Η Δέσποινα Ηρακλέους είναι μια δασκάλα που νοιάζεται για τα παιδιά της και την εξέλιξή τους. Χωρίς διδακτισμό και με κοινωνική ευαισθησία, η ίδια μεταφέρει ιστορίες σε παραμυθένια τοπία και καλεί τα παιδιά να ταξιδέψουν και να εμπνευστούν μέσα από αυτά. Η Δέσποινα μιλά στο «Π» για το ταξίδι στη συγγραφή και τον κόσμο της παιδικής λογοτεχνίας στην Κύπρο με αφορμή τη διάκριση του βιβλίου της «Πού πήγαν τα φαντάσματα;» με τον τίτλο του Κρατικού Βραβείου Λογοτεχνίας για Μικρά Παιδιά των εκδόσεων 2022, τα οποία θα απονεμηθούν σε ειδική τελετή, η οποία θα πραγματοποιηθεί στις 5 Δεκεμβρίου 2023 στο Κινηματοθέατρο Παλλάς, η ώρα 19.00.
Πώς ξεκίνησε το ταξίδι σου στη συγγραφή;
«Στην τάξη έχουμε σχολικές βιβλιοθήκες, εάν είμαστε τυχεροί/ές. Όταν λοιπόν έψαχνα κάποια βιβλία για να έχω στη σχολική μου τάξη και δεν τα εντόπιζα, άρχισα να γράφω ιστορίες για να τις λέω στα παιδιά. Κάπως έτσι ξεκίνησα. Ωστόσο, εκείνες οι πρώτες ιστορίες δεν εκδόθηκαν ποτέ, αφού μιλάμε για αρκετά χρόνια πριν. Τις είχα όμως μαζεμένες σε ένα συρτάρι για να τις διαβάζω στην τάξη. Θυμάμαι όταν έγινε το τρομοκρατικό χτύπημα στο Μπατακλάν της Γαλλίας (13 Νοεμβρίου 2015), ήταν κάτι το συγκλονιστικό. Είχαν κλείσει τα σύνορα και έτυχε ο πατέρας μίας από τις μαθήτριές μου να βρίσκεται εκείνη την περίοδο στο Παρίσι. Οπότε δούλεψα πολύ μέσα μου ώστε να διαχειριστώ με κάποιον τρόπο το άγχος και τον φόβο του παιδιού. Έτσι, σκεφτόμουν τι θα γινόταν αν μία μέρα μας απαγορευόταν να διασχίσουμε την πόλη, να περπατούμε ελεύθεροι και ευρύτερα εάν επικρατήσει ο φόβος. Αυτές οι σκέψεις έγιναν η αφορμή για να γράψω το πρώτο μου βιβλίο με τίτλο 'Η μηχανή που έφτιαχνε ιστορίες'. Μάλιστα, μετά την πανδημία του κορωνοϊού, πολλοί με ρωτούσαν πώς και έγραψα αυτήν την ιστορία και εάν ένιωθα ότι θα υπάρξει κάτι τέτοιο. Ωστόσο, δεν έχει καμία σχέση με την πανδημία».
Πώς βοηθά η ανάγνωση ενός παραμυθιού στην τάξη;
«Η ιστορία ήταν μία μέθοδος η οποία λειτούργησε με τέτοιον τρόπο ώστε να δούμε όσα βιώναμε ως ομάδα και τάξη με έναν παραμυθένιο χαρακτήρα. Ως δάσκαλοι ερχόμαστε αντιμέτωποι με θέματα στερεοτύπων, πένθους και άλλα πολλά θέματα εκτός ύλης. Π.χ. ένα παιδάκι έχασε τον πατέρα του από καρκίνο και πήγαινε κάτω από το θρανίο και δεν έβγαινε. Άρα, οι ιστορίες και τα βιβλία λειτουργούν ως φαρμακείο. Και δικές μου ιστορίες να μην έλεγα στα παιδιά που σκαρφιζόμουν, θα διάλεγα ένα βιβλίο από τη σχολική βιβλιοθήκη που θα 'θεράπευε' την κατάσταση που θα έπρεπε να διαχειριστούμε με ένα αντίστοιχο θέμα. Χωρίς διδακτισμό βέβαια, ώστε να μπορέσουμε μέσα από εμψυχωτικές δραστηριότητες να βιώσουμε και να φτάσουμε σε ένα σημείο όπου οι ήρωες της ιστορίας θα μας βοηθήσουν να δούμε τον εαυτό μας, να βρούμε λύση κ.ά. Βοηθάνε να αναπτυχθεί η φαντασία τους και ανοίγουν πόρτες στα παιδιά σε άλλους κόσμους, καθώς διατηρούν έναν ρόλο διασκέδασης και απόλαυσης».
