Παράθυρο logo
ΕΚΑΤΕ σε νέες περιπέτειες
Δημοσιεύθηκε 19.03.2013
ΕΚΑΤΕ σε νέες περιπέτειες

Γράφουν οι Χριστίνα Λάμπρου και Μερόπη Μωυσέως


Δημιουργώντας αναταραχή ανάμεσα στα μέλη του, το νέο δ.σ. του ΕΚΑΤΕ προχώρησε στην αναστολή της συνεργασίας του με το σύνδεσμο των Τουρκοκύπριων καλλιτεχνών [ΕΜΑΑ].


Η πρωτοφανής κίνηση για το παραδοσιακά φιλικό προς τη δικοινοτική συνεργασία επιμελητήριο φέρνει στην επιφάνεια ερωτήματα σε σχέση με τον ρόλο, τη θέση του αλλά και ενδεχόμενες αλλαγές. Το πρόσφατα εκλεγμένο δ.σ. προσκαλεί, πάντως, το ΕΜΑΑ να συστεγαστεί μαζί του, εφόσον το πρόβλημα εντοπίζεται στο ότι το οίκημα όπου στεγάζεται ανήκει σε Ελληνοκύπριο.


«Οφείλουμε και οι δύο πλευρές να συνεχίσουμε τη συνεργασία μας, μέχρι που προσφερόμαστε να τους φιλοξενήσουμε εδώ μέχρι να βρουν άλλο χώρο», λέει η πρόεδρος του ΕΚΑΤΕ Νίτσα Χατζηγεωργίου. Για «ολίσθημα των καλλιτεχνών» κάνει λόγο ο πρώην πρόεδρος του επιμελητηρίου Χρίστος Συμεωνίδης. «Δεν διακατεχόμαστε από τον Σύνδρομο της Στοκχόλμης, δεν αγαπούμε τον κατακτητή μας», λέει η Ελένη Νικοδήμου, ενώ ο Μελέτης Αποστολίδης διερωτάται: «Αν οι καλλιτέχνες δεν μπορούν να συμβιώσουν, τότε ποιοι άραγε μπορούν;»


Ερωτήματα σε σχέση με τον ρόλο, τη θέση και τη λειτουργία του Επιμελητηρίου Καλών Τεχνών Κύπρου έφερε ξανά στην επιφάνεια η ένταση που προκλήθηκε πρόσφατα ανάμεσα σε μέλη του ΕΚΑΤΕ και του αντίστοιχου τουρκοκυπριακού συνδέσμου ΕΜΑΑ [Ευρωπαϊκός Μεσογειακός Σύνδεσμος Τεχνών].


Στο πρώτο -ουσιαστικά- δείγμα γραφής του από την εκλογή του τον περασμένο Οκτώβριο, το νέο δ.σ. του ΕΚΑΤΕ προκάλεσε αναταραχή ανάμεσα στα μέλη του αλλά και στη σχέση του με τους Τ/Κ καλλιτέχνες. Η αντιπαράθεση ξεκίνησε με ένα μήνυμα στο ηλεκτρονικό ταχυδρομείο με το οποίο το ΕΚΑΤΕ [γνωστό για την ιστορική δικοινοτική του δράση] κοινοποιούσε την πρόθεσή του για διακοπή της συνεργασίας με τον τουρκοκυπριακό σύνδεσμο καλλιτεχνών, με τον οποίο συνεργάζεται συστηματικά από το 2003, όταν άνοιξαν τα οδοφράγματα.


Συγκεκριμένα η επιστολή ανέφερε:



«Διά της παρούσης επιστολής σάς κοινοποιούμε την απόφαση του νεοεκλεγέντος δ.σ. του ΕΚΑΤΕ με ημερομηνία 4/2/2013 για αναστολή της συνεργασίας του ΕΚΑΤΕ με το ΕΜΑΑ.


Στα μέλη του δ.σ. του ΕΚΑΤΕ κοινοποιήθηκε η επιστολή με αρ. Φακ: (ΠΥ) 14.8.18.1 από το υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού σύμφωνα με την οποία ο κύριος Κωστάκης Κοντεάτης ενημέρωσε ότι το ΕΜΑΑ στεγάζεται παράνομα στην οικία του, στο παράνομα κατεχόμενο μέρος της Κύπρου από την Τουρκία.


