Η φωτογραφία αυτή είχε παρθεί στην Αθήνα την περίοδο της τελευταίας δικτατορίας. Ο αγωνιστής Μανώλης Γλέζος κατέρχεται από την αστυνομική κλούβα για να οδηγηθεί για άλλη μια φορά στο δικαστήριο, πριν καταδικαστεί και εξοριστεί. Ο Γλέζος είχε στη ζωή του τόσες πολλές και συγκλονιστικές εμπειρίες όσο κανένας άλλος. Εμπειρίες άμεσα συνδεδεμένες με την τραγική πορεία της νεότερης Ελλάδας. Γεννήθηκε το 1922 και καταγόταν από τη Νάξο. Έγινε ευρύτατα γνωστός σε Ελλάδα και Ευρώπη όταν, σε ηλικία 19 χρόνων, κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής κατόρθωσε, μαζί με τον Απόστολο Σάντα, να ανέβουν στην Ακρόπολη των Αθηνών και να αφαιρέσουν από εκεί τη ναζιστική σημαία στις 30 Μαΐου 1941. Η συμβολική αυτή πράξη εκτιμήθηκε και στην Ευρώπη, ο δε στρατηγός Ντε Γκολ χαρακτήρισε τον Γλέζο «τον πρώτο παρτιζάνο της Ευρώπης». Πιο πριν, μαθητής ακόμη, είχε ιδρύσει το 1939 αντιστασιακή ομάδα κατά της δικτατορίας του Μεταξά. Κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής μπαινόβγαινε στη φυλακή. Το 1947 εργάστηκε ως συντάκτης στον αριστερό «Ριζοσπάστη». Συνελήφθη στις 3 Μαρτίου 1948 και τον Οκτώβριο του ιδίου χρόνου καταδικάστηκε σε θάνατο. Σε θάνατο καταδικάστηκε και πάλι στις 21 Μαρτίου 1949. Δεν εκτελέστηκε όμως λόγω αντίδρασης σε Ελλάδα και Ευρώπη. Παρέμεινε βέβαια φυλακισμένος μέχρι το 1954. Τον Σεπτέμβριο του 1951, ενώ βρισκόταν στη φυλακή, εξελέγη βουλευτής. Αργότερα διετέλεσε διευθυντής της αριστερής εφημερίδας «Αυγή», μια θέση που τότε βρισκόταν μόνιμα στο στόχαστρο των Αρχών. Το 1967, με την επιβολή και πάλι μιας νέας δικτατορίας στη χώρα, συνελήφθη, φυλακίστηκε ξανά και εξορίστηκε, πρώτα στο νησί Λέρο και μετά στο νησί Γυάρο. Μετά την πτώση της δικτατορίας το 1974, υπηρέτησε ως γραμματέας και στη συνέχεια εξελέγη πρόεδρος της αριστερής ΕΔΑ. Εξελέγη ξανά βουλευτής το 1981 και ευρωβουλευτής το 1984 με το ψηφοδέλτιο του ΠΑΣΟΚ. Αργότερα απεσύρθη για ένα διάστημα και υπηρέτησε σαν πρόεδρος της κοινότητας της Απειράνθου, της γενέτειράς του δηλαδή, στο νησί της Νάξου. Πιο ύστερα εξελέγη και πάλι ευρωβουλευτής.
Ο Μανώλης Γλέζος σταδιοδρόμησε σε μια πολυτάραχη και πολυκύμαντη περίοδο της νεότερης Ελλάδας, που μεταξύ άλλων είχε γνωρίσει και έναν παγκόσμιο πόλεμο, έναν εμφύλιο σπαραγμό, δύο δικτατορίες και μια κατάσταση κατά την οποία πληροφοριοδότης των Αρχών ήτανε ακόμη και ο περιπτερούχος της γειτονιάς, που σημείωνε και ανέφερε μέχρι και ποια εφημερίδα αγόραζε ο γείτονας. Το συμβολικό και ηρωικό του κατόρθωμα, της αφαίρεσης της ναζιστικής σημαίας από το σπουδαιότερο σύμβολο της Δημοκρατίας και της Ελευθερίας, την Ακρόπολη των Αθηνών, ήτανε μια πράξη που έως έναν μεγάλο βαθμό βάραινε συνεχώς στον βίο του και ήτανε κι εκείνο που του είχε σώσει και τη ζωή όταν είχε καταδικαστεί ακόμη και σε θάνατο, δύο φορές.
