Ένας χορός γυναικών, οι «Φοίνισσες», ταξιδεύουν από τη Φοινίκη, τον σημερινό Λίβανο με ένα τμήμα να εκτείνεται στη Συρία, και πραγματεύονται τη βία, το τραύμα αλλά και τις αποφάσεις που εγκλωβίζουν σε έναν αέναο πόλεμο ή μία πάλη με το μετέωρο. Η τραγωδία του Ευριπίδη ανεβαίνει στο πλαίσιο των 50 χρόνων μνήμης της τουρκικής εισβολής από τον ΘΟΚ και η σκηνοθέτιδα του έργου, δρ Μαγδαλένα Ζήρα μιλά στο «Π» για τη δραματουργία, το υπερβατικό στοιχείο του αρχαίου δράματος και την αντιηρωική διάσταση η οποία φέρνει τον θεατή ενώπιον του τέρατος που κρύβεται πίσω από την -πολιτισμένη- παρουσία της κοινωνίας.
«Φοίνισσες» και 50 χρόνια τούρκικης εισβολής. Γιατί επιλέχθηκε το έργο;
Το επέλεξα γιατί ακριβώς είναι βαθιά αντιπολεμικό έργο και μιλά για το τραύμα του πολέμου το οποίο κληρονομείται από γενιά σε γενιά. Ένα τραύμα που δεν επουλώνεται και μετατρέπεται σε μία, ας την πούμε, κατάρα ή αλλιώς έναν κύκλο βίας από τον οποίο οι άνθρωποι δεν μπορούν να ξεφύγουν.
Βρίσκω, λοιπόν, ότι έχει αρκετά κοινά με το δράμα της Κύπρου αλλά και με κάθε πόλεμο, σύγκρουση ή σύρραξη που έχει διάρκεια στον χρόνο και ταλανίζει διαδοχικά πολλές γενιές ανθρώπων. Πόλεμοι που συμβαίνουν αυτή την περίοδο ήταν συνέχεια στο μυαλό μας. Ο θεατής παρακολουθώντας το έργο, ίσως να σκεφτεί και όσα συμβαίνουν δίπλα μας, στην Παλαιστίνη.
Έχει χαρακτηριστεί ως ένα «αδύναμο έργο», ενώ πολλοί λένε πως δεν είναι εύκολο λόγω της απουσίας κεντρικού πρωταγωνιστή.
Νομίζω ότι πρόκειται για μια εσφαλμένη εντύπωση, ίσως μια στενή συντηρητική ερμηνεία του τι σημαίνει καλό έργο. Έχω μελετήσει και έχω καταλάβει πού βασίζεται αυτή η παρατήρηση. Ενώ ήταν πολύ δημοφιλές στην αρχαιότητα, κάποιοι μεταγενέστεροι σχολιαστές θεώρησαν πως δεν είναι Αριστοτελικό, διότι δεν ακολουθεί τη δράση και την πορεία ενός ήρωα. Είναι ένα έργο ensemble, όπως είπες και εσύ, με μία ομάδα χαρακτήρων. Έχει πάρα πολλές σκηνές και αρκετή δράση, ενώ τα επεισόδια συνδέονται μεταξύ τους θεματικά. Αυτό βέβαια δεν είναι αδυναμία, διότι αν μελετήσεις βαθιά το έργο, θα κατανοήσεις πως η αρχιτεκτονική και η δομή του έργου είναι αριστουργηματικές. Συνδέονται όλα μεταξύ τους με μοτίβα, δίπολα, αντιθέσεις, αντιστοιχίες και γενικότερα με απόλυτη συμμετρία. Κατ' ακρίβειαν, για μένα, είναι ένα αριστούργημα δομής και δραματουργίας.