Ως εκ τούτου, το δ.σ. του ΕΚΑΤΕ αποφάσισε την αναστολή της περαιτέρω συνεργασίας του με το ΕΜΑΑ μέχρις ότου το θέμα διευθετηθεί. Η έννοια της ιδιοκτησίας κρίνεται από τους καλλιτέχνες του επιμελητηρίου ως θεμελιώδης και απολύτως σεβαστή.


Δηλώνουμε ότι το ΕΚΑΤΕ εξακολουθεί να υποστηρίζει προσπάθειες διαλόγου, επικοινωνίας και συνεργασίας Ε/Κ και Τ/Κ καλλιτεχνών, εφόσον αυτές δεν αντιβαίνουν βασικές αρχές δικαίου».


 

Το σπίτι του κ. Κωστάκη Κοντεάτη βρίσκεται στην κατεχόμενη Λευκωσία και ο ίδιος προσέφυγε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων [ΕΔΑΔ] το 2003 κατά της Τουρκίας για παράνομη κατοχή της ιδιοκτησίας του. Το σπίτι χρησιμοποιήθηκε αρχικά από τον τ/κ Δήμο Λευκωσίας, ο οποίος το ενοικίασε στο ΕΜΑΑ το 2010. Η υπόθεση στο ΕΔΑΔ απορρίφθηκε. Σε επικοινωνία μας με τον κ. Κοντεάτη, ο ίδιος μας παρέπεμψε στον δικηγόρο του, Σίμο Αγγελίδη, ο οποίος ανέφερε πως ο κ. Κοντεάτης διαμαρτυρήθηκε με επιστολή του στο ΕΚΑΤΕ για τη χρήση της οικίας του από το ΕΜΑΑ.


Η απάντηση του ΕΜΑΑ


Η επιστολή του ΕΚΑΤΕ ακολούθησε τη διαμαρτυρία του Κ. Κοντεάτη δεν βρήκε όμως σύμφωνα όλα τα μέλη του επιμελητηρίου, ούτε το προηγούμενο διοικητικό συμβούλιο. Μετά την επιστολή του ΕΚΑΤΕ, η οποία είδε το φως της δημοσιότητας, αντέδρασε και το ΕΜΑΑ. Ο τουρκοκυπριακός σύνδεσμος [ο οποίος έχει υπόσταση μη κερδοσκοπικού οργανισμού] υποστηρίζει στην επιστολή του ότι δεν είχε πληροφορηθεί από το ίδιο το ΕΚΑΤΕ την απόφαση του επιμελητηρίου και ότι ενημερώθηκε μόνο όταν επικοινωνήσαμε μαζί του για να έχουμε τη θέση του επί του θέματος.


«Η απόφαση του νέου διοικητικού συμβουλίου του ΕΚΑΤΕ να διακόψει τις διασυνδέσεις του με το ΕΜΑΑ -λόγω του ότι το οίκημα που ενοικιάστηκε πρόσφατα στο ΕΜΑΑ και το λειτουργεί σαν κέντρο τεχνών είναι περιουσία Ελληνοκύπριου- μας αναγκάζει να ξανασκεφτούμε τη σχέση των δύο ιδρυμάτων. Ενώ είναι πλήρως ενημερωμένοι για τις σχετικές με τους χώρους που αντιμετωπίζουν οι καλλιτεχνικοί σύνδεσμοι δυσκολίες, δεν καταλαβαίνουμε γιατί το ΕΚΑΤΕ επιμένει στο θέμα της περιουσίας που χρησιμοποιεί το ΕΜΑΑ, όταν στο παρελθόν το ΕΚΑΤΕ επίσης στεγαζόταν σε τουρκοκυπριακή περιουσία στην παλιά Λευκωσία [το κτήριο τώρα εντάσσεται στον σχεδιασμό του νέου δημαρχείου Λευκωσίας]» γράφει στην επιστολή του το ΕΜΑΑ.


