Γέννηση/Γεννησιμότητα

ΠΑΡΑΘΥΡΟ Δημοσιεύθηκε 30.12.2019


Ποιος μπορεί να γεννήσει έναν νέο κόσμο;


Του Διονύση Διονυσίου*


Ημερολογιακά η γέννηση του Χριστού μέχρι τον 4ο και 5ο αιώνα δεν σηματοδοτούσε κάτι σημαντικό, πολύ περισσότερο κοσμογονικό. Πώς στην πορεία η ταπεινή γέννα ενός μικρού Εβραίου κατάφερε να σηματοδοτήσει τη γέννηση ενός νέου κόσμου; Πόσο δε νέος ήταν αυτός ο κόσμος;


Η γέννηση του Χριστού άρχισε να εορτάζεται την 25η Δεκεμβρίου από τον 4ο αιώνα, επί Πάπα Ιουλίου Α’. Από τη Δύση, η ίδια ημερομηνία πέρασε στην Ανατολή και έναν περίπου αιώνα αργότερα, το 529 μ.Χ., ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός κήρυξε την ημέρα των Χριστουγέννων επίσημη αργία.


Η επιλογή της 25ης Δεκεμβρίου δεν είναι τυχαία. Αποτελεί ζεύξη του παλαιού κόσμου με τον νέο που γεννήθηκε. Στην ίδια ημερομηνία εορταζόταν στη Ρώμη ο «ακατανίκητος θεός Ήλιος»... «Dies Natalis Solis invicti». Ήταν κατά κάποιο τρόπο η γιορτή της γενέθλιας ημέρας του κόσμου. Κατά την ίδια ημερομηνία εορτάζονταν σε όλη τη ρωμαϊκή επικράτεια τα γενέθλια του θεού Μίθρα, που επίσης είχε ταυτιστεί με τον θεό Ήλιο.


Με λίγα λόγια, η γέννηση ενός νέου θεού αξιοποιήθηκε ημερολογιακά από τους χριστιανούς για να σκοτώσει οριστικά τους παλαιούς θεούς.


Γιατί επικράτησε;


Πολλοί ιστορικοί αναρωτιούνται πώς και γιατί επικράτησε ο χριστιανισμός. Ο ήρωας αυτής της νέας θρησκείας υπήρξε ένας άσημος Εβραίος, ο οποίος έζησε μέχρι τα 33 του χρόνια, ποτέ δεν βγήκε εκτός γεωγραφικών ορίων του εβραϊκού κράτους για να διδάξει και κυρίως δεν μας άφησε ούτε ένα ίχνος δικής του γραφής.


Πολλοί ιστορικοί και κοινωνιολόγοι υποστηρίζουν ότι ο χριστιανισμός είναι το μεγαλύτερο επικοινωνιακό κατασκεύασμα στην ιστορία της ανθρωπότητας. Έγινε σταδιακά παγκόσμια θρησκεία μέσω απίθανων εφευρημάτων της βιομηχανίας του μάρκετινγκ, η οποία εκμεταλλεύθηκε ένα τεράστιο κενό πολιτικής της εποχής που ανάγκασε τις κοινωνίες να στραφούν σε μεταφυσικές λύσεις.




Δημιουργία γνώσης: Οι νέοι κόσμοι δεν προέρχονται μέσα από τις γεννήσεις νέων θρησκειών, αλλά από την επιστήμη που δημιουργεί τη γνώση και καλλιεργεί τη γνώμη 



Οι μεγάλοι διαφημιστές της νέας θρησκείας υπήρξαν οι απόστολοι του Χριστού, με επικεφαλής έναν πρώην διώκτη του, τον απόστολο Παύλο. Μέσα από περιοδείες, επιστολές και ομιλίες κατάφερε να δημιουργήσει τις πρώτες εκκλησίες.


Γιατί υπήρξε τόση πληθώρα πολιτών που εντάχθηκαν στη νέα θρησκεία; Η νέα θρησκεία δεν μιλούσε για επί Γης βασιλεία, αλλά για μια νέα βασιλεία, των ουρανών.


Όσο παράδοξο κι αν ακούγεται αυτό, η κοινωνία της εποχής ήταν έτοιμη να κινηθεί σε κάτι υπερβατικό.




  • Η αυτοκρατορία του Μεγάλου Αλεξάνδρου και αργότερα τα ελληνιστικά βασίλεια είχαν καταφέρει να εξαλείψουν τις πόλεις κράτη. Τις δημοκρατικές ως επί το πλείστον κοινωνίες της εποχής. Όπου ο πολίτης είχε άποψη και κυρίως λόγο στη διαχείριση των κοινών. Οι Έλληνες ουδέποτε θεώρησαν τους βασιλείς τους θεούς. Από την Ελληνιστική Εποχή, ωστόσο, πληθαίνουν τα υμνητικά ποιήματα, με αρχή τον ιθυφαλλικό ύμνο που απευθυνόταν στον Δημήτριο τον Πολιορκητή ως θεό. Ακολούθησαν ο παιάνας των Χαλκιδέων στον Τίτο Φλαμινίνο και άλλα πολλά τα οποία ήταν τα σημεία των καιρών, που οδηγούσαν στην παρακμή της ελληνικής πόλης κράτους. Οι έως τότε συνειδητοποιημένοι πολίτες είχαν μετατραπεί σε υπηκόους και δούλους υπό την εξουσία βασιλέων που διοικούσαν αυθαίρετα και σκληρά τα αχανή τους βασίλεια. Σε αυτή την περίοδο η εμφάνιση ενός βασιλιά αγαθού, που υποσχόταν δικαιοσύνη και συμμετοχή επί ίσοις όροις στη Βασιλεία των Ουρανών, πήρε την απάντηση των πολιτών. Ήταν ένα εκκωφαντικό ΝΑΙ. Ακόμα κι αν αυτή η βασιλεία δεν ήταν παρά μια μόνο υπόσχεση.

  • Πέρα από το έλλειμμα πολιτικής και τις κοινωνικές συνθήκες της εποχής, μεγάλη ώθηση στην προώθηση του χριστιανισμού διαδραμάτισε η Α' Οικουμενική Σύνοδος που πραγματοποιήθηκε το 325 μ.Χ. στη Νίκαια. Ένα ιδρυτικό θρησκευτικό συνέδριο από 318 ιεράρχες και θεολόγους που εργάστηκαν επί δύο, ίσως και περισσότερα, χρόνια για να δημιουργήσουν ένα ομοιογενές δόγμα μέσα από συγκεκριμένα κείμενα. Πετάχτηκαν στον κάλαθο των αχρήστων κάποια Ευαγγέλια, όπως π.χ. αυτά της Μαγδαληνής και του Ιούδα, καταγράφηκε το Σύμβολο της Πίστεως και απομακρύνθηκαν κάποιοι που θεωρήθηκαν αιρετικοί, όπως ο Άρειος. Επικεφαλής αυτής της συνόδου ήταν ο ίδιος ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος, ο οποίος επέβαλε με πολιτικούς όρους έναν θεολογικό συμψηφισμό για να μπορέσει η νέα Εκκλησία να λειτουργήσει με ομοιογένεια και κυρίως κάτω από τη δική του πολιτική επιστασία. Από τότε επικράτησαν τα τέσσερα Ευαγγέλια και η Αποκάλυψη του Ιωάννη, συν οι επιστολές των αποστόλων, που όλα μαζί αποτέλεσαν τη λεγόμενη Καινή Διαθήκη.


Η επικράτηση του χριστιανισμού σχεδόν ολοκληρωτικά στην Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία και σταδιακά τους επόμενους αιώνες στη Δύση στηρίχθηκε έχοντας την Καινή Διαθήκη ως το κυρίαρχο εγχειρίδιο της νέας θρησκείας.


Φιλοσοφικά ομιλούντες επρόκειτο για ένα έξυπνο και δημιουργικό πάντρεμα διαφόρων φιλοσοφικών σχολών της Αρχαίας Αθήνας με κυρίαρχη την Ακαδημία και την Περιπατητική Σχολή των Πλάτωνα και Αριστοτέλη αλλά και με σοβαρές προσθήκες από τη φιλοσοφία των στωικών και των κυνικών φιλοσόφων.


Για τους πρώτους αιώνες του χριστιανισμού θα μπορούσε κάποιος να υποστηρίξει ότι ήταν ένας χρήσιμος κώδικας ηθικής που ενθάρρυνε τους ανθρώπους να γίνουν καλοί καγαθοί. Θα μπορούσε λοιπόν εδώ να μιλήσει για τη γέννηση ενός κόσμου πιο ηθικού και πιο δίκαιου. Θα μπορούσε επίσης εδώ κάποιος να αναφέρει ότι η νέα αυτή θρησκεία αποτέλεσε το πιο σημαντικό εργαλείο για τη διάσωση της ελληνικής γλώσσας αφού όλα τα αποστολικά και πατερικά κείμενα στη συνέχεια γράφονταν στην ελληνική.


