Πόσα χρόνια ισχύος, ρώτησε ο υπάλληλος στο γραφείο ανανέωσης διαβατηρίου: 2, 5 ή 10; Πόσα χρόνια ακόμη θα χρειαστούν για να λυθεί το Κυπριακό, ρώτησα τον εαυτό μου, ώστε να μην χρειαστεί να κάνω αυτό που αναγκάζομαι να κάνω τώρα; Ρητορική ερώτηση φυσικά, δεν περίμενα απάντηση. Όχι πια. Τέρμα η αναμονή - ένα κοριτσάκι που γεννήθηκε το 2005 είναι πλέον ενήλικας και απαιτεί μια ανεξάρτητη και αναγνωρισμένη ατομικότητα, υπηκοότητα μιας ανεξάρτητης και αναγνωρισμένης χώρας. Της είχα υποσχεθεί ένα ταξίδι στην Ευρώπη ως δώρο για τα 18α γενέθλιά της, σχεδόν ως αποζημίωση για το γεγονός ότι μπορώ μόνο να ονειρεύομαι την εκπαίδευση της απάτριδος κόρης μου στην Ευρώπη. Αλλά και το ταξίδι αυτό είναι γεμάτο εμπόδια. Ήλπιζα ότι θα της είχε επιτέλους παραχωρηθεί η κυπριακή υπηκοότητα που δικαιούται από τη γέννησή της μέχρι να κλείσει τα 18 της χρόνια - κληρονομιά από τη μητέρα της. Αντ' αυτού, κληρονόμησε το πρόβλημα. Αυτό θα μπορούσε ενδεχομένως να εξηγήσει τη συμμετοχή μου στις προσπάθειες οικοδόμησης ειρήνης, την προσκόλλησή μου στην ελπίδα. Για κάποιους σπαταλάω τη νοημοσύνη μου σε ένα πρόβλημα που δεν υπάρχει. Αν και ο μόνος δρόμος που έχω μπροστά μου είναι μέσω της επίλυσης, το πρόβλημα υπάρχει για μένα. Δεν μπορώ να πληρώσω για τα ανθρώπινα δικαιώματά μου, καθώς δεν είμαι πλούσιος ξένος επενδυτής που μπορεί να αγοράσει υπηκοότητες, ούτε υποκριτής Κύπριος που κερδίζει από την άλυτη σύγκρουση.
Σε ηλικία 47 ετών, στην πρεσβεία μιας άλλης χώρας στην πατρίδα μου, υποβάλω αίτηση για διαβατήριο μιας άλλης χώρας για τη 17χρονη κόρη μου. Κι αυτό, ενώ αυτή περιμένει στη «λίστα αναμονής» για υπηκοότητα από την Κυπριακή Δημοκρατία από την ημερομηνία γέννησής της λόγω της τουρκικής καταγωγής του πατέρα της. Είμαι μαζί της, μπροστά σε αυτό το γραφείο μιας άλλης χώρας, της Τουρκίας. Είμαι μαζί της, μπροστά σε εκείνο το γραφείο της μη άλλης επιλογής μέχρι το κυπριακό πρόβλημα να λυθεί, σκληρή πραγματικότητα. Κάποιος χρειάζεται μια χώρα. Εγώ έχω τρεις. Η μία είναι αυτό το διεθνώς ανύπαρκτο αλλόκοτο πράγμα, η «Τουρκική Δημοκρατία της Βόρειας Κύπρου». Η άλλη είναι η Κυπριακή Δημοκρατία -διεθνώς αναγνωρισμένη, κανένας δεν με αντιμετωπίζει ως αφύσικη- λέω, είμαι τουρκόφωνη, μου απαντάει στα ελληνικά, λέω είμαι νησιώτισσα, δεν είμαι εγώ αυτή που κατέχει την Κύπρο, μου λέει είσαι από τις κατεχόμενες περιοχές (φοβάμαι ότι όλοι οι νησιώτες θα χάσουν αυτές τις «περιοχές» αν γίνει επαρχία μιας άλλης χώρας μέχρι το 2074). Πόσες Κύπρους έχουμε στη Γη; Αυτή η ερώτηση παραφράζει την προηγούμενη ρητορική μου ερώτηση. Η τρίτη είναι η Τουρκία. Μια χώρα που πιστεύει ότι δεν είμαι ούτε αρκετά Τουρκάλα ούτε αρκετά μουσουλμάνα. Άσχετες κατηγορίες θα έλεγα, αν ποτέ κάποιος ρωτήσει. Δεν κοιτάζω αυτούς τους επιβεβλημένους καθρέφτες.