Με τόνο απογοήτευσης εξηγεί πως: «Οι σχέσεις μεταξύ του ΕΜΑΑ και του ΕΚΑΤΕ γεννήθηκαν μέσα από την αξίωση για ειρήνη και συμβίωση στο νησί. Από το 2003, όταν άνοιξαν κάποια οδοφράγματα, αυτοί οι δύο σύνδεσμοι λειτούργησαν πολυάριθμα κοινά προγράμματα που κάλυψαν μεγάλο δρόμο στο όνομα της ειρήνης και της τέχνης. Κατά τη διάρκεια του σχεδιασμού και της εκτέλεσης αυτών των διαφόρων προγραμμάτων οι διευθύνοντες και διαχειριστές του ΕΜΑΑ και ΕΚΑΤΕ λειτούργησαν σύμφωνα με τις αρχές της φιλίας, του σεβασμού και της αμοιβαίας κατανόησης, λύνοντας τα προβλήματα που προέκυπταν μέσα από διάλογο και αναζήτηση για κοινό έδαφος και μαθαίνοντας να ξεπερνούν τα προβλήματα και τις δυσκολίες μέσα από εναλλακτικούς τρόπους επίλυσης, αντί να χάνονται σε αδιέξοδες πολιτικές συζητήσεις».


Η προσέγγιση που εκφράζει στην επιστολή του το ΕΜΑΑ, όπου η προσπάθεια για συνεργασία προβάλλει ως σημαντικός στόχος που υπερβαίνει την πολιτική και τη νομική πτυχή του Κυπριακού, φαίνεται να βρίσκει σύμφωνο σημαντικό αριθμό μελών του ίδιου του ΕΚΑΤΕ. Το επιμελητήριο άλλωστε είχε πρωτοστατήσει στις προσπάθειες για επικοινωνία και συνεργασία με τους Τουρκοκύπριους καλλιτέχνες ήδη από τη δεκαετία του '80.


«Διαβάζοντας την απάντηση του ΕΜΑΑ για τη διακοπή εκ μέρους του ΕΚΑΤΕ της συνεργασίας μεταξύ των δύο ομάδων, λίγο πικραμένη αλλά και σαφώς σε ένα ύφος αντιπαράθεσης, έρχεται στον νου το πόσο πιο εύκολο είναι να δυναμιτίσει κάποιος ένα γεφύρι απ' ό,τι να το κτίσει. Καιρός είναι πίσω από τα μεγάλα λόγια να διακρίνομε πού είναι ο αγώνας, πού ο ηρωισμός και πού οι εύκολες λύσεις», γράφει ο Γιάννος Οικονόμου, τέως γραμματέας δ.σ. του ΕΚΑΤΕ σε επιστολή του προς τα ΜΜΕ στις 8 Μαρτίου.


«Η υποτροπή αυτή δεν είναι απλώς πολιτικό θέμα», σημειώνει επίσης στην επιστολή:


«Πιστεύω πως υποβαθμίζομε πρώτα και κύρια τον ρόλο της τέχνης, τον περιορίζομε, τον καλουπιάζομε στους ζουρλομανδύες των θεσμικών πλαισίων και των νομικίστικων διαδικασιών. Με όλο τον σεβασμό προς τον κ. Κοντεάτη, του οποίου τον αγώνα στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στηρίζουμε, οι καλλιτεχνικές μας δραστηριότητες αντικειμενικά πρέπει να παραμείνουν ανεξάρτητες από αυτά τα ζητήματα.


Όχι μόνο επειδή εμείς απλώς εφαρμόζομε τους οδυνηρούς συμβιβασμούς που η πολιτεία επέλεξε σαν απαραίτητους για την επανένωση της χώρας μας, όχι διότι όπως και οι παραστάσεις στο Μαρκίδειο Θέατρο στην Πάφο τίποτε δεν έχουν να κάνουν με το αν το κτήριο είναι τουρκοκυπριακή ιδιοκτησία ή όχι, αλλά γιατί δεν θα μπορούσε ποτέ να λειτουργήσει η τέχνη μέσα σε αλλότρια πλαίσια. Η τέχνη είναι πολιτικοποιημένη αλλά δεν εκπληρώνει τον στόχο της όποτε βρίσκεται προσαρτημένη σε επίσημες, κρατικές και μη ιδεολογίες. Η τέχνη και η καλώς νοούμενη πολιτική -όχι ο πολιτικαντισμός- είναι δύο ξεχωριστές διαδικασίες φιλοσοφικής αλήθειας».


«Κανένας δεν αισθάνεται εχθρικά»


Την αναγκαιότητα για μια έκτακτη συνέλευση ώστε να συζητηθεί το θέμα ανάμεσα στα μέλη του ΕΚΑΤΕ επισημαίνουν με δηλώσεις τους στο «Π» οι πρώην πρόεδροι του επιμελητηρίου Χρίστος Συμεωνίδης και Σπύρος Δημητριάδης. Θέση παίρνει και ο αρχιτέκτονας Μελέτης Αποστολίδης, μέλος του ΕΚΑΤΕ, ο οποίος προσέφυγε και ο ίδιος στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά των Βρετανών Όραμς, στη γνωστή υπόθεση Όραμς vs Αποστολίδης. Η εν λόγω συνέλευση/συζήτηση αναμένεται να καθοριστεί χρονικά εντός των επόμενων ημερών.