Όσο πλησιάζουμε βέβαια προς τον Μεσαίωνα τα κείμενα αυτά, που στηρίχθηκαν στην αρχαιοελληνική σοφία, άρχισαν να χάνουν την πραγματική αρετή της ελληνικής σοφίας.


Τα κείμενα αυτά, σε μια περίοδο που οι μόνοι διανοούμενοι της εποχής ήταν κάποιοι ημιμαθείς ιερείς, θεωρήθηκαν τέλεια από κάθε άποψη. Ό,τι περιέκλειαν στις σελίδες τους ήταν η μία και μοναδική αλήθεια. Ό,τι δεν ανέφεραν στις σελίδες τους απλώς δεν υπήρχε. Κάπως έτσι βρήκε τον μπελά του ο Γαλιλαίος όταν επιστημονικά διατύπωσε τη θεωρία ότι η Γη γυρίζει. Η Αγία Γραφή δεν είχε καμία αναφορά περί τούτου, με αποτέλεσμα όλοι να παραπέμπουν στο κεφάλαιο της Γενέσεως στην Παλαιά Διαθήκη.


Στην πορεία των χρόνων η θρησκεία που γέννησε έναν νέο κόσμο άρχισε να γίνεται καταπιεστική. Στην πραγματικότητα επιχείρησε να καταργήσει το μεγαλύτερο επίτευγμα της ελληνικής σκέψης. Το οποίο ξεκινά από την απορία, την ερώτηση για να καταλήξει στην τεκμηρίωση και την επιστήμη.


Η αντίδραση σε αυτή την καταπίεση γεννά την Αναγέννηση και μας οδηγεί στον Διαφωτισμό. Ο χριστιανισμός ως φιλοσοφία σταματά να υπάρχει διότι θεώρησε ότι έδωσε απαντήσεις σε όλα τα ανθρώπινα ερωτήματα. Η ζωή βέβαια λέει κάτι εντελώς διαφορετικό. Ο χριστιανισμός γέννησε μια κοινωνία την οποία έβαλε σε ένα πλαίσιο, κι έτσι δεν μπορούσε πλέον να εξελιχθεί. Η Εκκλησία σε μια ύστατη προσπάθεια διατήρησης του ελέγχου ανέθεσε στον Δαρβίνο να αποδείξει ότι όλα όσα καταγράφονται στις Γραφές είναι τα μόνα αληθή. Όπως π.χ. ο Κατακλυσμός. Το Έπος του Γκιλγαμές βεβαίως ήταν παλαιότερο από αυτό των Εβραίων, και ο Δαρβίνος ανακάλυψε ακριβώς τα αντίθετα από όσα περί της καταγωγής των όντων υποστήριζε η θρησκεία. Ότι υπάρχει εξέλιξη των ειδών. Ότι τουλάχιστον δεν κατασκευάστηκε ποτέ ένα ανθρώπινο ζευγάρι κατ' εικόνα και καθ' ομοίωση, μέσω του οποίου προκύψαμε όλοι εμείς. Αλλά και ότι από τον άνθρωπο του Νεάντερταλ έως τον Homo erectus και τον Homo sapiens διανύσαμε μια εξελικτική πορεία χιλιάδων χρόνων.


Εν κατακλείδι, οι νέοι κόσμοι δεν προέρχονται μέσα από τις γεννήσεις νέων θρησκειών. Φιλοσοφικά πάντα ομιλούντες, κανένας δεν μπορεί να λύσει τον σεφερικό γρίφο «Τ' είναι θεός, τι μη θεός και τι τ’ ανάμεσό τους;». Πολλές θρησκείες, όπως και ο χριστιανισμός, έχουν καταφέρει να φέρουν τις κοινωνίες ένα βήμα μπροστά. Έχουν καταφέρει με την ηθική τους να εμβολιάσουν νόμους και στάσεις ζωής των ανθρώπων προς το καλύτερο. Συνέβη και το αντίθετο. Οι θρησκείες κατά βάθος αποτελούν ένα εργαλείο πολιτικής το οποίο δεν παράγει κατ' ανάγκη νέα γνώση. Νέα γνώση και νέους κόσμους γεννά πάντα η επιστήμη. Η μεγαλύτερη ανακάλυψη του ελληνισμού εξακολουθεί να δημιουργεί γνώση, επιτρέποντάς μας έτσι να έχουμε σαφή και τεκμηριωμένη γνώμη για τον νέο κόσμο που θέλουμε να έρθει.


*Ο Διονύσης Διονυσίου είναι ο διευθυντής της εφημερίδας Πολίτης



3-SOFRONIS

«Deep mirror (yellow) and Deep mirror (black)», εγκατάσταση στο παλάτι των Βερσαλλιών, Όλαφουρ Ελίασον, 2016



Ένα επικίνδυνο σύμπαν


Του Σωφρόνη Σωφρονίου*


Αυτό το σημείωμα, στο τέλος του 2019, θα αγγίξει δύο μεγάλα και σοβαρά θέματα που είναι αλληλένδετα και όμως σπάνια μας απασχολούν. Εννοώ το πρόβλημα της σπανιότητας και της ανασφάλειας της ανθρώπινης ζωής μέσα στο σύμπαν, της ζωής πιο γενικά, και της σκληρότητας του ανθρώπου προς τον άνθρωπο και προς όλα τα ανεπτυγμένα ζώα. Το πρώτο θέμα αφορά την ίδια τη ζωή και το δεύτερο την καλή ζωή, την ηθική άποψη της ζωής.


Το σύμπαν είναι αφάνταστα μεγάλο και πλούσιο σε άστρα και γαλαξίες και πλανήτες που απορεί κανείς για ποιο λόγο υπάρχει τόσο πολύ σύμπαν, πολύ μεγαλύτερο σε άστρα από όλους τους κόκκους άμμου στη Γη. Ίσως ακόμα να υπάρχουν και άλλα σύμπαντα, περίπου όπως το δικό μας, ίσως περισσότερα άλλα σύμπαντα από όλα τα άτομα του δικού μας σύμπαντος. Και όμως φαίνεται ότι η ανεπτυγμένη ζωή που είναι τόσο πολύτιμη είναι κάτι πολύ σπάνιο και προβληματικό και ακροσφαλές.


Το σύμπαν είναι βέβαια μαγικό και θαυμάσιο. Κάθε ύμνος γι’ αυτό είναι δικαιολογημένος. Όμως το θαυμαστό αυτό σύμπαν δεν φαίνεται να έχει πολλή έγνοια για τα παιδιά του, που το ίδιο δημιούργησε με τόση δεξιοτεχνία ή τόση τύχη, αν ακολουθήσουμε τη θεωρία του Δαρβίνου.




Ακροσφαλής ζωή: Η βαθύτερη κατανόηση του σύμπαντος, του σπιτιού μας, όπως έλεγε ο ποιητής Τεύκρος Ανθίας, μπορεί να μας κάνει πιο ταπεινούς και περίσκεπτους και πιο καλούς ανθρώπους




Ζούμε όντως σ’ ένα επικίνδυνο και εχθρικό σύμπαν όπου, καθώς μας λέει και μας αποδεικνύει η κοσμολογία, η ζωή επί της Γης, και οπουδήποτε αλλού, βρίσκεται σε διαρκή κίνδυνο μερικής και ολικής καταστροφής, εντελώς τυχαία και χωρίς κανένα οίκτο.


Εκτός από τη δική μας εγκληματική αδιαφορία για το περιβάλλον που καθημερινά μολύνουμε και θερμαίνουμε και επιβαρύνουμε με απόβλητα και καυσαέρια και υπερπληθυσμό και υπερβολική εξάντληση των φυσικών του πόρων, βρισκόμαστε συνεχώς σε κοσμικούς κινδύνους όπως εκείνους που εξαφάνισαν τους δεινόσαυρους και τόσα άλλα ζώα και όπως τους παγετώνες που εξολόθρευσαν μεγάλο μέρος της ζωής επί της Γης.


Ας αναφέρω εδώ μερικούς από τους κινδύνους που εγκυμονεί το σύμπαν και που υπάρχουν συνεχώς, αλλά που ευτυχώς εκδηλώνονται σε μακρά χρονικά διαστήματα. Ολόκληροι γαλαξίες συγκρούονται και αλληλοκαταστρέφονται, ο ήλιος υφίσταται περιοδικές αναφλέξεις που μπορούν να εξαφανίσουν μέρος ή το όλον της ατμόσφαιράς μας, υπέρογκα άστρα ενδορρήγνυνται και εκσφενδονίζουν φονικές ακτίνες γάμμα σε μεγάλες αποστάσεις, οι αστεροειδείς και οι μετεωρίτες μάς πλησιάζουν που και που, οι υπερκαινοφανείς αστέρες σκορπούν τον θάνατο πλατιά στο διάστημα, και άλλα και άλλα.