Θεωρώ, λοιπόν, πως είναι μια λάθος άποψη που έμεινε σαν ρετσινιά. Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια έχει επανέλθει στο σανίδι και νομίζω πως έχουν κατανοήσει και οι μελετητές τη δραματουργική του αξία. Πρέπει να πούμε, επίσης, πως στην αρχαιότητα ήταν από τα έργα στα οποία γίνονταν οι πιο πολλές αναφορές. Κι αυτό, διότι έχει στίχους οι οποίοι ήταν πολύ διάσημοι στην αρχαιότητα, για το πολιτικό τους περιεχόμενο. Πρόσθετα, ως ένα έργο από τα όψιμα χρόνια του Ευριπίδη, θεωρώ ότι προχωρά σε έναν πειραματισμό στη δομή. Πιστεύω ότι ο Ευριπίδης παίρνει τη φόρμα της τραγωδίας ένα βήμα μπροστά με τις «Φοίνισσες». Δοκιμάζει κάτι διαφορετικό. Κι ας μην ξεχνάμε πως οι τρεις μεγάλοι τραγικοί ποιητές της αρχαιότητας, ήταν πειραματιστές. Αυτοί εφεύρισκαν τους κανόνες. Δεν υπήρχαν οι κανόνες που επιβάλλουμε εμείς αναχρονιστικά. Ο Ευριπίδης εξερευνά την ιδέα του ensemble και την ιδέα της πλοκής η οποία δημιουργείται μέσα από θεματικές και επαναλαμβανόμενα μοτίβα. Μοιάζει με σύγχρονη δραματουργία, ή και με αναγεννησιακή δραματουργία όπου έχεις μία κύρια πλοκή και μερικές δευτερεύουσες πλοκές. Κατ' ακρίβειαν, θεωρώ πως αυτή η προσέγγιση είναι πιο κοντά στον σύγχρονο θεατή και στον δικό μας τρόπο να λέμε ιστορίες. Εμείς είμαστε πιο συνηθισμένοι σε ένα κινηματογραφικό, πολυεστιακό και πολυφωνικό αφηγηματικό στυλ, με πολλά επεισόδια και ανατροπές. Στοιχεία τα οποία υπάρχουν στις «Φοίνισσες».
Επίσης, για μένα, αυτή η πανοραμική οπτική του μύθου, το ότι δηλαδή εμπερικλείει ολόκληρο τον Θηβαϊκό κύκλο στο έργο, δεν είναι αδυναμία αλλά δύναμη. Εάν το μελετήσεις είναι σαν μάθημα δραματουργίας. Ξέρεις, κάθε μέρα στην πρόβα με εξέπληττε το έργο… για το μοντάζ του, τη δομή του, το μομέντουμ, τις αντιστίξεις του και γενικά για το γεγονός ότι καταφέρνει να πει την ιστορία ενόσω σε έχει τοποθετήσει στην άκρη της καρέκλας. Είναι μάθημα.
Έχεις ασχοληθεί και με άλλα έργα του Ευριπίδη στο παρελθόν, όπως το «Ιφιγένεια εν Αυλίδι», το 2017. Τι κοινά στοιχεία έχουν και τι επιχειρεί ο Ευριπίδης;
Έχει αρκετά κοινά, ναι. Είναι έργα αντιπολεμικά και τα δύο. Ο Ευριπίδης παίρνει γνωστούς χαρακτήρες από μύθους και τους ανατρέπει. Δίνει μία αντιηρωική διάσταση, αποκαλύπτει την ανθρώπινη αδυναμία, ενώ εξετάζει την ηθική πίσω από τις αποφάσεις και κατ' επέκταση τους ανθρώπους που βάζουν το προσωπικό συμφέρον πιο ψηλά από το συλλογικό. Τα ανθρώπινα κίνητρα που κρύβουν οι πράξεις, τα οποία είναι εγωιστικά. Αυτό είναι ένα κοινό που έχουν οι «Φοίνισσες» με το «Ιφιγένεια εν Αυλίδι». Περιέχει και μία θυσία ενός νεαρού ατόμου για έναν πόλεμο ο οποίος είναι μάταιος. Μοτίβο το οποίο έχει αρκετές αντιστοιχίες με την «Ιφιγένεια». Αγγίζει επίσης, όπως και η εν Αυλίδι, σε έντονο βαθμό το θέμα του φύλου. Εξαιτίας λανθασμένων αποφάσεων των ανδρών και της βίας που γεννούν οι πράξεις τους, ο γυναικείος χορός και οι γυναικείοι χαρακτήρες υποφέρουν από τις συνέπειες.