Σε σχέση με το θέμα που προέκυψε, ο Χρίστος Συμεωνίδης ανέφερε πως πρόκειται για ένα "ολίσθημα" των καλλιτεχνών: «Είχαμε καταφέρει να έχουμε αδελφικές σχέσεις με τους Τ/Κ καλλιτέχνες», σημειώνει ο κ. Συμεωνίδης, ο οποίος υπήρξε πρόεδρος του ΕΚΑΤΕ και σήμερα εκπροσωπεί το επιμελητήριο στον διεθνή οργανισμό τεχνών ΙΑΑ. Είναι, επίσης, μέλος του δ.σ. του διεθνούς οργανισμού.


«Οι καλλιτέχνες δεν βλέπουν εμπόδια στις σχέσεις τους με άλλους ανθρώπους. Είναι αποστολή μας να στηρίζουμε την τέχνη και τους καλλιτέχνες, και αυτό είναι δίκαιο να έχει ως στόχο το ΕΚΑΤΕ: να αναπτύσσει τις σχέσεις του με όλους τους καλλιτέχνες της Κύπρου. Γι' αυτό και στο παρελθόν είχαν γίνει προσπάθειες προς αυτή την κατεύθυνση, πριν το άνοιγμα των οδοφραγμάτων».


Από τη θέση του στο δ.σ. του ΙΑΑ, ο Χ. Συμεωνίδης δέχεται συχνά την ερώτηση από Ευρωπαίους συναδέλφους του για το πώς πάνε οι σχέσεις με τους Τ/Κ. «Απαντώ πως οι σχέσεις μας είναι πάντα άριστες. Άλλωστε πιστεύω πως εκπροσωπώ και τους Τ/Κ καλλιτέχνες».


Σε μια προσπάθεια εξομάλυνσης των σχέσεων των δύο πλευρών κυρίως στο εσωτερικό του ΕΚΑΤΕ, «εύχομαι να λήξει σύντομα αυτό το θέμα. Κανένας από το δ.σ. του ΕΚΑΤΕ δεν είχε πρόθεση να πλήξει τις σχέσεις με τους Τ/Κ καλλιτέχνες. Ήταν μια παρεξήγηση κι αν υπάρχει ένα σημείο διαφωνίας, οπωσδήποτε δεν πρόκειται για ρήξη».


Στο ίδιο κλίμα κινείται και ο Μελέτης Αποστολίδης: «Έχω την πεποίθηση πως υπάρχουν περιθώρια και αντοχές για να αντικρίσει κανείς την αλήθεια του Άλλου, τη διαφορετική αλήθεια», σημειώνει ο Μελέτης Αποστολίδης, λέγοντας ότι «σωστά το ΕΚΑΤΕ επεδίωξε και δημιούργησε μια σχέση με τους Τ/Κκαλλιτέχνες. Η επικοινωνία, άλλωστε, είναι εκ των ων ουκ άνευ ειδικά για δημιουργικούς ανθρώπου».


Ο κ. Αποστολίδης λέει ακόμη πως «υπάρχει επίσης και μια άλλη διάσταση πέρα από αυτή των ατομικών δικαιωμάτων: η διάσταση της συλλογικής ευθύνης, και θα ήθελα να δω τους καλλιτέχνες να την προσεγγίζουν και αυτή με την ευαισθησία που τους διακρίνει».


Ο ίδιος τονίζει την ανάγκη να αφήσουν οι δύο πλευρές τη δημόσια [σ.σ. δια του Τύπου] αντιπαράθεση για να ανοίξει, το συντομότερο, η επικοινωνία πρόσωπο με πρόσωπο, έτσι ώστε «να καταθέσουμε ο καθένας με ειλικρίνεια την αλήθεια του, μια αλήθεια που να περιλαμβάνει και το αίσθημα αλλά και τη θέλησή μας». Άλλωστε, «απέναντι στη δική μας αλήθεια δεν είναι κατ' ανάγκη ένα ψέμα, γι' αυτό χρειάζεται ο αντίλογος για να κατανοήσει κανείς τη θέση του». Και καταλήγει: «Εν πάση περιπτώσει, είμαστε στο 2013 με ανοιχτά τα οδοφράγματα και με την ελπίδα ότι έχουμε ακόμα πεδίο δράσης για να αποδείξουμε ότι μπορούμε να συμβιώνουμε και να συνδημιουργούμε, γιατί αν οι καλλιτέχνες δεν μπορούν, τότε ποιοι άραγε μπορούν;».