Αναφέρω αυτούς τους κινδύνους για να υποβάλω πόσο σπάνια και ακροσφαλής είναι η ζωή στη Γη και που συνήθως τη θεωρούμε δεδομένη και σίγουρη και, ακόμα, αιώνια.


Θέλω επίσης να υποβάλω ένα πόρισμα και ένα δίδαγμα από τα πιο πάνω. Το εξής:


Πιστεύω ότι η βαθύτερη κατανόηση του σύμπαντος, του σπιτιού μας, όπως έλεγε ο ποιητής Τεύκρος Ανθίας, μπορεί να μας κάνει πιο ταπεινούς και περίσκεπτους και πιο καλούς ανθρώπους, μπορεί να κατεβάσει την αλαζονεία μας, να μας υποδείξει ότι δεν είμαστε κυρίαρχοι του σύμπαντος (κάθε άλλο) και να μας κάνει ίσως πιο ηθικούς προς τους άλλους, προς όσους ζούνε πάνω στο ίδιο αφηνιασμένο άλογο. Τότε πρέπει ακόμα να μας κάνει λιγότερο σκληρούς προς τους άλλους. Αν γίνει κατορθωτό αυτό το όφελος θα είναι τεράστιο. Γιατί η σκληρότητα προς τους άλλους είναι η χειρότερη ιδιότητα των ανθρώπων. Δεν είναι ανάγκη να αγαπάμε όλους τους άλλους. Είναι αρκετό να καταφέρουμε να μην είμαστε σκληροί σε κανέναν. Αυτό είναι ένα πανανθρώπινο δίδαγμα που εμείς εδώ στην Κύπρο κατανοούμε, ή πρέπει να κατανοούμε πλήρως. Χρόνια πολλά.


*Ο Σωφρόνης Σωφρονίου είναι καθηγητής Φιλοσοφίας



Πολιτισμός και πολιτική: οι ωδίνες μιας νέας σχέσης


Της Ελλάδας Ευαγγέλου*


Ο πολιτιστικός τομέας στην ελληνοκυπριακή κοινότητα της Κύπρου μετά την ανεξαρτησία, μέσα από πολιτικούς, πολιτιστικούς και κοινωνικούς θεσμούς και διαδικασίες, τόσο εσωτερικά όσο και εξωτερικά, είναι ένα ασφαλές σημείο αναφοράς για τη διαιώνιση συγκεκριμένων ιδεολογικών και καλλιτεχνικών τάσεων.

Οι λόγοι ποικίλλουν: Η ε/κ παραγωγή πολιτισμού γρήγορα αξιολογήθηκε ως κατώτερη σε σχέση με την ελληνική και γενικότερα με τη δυτική παραγωγή, έτσι η θέση της δεν είχε τη βαρύτητα που χρειαζόταν (εκτός ελάχιστων εξαιρέσεων) για να θεωρείται σημείο αναφοράς για την εσωτερική ή εξωτερική πολιτική. Η έρευνα, η καταγραφή και (η φυσιολογική και απαραίτητη) απομυθοποίηση -σε μια κοινωνία εν εξελίξει- διάφορων καλλιτεχνικών κινημάτων, καλλιτεχνών, ειδών κ.λπ. είτε δεν πραγματοποιήθηκαν ποτέ, είτε έγιναν αποσπασματικά, μεμονωμένα ή πολλά χρόνια μετά. Να σας θυμίσω ότι η αναδρομική έκθεση για τον Χριστόφορο Σάββα, πρωτοπόρο Κύπριο μοντερνιστή, έγινε το 2019, δεκαετίες μετά τον θάνατό του.

Σημαντικοί παράγοντες ήταν και ο πόλεμος, η προσφυγιά και η οικονομική αστάθεια του 1974. Αλλά ίσως το (ελληνο)κυπριακό οικονομικό θαύμα της μεταπολεμικής εποχής να θόλωσε ακόμα περισσότερο τη σχέση μεταξύ τέχνης και πολιτικής: η Κυπριακή Δημοκρατία δεν είχε πλέον ανάγκη να επενδύσει και να επιδείξει πολιτισμό, είχε πια Mercedes, νεοκλασικές επαύλεις και ιταλικά έπιπλα σαλονιού (μαζί με τους πίνακες στις ίδιες αποχρώσεις).
Νέες αφηγήσεις: Θεωρούμε (θωρούμεν) τους εαυτούς μας διαφορετικά ως καλλιτέχνες, με δειλά αλλά σταθερά βήματα απενοχοποιούμαστε από τα καλούπια των θεσμών, των οικονομικών εξαρτήσεων, των ιεραρχιών, του δίπολου ξενομανίας / ξενοφοβίας, ακόμα και της πατριαρχίας του χώρου

Κάνω μια μικρή παρένθεση για να σημειώσω δύο άλλες τάσεις στη μετά 1974 εποχή: την τέχνη στην υπηρεσία της ρητορικής της Κυπριακής Δημοκρατίας που εστίαζε στους Ε/Κ ως τα θύματα του κυπριακού προβλήματος και την τέχνη της Αριστεράς, στο πλαίσιο του διεθνιστικού και πολυπολιτισμικού μοντέλου της δικοινοτικής Κύπρου.

Ο διάλογος του πολιτισμού με την πολιτική τα τελευταία 10 χρόνια περίπου έχει περάσει σε μια νέα φάση και παρουσιάζει καινούργια στοιχεία. Η εφαρμοσμένη τέχνη παράγει πια ένα νέο αφήγημα που συσχετίζεται με την ταυτότητα της ε/κ κοινότητας. Θεωρούμε (θωρούμεν) τους εαυτούς μας διαφορετικά ως καλλιτέχνες, με δειλά αλλά σταθερά βήματα απενοχοποιούμαστε από τα καλούπια των θεσμών, των οικονομικών εξαρτήσεων, των ιεραρχιών, του δίπολου ξενομανίας / ξενοφοβίας, ακόμα και της πατριαρχίας του χώρου. Έχουμε καλλιτέχνες με καθαρό καλλιτεχνικό και κοινωνικοπολιτικό λόγο, αναπολογητικούς, που κάνουν καριέρα και στο εξωτερικό χωρίς να το θεωρούν αυτό διαβατήριο, αλλά φυσικό επακόλουθο της δουλειάς τους, που γίνονται (πολλές φορές) -άνευ του συστήματος- πρεσβευτές του συστήματος. Οι Monsieur Dumani, το Κέντρο Παραστατικών Τεχνών Μίτος, το Πέλμα της Λίας Χαράκη, η Έλενα Αντωνίου, η Σεζόν Γυναίκες, το Buffer Fringe Performing Arts Festival, ο Αντρέας Πασιάς, η Μαρία Λοϊζίδου, το Animafest και άλλοι καλλιτέχνες, θεσμοί και ομάδες που έχουν ανατρέψει τον μονόλογο και επιδίδονται πλέον σε διάλογο με την πολιτική.

Η τάση της κατηγοριοποίησης του πολιτισμού ως soft politics άρχισε δειλά-δειλά να υποχωρεί, αλλά η διαδικασία διαλόγου δυσκολεύεται να παρασύρει κυβερνητικούς θεσμούς. Το πιο πρόσφατο παράδειγμα: ενόψει της ιδρύσεως του Υφυπουργείου Πολιτισμού, ο κυβερνητικός τομέας θεωρεί ότι δεν είναι αναγκαίο να ακουστεί ο λόγος του καλλιτεχνικού κόσμου, ούτε καν μέσα από την απλή και δοκιμασμένη μέθοδο της δημόσιας διαβούλευσης. Έτσι είμαστε έτοιμοι να επιτελεστεί η σημαντικότερη θεσμική αλλαγή στον πολιτισμό από το 1992 που αναδομήθηκαν οι Πολιτιστικές Υπηρεσίες και αυτή έχει επιτελεστεί εξολοκλήρου από τεχνοκράτες, πίσω από κλειστές πόρτες. Είναι γνωστό ότι ο διάλογος μεταξύ πολιτισμού και πολιτικής, η αιώνια αυτή καφκακική διαδικασία, θέλει χρόνο και συνέπεια, εμπεριέχει κόπο και ζητά θάρρος. Είναι όμως, ή θα έπρεπε να είναι, αμφίδρομη η σχέση. Αυτό το δεύτερο κομμάτι ακόμα υπολείπεται πολλή δουλειά για να επιτευχθεί.

*Η Ελλάδα Ευαγγέλου είναι δραματoυργός και ερευνήτρια.