Ως έργα μας δίνουν και μία ρίζα και μία προγενέστερη ιστορία για κάποιους χαρακτήρες. Π.χ. Η «Ιφιγένεια εν Αυλίδι» μας δίνει στοιχεία από την πρότερη ιστορία της Κλυταιμνήστρας της Ορέστειας και οι «Φοίνισσες» δείχνουν μία προ-ιστορία για τον Κρέοντα, που προηγείται αυτής που παρουσιάζεται στο έργο «Αντιγόνη» του Σοφοκλή. Στις «Φοίνισσες» ο Κρέοντας μετατρέπεται σταδιακά στον τύραννο που ξέρουμε στην «Αντιγόνη». Ένα παρασκήνιο της ιστορίας του μύθου της Θήβας, το οποίο ήταν άγνωστο και μάλλον είναι και εφεύρεση του ίδιου του Ευριπίδη.
Ένα άλλο χαρακτηριστικό του έργου σε σχέση με άλλα έργα του Ευριπίδη είναι η εξερεύνηση του τέρατος που ζει μέσα στον άνθρωπο. Ένα τέρας που εάν δεν είμαστε σε εγρήγορση, μπορεί να φανερωθεί και να μας καταβάλει, και εν τέλει να κυριαρχήσει - με καταστροφικές συνέπειες για το κοινωνικό σύνολο. Αυτή η εν δυνάμει βαρβαρότητα που υπάρχει στον καθένα μας, για την οποία πρέπει συνεχώς να αγωνιζόμαστε για να την ελέγξουμε.
Επιπρόσθετα, ένα πολύ χαρακτηριστικό κομμάτι της δραματουργίας των «Φοινισσών» εδράζεται στη βάση της πολιτισμένης πόλης, στην προκειμένη στη Θήβα, όπου υπάρχει βία, παραβίαση και πιο συγκεκριμένα, μία εμφύλια αδελφοκτόνα διαμάχη η οποία έρχεται να στοιχειώσει το παρόν του έργου. Δημιουργεί το ερώτημα: Μήπως πίσω από κάθε πολιτισμένη δομή κρύβεται βία;
Ως εκ τούτου, μας αναγκάζει να δούμε τις ρίζες των πραγμάτων, από το παρελθόν, στο παρόν και μετά στο μέλλον των Λαβδακιδών. Ο Ευριπίδης μας υποχρεώνει να επανεξετάσουμε, με κριτική σκέψη, όλα αυτά που θεωρούμε βεβαιότητες. Με άλλα λόγια, να αποδημήσουμε και να αμφισβητήσουμε παγιωμένες αντιλήψεις που έχουμε εμείς για θέματα, πράγματα και καταστάσεις. Έχει μία καίρια και πολιτική διάσταση. Γιατί στέκεται μπροστά στον μύθο και την ιστορία με μία απόσταση. Μία πανοραμική οπτική, η οποία σε παρακινεί να πας πίσω, να δεις από πού ξεκίνησε το κακό και πώς κατέληξε.
Επί σκηνής. Πώς προσεγγίζεται το έργο;
Δημιουργήθηκε μία όψη με το σκηνικό του Δημήτρη Αληθεινού, η οποία παραπέμπει στο σήμερα, φυσικά, είναι όμως οικουμενική και περιέχει και τον μύθο. Η αρχική ιδέα ήταν να εμπνευστούμε από τη νεκρή ζώνη της Λευκωσίας. Αλλά, ο Δημήτρης πήρε αυτή την ιδέα και δημιούργησε κάτι που μπορεί να τοποθετηθεί στη νεκρή ζώνη της Λευκωσίας, στην Παλαιστίνη, στην Ουκρανία, είτε σε έναν οποιοδήποτε πόλεμο όπου ο χρόνος έχει σταματήσει και όλα είναι μετέωρα. Βέβαια, όπως ανέφερα, διατηρήθηκε και η επαφή με το μυθικό ή αλλιώς το υπερβατικό στοιχείο. Αυτό που είναι πέρα από τις ανθρώπινες πράξεις και την ανθρώπινη βούληση διότι άλλωστε αυτό είναι τραγωδία.
