Λογοτέχνες από Κύπρο και Ελλάδα μιλούν στο ΚΥΠΕ για την εποχή του μεγάλου λοιμού|Μέρος 1ο

ΠΑΡΑΘΥΡΟ Δημοσιεύθηκε 31.3.2020

Λογοτέχνες από Κύπρο και Ελλάδα μιλούν στο ΚΥΠΕ είτε με την ιδιότητα τους ως ενεργοί πολίτες, είτε με τον αλληγορικό τους λόγο, είτε ακόμα ποιητικά, για τους ακραίους καιρούς που βιώνει η ανθρωπότητα εξαιτίας του θανατηφόρου λοιμού που αποκαλείται κορωνοϊός και κάνει ακόμη και υπερδυνάμεις να λυγίζουν, αλλά και τον άνθρωπο ως συγκροτημένο, εξοπλισμένο και κυρίαρχο, υποτίθεται ον, του πλανήτη, να σβήνει μέσα σε οιμωγές.


Υπάρχει όμως αισιοδοξία; Πάντοτε, συχνά, με βαρύτατες απώλειες, καταφέρναμε να επιβιώνουμε μέσα από μείζονες συμφορές. Θα τα καταφέρουμε και τώρα; Και ποιος κόσμος θα αναδυθεί μετά το τέλος κι αυτής της λαίλαπας; Η λογοτεχνία και δη η μεγάλη λογοτεχνία ποτέ δεν απαντά σε ερωτήματα, αντίθετα, τα θέτει, με τρόπο διαχρονικό και ενίοτε, αναπάντεχο. Ωστόσο, με τον αντισυμβατικό και εμπνευσμένο τους λόγο και την πολυπρισματική τους οπτική των πραγμάτων, οι λογοτέχνες από τους οποίους ζήτησε το ΚΥΠΕ να "καταθέσουν" τις λέξεις τους, φωτίζουν ένα μεγάλο μέρος της αλήθειας που μας έφερε ως εδώ, δια μέσου των αιώνων, έγκλειστους, λαβωμένους ή τραυματισμένους μεν, ακλόνητους δε φορείς της ζωής, που υπερισχύει κάθε καταστροφικής επίδρασης οποιουδήποτε λοιμού ή άλλης εκτεταμένης καταστροφής.

Το αφιέρωμα θα παρουσιάζεται από το ΚΥΠΕ σε συνέχειες, ανά τέσσερις λογοτέχνες κάθε φορά. Σήμερα φιλοξενούνται οι Αλεξάνδρα Γαλανού, Αντώνης Σκιαθάς, Ανδρέας Καρακόκκινος και Αλεξάνδρα Ζαμπά.

Αλεξάνδρα Γαλανού: «Μήνυμα στον Μεγάλο Αδελφό»

Η ποιήτρια Αλεξάνδρα Γαλανού στέλνει μήνυμα στον Μεγάλο Αδελφό και του ζητά να της επιτρέψει να πάει περίπατο στη γειτονιά και εξωτερικεύει την επίδραση του ολέθρου που παρακολουθεί, πάνω της.

Γράφει: «Είναι πολύ ευγενικός και δεν μου αρνήθηκε ούτε μια φορά μέχρι τώρα. Έτσι κι εγώ κάθε απόγευμα ανοίγω την πόρτα του εγκλεισμού μου και προχωρώ με τολμηρά βήματα. Κάνω κύκλους στο τετράγωνο, συναντώ τις αναμνήσεις μιας αλλοτινής ζωής , ξορκίζω τους παλιούς μου δαίμονες και κρατώ σφιχτά από το χέρι όλες τις απουσίες και τα κενά που μου άφησαν. Προσπαθώ απέλπιδα να κάνω όνειρα για το αύριο, αλλά δυσκολεύομαι γιατί δεν ξέρω πότε θα έρθει αυτό το αύριο, είναι και αυτή η χρονική αοριστία που με τυραννάει... Τέλος πάντων, αποφασίζω να επιστρέψω σπίτι. Κουβαλώντας μέσα μου λίγο από το άρωμα άνοιξης που δραπέτευσε στον δρόμο μπαίνω στη μυρωδιά κλεισούρας που έχει πεισματικά κολλήσει στους τοίχους του σπιτιού, ακόμη και με ανοικτά παράθυρα».