Ανθρωπότητα 2020: Πορεία στο γνωστό και στο άγνωστο


Του Παναγιώτη Σταυρινίδη


Ήταν το 1995 στη Νέα Υόρκη, στη σχολή μου στο Brooklyn, όταν εμφανίστηκε και εκεί το διαδίκτυο, το ίντερνετ. Θυμάμαι ενδεικτικά ότι μας είχε ανακοινωθεί ότι ένας υπολογιστής στη βιβλιοθήκη συνδέθηκε και με κάποια διαδικασία αίτησης θα μπορούσαμε να είχαμε πρόσβαση. Κάποιοι δε εκ των καθηγητών μας ήταν κατηγορηματικοί: Απαγορευόταν διά ροπάλου η χρήση πηγών από το διαδίκτυο, φορτωνόμασταν κάτι κιλά από δισκέτες και CD, αυτές ήταν μόνο οι επιτρεπόμενες ψηφιακές πηγές. Αυτά στη Νέα Υόρκη, όχι πριν από αιώνες, αλλά πριν μόλις δυόμισι δεκαετίες. Όταν έφυγα από εκεί λίγο πριν την καταστροφή που άλλαξε τον πλανήτη, τα κινητά τηλέφωνα μόλις έκαναν δειλά-δειλά την εμφάνισή τους αντικαθιστώντας τα απαραίτητα μέχρι τότε beepers, κάτι περίεργες συσκευές που εικάζω πως έκαναν μπιπ ειδοποιώντας σε ότι σε ψάχνει κάποιος από τον τάδε αριθμό.

Αυτά, το 2000, στις ΗΠΑ, στη Νέα Υόρκη, μόλις 20 χρόνια πριν.

Βεβαίως χαριτολογώντας θα έλεγα ότι είμαι απογοητευμένος που οι «προφητείες» της σειράς ταινιών «Back to the Future» δεν επαληθεύτηκαν όπως τα ιπτάμενα αυτοκίνητα αλλά ακόμα και εκεί, αν κοιτάξεις με μια πιο προσεκτική ματιά, ένα-δυο πραγματάκια τα έχει όντως προβλέψει: Ο κόσμος οδεύει προς το διαδίκτυο των πραγμάτων, όπου όλες οι συσκευές θα είναι ταυτόχρονα συνδεδεμένες μεταξύ τους και ένα μεγάλο κομμάτι των λειτουργιών τους θα γίνεται μέσα από τεχνητή νοημοσύνη. Και, το δεύτερο, ο νταής του σχολείου, ένας μεγαλόσωμος βλαξ, όντως γίνεται Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών.
Ελπίδα και προσπάθεια: Η δημοκρατία θα επιβιώσει, αλλά πρέπει να τη βοηθήσουμε, προστατεύοντάς την από τα κινήματα μίσους

Και τώρα τι;

Θεωρώ πως κάποια πράγματα είναι προβλέψιμα όπως το ότι θα συνεχιστεί ο μετασχηματισμός πολλών υλικών πραγμάτων σε άυλα. Η ψηφιοποίηση της πραγματικότητας και η ενεργητική διασύνδεσή της με τον υπόλοιπο κόσμο είναι γεγονός σε κάποιο βαθμό σήμερα, στο μέλλον πιθανό να οδηγηθούμε σε ψηφιοποίηση των πάντων, ακόμα και της ανθρώπινης ύπαρξης.

Ο κόσμος όμως ήταν πάντα και θα είναι γεμάτος αντιφάσεις. Ενώ βρισκόμαστε σε μια περίοδο συναρπαστικής τεχνολογικής επανάστασης, την ίδια στιγμή βρισκόμαστε και ενώπιον της αποθέωσης της ανθρώπινης χαζομάρας. Ασθένειες που κόντευαν να εξαλειφθούν εμφανίζονται ξανά γιατί μια ομάδα ηλίθιων αντιεμβολιαστών πίστεψε μια περίεργη εργασία και όχι την επιστημονική συναίνεση δεκαετιών. Κλείνουν το διαδίκτυο για λόγους υγείας και δεν βλέπουν ότι η έρευνα έως τώρα δεν συγκλίνει προς αυτό. Η φωνή ενός γραφικού που θα ήταν ο καραγκιόζης του καφενείου πλέον στα κοινωνικά δίκτυα εξισώνεται και ενίοτε κυριαρχεί έναντι καταξιωμένων επιστημόνων. Εκλογικές διαδικασίες μολύνονται από κυβερνοεπιθέσεις, η ακροδεξιά ρητορική και η ρητορική μίσους ξεπλένονται στον βωμό της ελευθερίας της έκφρασης, οι κυνηγημένοι πρόσφυγες αφήνονται στις λάσπες εξισωμένοι με τους παράτυπους μετανάστες και ένα μικρό παιδί πνιγμένο σε μια πανέμορφη ακρογιαλιά. Η κλιματική αλλαγή αμφισβητείται και η θεωρία της εξέλιξης αντιμετωπίζεται ως «ακόμα μια θεωρία, ακόμα μια άποψη». Τείχη, συρματοπλέγματα, έξαρση της ξενοφοβίας και του ρατσισμού. Από την πτώση του Τείχους στο Βερολίνο, η Ιστορία μάς κοιτάζει κατάματα γελώντας σαρκαστικά, επιβεβαιώνοντας την κυκλικότητά της.

Ελπίδα ή φόβος;

Ελπίδα, σίγουρα ελπίδα. Αλλά και προσπάθεια. Η ανθρωπότητα μπορεί και θα προχωρήσει μπροστά εάν δεν αφήσουμε τη χαζομάρα να κυριαρχήσει, γι’ αυτό χρέος μας είναι να την εκθέτουμε τη χαζομάρα. Η δημοκρατία θα επιβιώσει αλλά πρέπει να τη βοηθήσουμε, προστατεύοντάς την από τα κινήματα μίσους. Η επιστήμη θα πάει την ανθρωπότητα στο μέλλον, αλλά και αυτήν πρέπει να την κάνουμε τρόπο ζωής, ασπίδα έναντι της ορδής των ηλιθίων. Τότε, ναι, μπορούμε να ελπίζουμε.

*Ο Παναγιώτης Σταυρινίδης είναι επίκουρος καθηγητής στο Τμήμα Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου Κύπρου





5-TITOS

«European Social Thought», Άλις Άτι, 2011




Η κενότητα του «καινού»: τρόποι και τόποι της «νεολαγνείας»


Του Τίτου Χριστοδούλου*


Η παλαιά ιστορία της ζήτησης και αξιοδότησης του «νέου». Και μοιάζει πια το νέο σαν νέο να μην μοιάζει. Διαστίζει τον πολιτισμικό όσο και τον κοινωνικό μας ορίζοντα, πριμοδοτημένο και υπεραξιολογημένο ως όρος αναφοράς και ζητούμενη «αυταξία», το νέο, το ρηξικέλευθο αν γίνεται, το πρωτόφαντο σαν εορτάζουσα εμπειρία, το καινοτόμο ως πρόταγμα δημιουργίας, η «δημιουργική πνοή» που φέρνει, επιγεννά το νέο ως ανταγωνιστικό πλεονέκτημα, εφόδιο επιβίωσης και προϋπόθεση προόδου, θαρραλέα, χρηματοποιημένo πια, monetized, άνοιγμα στο μέλλον.

Πώς γεννάται όμως το νέο, ως ιδέα και ως δημιουργία; Ζώντας σε έναν δεδομένο κόσμο, που επιβάλλει σε μας όπως σε όλα τα όντα τις αναγκαίες και καθολικές του αλήθειες, πώς μπορούμε να υπάρξουμε σε αυτόν παρά σαν αποδέκτες των πραγματικοτήτων του; Ποιοι είναι οι όροι διαλόγου με τον κόσμο; Εμείς κι ο κόσμος: ο κόσμος σε μας, η γνώση, αναγκαία στην αλήθεια της. Εμείς στον κόσμο: η πράξη μας, η παρέμβασή μας σε αυτόν, το αποτύπωμά μας σε αυτόν. Το χάραγμα του ονόματός μας στον βράχο του. Είναι αυτό το «νέο»; «Ουδέν καινόν υπό τον ήλιο» απεφάνθη ο προφήτης της απαισιοδοξίας, ο Εκκλησιαστής (α' 9), ξεσκονίζοντας σκωπτικά τη σκόνη μας από τον αιώνιο, σιωπηλό βράχο. Τον βράχο που απαντά με τη σιωπή του σε κάθε ερώτημά μας για νόημα, ορίζοντας το υπαρξιστικό παράλογο του Καμύ, όπου και η ίδια η πράξη αδειάζεται (στον «Ξένο» του) από νόημα σαν μια άσκοπη, μηχανική επανάληψη. Στην αριστοτελική μεταφυσική και κοσμολογία ο κόσμος είναι αιώνιος, χωρίς αρχή. Oι μορφές ή ουσίες που έρχονται σε ύπαρξη και φεύγουν, στους αιώνιους κύκλους της γένεσης και φθοράς, προέρχονται από κινητικές αιτίες στις οποίες οι μορφές προϋπάρχουν ως πρότερες, εν ενεργεία, αιτίες. Τίποτε «νέο» από το μηδέν, ex nihilo nihil.
Η παλιά ιστορία του «νέου»: Οι προτάσεις και οι ιδέες μας μπορεί να είναι άπειρα νέες, αλλά με τους όρους και τις λέξεις της δεδομένης λογικής γραμματικής της γλώσσας