Δηλαδή;
Η τραγωδία δεν μπορεί να περιοριστεί σε μία απόλυτα ρεαλιστική και ψυχολογική προσέγγιση. Πάντα επικοινωνεί με αυτό που λέμε είτε θείο, υπερβατικό, μοίρα, πεπρωμένο ή αυτό που είναι πέρα από εμάς. Αυτό το μυστήριο της ύπαρξης που αγωνιζόμαστε συνεχώς να εξηγήσουμε μέσα από τη φιλοσοφία και μέσα από την τέχνη. Και δεν θα μπορούσε να είναι ολοκληρωμένη η εμπειρία του έργου, εάν δεν υπήρχε.
Οπότε μέσα σε όλο αυτό το σύγχρονο στοιχείο υπάρχει το υπερβατικό, το ποιητικό, το φανταστικό καθώς υπάρχει και μία αντίστιξη ανάμεσα στα επεισόδια και φυσικά στον χορό, ο οποίος προσδίδει λυρικότητα και υπερβατικότητα στην παράσταση.
Μίλησε μας για αυτόν τον χορό, τις «Φοίνισσες».
Οι Φοίνισσες είναι γυναίκες από την Ανατολή. Είναι ταξιδιώτισσες και θα έλεγα πως παραπέμπουν σε αυτό που ονομάζουμε σήμερα: «ξένοι, εκτοπισμένοι ή μετανάστες». Αυτές οι γυναίκες, λοιπόν, στο έργο του Ευριπίδη, αρχίζουν το ταξίδι τους από τη Φοινίκη, δηλαδή από τα παράλια του Λιβάνου, και επιθυμούν να φτάσουν σε ένα καλύτερο μέρος. Σε ένα μέρος, το οποίο θεωρούν ότι θα είναι σε αρμονία με το θεό και τη φύση, στο Μαντείο των Δελφών, για να γίνουν Ιέρειες. Ωστόσο, στην πορεία εξαναγκάζονται να μείνουν παγιδευμένες μέσα σε μία πολιορκημένη πόλη, σε μία εμπόλεμη κατάσταση. Αυτή η επιλογή του Ευριπίδη είναι εξαιρετικά εύγλωττη και πάρα πολύ δυναμική στην δραματουργία, διότι οι Φοίνισσες διατηρούν μία απόσταση από τα γεγονότα. Έχουν μία σοφία, επίσης, η οποία απορρέει από την ιδιότητά τους ως Ιέρειες του Απόλλωνα. Επιπλέον, έχουν ιστορική μνήμη. Είναι, δηλαδή, φορείς του μύθου και μίας βαθύτερης κατανόησης και συλλογικής συνείδησης των πραγμάτων.
Ως εκ τούτου, βρίσκονται εκεί ως μάρτυρες ενός αδελφοκτόνου πολέμου για ένα κομμάτι γη. Μίας λυσσαλέας διαμάχης την οποία δημιουργούν οι λεγόμενοι αυτόχθονες.
Σαν σημερινό σκηνικό, όπου οι άνθρωποι εγκλωβίζουν το νου και το σώμα τους σε αποφάσεις και καταστάσεις…
Ναι, κάπως έτσι δρουν και οι χαρακτήρες στο έργο. Εγκλωβίζονται στις αποφάσεις τους, οι οποίες αποτελούν, τελικά, τη μοίρα ή την κατάρα που τους ακολουθεί. Άραγε είναι η ελεύθερη τους βούληση; Είναι οι αποφάσεις; Μήπως είναι η προσκόλλησή τους σε πράγματα που δημιουργούν τη λεγόμενη κατάρα; Μήπως το πεπρωμένο, η κατάρα και η θεϊκή εκδίκηση συμβαδίζουν με τους χαρακτήρες τους; Άραγε εμπεριέχεται εγγενώς εκείνο το τέρας μέσα τους; Είναι ανεξάντλητα τα ερωτήματα που δημιουργεί η αρχαία τραγωδία. Κάτι που δεν σταματά να μας ενδιαφέρει και να μας σαγηνεύει.