Στη συνέχεια, ανοίγει την τηλεόραση με την οποία, όπως αναφέρει, έχει αναπτύξει τελευταίως μια σχέση εχθρού/φίλου ή μάλλον φίλου/ εχθρού /συντρόφου. «Παρακολουθώ τα φέρετρα που στριμώχτηκαν σε στρατιωτικά καμιόνια στην Ιταλία, τόσες χιλιάδες οι νεκροί, τόσοι οι διασωληνωμένοι σήμερα, τόσα νέα κρούσματα κοντά μας και οι λοιμωξιολόγοι εξηγούν, ταξινομούν και μεταφράζουν αριθμούς. Κι εγώ σαν να έχω πάθει μια ανοσία με τους αριθμούς, που κάθε μέρα μου αραδιάζουν, δεν θέλω να τους αγγίξω,  με πονούν, απομακρύνομαι, φοβάμαι …»

Αντώνης Σκιαθάς: «Ημερολογιακές Σημειώσεις Εγκλεισμού»

Ο Πατρινός ποιητής Αντώνης Σκιαθάς στις «Ημερολογιακές Σημειώσεις Εγκλεισμού», ένα κείμενο συγκινητικό, μιλά για μέρες που περιγράφεται η μοναξιά ως ευλογία, αφού είναι πλέον η καθημερινότητά μας. «Ο ηθελημένος εγκλεισμός, αναφέρει, είναι ο τρόπος που επικαιροποιεί τη μοναδικότητα του βίου. Η κατοικία μας για πρώτη φορά, μετά από δεκαετίες, γίνεται ξανά ο χώρος προστασίας μας, γίνεται η «αγορά» της οικογένειάς μας, γίνεται η ασφάλεια από την επιδημία που θερίζει ανθρώπινα σώματα και ανατρέπει ανθρώπινες ψυχές. Ο συνάνθρωπος, ο γείτονας, ο συγγενής, για πρώτη φορά, με τόσο έντονο τρόπο στους τελευταίους δύο αιώνες, γίνεται «ο κίνδυνος» για την ύπαρξη της ακεραιότητάς μας. Στο «πανηγύρι» αυτό της μοναχικότητας, συνεχίζει, όρισα τον τρόπο του ζειν, όπως αυτόν τον διαμορφώνει η πανδημία του ιού μέσα στο σπίτι μου με τους κώδικες που ο χρόνος των δραστηριοτήτων μου επιτρέπει. Η οικία μου έγινε και πάλι ο τόπος λατρείας της μνήμης των παρελθόντων χρόνων όλης της οικογένειας, οι φωτογραφίες, οι επιστολές, οι μαρτυρίες της ζωής μας όλα αυτά τα χρόνια, ήρθαν ξανά στο προσκήνιο. Το καθημερινό μεσημεριανό τραπέζι και το επίσημο της Κυριακής, είναι απ’ αυτά όπου η οικογένεια μπορεί ξανά να συνομιλήσει με τον τρόπο που ιεραρχείται ο καθημερινός βίος και ο φόβος πλέον του θανάτου».

