Παράθυρο logo
Αστέρω - Μέρος 18ο
Δημοσιεύθηκε 29.05.2017 12:40
Αστέρω - Μέρος 18ο

Γράφει ο Σταυρίνος Κυριάκου


Νύχταν με την νύχταν η Αστέρω εσκάλιζεν το σημειωματάριον της μάνας της. Έσκαφκεν μέσα στα γράμματα, ανάμεσα στες γραμμές τζαι δίπλα στα περιθώρια. Επροσπάθαν να φκάλει νόημαν που τούτην την ιστορίαν. Να καταλάβει τι εσυνέβηκεν τζαι ποιος ο ρόλος της ίδιας.


Η ιστορία επήαιννεν χρόνια πολλά πίσω. Πριν να γεννηθεί η ίδια. Πριν να γεννηθεί ακόμα τζαι η μάνα της. Πολλά πράματα που εδιαδραματίζουνταν σε έναν κόσμον παράλληλον με τον δικόν της. Έναν κόσμον που δεν εμπορούσεν να υπάρχει, τζαι όμως υπήρχεν.


Ένα κόσμο που για τζείνον εγραφτήκαν ιστορίες τζαι παραμύθκια. Τζαι τα λόγια που ειπωθήκαν ερέξαν μέσα που τους αιώνες, που στόμαν σε στόμαν. Όπως γλοιάζει η κουφή μες στον ποταμόν. Χωρίς κανένας να ξέρει πόθθεν εξεκινήσαν τζαι πού εννά καταλήξουν. Ιστορίες που απλά εν τζειαμαί. Που τες ήβρεν ο κόσμος τζειαμαί τζαι εδέχτηκεν ότι ίσως να μεν υπάρχει αρχή. Σαν τες πέτρες στην μέσην ενός χωραφκιού. Κανένας εν νοιάζεται πώς εβρεθήκαν τζειαμαί, απλά υπάρχουν.


Υπάρχουν παράλληλοι κόσμοι με τον δικόν μας. Ίσως πολλοί, σίουρα ένας. Ένας κόσμος στον οποίον ήταν φυλακισμένη τωρά η μάνα της Αστέρως. Ένας κόσμος που οι ρίζες του παν αιώνες πίσω τζαι έν' ζοφφές, όπως ζοφφές έν' τζαι οι ρίζες της ιστορίας του δικού μας, τάχα πραγματικού, κόσμου.


Στο σημειωματάριον της μάνας της Αστέρως ήταν γραμμένες ιστορίες που τούτον τον κόσμον. Εικόνες που μιαν άλλην πραγματικότηταν. Γεννημένες που την φιλίαν ενός πλασμάτου που τούτον τον κόσμο τζαι ενός πλασμάτου που τον άλλον.


Όπως τζαι η Αστέρω, το ίδιον τζαι η μάνα της. Ένιωθεν τζείνον το πλάσμαν να την παρακολουθεί νύχτες ολόκληρες. Εγνώρισεν το πρώτην φοράν άμα έφκαλεν το δόντιν της τζαι έβαλεν το κάτω που το μαξιλάριν. Τότε, όμως, εν ήταν έναν φοητσιασμένον τζαι φοητσιάρικον πλάσμαν χωρίς πρόσωπον. Τότε, ήταν ένα ζόδιν.


Η νύχτα που επήεν στο δωμάτιον της μάνας της Αστέρως να κλέψει το δόντιν ήταν η πρώτη του νύχτα έξω στον κόσμον μας. Η πρώτη του ευκαιρία να αποδείξει ότι μπορεί να κάμει σωστά την δουλειάν που εκάμναν χρόνια πριν που τζείνον νεράιδες τζαι ξωτικά. Να νεκατώννουνται στην ζωήν των ανθρώπων, χωρίς οι άνθρωποι να τους παίρνουν χαπάριν.


Έσμιξεν όμως η περιέργεια του ξωτικού με την απίστευτην ομορφιάν των μαλλιών της μάνας της Αστέρως. Τόσον, που εν εμπορούσεν το ξωτικόν να κλέψει το δόντιν τζαι να φύει. Έμεινεν να τα χαϊδέψει, να τα μυριστεί. Η μάνα της Αστέρως εξύπνησεν τζαι είδε τον.


Οι θκυο εγίναν φίλοι που τζείνην την μέραν. Η μάνα της Αστέρως τζαι το ζόδιν εγίναν φίλοι κολλητοί. Τζαι τες νύχτες το πλάσμαν που τον άλλον κόσμον εκάθετουν δίπλα της τζαι εξήγαν της τι συμβαίνει που την άλλην πλευράν του ερμαρκού.