Μια «Νέα» εποχή του Ανθρώπου χαιρετίστηκε ότι ανέτειλε με την έλευση του Διαφωτισμού, τον 17ο αιώνα μ.Χ., όταν η «στασιμότητα» της αριστοτελικής και χριστιανικής σχολαστικής φιλοσοφίας των ζωντανών μορφών που ζητούν να αναπτυχθούν στην προκαθορισμένη μορφή των γεννητόρων τους, το «νέο» διαιωνίζοντας το «παλαιό», ανετράπη από το σύγχρονο επιστημονικό «μηχανιστικό» κοσμοείδωλο. Το πρότυπο του κόσμου αγγειοπλάστη αντικαταστάθηκε από του «ρολογά», με την απόρριψη του αριστοτελικού Οργάνου από το «Νέο» Όργανο, «Novum Organum» του Βάκωνος, και την εκτατική ουσία του Καρτέσιου, τη «res extensa», έναν ποσοτικοποιημένο κόσμο αδιατάρακτου, σταθερού και επακριβώς μετρήσιμου ρυθμού. Ένας γνώσιμος κόσμος, με την επιστημονική σιγουριά των ασφαλών προβλέψεων. Το «νέο» εμπεδώνοντας τους τρόπους μάθησης ή αναγνώρισής του, κερδισμένους και σε διάλογο με τους τρόπους και τόπους της «παλαιάς» γνώσης: κλοτσώντας πιο δυνατά τη γη για να βρεθούμε με το άλμα μας στον αέρα – χωρίς να έχουμε, βέβαια, φύγει από τη γη.

Σε αναφορά προς την κοινωνική, πολιτική μας συνύπαρξη στην αριστοτελική «πόλη, η γέννηση του «νέου» εισάγεται από τη φιλόσοφο της «Ανθρώπινης Κατάστασης» (1958), Hannah Arendt ως μια εννοιολογική στιγμή ρήξης, όταν κάποιος γεννιέται στην πολιτική ως τη σφαίρα όπου η δράση των ανθρώπων μαζί μπορεί να δημιουργήσει το πραγματικά νέο και απροσδόκητο. Πρόκειται για μια «νέα» -στον αριστοτελισμό της- ανθρωπιστική, ουμανιστική αντίληψη της ελευθερίας που αντλεί τη δύναμή της από μια φιλοσοφική και ρητορική μεταμόρφωση του ζητήματος του ορισμού του ανθρώπου τόσο στη θεολογία όσο και τις φυσικές επιστήμες. Ως «natality», επιγέννηση του «νέου», του καινούργιου, η φιλόσοφος περιγράφει ακριβώς ως «ίδιον» του ανθρώπου την ξεκάθαρη ανθρώπινη ικανότητα να φέρνουμε στον κόσμο το νέο, το ριζοσπαστικό και το πρωτόφαντο. Είναι αυτή η διακριτή ικανότητα της επιγεννησιμότητας που μας αποσπά από τις ντετερμινιστικές αναγκαιότητες του κύκλου της ζωής και του θανάτου, ως ον που τρέχει προς τον θάνατο (του Heifegger το «zum tode», «ον προς θάνατον»), προικοδοτώντας τον άνθρωπο με την ικανότητα να διακόψει τον αναγκαίο «καταναγκαστικό» κύκλο και να αρχίσει κάτι καινούργιο, μια ικανότητα που είναι εγγενής στη ανθρώπινη «πράξη». Και μια μόνιμη υπενθύμιση ότι οι άνθρωποι, αν και πρέπει να πεθάνουν, δεν γεννιούνται για να πεθάνουν, αλλά για να ξεκινήσουν, με την «πράξη» τους πάντα στην αρχή για κάτι «νέο».

Στη νεωτερική, οικονομίστικη εποχή μας, το «νέο» έχει επιμετρηθεί και «πακετοποιηθεί» και ζυγισθεί, με όρους οικονομικού και ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος, ως «καινοτομία», κι η Αρεντιανή «επιγεννησιμότητα» ή η σχολαστική «inventio» ως δημιουργικότητα, «inventiveness». Καύσιμη ύλη στην αγχώδη «ο θάνατός σου η ζωή μου - rat race» η παραγωγός του «νέου» πιο πολύτιμη ποιότητα όλων, η δημιουργικότητα, η inventiveness ως innovation, είναι η «αποφασιστική πηγή ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος». Αυτό κατέστησε τους παρόχους του εκμεταλλεύσιμου «νέου» δημιουργικούς ανθρώπους την «κυρίαρχη τάξη» της κοινωνίας - και οι εταιρείες που επιθυμούν να εκμεταλλευτούν την κυρίαρχη δυνατότητά τους θα πρέπει να τoυς κυνηγούν οπουδήποτε πήγαν. Ως εκ τούτου, οι πόλεις και τα κράτη υποχρεώθηκαν να επαναπροσδιοριστούν και διαφημίζονται ως καταφύγια κι «ιδανικοί χώροι άνθησης και δημιουργίας» για τους ανθρώπους της καινοτομίας, της δημιουργικότητας, της παραγωγής του «νέου».

Κάποιοι παλαιολιθικοί φιλόσοφοι ίσως να επιμένουν να επερωτούν τη θεοποιημένη έννοια του «νέου», απαραίτητη πια σε κάθε εμπορική ή… πολιτική καμπάνια και διαφήμιση.

Οι προτάσεις κι οι ιδέες μας μπορεί να είναι άπειρα νέες, αλλά με τους όρους και τις λέξεις της δεδομένης λογικής γραμματικής της γλώσσας, το νέο σαν έμπνευση και δημιουργία και ρήξη ακόμη κινείται κι εκφράζεται, διέπεται τον δεδομένο και απόλυτο «λογικό χώρο». H νέα ιδέα, η πράξη της ατομικής έμπνευσης, η ρηξικέλευθη πρόταση του ριζοσπάστη ανανεωτικού δημιουργού μπορεί να συνδυάζει τον ηρωικό χαρακτήρα του προφητικού σαλπίσματος έξω από τα τείχη της Ιεριχούς, αλλά αυτό που ονομάζουμε δημιουργικότητα ζει και κινείται στη διαλογικότητα της κύρωσης των άλλων, της επαγγελματικής συναίνεσης, της «αναγνώρισής» της σαν τέτοια. Η καινοτομία, δηλαδή, υπάρχει ως κυρωμένη, μόνο όταν το δεδομένο μυαλό που την κρίνει είναι σωστά διαπιστευμένο. Αυτό που καθορίζει τη «δημιουργικότητα», με άλλα λόγια, είναι η ίδια η σύμβαση που υποτίθεται ότι το «νέο» επαναστάτησε εναντίον.

Κι οι νέες ιδέες μπορεί να μην θέλουν να έρχονται «από το πουθενά», ελεύθερες από κάθε σχέση και οφειλή στο δεδομένο και υπάρχον, αλλά να θέλουν να δείξουν νέες σχέσεις, να συγχωνεύσουν, να ανα-συνδυάσουν. Να επανεφεύρουν τον εαυτό τους ως παραβίαση, «παράνομη» διέλευση των εννοιολογικών συνόρων. Φιλοδοξούν να συμπληρώσουν τις άλλες ιδέες στον λογικό χώρο όπου διατυπώνονται και διαλέγονται, στη συμβίωση όσο και στην ανατροπή με τις άλλες νέες ιδέες ζητούν τη δική τους μέρα στον ήλιο, όσο θέλουν να προκαλέσουν, να αναταράξουν, να ανταγωνιστούν. Κι αυτή ήταν ανέκαθεν η παλιά ιστορία του «νέου».

*Ο Τίτος Χριστοδούλου είναι φιλόσοφος


Natality ή Nativity?


Της Ζέλειας Γρηγορίου*


Για τη Χάνα Άρεντ, η γεννησιμότητα (natality) είναι δυνατότητα της ανθρώπινης κατάστασης αλλά και στιγμή. Αφορά κάτι άλλο από την αναπαραγωγή του είδους και τη γέννηση παιδιών, κάτι άλλο από την αναπαραγωγή της κοινωνίας. Η γεννησιμότητα είναι η νοητική στιγμή όταν κάτι νέο γεννιέται στο πολιτικό. Το «νέο» είναι πλεονασμός. Δεν νοείται γέννηση στο πολιτικό που να μην εμπεριέχει το νέο. Το πολιτικό δεν είναι τα κόμματα, το lobbying των ΜΚΟ, ο διαμερισμός εξουσίας, το πάρε-δώσε με τον Αρχιεπίσκοπο, οι ανδρικές ομοκοινωνικές κουμπαριές, το «διαμηρίζειν» με δύο άνδρες αντικριστά για να αναγιωθούν νέοι κομματικοί άντρες το ίδιο γερασμένοι με εκείνους που θα τους αφήσουν σιγά-σιγά να μπουν κοντά. Το πολιτικό είναι μια σφαίρα όπου δρώντας μαζί η μια με την άλλη, ο ένας με τον άλλον, το πραγματικά απροσδόκητο μπορεί να γεννηθεί.