Πίσω στο... Ανάν


Το 2003, όταν άνοιξαν τα οδοφράγματα και ήρθαν για πρώτη φορά σε ουσιαστική επαφή οι καλλιτέχνες των δύο κοινοτήτων, πρόεδρος του ΕΚΑΤΕ ήταν η Χαρά Σαββίδου. Η ίδια είχε κάνει τις πρώτες επαφές με το ΕΜΑΑ. Την ίδια χρονιά, εξελέγη πρόεδρος του ΕΚΑΤΕ ο Σπύρος Δημητριάδης: «Θυμάμαι όταν είχαμε τις εκλογές, πήρα το βήμα και έκανα μια ανάλυση των πραγμάτων και στις προτάσεις μου περιλαμβανόταν η δημιουργία σχέσεων και με τους Τ/Κ συναδέλφους. Δεν είχα ακούσει αρνητική κριτική, γι' αυτό και είχα την εντύπωση πως με τη δράση μου δεν κάνω κάτι που δεν θα ενέκρινε η πλειονότητα των συναδέλφων μου». Ο Σ. Δημητριάδης υπενθυμίζει πως μεγάλη διαφωνία στο εσωτερικό του ΕΚΑΤΕ προέκυψε το 2004, την περίοδο του δημοψηφίσματος για το σχέδιο Ανάν. "Δεν ήταν εύκολα τα πράγματα", σημειώνει.


Οι Πολιτιστικές υπηρεσίες


Αρχικά στην ανταλλαγή επιστολών δια μέσου του Τύπου είχαν εμπλακεί και οι Πολιτιστικές υπηρεσίες. Λόγος έγινε και για τις επιχορηγήσεις που δίνονται στο ΕΚΑΤΕ και κατά πόσο μέρος αυτών φτάνουν στα χέρια του ΕΜΑΑ. Επιπλέον, μεγάλη συζήτηση έγινε για την έκθεση "Little Land Fish", η οποία υπήρξε μια πρωτοβουλία του ΕΜΑΑ και στην οποία κλήθηκαν να συμμετάσχουν Ε/Κ καλλιτέχνες. Η έκθεση πραγματοποιήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 2010, όταν ήταν Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης. Οι Πολιτιστικές υπηρεσίες στήριξαν τη μετάβαση των Ε/Κ καλλιτεχνών στην Τουρκία.


«Η συνεργασία των καλλιτεχνών των δύο κοινοτήτων στηρίζεται και επιχορηγείται στο πλαίσιο της πολιτικής του υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού», σημείωσε ο διευθυντής των Πολιτιστικών υπηρεσιών Παύλος Παρασκευάς, ξεκαθαρίζοντας πως αυτό συνέβαινε επί κυβέρνησης Χριστόφια αλλά και Τάσσου Παπαδόπουλου. Ο ίδιος διευκρινίζει πως για να τύχει στήριξης μια δικοινοτική συνεργασία θα πρέπει να τηρούνται κάποιες προϋποθέσεις: δεν επιχορηγούνται εκδηλώσεις οι οποίες πραγματοποιούνται σε ελληνοκυπριακή ιδιοκτησία η οποία βρίσκεται παράνομα υπό κατοχή, αλλά ούτε εκδηλώσεις που πραγματοποιούνται σε κυβερνητικά κτήρια της ούτω καλούμενης 'Τουρκικής Δημοκρατίας της Βόρειας Κύπρου'. «Είμαστε πολύ προσεκτικοί, ζητούμε διαβεβαιώσεις, μπορούμε ακόμη και να ανακαλέσουμε επιχορηγήσεις αν δεν τηρούνται οι όροι μας», επισημαίνει και καταλήγει: «Ήταν πάγια πολιτική μας η ανάπτυξη δικοινοτικών προγραμμάτων και οι συνεργασίες μεταξύ ατόμων και μη κυβερνητικών οργανώσεων [ΜΚΟ], ως μέσο αλληλοκατανόησης».


