Παράθυρο logo
Έφυγε από τη ζωή ο Νίκος Χουλιαράς
Δημοσιεύθηκε 21.07.2015
Έφυγε από τη ζωή ο Νίκος Χουλιαράς

Έφυγε από τη ζωή το βράδυ της Δευτέρας 20 Ιουλίου ο ζωγράφος, πεζογράφος και ποιητής Νίκος Χουλιαράς σε ηλικία 75 ετών.


Η κηδεία του θα τελεστεί την Τετάρτη 22 Ιουλίου στο Α' Νεκροταφείο Αθηνών.


 

"Ο βίος μου, άγνωστος και στην αρχαιότερη


ακόμη φιλολογία, περιγράφεται εντούτοις,


με κάθε σχολαστικότητα, στους κύκλους


που γράφει το ψάρι, στα παγωμένα βάθη."


Από τη συλλογή ποιημάτων και εικόνων Το χιόνι που ήξερα του Νίκου Χουλιαρά


 

O Nίκος Χουλιαράς γεννήθηκε το 1940 στα Γιάννενα.


"Εγεννήθηκα δεκατρείς ημέρες πριν την κήρυξη του Ελληνοιταλικού πολέμου [...] με βάφτισαν στον αέρα, γιατί είχαν αρχίσει να πέφτουν βόμβες".


Σπούδασε στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών. Η ζωγραφική του Ν. Χουλιαρά χαρακτηρίζεται από μορφές που θυμίζουν το παραμύθι ή το όνειρο ενώ δεν λείπει από τη γραμμή τους και ένα γκροτέσκο στοιχείο. Συχνά οι ζωγραφιές του συνοδεύονται από χειρόγραφα κείμενα που συμπληρώνουν, τροποποιούν ή πολλαπλασιάζουν το νόημα των εικόνων του. "Όταν ήμουνα μικρός είχα λογαρισμούς με το σύμπαν."


Τα πρώιμα έργα του διακρίνονται από το στοιχείο της αφαίρεσης ενώ σημαντικό ρόλο στην εικονοποιία του αναλαμβάνει και το τοπίο της ιδιαίτερης πατρίδας του. Αργότερα, η ζωγραφική του θα στραφεί στους έρημους, αλλά υποβλητικά τονισμένους χώρους.


"Ζω με τις φιγούρες της ζωγραφικής μου και τα ανθρωπάκια της τηλεόρασης. Το παράθυρό μου είναι μια προέκταση της τηλεόρασης. Φτιάχνω ιστορίες με τα δέντρα που βλέπω και τους ανθρώπους που περνάνε. Μερικές φορές η άσφαλτος του δρόμου, ανάμεσα στα δέντρα, μου φαίνεται σαν λίμνη του Αμαζονίου. Είναι περίεργο, αλλά παρατηρώντας τη ζωή στο δρόμο είναι σαν να βλέπω τους ανθρώπους μου, όπως τους έκανα στα σχέδια και στα βιβλία μου. Κάθε μέρα συναντάω κάποιον από τους ήρωές μου. Κάνω παρέα μαζί τους και διαπιστώνω ότι έκανα και κάνω τα ίδια λάθη που έκαναν κι αυτοί. Είναι ζωντανή η σχέση μαζί τους."



Ως συγγραφέας ο Ν. Χουλιαράς αγαπήθηκε με το μυθιστόρημα «Ο Λούσιας», που κυκλοφόρησε το 1979 και έχει ως πρωταγωνιστή ένα παιδί το οποίο, απαλλαγμένο από τους σιδερένιους νόμους του ορθολογισμού, θα θέσει τα πιο αναπάντεχα ερωτήματα σε όσους θα το πλησιάσουν, στέλνοντας στο πυρ το εξώτερον όλες τις βεβαιότητες και τις παραδοχές τους.


Η κοινή λογική θα κάνει χαρούμενη φτερά από τον «Λούσια» και ο μικρός ήρωας θα μετατρέψει την αθωότητά του σε δύναμη ελευθερίας και δημιουργίας ενώ την ίδια ώρα θα μεγαλώσει και θα βαθύνει την ανθρωπιά του. Διηγήματα του Ν. Χουλιαρά έχουν μεταφραστεί στα αγγλικά, τα γαλλικά, τα γερμανικά, τα ιταλικά και τα σουηδικά ενώ ο «Λούσιας» έγινε τηλεοπτική σειρά (σκηνοθεσία Σταύρος Καπλανίδης) και μεταδόθηκε από την ΕΡΤ 1 το 1989.