Ο εγκλεισμός, γράφει ο Αντώνης Σκιαθάς, διαστέλλει τον χρόνο και δημιουργεί όλα εκείνα που μπορούν να γίνουν η συντροφιά σ’ αυτήν την πρωτόγνωρη κατάσταση που ζει όλη η οικογένεια, ταυτόχρονα, στον ίδιο χώρο. Οι εικοσιτέσσερις ώρες της ημέρας γίνονται πλέον το ενοποιημένο χρονικό περιβάλλον μου που μέσα σ’ αυτό διαμορφώνω όλες τις λειτουργίες της καθημερινότητάς μου. Η τηλεργασία, το διάβασμα, το γράψιμο, είναι τα κυρίαρχα αυτής της περιόδου. Η γραφή, γίνεται πλέον εκείνος ο τόπος συνομιλίας μέσα από τις καθημερινές ημερολογιακές σημειώσεις για τον ηθελημένο εγκλεισμό. Το διάστημα από τις 2 τα μεσάνυχτα μέχρι τις πρώτες πρωινές ώρες είναι λυτρωτικό για ν’ αποτυπωθούν αυτές οι σκέψεις, οι συνομιλίες με το έσω και ταυτόχρονα να καταγραφούν οι συμπεριφορές της ψυχής σε μια κατάσταση οδύνης για τη ζωή. Ο ύπνος είναι λιγοστός. Η περιγραφή του φωτός μέσα από τους περιπάτους στα αίθρια των μπαλκονιών της πολυκατοικίας είναι η καθημερινότητα με τον έξω κόσμο», καταλήγει.

Ανδρέας Καρακόκκινος: «Μνήμες Εγκλεισμών»

Ο Κύπριος ποιητής Ανδρέας Καρακόκκινος, που διαμένει μόνιμα στη Θεσσαλονίκη από το 1974, στο κείμενο του «Μνήμες Εγκλεισμών», μιλά κι αυτός για τις ατέλειωτες οι ώρες του υποχρεωτικού δικού του εγκλεισμού στο σπίτι, και προχωρεί σε συσχετισμούς με εγκλεισμούς του παρελθόντος.

«Κι οι ώρες της περισυλλογής ατέλειωτες κι αυτές αφήνουν τη μνήμη ελεύθερη να ταξιδέψει και να θυμηθεί κάποιους άλλους εγκλεισμούς που ζήσαμε πολλά χρόνια πριν και με διαφορετική αιτία κάθε φορά. Γυρνώντας η μνήμη στα παιδικά τα χρόνια σταματά πάντα προς το τέλος της αγγλοκρατίας στη Κύπρο όπου μαθητής τότε στις πρώτες τάξεις του δημοτικού, θυμάμαι το «κέρφιου» των Εγγλέζων, τους στρατιώτες να μπαίνουν στα σπίτι για έρευνα, και τις λίγες ώρες που επέτρεπαν να ανοίξουν κάποια καταστήματα και να πάνε γυναίκες και παιδιά για ψώνια», σημειώνει.

«Επιστρέφει» στην εποχή της δικτατορίας στην Ελλάδα όταν εκείνος ήταν φοιτητής στη Θεσσαλονίκη και στέλνει μήνυμα αισιοδοξίας. «Νοέμβρη του 73 ξεκινούν τα γεγονότα του Πολυτεχνείου σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη. Ακολουθεί η κατάληψη των σχολών από τον στρατό και η επιβολή από τη χούντα κατ’ οίκον περιορισμού.  Φοιτητές εμείς τρώγαμε έξω και έτσι στο σπίτι δεν είχαμε τίποτα φαγώσιμο. Ευτυχώς που οι οικογένειες -συγκάτοικοι στην οικοδομή μάς μοίραζαν φαγητό όλες τις μέρες του περιορισμού. Και να που ξαναζούμε τον εγκλεισμό τον 21ον αιώνα. Θα τα καταφέρουμε και πάλι», καταλήγει.