Αξίζει να σημειωθεί πως οι κοινές εκδηλώσεις Κυπρίων καλλιτεχνών και από τις δύο κοινότητες συνεχίζονται, χωρίς το ΕΚΑΤΕ. Ήδη το βράδυ της Παρασκευής εγκαινιάστηκε ομαδική έκθεση με τίτλο «Το χρώμα της αλήθειας», με διοργανωτές το Ινστιτούτο Γκαίτε και τη Δικοινοτική Πρωτοβουλία Συγγενών Αγνοουμένων, Δολοφονηθέντων και Θυμάτων Πολέμου «Μαζί μπορούμε».


Την ίδια μέρα ξεκίνησε και το εικαστικό πρόγραμμα Buffer Zone, το οποίο χρηματοδοτείται από την Ευρωπαϊκή Ένωση και το Anna Lindh Foundation/Euromed και αποτελεί μια τριμερή συνεργασία μεταξύ των καλλιτεχνικών οργανισμών Uqbar [Βερολίνο], Apartment Project [Κωνσταντινούπολη] και EMAA [Λευκωσία]. Το πρόγραμμα στοχεύει στη δημιουργία πλατφόρμας διαλόγου, έρευνας και συζήτησης μέσα από δύο δεκαπενθήμερα εργαστήρια στην Κωνσταντινούπολη [15-30 Μαρτίου 2013] και στη Λευκωσία [15-30 Απριλίου 2013], τα εικαστικά αποτελέσματα των οποίων θα εκτεθούν στην Κωνσταντινούπολη. Το Buffer Zone εστιάζει σε μοιρασμένες πόλεις και σε αυτό συμμετέχουν καλλιτέχνες από το Βερολίνο, την Κωνσταντινούπολη και τη Λευκωσία, τόσο Τ/Κ όσο και Ε/Κ.


ΕΚΑΤΕ: Προσφέρει στέγη στο ΕΜΑΑ μέχρι να βρεθεί νόμιμη στέγη



* Νίτσα Χατζηγεωργίου: «Η ενότητα θα βρει τον δρόμο της και όσον αφορά το ΕΚΑΤΕ και όσον αφορά το ΕΜΑΑ»
* Ελένη Νικοδήμου: «Ο σεβασμός στα ανθρώπινα δικαιώματα δεν είναι αλά καρτ και όποτε μας βολεύει»



Από την πλευρά της, η σημερινή πρόεδρος του ΕΚΑΤΕ Νίτσα Χατζηγεωργίου με δηλώσεις της στο "Π" αναφέρει:


«Σε καμία στιγμή δεν αποκλείσαμε τους Τουρκοκυπρίους. Είχαμε στείλει ενημερωτική επιστολή και δεν είχαμε καμιά ανταπόκριση οπότε βγήκαμε προς τον Τύπο. Ήταν μια πολύ ευαίσθητη πτυχή το γεγονός ότι εμείς ζητήσαμε να βρουν έναν άλλο χώρο να στεγαστούν, όπου να μπορούμε να συνεχίζουμε να συνεργαζόμαστε».


Η ίδια αναφέρει πως «ετοιμαζόμαστε να δώσουμε μια κατάληξη στο θέμα, γιατί όπως είδαμε απάντησαν και οι ίδιοι. Οφείλουμε και οι δύο πλευρές να συνεχίσουμε τη συνεργασία μας, μέχρι που προσφερόμαστε να τους φιλοξενήσουμε εδώ μέχρι να βρουν άλλον χώρο».


Όταν τη ρωτήσαμε κατά πόσο το θέμα της περιουσίας του Κ. Κοντεάτη αποτελεί προϋπόθεση για τη συνέχιση ή διακοπή της συνεργασίας, η κ. Χατζηγεωργίου μας είπε:


«Οι σχέσεις μας είναι θέμα ιστορίας και δεν θέλουμε να τις χαλάσουμε. Οι καλλιτέχνες είναι μια δυνατή νότα στη ζωή και μεγάλη ανάγκη του τόπου για να αφήσουμε να υπάρξουν αδυναμίες στις σχέσεις μας. Στην ουσία δεν έχουμε διαφορές. Η ενότητα θα βρει τον δρόμο της και όσον αφορά το ΕΚΑΤΕ και όσον αφορά το ΕΜΑΑ».