Η γεννησιμότητα δεν θα ήταν δυνατότητα αν το άτομο δεν ήταν μαζί με τον κόσμο, αν ήταν απλώς μέσα στον κόσμο, ψευδοπόδια της «κοινής γνώμης» και εντολοδόχοι του κοινού καλού όπως αυτό ορίζεται από την πολιτική ποιμαντορία. Είναι μαζί με τον κόσμο αλλά σε αυτό το «μαζί» συμμετέχει μια διαφορά, μια ασυγχρονία. Αυτή η ασυγχρονία είναι που πάλλεται όταν αρνούμαστε να συντονιστούμε με τον ανακριτικό πατριαρχικό λόγο της Αστυνομίας: «Ο κ. ΧΧΧΧΧ ρωτήθηκε κατά πόσο τον είχε απασχολήσει η συχνότητα των αναφορών για βία της ΧΧΧΧΧ στον Σταθμό και απάντησε ότι δεν υπήρχε συνεννόηση των μελών του Σταθμού με τη ΧΧΧΧΧ αφού αυτή δεν ήξερε τι ήθελε» (Πόρισμα επιτρόπου Διοικήσεως για τον θάνατο του Στυλιανού Κωσταντίνου (14 Νοεμβρίου 2019). Δεν ήξερε τι ήθελε. Βασικά, ήταν μια «πελλή». (Άραγε ήταν εκείνην τη μέρα που έτρεχε αίμα από το κεφάλι της όταν μέσα στην κοπριά που της έριξε στο κεφάλι ήταν και μια πέτρα που τη χτύπησε;). «Η εντύπωση που έδινε ήταν ότι 'ήταν μια γυναίκα που είχε προβλήματα με τον άντρα της'» (ό.π.π.) (Άραγε αυτή η «εντύπωση» ήταν που έκανε καθεμιά από 20 καταγεγραμμένες φορές που πήγε απεγνωσμένη στον αστυνομικό σταθμό να χωράει μέσα στο συρταράκι «αναφορά»;). Πόσο άψογη ήταν η συγχρονία ανάμεσα στις «εντυπώσεις» των μελών της Αστυνομίας και της πατριαρχίας ώστε το ότι «δεν της άφηκε δόνκια» (αναφορά από άτομο που την είδε μετά τον θάνατο του παιδιού της) να εκπέσει από τη σφαίρα του συμβάντος και να μην δημιουργήσει εντύπωση;
Το απροσδόκητο: H γεννησιμότητα στο πολιτικό όσον αφορά τη διαμαρτυρία ενάντια στη βία κατά των γυναικών προϋποθέτει την αποσταθεροποίηση πατριαρχικών πλαισιώσεων της πραγματικότητας

H γεννησιμότητα στο πολιτικό όσον αφορά τη διαμαρτυρία ενάντια στη βία κατά των γυναικών προϋποθέτει την αποσταθεροποίηση πατριαρχικών πλαισιώσεων της πραγματικότητας. Οι πλαισιώσεις αυτές φυσικοποιούνται ως κοινοτυπίες. «Κυρία, υπήρχε τρίτο πρόσωπο;», όταν γυναίκα καταγγέλλει βία. «Έδερέν σε πολλά;», όταν καταγγέλλει ξυλοδαρμό. «Μήπως τον επροκάλεσες τζι εσύ;», όταν καταγγέλλει απειλές κατά της ζωής της. «Eίχες πιει;», όταν καταγγέλλει βιασμό. «Μα είχε ξανακάνει σεξ παρουσία τρίτων», όταν καταγγέλλει gang rape. «Mα δεν ήταν παρθένα», όταν ζητείται μετριασμός της ποινής θύτη για σεξουαλική κακοποίηση ανήλικης. Δεν αρκεί η σκοπιά της γυναικείας εμπειρίας ή μια ανοιχτόμυαλη, προοδευτική ή ανθρωπιστική ματιά για να αμφισβητηθεί η οικονομία των «εντυπώσεων» («δεν ήξερε τι ήθελε»). Δεν αρκούν η ενσυναίσθηση ή η ευαισθητοποίηση. Χρειάζεται μια φεμινιστική επιστημολογική ματιά για να διαρραγούν οι αυτοδίκαιες εντυπώσεις όσων ορίζουν, κρίνουν και δικάζουν. Η φεμινιστική οπτική έχει το επιστημολογικό πλεονέκτημα (έτσι το λέει η Patricia Hill Collins, «πλεονέκτημα») να «μπαίνει» στα συστήματα γνώσης και στις ρυθμίσεις του αυτονόητου ως ξένη, να βλέπει πώς ο αποκλεισμός και η βία κατά των γυναικών αποτυπώνονται στα μοτίβα που σχηματίζουν τα κυρίαρχα πιστεύω και συμπεριφορές. Η ξένη οπτική, λέει η Sandra Harding, μπορεί να διακρίνει τα μοτίβα που σχηματίζουν τα πιστεύω και οι συμπεριφορές των κυρίαρχων θεσμών τα οποία είναι δύσκολο να δουν εκείνοι που είναι εμβυθισμένοι μέσα σε ή/και ταυτισμένοι με αυτούς τους θεσμούς. Ο φεμινισμός είναι συνθήκη για τη συνέργεια της ασυγχρονίας αυτής της οπτικής με πολιτικό αίσθημα (ο θυμός είναι πολιτικό αίσθημα, δεν είναι γυναικεία ασθένεια) και διάθεση για δράση. Ο φεμινισμός, λέει και πάλι η Harding, «διδάσκει γυναίκες (και άντρες) να βλέπουν την ανδρική υπεροχή (supremacy) και τις κυρίαρχες μορφές έμφυλων προσδοκιών, προσδοκιών από τα φύλα και τις κοινωνικές σχέσεις ως τα/τις γκροτέσκο πιστεύω και πρακτικές μιας κοινωνικής τάξης που είναι «άλλη» σε μας. Αυτή (η τάξη) είναι «τρελή», όχι εμείς». Αυτή η τάξη, όχι μόνο θεωρεί ότι ορίζει την τάξη του λόγου για τον βιασμό («ΑΠΟΔΕΧΤΗΚΕ να πάει με ΔΥΟ, και βρέθηκαν και οι άλλοι στο δωμάτιο να βιντεοσκοπούν! ΑΡΑ δεν μιλάμε για βιασμό».). Αυτή η τάξη αισθάνεται ότι δικαιωματικά ασκεί τιμωρητικό βιασμό σε μια γυναίκα της οποίας η καταγγελία βιασμού κρίνεται ψευδής μέσω reductio ad absurdum: δεν γίνεται αυτή που παραδέχεται ότι αποδέχτηκε «να πάει με ΔΥΟ» (πότε; πού; δεν διευκρινίζεται, ούτε κρίνεται ότι πρέπει να διευκρινιστεί αφού ΗΔΗ κρίνεται ότι παρέκκλινε) να καταγγέλλει gang rape. Το reductio δεν είναι και τόσο reductive: σταματά εκεί που αρχίζει η ορθοδοξία ότι του κράτους δικαίου υπερέχει ο μηδενισμός του κινδύνου να «διέλυε τις οικογένειες δέκα Ισραηλινών ανδρών».