Άλλα του πεζά είναι «Το Μπακακόκ» (1981), «Ζωή την άλλη φορά» (1985), «Το άλλο μισό» (1987), «Στο σπίτι του εχθρού μου» (1995), «Μια μέρα πριν δυο μέρες μετά» (1988), «Εικόνες από το ύψος της ζωής» (2000).


Μεγάλη υπήρξε η ενασχόλησή του με την μουσική. Δικές του επιτυχίες είναι Το τσιμεντένιο δάσος, Θα σου το πω με Α, Ο νοτιάς της ξενιτιάς και η διασκευή του Γιάννη μου το μαντήλι σου. Τραγούδια του έχουν τραγουδήσει πολλοί καλλιτέχνες του Νέου Κύματος όπως η Αρλέτα, η Πόπη Αστεριάδη, η Μαρίζα Κωχ και άλλοι.


Σημαντικές στιγμές στη δισκογραφία του είναι οι Μεγάλες επιτυχίες και H νύχτα που μας ξέρει με την συμμετοχή της Δήμητρας Γαλάνη και της Αφροδίτης Μάνου. Το 2006 εμφανίζεται ως στιχουργός στο Τραγούδι του συγκροτήματος «Μικρές Περιπλανήσεις» από τον δίσκο ...και με οδηγό μου ένα παιδί ενώ η πιο πρόσφατη δουλειά του έχει τίτλο Τα νησιά τ' ουρανού όπου ερμηνεύει η Αλίκη Καγιαλόγλου, ενώ ο ίδιος ο Νίκος Χουλιαράς ερμηνεύει ένα από τα κομμάτια του δίσκου.



[…]
Μ’ αρέσουν τα ποιήματα που ζουν στο δρόμο, έξω απ’ τα βιβλία: αυτά που τουρτουρίζουν στις γωνιές κι όλο καπνίζουν σαν φουγάρα· που αναβοσβήνουν, μες στη νύχτα, σαν Χριστουγεννιάτικα λαμπάκια – όχι αυτά που κρέμονται στα δέντρα της γιορτής, στη θαλπωρή των δωματίων, αλλά εκείνα που τονίζουνε την ερημία των σφαχτών στις μωβ βιτρίνες των συνοικιακών κρεοπωλείων.


Τα σακατεμένα και τα μοναχικά, μ’ αρέσουν: τα ποιήματα-κοπρίτες που περπατούν κουτσαίνοντας στις σκοτεινές άκρες των λεωφόρων: αυτά που τ’ αγνοούν οι κριτικοί κι οι εκπαιδευτικοί του Μωραΐτη· που τα χτυπούν συχνά οι μεθυσμένοι οδηγοί και τα αφήνουν αβοήθητα στο δρόμο. Και τα ποιήματα-παιδάκια, όμως αγαπώ· αυτά που ενώ δεν έχουν μάθει ακόμη την αλφάβητο, μπορούν εντούτοις, με δυο λέξεις τους, να σου κολλήσουν την ψυχή στον τοίχο.


Μ’ αρέσουν, πάλι, τα απελπισμένα κι όμως χαμογελαστά: τα ποιήματα-συνένοχοι· εκείνα που σου κλείνουνε με νόημα το μάτι. Που δεν σου πιάνουν την κουβέντα, δεν σ’ απασχολούν μα συνεχίζουνε το δρόμο τους αδιάφορα: τα ποιήματα-«δεν πρόκειται να σου ζητήσω τίποτε»· αυτά που χαιρετούν μόνο και φεύγουν, όπως μ’ αρέσουνε και τ’ άλλα, τα χαρούμενα, που προτιμούνε τα παιχνίδια απ’ το μάθημα καθώς και τα ποιήματα-παππούδες, γιατί ενώ γνωρίζουνε καλά το μάταιο της ζωής εντούτοις θέλουν να το ζήσουν.
[…]


Από το κείμενο Τα ποιήματα στο δρόμο του Νίκου Χουλιαρά (δημοσιευμένο στο περιοδικό Η Λέξη, τεύχος 147, Σεπτέμβρης-Οκτώβρης 1998)