Την πρόσκληση προς το ΕΜΑΑ επανέλαβε η Ελένη Νικοδήμου, μέλος του νέου δ.σ., η οποία μας είπε σχετικά: «Για μας, και πιστεύω για όλους τους Ελληνοκυπρίους, ο σεβασμός στα ανθρώπινα δικαιώματα δεν είναι αλά καρτ και όποτε μας βολεύει.


Καμία επαναπροσέγγιση δεν γίνεται σε σωστή βάση όταν δεν εμπεριέχει το σεβασμό σ' αυτό το θεμελιώδες ανθρώπινο δικαίωμα της ιδιοκτησίας. Σαν νέο δ.σ., δεν μας αρέσει να κρύβουμε τα πράγματα κάτω από χαλί, και πήραμε θέση. Η ευαισθησία δεν σημαίνει συνεχή υποχώρηση. Εμείς οι καλλιτέχνες, που χαρακτηριζόμαστε από ευαισθησία δεν πρέπει να ενεργούμε στη βάση των όσων πρεσβεύουμε; Εμείς, λοιπόν, καλούμε το ΕΜΑΑ έως ότου βρει νόμιμη στέγη, ας έρθουν να συστεγαστούν στο ΕΚΑΤΕ και να αποτελειώσουμε μαζί τον Αττίλα».


Αναφερόμενη στο θέμα ενημέρωσης του ΕΜΑΑ από το ΕΚΑΤΕ, η κ. Νικοδήμου, εκφράζοντας τις κατά πλειοψηφία απόψεις του νέου δ.σ., μας είπε:


«Απολογούμαστε στους Τ/Κ γιατί όντως, λόγω απειρίας, ως νέο δ.σ. δεν τους ενημερώσαμε πριν και δεν τους προσκαλέσαμε να συζητήσουμε το θέμα εκ του σύνεγγυς. Αλλά αυτό θα έπρεπε να είχε γίνει από το προηγούμενο δ.σ., το οποίο δεν μας ενημέρωσε. Όταν βγήκαμε σαν καινούργιο δ.σ., τους αποστείλαμε επιστολή στα αγγλικά για να ανακοινώσουμε τη νέα σύνθεση και δεν μας απάντησαν, ούτε μας συνεχάρησαν... Από την άλλη δεν πιστεύουμε ότι δεν πρέπει να έχουμε συνεργασία με τους Τ/Κ αλλά κι οι ίδιοι πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τις δικές μας ευαισθησίες».


Όσον αφορά το γεγονός ότι και το ΕΚΑΤΕ στεγαζόταν σε τουρκοκυπριακή περιουσία, η κ. Νικοδήμου υπογράμμισε ότι σε εκείνη την περίπτωση το «ιδιοκτησιακό καθεστώς της συγκεκριμένη περιουσίας είχε παραμείνει αμετάβλητο ως έπρεπε μέσα από τη λειτουργία του νόμιμου κηδεμόνα τουρκοκυπριακών περιουσιών στην Κυπριακή Δημοκρατία. Δεν ισχύει όμως το ίδιο με το ΕΜΑΑ, όπως φαίνεται και από τη συγκεκριμένη υπόθεση που αναπόφευκτα επηρεάζει και το ΕΚΑΤΕ, λόγω των νομικών ζητημάτων που ενέχει».


«Δεν δεχόμαστε εκπτώσεις πάνω στα ανθρώπινα δικαιώματα. Υπό κατοχή είμαστε κυρίως εμείς και όχι οι Τουρκοκύπριοι», συμπλήρωσε αναφερόμενη στην αντιπαράθεση που αναπτύχθηκε ανάμεσα σε μέλη του ΕΚΑΤΕ τα οποία διαφώνησαν με την κίνηση του νέου δ.σ. και απέστειλαν επιστολή διαμαρτυρίας [η οποία δεν έχει δει ακόμη το φως της δημοσιότητας]. «Ελπίζω να μας αναγνωρίζουν οι υπογράφοντες [την επιστολή] το δικαίωμα να θέλουμε κι εμείς να προστατεύσουμε τη δική μας ταυτότητα. Δεν γίνεται οι Τουρκοκύπριοι να τα θέλουν όλα δικά τους», είπε, συμπληρώνοντας: «Δεν διακατεχόμαστε από το Σύνδρομο της Στοκχόλμης, δεν αγαπούμε τον κατακτητή μας, ούτε και ερωτευτήκαμε τον κατακτητή μας».

Tags