Ταυτότητα παράστασης
Μετάφραση: Νίκος Χουρμουζιάδης
Σκηνοθεσία-Δραματουργική επεξεργασία: Μαγδαλένα Ζήρα
Σκηνικό-Μάσκες: Δημήτρης Αληθεινός
Κοστούμια: Έλενα Κατσούρη
Μουσική-Μουσική διδασκαλία χορικών: Γιάννης Κουτής
Μουσική-Ηχοτοπία: Αντώνης Αντωνίου
Χορογραφία-Κίνηση: Φώτης Νικολάου
Video art: Άρτεμις Ευλογημένου
Σχεδιασμός φωτισμών: Γεώργιος Κουκουμάς
Βοηθός σκηνοθέτριας: Μαρία Πισιήλη
Βοηθός ενδυματολόγου: Σωσάννα Τομάζου
Παίζουν (με σειρά εμφάνισης): Στέλα Φυρογένη (Ιοκάστη), Δημήτρης Αντωνίου (Θεράπων), Νίκη Δραγούμη(Αντιγόνη), Ανδρέας Κούτσουμπας (Πολυνείκης), Προκόπης Αγαθοκλέους (Ετεοκλής), Νεοκλής Νεοκλέους (Κρέων), Σπύρος Σταυρινίδης (Τειρεσίας), Λουκάς Προκοπίου (Μενοικέας), Γιάννης Μίνως (Άγγελος), Θανάσης Γεωργίου (Οιδίποδας)
Χορός: Αλεξία Αλέξη, Μαργαρίτα Ζαχαρίου, Σεμέλη Κυριαζή, Μαρίνα Μανδρή, Μαρία Μασώνου, Μαριλύ Μήλια, Ιωάννα Παπαμιχαλοπούλου, Κύνθια Παυλίδου, Άννη Χούρη, Μυρσίνη Χριστοδούλου
Συμμετέχουν: Δάφνη Καρλέτη, Γιώργος Λίζος Παπακυριακού
Πληροφορίες
Παραστάσεις
Ώρα έναρξης: 21.00
Τετάρτη-Σάββατο 10-13 Ιουλίου 2024 | Αμφιθέατρο Μακάριος Γ’, Σχολής Τυφλών, Λευκωσία
Παρασκευή-Σάββατο 19-20 Ιουλίου 2024 | Αρχαίο Θέατρο Κουρίου*, Λεμεσός
Τετάρτη 24 Ιουλίου 2024 | Αρχαίο Ωδείο*, Πάφος
Σάββατο 27 Ιουλίου 2024 | Παττίχειο Δημοτικό Αμφιθέατρο, Λάρνακα (στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Λάρνακας 2024)
Τετάρτη 31 Ιουλίου 2024 | Δημοτικό Αμφιθέατρο, Δερύνεια
*Τα Αρχαία Μνημεία χρησιμοποιούνται με άδεια του Υφυπουργείου Πολιτισμού.
Υπερτιτλισμένες παραστάσεις
Λευκωσία: Πέμπτη 11 Ιουλίου 2024 (ελληνικά) & Παρασκευή 12 Ιουλίου 2024 (αγγλικά & τουρκικά)
Λεμεσός: Παρασκευή 19 Ιουλίου 2024 (αγγλικά & τουρκικά)
Εισιτήρια
Ηλεκτρονικά: www.thoc.org.cy
Ταμείο Θεάτρου ΘΟΚ: τηλ. 77772717 (Τρίτη-Σάββατο 10:00-13:30 & 16:00-18:00)
Τιμές Εισιτηρίων: €17 / €8 (άνεργοι, συνταξιούχοι, πολύτεκνοι με την επίδειξη του αντίστοιχου αποδεικτικού εγγράφου και άτομα κάτω των 25 ετών με την επίδειξη πολιτικής ταυτότητας).
Για περισσότερες πληροφορίες, καλέστε στο ταμείο θεάτρου του ΘΟΚ