητικά): Προκόπης Αγαθοκλέους, Δημήτρης Αντωνίου, Αλεξία Αλέξη, Θανάσης Γεωργίου, Νίκη Δραγούμη, Μαργαρίτα Ζαχαρίου, Ανδρέας Κούτσουμπας, Σεμέλη Κυριαζή, Μαρίνα Μανδρή, Μαρία Μασώνου, Γιάννης Μίνως, Νεοκλής Νεοκλέους, Ιωάννα Παπαμιχαλοπούλου, Κύνθια Παυλίδου, Θέμις Ππόλου, Λουκάς Προκοπίου, Σπύρος Σταυρινίδης, Στέλα Φυρογένη, Άννη Χούρη, Μυρσίνη Χριστοδούλου