Γράφει ο Κυριάκος Αντωνίου Μεταδιδακτορικός ερευνητής (στο πλαίσιο του προγράμματος «ΜΕΤΑΔΙΔΑΚΤΩΡ») και ειδικός επιστήμονας διδασκαλίας στο Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο Κύπρου
Εκτιμάται πλέον ότι οι δίγλωσσοι ομιλητές -άτομα που χρησιμοποιούν συστηματικά δύο γλώσσες από την παιδική κατά βάση ηλικία- αποτελούν την πλειοψηφία του παγκόσμιου πληθυσμού σήμερα. Στο πλαίσιο αυτό, η σύγχρονη έρευνα άρχισε να μελετά πιο συστηματικά το φαινόμενο της διγλωσσίας, προκειμένου να εξακριβωθεί εάν και πώς η δίγλωσση εμπειρία επηρεάζει την ανάπτυξη των παιδιών, αλλά και γενικότερα τον ανθρώπινο νου και εγκέφαλο. Πιο πρόσφατα, αρκετές μελέτες επικεντρώθηκαν και στις επιδράσεις της διγλωσσίας στις νοητικές ικανότητες ηλικιωμένων ατόμων. Οι μελέτες αυτές αναφέρουν κάποια ενθαρρυντικά ευρήματα, ότι η συχνή χρήση δύο γλωσσών για μεγάλο χρονικό διάστημα στη ζωή ενός ανθρώπου αποτελεί μια νοητικά απαιτητική εμπειρία που, σε μεγαλύτερη ηλικία, μπορεί να βοηθήσει το άτομο να διατηρήσει σε καλύτερο επίπεδο τη νοητική του υγεία και να καθυστερήσει την εμφάνιση σοβαρών συμπτωμάτων που σχετίζονται με νοητικές ασθένειες όπως η άνοια.
Η κατανόηση της νοητικής έκπτωσης που σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό, φυσιολογικά ή μη, επέρχεται με το γήρας αποτελεί μια κρίσιμη κοινωνική πρόκληση σε διεθνές επίπεδο σήμερα. Στην Ευρώπη, με την αύξηση του προσδόκιμου ζωής, υπολογίζεται ότι 20% του πληθυσμού είναι ηλικίας 65 ετών και άνω, ποσοστό που προβλέπεται να φτάσει στο 30% το 2050. Στην απουσία αποτελεσματικών φαρμακολογικών θεραπειών, οποιοσδήποτε περιβαλλοντικός παράγοντας ο οποίος μπορεί να συμβάλει στην καθυστέρηση της σοβαρής γνωστικής απώλειας σε προχωρημένη ηλικία έχει σημαντικά οφέλη για το άτομο, την οικογένειά του και την κοινωνία. Συγκεκριμένα, η διατήρηση της καλής νοητικής υγείας επιτρέπει στους ηλικιωμένους να λειτουργούν ανεξάρτητα για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, να έχουν ενεργή και ποιοτική συμμετοχή στην καθημερινή ζωή, ενώ προσθέτει χρόνο στον οποίο δεν απαιτείται ουσιαστική υποστήριξη από την οικογένεια ή το σύστημα υγειονομικής περίθαλψης.
Διάφοροι παράγοντες, σχετικοί με τον τρόπο ζωής ενός ατόμου, μπορούν να λειτουργήσουν προστατευτικά για τη νοητική του υγεία σε μεγαλύτερη ηλικία. Τέτοιοι παράγοντες, για παράδειγμα, είναι η φυσική άσκηση (π.χ. περπάτημα), η καλή σωματική κατάσταση (π.χ. φυσιολογικό σωματικό βάρος), η εμπλοκή σε νοητικά απαιτητικές δραστηριότητες (π.χ. σπουδές, καθημερινές απασχολήσεις, όπως διάβασμα) και η κοινωνικοποίηση (π.χ. συχνή επαφή με φίλους). Σε αυτούς τους προστατευτικούς παράγοντες υποστηρίζεται ότι μπορεί να συμπεριληφθεί και η διγλωσσία.
Αρκετά ευρήματα δείχνουν ότι, όταν ένας δίγλωσσος θέλει να μιλήσει σε μία γλώσσα, το άλλο γλωσσικό σύστημα δεν απενεργοποιείται εντελώς στον νου και τον εγκέφαλό του. Επομένως, θεωρητικά, προκειμένου να επικοινωνήσει αποτελεσματικά σε μία γλώσσα, πρέπει, κάθε φορά, να χρησιμοποιεί ένα γνωστικό σύστημα λειτουργιών που σχετίζονται με την προσοχή και τη μνήμη - τις επιτελικές λειτουργίες. Οι επιτελικές λειτουργίες, για παράδειγμα, του επιτρέπουν να εστιάσει την προσοχή στη σωστή γλώσσα και να εμποδίσει στοιχεία από την άλλη γλώσσα να εισέλθουν στη ροή της ομιλίας. Αυτή η συνεχής χρήση των επιτελικών λειτουργιών από τα δίγλωσσα άτομα στην καθημερινή επικοινωνία είναι, σύμφωνα με κάποιους ερευνητές, ένα είδος «γνωστικής γυμναστικής» που βελτιστοποιεί τις επιτελικές λειτουργίες. Επίσης, βοηθά το δίγλωσσο άτομο να κτίσει ένα «νοητικό απόθεμα» που σε μεγαλύτερη ηλικία μπορεί να συμβάλει στο να διατηρήσει για περισσότερα χρόνια την καλή νοητική του λειτουργία.
Τα γνωστικά πλεονεκτήματα της διγλωσσίας -εάν επιβεβαιωθούν από περαιτέρω έρευνα- προστίθενται στα διάφορα άλλα οφέλη που αναμφισβήτητα προσφέρει η εκμάθηση γλωσσών: επαγγελματικά, οικονομικά, πολιτισμικά και κοινωνικά. Η διγλωσσία, για παράδειγμα, συνδέεται με καλύτερες ευκαιρίες για επαγγελματική αποκατάσταση και ανέλιξη, ενώ προωθεί τη διαπολιτισμική επικοινωνία και κατανόηση σε μια σύγχρονη πραγματικότητα που χαρακτηρίζεται όλο και περισσότερο από την παγκοσμιοποίηση, την αυξημένη διασυνδεσιμότητα μεταξύ κρατών και την ανθρώπινη κινητικότητα. Η διγλωσσία θεωρείται πλέον ως σημαντικό προσόν για το άτομο και την κοινωνία, που πρέπει να ενισχύεται στο πλαίσιο της οικογένειας, της εκπαίδευσης και των εθνικών πολιτικών.
*Εάν είστε άνω των 50 ετών και επιθυμείτε να συμμετάσχετε σε έρευνα σχετικά με γνωστικές λειτουργίες όπως η προσοχή και η μνήμη, επικοινωνήστε με τον δρα Κυριάκο Αντωνίου στο antoniouky@hotmail.com
Εικονογράφηση: Chelsey Beck/NPR.