Δεν γίνεται να μπορεί να κρατηθεί η γεννησιμότητα στο πολιτικό χωρίς παρέκκλιση. Η παρέκκλιση την οποία δεν ξέρουμε ακόμη αν θα επιφέρει το Δίκτυο Ενάντια στη Βία κατά των Γυναικών, εντός του και ανάμεσα σε αυτό και την «κοινή γνώμη» μιας κρίσιμης μάζας που θέλει να ελκύσει κοντά του, είναι η παρέκκλιση από την αξιακή κυριαρχία του οικογενειακού προσδιορισμού της τάξης των φύλων. Ότι η γυναίκα υπόκειται σεξουαλικά στον άνδρα μέσω ενός γαμήλιου (με την έννοια του καταμερισμού των ρόλων κι όχι ειδικά του θεσμού του γάμου) συμβολαίου. Από αυτή τη ρύθμιση των ζητημάτων αναπαραγωγής της ζωής και δικαιώματος των γυναικών στο σώμα τους δεν παρέκκλιναν ούτε οι πατέρες της νεωτερικής πολιτικής θεωρίας, ακόμη κι όταν διαφώνησαν με τον Filmer υποστηρίζοντας ότι το κοινωνικό συμβόλαιο και όχι ο Δεκάλογος (Τίμα τον μονάρχη ως πατέρα σου) αποτελεί τη βάση της πολιτικής ζωής και του αποκλεισμού της ζωής των γυναικών ως πεδίου διεκδίκησης στην επικράτεια του πολιτικού. Η γεννησιμότητα στο πολιτικό στην Κύπρο μπορεί να πάρει την ορμή ενός φεμινιστικού κινήματος αν παρεκκλίνει. Αυτό θα φανεί περισσότερο στους δρόμους και στο κινηματικό παρά στις συναντήσεις με φορείς πολιτικής σε γραφεία. Η σκηνή της γέννησης (Nativity) εντός της αγίας οικογένειας, για οικογένεια, θα επικρατήσει. Το απροσδόκητο όμως μπορεί να προκύψει. Ήδη προέκυψε, με τη σύσταση του Δικτύου Ενάντια στη Βία κατά των Γυναικών, η νοητική στιγμή όταν δρώντας μαζί η μια με την άλλη κάτι νέο γεννιέται στο πολιτικό.

*Η Ζέλεια Γρηγορίου είναι αναπληρώτρια καθηγήτρια στο Τμήμα Επιστημών της Αγωγής του Πανεπιστημίου Κύπρου



6-ZELIA

«Το κίνημα», Μαρσέλ Ντζαμά, 2004




Μια νέα μορφή πολιτικοποίησης


Του Ευάγγελου Αρεταίου*


Οι περισσότεροι θαμώνες γύρω μου είναι νέοι, είκοσι με τριάντα χρονών. Μιλάω με πολλούς από αυτούς, έχουν σπουδάσει, εργάζονται και είναι πολύ συνειδητοποιημένοι καταναλωτές, προσέχοντας να αποφεύγουν την υπερκατανάλωση, να αγοράζουν ρούχα από δεύτερο χέρι, να ταξιδεύουν φτηνά και οικολογικά και να στηρίζουν τις τοπικές οικονομίες και τους τοπικούς παραγωγούς.

Τα τελευταία χρόνια έχω βρεθεί σε πάρα πολλά παρόμοια καφέ, από το Ταλίν μέχρι το Μπέλφαστ και από το Σαράγεβο μέχρι το Γιαζντ, στην ιρανική έρημο. Και κάθε φορά συναντώ τον ίδιο τύπο νέων, ο καθένας βέβαια με κάποια «τοπικά» χαρακτηριστικά και ευαισθησίες, αλλά όλοι τους με μια κοινή ταυτότητα γύρω από τις ίδιες ευαισθησίες οι οποίες πολύ συχνά, αν όχι πάντα, συνδυάζουν νέους τρόπους κατανάλωσης με σεβασμό στο περιβάλλον και τους τοπικούς παραγωγούς, αιτήματα για περισσότερη δημοκρατία, κοινωνική δικαιοσύνη και ανθρώπινα δικαιώματα και μια πολύ ευρεία γνώση και ενασχόληση με τα όσα διαδραματίζονται στη διεθνή σκηνή και σε άλλες χώρες.

Στην Ευρώπη, όπου η δημοκρατία και τα ανθρώπινα δικαιώματα θεωρούνται, κακώς, δεδομένα, οι ευαισθησίες των νέων επικεντρώνονται περισσότερο στο κλίμα και στις μορφές κατανάλωσης, ενώ όσο περισσότερο προβληματική είναι η κοινωνική, οικονομική και πολιτική κατάσταση, τόσο περισσότερο οι νέοι συνδυάζουν τις ευαισθησίες για το κλίμα και τις νέες μορφές κατανάλωσης με πολιτικά και κοινωνικά αιτήματα.
Οι νέοι ως πόλοι αλλαγής: Το κλίμα αποτελεί έναν κοινό τόπο, εκφράζοντας έτσι τις υπαρξιακές σχεδόν ανησυχίες των νέων για το μέλλον τους και το μέλλον της ανθρωπότητας, και συνδυάζεται πάντα με νέες μορφές κατανάλωσης

Οι ευαισθησίες για το κλίμα αποτελούν έναν κοινό παρονομαστή μιας νέας μορφής πολιτικοποίησης των νέων, καθώς συνδυάζεται η παγκοσμιοποίηση -με τη θετική της έννοια, δηλ. ενός παγκόσμιου δικτύου ιδεών και τρόπων δράσης- με το τοπικό, με τη θετική έννοια της φροντίδας για τις τοπικές κοινωνίες.

Το κλίμα αποτελεί έναν κοινό τόπο, εκφράζοντας έτσι τις υπαρξιακές σχεδόν ανησυχίες των νέων για το μέλλον τους και το μέλλον της ανθρωπότητας, και συνδυάζεται πάντα με νέες μορφές κατανάλωσης. Ένα σημαντικό κομμάτι των νέων γενιών -ποιοτικά και όχι απαραίτητα ποσοτικά- βρίσκεται ήδη στον αντίποδα των μορφών κατανάλωσης των παλαιότερων γενιών, αποφεύγοντας και στιγματίζοντας την υπερκατανάλωση και δίνοντας κεντρικό ρόλο στην ανακύκλωση και στην επαναλαμβανόμενη και μακρόχρονη χρήση ενδυμάτων και άλλων αγαθών.

Μέσα από αυτές τις κεντρικές ιδέες, που είναι παράλληλα και νέοι τρόποι ζωής, οι νέες γενιές μετατρέπονται σταδιακά σε πόλους αλλαγής, μετάλλαξης των κοινωνιών τους, χωρίς φυσικά ακόμα να μπορεί κανείς να προβλέψει αν οι ιδέες και οι καινούργιοι τρόποι ζωής θα εξαπλωθούν σε μεγαλύτερα κομμάτια των κοινωνιών τους ή όχι. Σίγουρα, όμως, οι βαθιές αλλαγές στην οικονομία και στα συστήματα κοινωνικής ασφάλισης στην Ευρώπη αλλά και το κύμα εθνικισμού και λαϊκισμού που μεγαλώνει και που καλύπτει, με διαφορετικές μορφές, όλη τη γεωγραφία της Ευρώπης και της γειτονιάς της, δίνουν τροφή στις νέες αυτές γενιές καθώς ο κίνδυνος οικονομικών, κοινωνικών και πολιτικών αδιεξόδων μεγαλώνει καθημερινά.

Η ιδεολογική μετατόπιση που καταγράφεται από την καρδιά της Ευρώπης μέχρι το Ιράν, το Ιράκ, την Ουκρανία και τις χώρες της Βορείου Αφρικής, αλλά και τη Βόρειο και Νότιο Αμερική, είναι ουσιαστικά ένα κοινό, παγκόσμιο και παγκοσμιοποιημένο κίνημα. Χωρίς ακόμα ηγέτη, ίσως με ορισμένες εν δυνάμει ηγετικές μορφές, αλλά με νέες γενιές που έχουν μια πολύ διαφορετική ικανότητα προσαρμογής στις διαρκώς εναλλασσόμενες κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες και με μια πρωτοφανή δύναμη δημιουργικότητας και καινοτομίας.

*Ο Ευάγγελος Αρεταίος είναι δημοσιογράφος - ανταποκριτής σε θέματα ΕΕ και Μέσης Ανατολής



Στην πόλη, αλλιώς


Της Χαράς Κούκη*


Την τελευταία δεκαετία ο τρόπος που κινητοποιούμαστε συλλογικά στην πόλη άλλαξε ριζικά και μαζί με αυτόν και το πώς βιώνουμε την αντίσταση και τον δημόσιο χώρο. Διαμαρτυρία μέχρι πρόσφατα σήμαινε σχεδόν αποκλειστικά απεργίες, διαδηλώσεις, επετειακές πορείες, ταραχές στον δρόμο, ακόμα και συμπλοκές μπροστά στη Βουλή, συνθήματα σε τοίχους και σε στόματα, έντονες λογομαχίες και αντιθετικά επιχειρήματα. Οι μαζικές, συγκρουσιακές και συχνά βίαιες διεκδικητικές μορφές συλλογικής δράσης χρησιμοποιούν τον δημόσιο χώρο για να γίνουν ορατές και τον λόγο για να ακουστούν, να πείσουν και να αντισταθούν σε ό,τι θεωρούν άδικο, παράνομο ή κατασταλτικό.

