Ξεκινάμε με τα ιστορικά. Το σχετικά σύντομο πλην εξαιρετικά πυκνό βιβλίο του Άγγελου Συρίγου και του Ευάνθη Χατζηβασιλείου «Μικρασιατική Καταστροφή: 50 ερωτήματα και απαντήσεις», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πατάκη, αποτελεί ένα είδος χρηστικού εγχειριδίου για όσους θέλουν να σχηματίσουν μιαν εύλογη εικόνα για το τι συνέβη στην αντικρινή όχθη του Αιγαίου εδώ και εκατό χρόνια. Οι συγγραφείς τοποθετούν τη Μικρασιατική Καταστροφή στο πλαίσιο του Εθνικού Διχασμού, που ξεσπά το 1915 και κορυφώνεται το 1922, παραθέτοντας τους στόχους, αλλά και τα ισχυρά διλήμματα των πρωταγωνιστών. Η σύγκρουση της Ελλάδας με την Τουρκία είχε διεθνείς διαστάσεις και οι δύο ιστορικοί, που αποφεύγουν την οποιαδήποτε αγιοποίηση, διερευνούν τις εσφαλμένες επιλογές της ελληνικής πλευράς, όπως και τις ελλείψεις ή τις ανεπάρκειες του ελληνικού στρατού. Διερευνώνται επίσης το ποιος ήταν ακριβώς ο ρόλος τω μεγάλων δυνάμεων της εποχής, το πώς αποφάσισαν να εξυπηρετήσουν μόνο τα δικά τους συμφέροντα, καθώς και το ποιες υπήρξαν τόσο οι άμεσες όσο και αι μακροχρόνιες συνέπειες.
Το βιβλίο του Ιάκωβου Μιχαηλίδη «Μικρασιατική Καταστροφή», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Παπαδόπουλος, έχει επίσης ευσύνοπτο χαρακτήρα και απαντά σε κεντρικά ερωτήματα σχετικά με το 1922. Όπως παρατηρεί ο μελετητής, η Μικρασιατική Καταστροφή συνιστά τη μεγαλύτερη τραγωδία που γνώρισε ο νεότερος ελληνισμός. Και δεν επρόκειτο μόνο, ή δεν επρόκειτο τόσο, για το οριστικό τέλος της Μεγάλης Ιδέας όσο για τη δημιουργία εκατομμυρίων προσφύγων που αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τα πατρώα εδάφη, αναζητώντας καταφύγιο στην Ελλάδα. Η συντριβή του ελληνικού στρατού έκανε επιπροσθέτως ξεκάθαρο το πρόβλημα του Εθνικού Διχασμού, που φούντωσε μετά τα δραματικά γεγονότα. Ποιες ήταν υπό αυτή την έννοια οι ευθύνες του Βενιζέλου, που μολονότι χαρισματικός ηγέτης δεν κατόρθωσε να αποφύγει τον χωρισμό της Ελλάδας σε δύο αδυσώπητα εχθρικά κομμάτια, αλλά και οι ευθύνες των φίλων του Κωνσταντίνου που αποδείχθηκαν ιδιαιτέρως αδύναμοι στο διπλωματικό πεδίο;
Η λογοτεχνία έχει έναν μοναδικά δικό της τρόπο να αναρωτιέται για τα ζητήματα της Ιστορίας. Η Διδώ Σωτηρίου έφυγε από τη ζωή προ δεκαοκτώ ετών, σε ηλικία 94 χρόνων, αλλά τα μυθιστορήματά της «Οι νεκροί περιμένουν» (1959) και «Ματωμένα χώματα» (1962), διαβασμένα σήμερα από παλαιότερες και νεότερες γενιές, είναι από τα πλέον εμβληματικά για το 1922 και το πλήγμα της Μικρασιατικής Καταστροφής. Στο μεταξύ, η Λένα Διβάνη, ιστορικός, ερευνήτρια, αλλά και πεζογράφος με πληθώρα κυκλοφοριακών επιτυχιών, πρόλαβε να γράψει μια χορταστική όσο και πρωτότυπη βιογραφία για τη Σωτηρίου, η οποία κυκλοφορεί υπό τον τίτλο «Ονειρεύτηκα τη Διδώ» από τις εκδόσεις Πατάκη. Αποφεύγοντας αναχρονισμούς και προσπάθειες να προσαρμόσει το πνεύμα της Σωτηρίου σε σημερινά πολιτικά και ιστορικά ζητήματα, αλλά και προσδίδοντας στον επινοημένο προφορικό της λόγο μιαν ευψυχία η οποία θέλει να αναστήσει τη ζωηράδα της προσωπικότητάς της, η Διβάνη μιλάει στο βιβλίο της για τα πάντα: για τη Μικρασιατική Καταστροφή, για τον Ελευθέριο Βενιζέλο και την αντίθεσή του με τον βασιλιά Κωνσταντίνο, για τη δικτατορία του Μεταξά που ακολούθησε.