Καμία από τις τρεις χώρες, ή όποιον αριθμό έχετε μετρήσει, δεν μπορεί να σπάσει το σαρδόνιο χαμόγελό μου. Είμαι νησιώτισσα - ανήκω στην άμμο, στη θάλασσα, στον ήλιο. Πείτε με ρομαντική, ανήκω στο λεμόνι. Το θέλω πράσινο, κυπριακό πράσινο, όχι λάιμ. Μην μου φέρνετε τον χυμό του, θέλω να τον στύψω μόνη μου, θέλω αυτό το κιτρικό οξύ να με πιτσιλίσει στο πρόσωπο, το ορεκτικό της ζωής μου! Και το γιασεμί -δεν το χορταίνω ποτέ-, το μυρίζω με τα χείλη μου. Αγγίζω τον βασιλικό για να ανανεώσω το οξυγόνο που αναπνέω. Λατρεύω την ελιά, γι' αυτό γλείφω το λάδι της - μερικές φορές δεν ξέρεις τι άλλο να κάνεις με την πολλή ομορφιά. Φανταστείτε την έκσταση που νιώθω μπροστά σε ένα ώριμο κυπριακό σύκο που στάζει μέλι. Ανοίγω το στόμα μου προς τον ουρανό κάθε φορά που κάθομαι κάτω από μια κληματαριά. Και φυσικά τα παπουτσόσυκα! Η «μπαμπούτσα» είναι αυτή που θα έπρεπε να εκπροσωπεί την Κύπρο, όχι εγώ. Το ξεφλούδισμα της φλούδας της με τα δισεκατομμύρια αγκάθια της για να απολαύσεις αυτή τη ζουμερή χαρά της ζωής είναι σαν να ξεφλουδίζεις την Κύπρο από τα δισεκατομμύρια προβλήματά της (ελπίζω οι αριθμοί να σημαίνουν κάτι για σένα) για να την απολαύσεις, αν μπορείς ακόμα. Όχι, δεν θα αφήσω «την Άμμο, τη Θάλασσα, τον Ήλιο» χωρίς να κάνω σαφής την προσήλωσή μου σε αυτά, σαν να είναι άδεια τουριστικά σλόγκαν σε καρτ ποστάλ. Δεν είναι. Αυτοί είναι οι ομφάλιοι λώροι μου με το νησί της Κύπρου. Και κανένα διαβατήριο δεν μπορεί να αποτυπώσει αυτές τις συνδέσεις.
Λοιπόν, αγαπητέ αναγνώστη αυτής της επιστολής του 2074, ελπίζω να μην είσαι απασχολημένος με τον εορτασμό της 100ής επετείου του κυπριακού πολέμου, ούτε να μετράς περισσότερες από μία Κύπρους. Γιατί δεν ενώνεις, για παράδειγμα, το πνεύμα μου ριζωμένο στη χρυσή άμμο της Χρυσής Ακτής στη χερσόνησο της Καρπασίας, κατά τον τρόπο που ο γλύπτης Σιόλα ξεθάβει από τις πέτρες τον μνημονικό ήχο του πλανήτη Γη;
Γίνε ένα με τη γη! Βυθίσου στους κόκκους της άμμου που είναι τόσοι πολλοί όσοι τα κύτταρα του σώματος. Μέτρα τους κρυστάλλους που έχεις κάτω από το δέρμα σου όταν κολυμπάς σε αυτή τη θάλασσα, τις ακτίνες του ήλιου που θα ήθελα να φωτίζουν τις βλεφαρίδες σου για να δεις το ουράνιο τόξο. Το θέμα δεν είναι οι αριθμοί (με ξέρεις τώρα). Είναι η αίσθηση να γίνεις ένα με το νησί, η οικολογική σου αντίληψη, η οικολογική σου φροντίδα. Μόνο από εκεί μπορείς πραγματικά να γεφυρωθείς για να ενωθείς με το Σύμπαν ως πολίτης του κόσμου. Άφησε αυτό το γράμμα να είναι το κιτρικό οξύ του πράσινου λεμονιού στο πρόσωπό σου, οι σπόροι σύκου και το μέλι που διαλύονται στο στόμα σου, τα αγκάθια του παπουτσόσυκου που τρυπάνε την παλάμη των χεριών σου. Αλλά πρόσεξε τα μάτια σου, όμως, γιατί αυτά τα αγκάθια μπορεί να σε τυφλώσουν.
Nafia Akdeniz