Αλεξάνδρα Ζαμπά: «Θνητοί Θεοί»

H λογοτέχνιδα και μεταφράστρια Αλεξάνδρα Ζαμπά από τη Ρώμη και την καθημαγμένη Ιταλία, όπου διαμένει μόνιμα, στο κείμενο που έγραψε για το ΚΥΠΕ «Θνητοί Θεοί», εξομολογείται:

«Στον άνισο πλούτο και χλιδή των ημερών μας, πέρασα από άνυδρες, επικίνδυνες περιοχές, όπου η ιατρική ετυμηγορία, με απρόσμενη κλωτσιά στο στομάχι, με δίπλωσε, μια γροθιά στο πρόσωπο, και το αίμα χύθηκε παντού, το κεφάλι ξεκόλλησε, δεν ήξερα πού να βάλω τα χέρια μου, σκεφτόμουν μόνον τη μάνα μου, που καθόταν έξω στο παγκάκι. Η μόνη σκέψη ήταν πώς θα της εξηγούσα την ασθένεια που καιρό τώρα τη βασάνιζε, διότι έφτασα μέχρις εκεί απροετοίμαστη. Τώρα που τα χρόνια πέρασαν, και τη μάνα τη χάσαμε, πάλι απροετοίμαστη με βρήκε ο νέος μικροσκοπικός ιός. Όπως τότε, τραντάχτηκα, όπως τότε, μπήκα στον μυστηριώδη κόσμο του διάδικου, όπου ο εξαιρετικός κορωνοϊός, μας περιτύλιξε όλους στο κουκούλι του. Μας τράβηξε πάνω του βάναυσα, αποδίδοντάς μας ειδικό φόρο τιμής να συγκατοικήσουμε μαζί του στο πολυτελέστατο σπίτι μας, θεσμοφύλακας της ζωής και της σαβούρας που χρόνια τώρα κουβαλάμε μαζί μας. Πηγαινοέρχεται γύρω γύρω, μας τυλίγει με ένα υπνωτικό νήμα, μας τραβάει πάνω του, ώσπου σφηνώνεται στο στόμα μας και υπογράφει το χαρτομάνι για το ληξιαρχείο».

Η Ζαμπά βιώνοντας από κοντά και σε υπερθετικό βαθμό, τη θεομηνία που πλήττει την ανθρωπότητα, πιστεύει ότι ο άνθρωπος είναι θνητός θεός:

«Εμείς στα τυφλά, με χρεωκοπημένες προσδοκίες, μόνοι στη σιγαλιά, αναχωρούμε γυμνοί, αφήνοντας όλα στη μέση. Μένουν πίσω μας τα χρόνια της ενοχής και η έμμονη σκέψη ότι είμαστε μόνο θνητοί θεοί».

(ΣΣ: Αύριο: Σωτήρης Παστάκας, Φροσούλα Κολοσιάτου, Κυριάκος Στυλιανού, Νένα Φιλούση)

(ΚΥΠΕ/ΓΧΡ/ΓΒΑ)

Πολιτική Δημοσίευσης Σχολίων
Οι ιδιοκτήτες της ιστοσελίδας parathyro.politis.com.cy διατηρούν το δικαίωμα να αφαιρούν σχόλια αναγνωστών, δυσφημιστικού και/ή υβριστικού περιεχομένου, ή/και σχόλια που μπορούν να εκληφθεί ότι υποκινούν το μίσος/τον ρατσισμό ή που παραβιάζουν οποιαδήποτε άλλη νομοθεσία. Οι συντάκτες των σχολίων αυτών ευθύνονται προσωπικά για την δημοσίευση τους. Αν κάποιος αναγνώστης/συντάκτης σχολίου, το οποίο αφαιρείται, θεωρεί ότι έχει στοιχεία που αποδεικνύουν το αληθές του περιεχομένου του, μπορεί να τα αποστείλει στην διεύθυνση της ιστοσελίδας για να διερευνηθούν. Προτρέπουμε τους αναγνώστες μας να κάνουν report / flag σχόλια που πιστεύουν ότι παραβιάζουν τους πιο πάνω κανόνες. Σχόλια που περιέχουν URL / links σε οποιαδήποτε σελίδα, δεν δημοσιεύονται αυτόματα.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