Το έργο του Ηλία Μαγκλίνη «Το μόνο της ζωής τους ταξίδι», που κυκλοφορεί από το Μεταίχμιο, καταπιάνεται με την τύχη του παππού του κατά τη διάρκεια της Μικρασιατικής Εκστρατείας. Τα ελάχιστα στοιχεία που είχε ο συγγραφέας για την παρουσία του παππού του στη Μικρά Ασία θα αναπληρωθούν στο «Μόνο της ζωής τους ταξίδι» από μια εξόρμηση στους τόπους του πολέμου: από το Αφιόν Καραχισάρ μέχρι το Εσκί Σεχίρ και την Προύσα, με κατάληξη στην Κωνσταντινούπολη. Την έλλειψη βιογραφικών τεκμηρίων για τον παππού αναπληρώνουν τα τεκμήρια για τρίτους: επιστολές, ημερολόγια, ιστορικές μελέτες, στρατιωτικά και κρατικά αρχεία, δημοσιογραφικές ανταποκρίσεις, χρονικά και μυθιστορήματα, φωτογραφίες, δημόσια μνημεία, ιατρικά εγχειρίδια και ιατρικές γνωματεύσεις - όλα για το 1922 και τη σκληρή εποχή του. Θα πρέπει στο σημείο αυτό να προσθέσουμε τη δεξίωση εκ μέρους του Μαγκλίνη του νεαρού Χέμινγουεϊ (όσα έγραψε για τον εξαθλιωμένο ελληνικό στρατό στην Αδριανούπολη), του Θανάση Βαλτινού (δεύτερο «Συναξάρι Ανδρέα Κορδοπάτη» και «Ημερολόγιο 1936-2011») και του Γεωργίου Βιζυηνού (για το μοναδικό ταξίδι που έκαναν στη ζωή τους τα αγροτόπαιδα της Μικρασιατικής Εκστρατείας). Βιογραφία (για τον παππού και τον πατέρα), αυτοβιογραφία (με εμπλοκή του συγγραφέα στην αφήγηση μέσω πολλαπλών αναφορών στα δικά του πεπραγμένα), οικογενειακό μυθιστόρημα, διακειμενικό παιχνίδι με την ελληνική και την ξένη λογοτεχνία, ιστοριογραφικό σχεδιάγραμμα, ρεπορτάζ και ερευνητική δημοσιογραφία.
Κλείνουμε με μια αναφορά στην τέχνη των κόμικς. Ο λόγος είναι για το εικονογραφημένο μυθιστόρημα «Αϊβαλί» (2014) του Soloup (κατά κόσμον Αντώνη Νικολόπουλου), που φέτος επανακυκλοφόρησε σε επετειακή έκδοση (Κέδρος), και για την εικονογραφημένη μυθιστορηματική τριλογία του Θανάση Πέτρου σχετικά με το τραύμα του Εθνικού Διχασμού και της Μικράς Ασίας. Τα βιβλία της τριλογίας είναι «Οι όμηροι του Γκαίρλιτς. Μια απίστευτη ελληνική ιστορία διχασμού και πολέμου» (2020), «1922. Το τέλος ενός ονείρου» (2021) και «1923. Εχθρική πατρίδα» (2022). Και τα τρία κυκλοφορούν από τον Ίκαρο. Για το σχέδιό του ο Soloup έχει χρησιμοποιήσει φωτογραφίες, σκίτσα και καρτ ποστάλ, όπως και χωρία από «Το Αϊβαλί η πατρίδα μου» του Φώτη Κόντογλου, από «Το νούμερο 31328» του Ηλία Βενέζη, από «Το χρονικό των δέκα ημερών» (1981) της αδελφής του Βενέζη Αγάπης Βενέζη-Μολυβιάτη, για τη μικρασιατική εμπειρία των δύο αδελφών, και από το μυθιστόρημα «Τα παιδιά του πολέμου» (2005) του Αχμέτ Γιορουλμάζ για τη μετακίνηση των Τουρκοκρητικών στο Αϊβαλί. Η αφήγηση συνδυάζει Ιστορία, μνήμη και φαντασία, εικονογραφώντας ένα Αϊβαλί όπου οι αντιθέσεις Ελλήνων και Τούρκων υπάγονται σε ένα πολιτικό παιχνίδι το οποίο μοιράζεται ανάμεσα στις δύο μεριές.
Ο Πέτρου μεταφέρει στα εικονογραφημένα τετράγωνά του τα περίπλοκα προβλήματα στα οποία ενεπλάκη η Ελλάδα κατά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, αναπαριστά τις στρατιωτικές συγκρούσεις με βαθιά πράσινα, κίτρινα και καφέ χρώματα, εξιστορώντας την πορεία της Μικρασιατικής Εκστρατείας, και εικονογραφεί τα γεγονότα μετά την οπισθοχώρηση από τον ποταμό Σαγγάριο: κακές συνθήκες διαβίωσης, απώλεια κάθε ελπίδας και προοπτικής, μικροπολιτικοί καβγάδες, απόγνωση και βία προς πάσα κατεύθυνση, αλλεπάλληλες απογοητεύσεις ύστερα από την ανασύνταξη των Τούρκων, φόβος για το σήμερα και για το αύριο ενώ ενδιαφέρεται στο «1923» όχι για τον εθνικό διασυρμό της προσφυγιάς, αλλά για τον κοινωνικό ξεπεσμό της. Εξόριστοι, πάμφτωχοι, ανέστιοι, άστεγοι και δραματικά ασκεπείς, οι πρόσφυγες θα βιώσουν στον Πειραιά την πιο βαριά έκπτωση της ζωής τους.
ΠΗΓΗ: Β. Χατζηβασιλείου/ΑΠΕ-ΜΠΕ