Πριν από κάποια χρόνια, ωστόσο, το ίδιο «κίνημα κατά της λιτότητας» μετασχηματίστηκε οργανικά και άρχισε να παίρνει τη μορφή πρωτοβουλιών αλληλεγγύης, οι οποίες υπήρξαν εξίσου μαζικές και συνάμα διεκδικητικές. Οι κοινότητες έπαψαν απλώς να διεκδικούν την αλλαγή και αυτοοργανώθηκαν ώστε οι ίδιες να την επιφέρουν: πολλαπλασιάστηκαν έτσι δράσεις και δομές αλληλεγγύης ανά τις γειτονιές, όπως αλληλέγγυα σχολεία και συλλογικές κουζίνες, κοινωνικά ιατρεία και φαρμακεία, αγορές χωρίς μεσάζοντες και χαριστικά παζάρια, κολεκτίβες εργασίας και καταλήψεις προσφύγων. Αρχίσαμε να βρισκόμαστε σε κτήρια και πλατείες που δεν είχαμε ώς τότε παρατηρήσει, μακριά από το κέντρο της πόλης και τη δημοσιότητα. Αντίσταση για κάποια χρόνια ήταν να μην μείνουμε μόνοι και μόνες αλλά να βγούμε έξω από τα σπίτια μας και να μαγειρέψουμε για πολλούς και για αγνώστους, να βρούμε φάρμακα, φαγητά, ρούχα και στέγη, να φροντίσουμε αρρώστους, ηλικιωμένους, παιδιά και κυρίως να σχετιστούμε με όσους έχουν ανάγκη και μεταξύ μας. Διεκδίκηση μιας καλύτερης καθημερινότητας σήμαινε να γυρίσουμε στις γειτονιές μας, να νοιαστούμε, να ακούσουμε όσους σιωπούν, να κοιτάξουμε εκεί που δεν βλέπαμε, να χωρέσουμε όσους δεν χωράνε πουθενά. Αυτές οι πρακτικές, που παραδοσιακά αφορούν τις γυναίκες και τα νοικοκυριά, τα οικογενειακά και προσωπικά δίκτυα, έγιναν πολλές και συλλογικές, ριζοσπαστικοποιήθηκαν και κατέλαβαν τον αστικό ιστό - αν και παρέμειναν λίγο ορατές και καθόλου ηχηρές, όπως συμβαίνει συνήθως με τον έμφυλο παράγοντα στη ζωή μας. Κι έτσι η πόλη δεν κατέρρευσε, ακριβώς γιατί άρχισε να μας ανήκει.
Νέες κοινότητες: Από την Αθήνα στο Σαντιάγκο και στη Μαδρίτη, μοιάζει σαν να παίρνει μορφή μια κινητοποίηση που ξεκίνησε από τις γυναίκες όμως δεν αφορά αποκλειστικά μόνο αυτές, αλλά αντίθετα έναν άλλο τρόπο να συνυπάρχουμε, να ανήκουμε και να διεκδικούμε

Οι νέες κοινότητες που δημιουργήθηκαν στην Αθήνα και αλλού ενδυνάμωσαν τις γειτονιές και ώς έναν βαθμό, έστω και άρρητα, ταρακούνησαν τα υπάρχοντα (πατριαρχικά) πρότυπα συνύπαρξης και διεκδίκησης. Ο συνήθης πρωταγωνιστικός ρόλος του αριστερού ή αναρχικού ακτιβιστή στο πεδίο της διαμαρτυρίας αμφισβητήθηκε στην πράξη: η σύγκρουση στον δρόμο, οι διεκδικήσεις προς το κράτος, η συνδικαλιστική πρακτική τέθηκαν σε δεύτερη μοίρα σε σχέση με εργασίες αναπαραγωγής και σχέσεις αλληλεγγύης. Οι γειτονιές και οι πόλεις μετατράπηκαν σε νοικοκυριά, κι όλοι εμείς -κι όχι μόνο οι γυναίκες- σε φροντιστές της κοινότητάς μας που αντιστάθηκε στην κρίση. Την ίδια περίοδο, στην Ισπανία κερδίζει ολοένα και περισσότερο έδαφος η ονομαζόμενη «θηλυκοποίηση της πολιτικής»: Μια τέτοια αλλαγή ξεκινάει από τη συμπερίληψη περισσότερων γυναικών σε δημόσια αξιώματα, ωστόσο δεν σταματάει εκεί. Αναφέρεται σε κάτι πολύ πιο ευρύ, στην αμφισβήτηση της πατριαρχικής λογικής που τόσο δομικά και «φυσιολογικά» διαπερνάει την καθημερινότητά μας. Αυτό θα γίνει, λόγου χάρη, αν αρχίσουμε και αμφισβητούμε ποιοι είναι αυτοί που θεωρούνται κάθε φορά ειδικοί, ικανοί να μας αντιπροσωπεύσουν ή νομιμοποιημένοι να μας εξηγούν τι συμβαίνει γύρω μας. Εάν αμφισβητήσουμε συμπεριφορές στον δημόσιο χώρο που επιβραβεύουν τον ανταγωνισμό, την επιθετικότητα, την αίσθηση του κατεπείγοντος, την ιεραρχία και την ομοιογένεια, που αποτρέπουν τις γυναίκες αλλά και όσους δεν αισθάνονται αρκετά «ικανοί» να εμπλακούν στα κοινά. Εάν, αντίθετα, στρέψουμε την προσοχή μας σε αυτούς που ενώ βρίσκονται δίπλα μας παραμένουν αόρατοι και χωρίς φωνή. Εάν συνδέσουμε τη ριζοσπαστική σκέψη με τοπικά ζητήματα και καθημερινά θέματα. Εάν επιτρέψουμε να υπάρξουν διάλογος, συλλογικότητα, οριζοντιότητα, συμμετοχή του καθενός και της καθεμιάς στην πολιτική, στον βαθμό και με τον τρόπο που μπορεί.

Αυτή η θέση δεν υποστηρίζει ότι οι γυναίκες έχουν από τη «φύση τους» άλλες ιδιότητες από τους άντρες, αλλά ότι έχει επικρατήσει μια «αντρική», ιδεατή αντίληψη για την πολιτική, ταυτισμένη με μια σειρά από συμπεριφορές και αρχές οι οποίες αποκλείουν ανθρώπους, δεξιότητες και ομάδες ανεξαρτήτως φύλου. Από το Σαντιάγκο της Χιλής στους δρόμους της Μαδρίτης, το τελευταίο διάστημα γινόμαστε μάρτυρες μιας σειράς κινητοποιήσεων, που άλλοτε μοιάζουν και συχνά διαφέρουν, και οι οποίες αυτοπροσδιορίζονται λιγότερο ή περισσότερο (ή και καθόλου) ως φεμινιστικές. Αν σε κάτι μοιάζει να τέμνονται, ωστόσο, είναι στο ότι δεν δίνουν διαφορετικές απαντήσεις, αλλά συν-θέτουν άλλου τύπου ερωτήματα. Μοιάζει, έτσι, σαν να παίρνει μορφή μια κινητοποίηση που ξεκινά από τις γυναίκες όμως δεν αφορά αποκλειστικά μόνο αυτές, αλλά αντίθετα έναν άλλο τρόπο να συνυπάρχουμε, να ανήκουμε και να διεκδικούμε, έναν μετασχηματισμό της πόλης σε χώρο που ακούει, συμπεριλαμβάνει και φροντίζει. Μπροστά στα τόσα αδιέξοδα που μας ορίζουν καθημερινά και πιεστικά χρειάζεται να σταθούμε για λίγο και να ξαναβρεθούμε αλλιώς, κι ίσως ήδη να ξέρουμε πώς.

*Η Χαρά Κούκη είναι ερευνήτρια στο Newcastle University, διδάσκουσα στο Ελληνικό Ανοιχτό Πανεπιστήμιο, μέλος του Open Lab Athens


8-opisthofyllo

«The Birth of Occupy», Ρόνι Γκούντμαν, 2011

Πολιτική Δημοσίευσης Σχολίων
Οι ιδιοκτήτες της ιστοσελίδας parathyro.politis.com.cy διατηρούν το δικαίωμα να αφαιρούν σχόλια αναγνωστών, δυσφημιστικού και/ή υβριστικού περιεχομένου, ή/και σχόλια που μπορούν να εκληφθεί ότι υποκινούν το μίσος/τον ρατσισμό ή που παραβιάζουν οποιαδήποτε άλλη νομοθεσία. Οι συντάκτες των σχολίων αυτών ευθύνονται προσωπικά για την δημοσίευση τους. Αν κάποιος αναγνώστης/συντάκτης σχολίου, το οποίο αφαιρείται, θεωρεί ότι έχει στοιχεία που αποδεικνύουν το αληθές του περιεχομένου του, μπορεί να τα αποστείλει στην διεύθυνση της ιστοσελίδας για να διερευνηθούν. Προτρέπουμε τους αναγνώστες μας να κάνουν report / flag σχόλια που πιστεύουν ότι παραβιάζουν τους πιο πάνω κανόνες. Σχόλια που περιέχουν URL / links σε οποιαδήποτε σελίδα, δεν δημοσιεύονται αυτόματα.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