Άρα, εμπνέεσαι από καθημερινές καταστάσεις και το σχολείο;
«Ναι. Οι ιστορίες έρχονται από κάπου και σε βρίσκουν. Π.χ. το βιβλίο μου 'Μελουζίνα', το οποίο προκύπτει μέσα από έρευνα για τον μύθο της «Μελουζίνης της Κύπρου». Μια ιστορία που έμεινε έξω από τα βιβλία της ιστορίας μας αλλά αφορά την περίοδο των Λουζινιανών βασιλιάδων. Αν δεν ήταν, όμως, η δρ Ρίτα Σεβέρη και η Άννα Μαραγκού, ίσως αυτή η ιστορία να χανόταν. Το βιβλίο μου «τα παπούτσια της δασκάλας» αφηγείται μια πραγματική ιστορία μιας δασκάλας που είναι και διεθνής διαιτήτρια ποδοσφαίρου. Είχαμε στο σχολείο μια τέτοια περίπτωση και θεώρησα ότι καταρρίπτει το στερεότυπο. Έκανα μάλιστα και ένα κοινωνικό 'πείραμα' στην τάξη. Ανακοίνωσα στα παιδιά πως θα μας επισκεφθεί διαιτητής και τους ζήτησα να κάνουν ζωγραφιές για να στολίσουμε την τάξη. Όλα τα παιδιά ζωγράφισαν άνδρες. Όταν ήρθε η δασκάλα, κανένας δεν το πίστευε και χρειάστηκε να βάλω βίντεο από τη δράση της. Ήταν μια στιγμή που χάρηκα στα χρόνια διδασκαλίας μου διότι κατάλαβα πως άλλαξε η οπτική τους. Τα παιδιά έγραφαν πως και οι γυναίκες μπορούν και μπορούν να κάνουν κάθε όνειρό τους. Οπότε, για μένα, είναι πολύ σημαντικό η σύγχρονη παραγωγή λογοτεχνίας να προσεγγίζει το παιδί του σήμερα».
Το παιδί του σήμερα περιτριγυρίζεται και από οθόνες, είναι εύκολο να του τραβήξεις την προσοχή;
«Αυτή είναι η πραγματικότητά τους, αλλά χρειάζεται μέτρο. Ξέρεις, η Σουηδία που θεωρείται μια πρωτοπόρα χώρα στην εκπαίδευση ανακοίνωσε πρόσφατα (AP. 11.09.2023) πως επενδύει ξανά στο βιβλίο και τη σημασία του γραφικού χαρακτήρα των παιδιών ώστε να αναπτυχθούν οι γνωστικές δεξιότητές τους. Το βιβλίο χρειάζεται και είναι στο χέρι του γονέα και των εκπαιδευτικών να το φέρουν σε επαφή με αυτό. Π.χ. εάν υπάρχουν βιβλία στο δωμάτιο του παιδιού, εάν διαβάζουν μαζί ή εάν πηγαίνουν στο βιβλιοπωλείο ή συμμετέχουν σε εκδηλώσεις, δράσεις για το βιβλίο - όπως λέσχη ανάγνωσης της τάξης. Όλα αυτά δημιουργούν και καλλιεργούν τη σύνδεση του παιδιού με το βιβλίο. Ο Κυπριακός Σύνδεσμος Παιδικού/Νεανικού Βιβλίου, στον οποίο συμμετέχω, κάνει αρκετές δράσεις, όπως η λέσχη ανάγνωσης της Παρασκευής».
Πες μας περισσότερα για τη λέσχη ανάγνωσης της Παρασκευής.
«Κάθε Παρασκευή, ο σύνδεσμος φιλοξενεί έναν Κύπριο συγγραφέα με το βιβλίο του, και υποδεχόμαστε τα μικρά παιδιά σε ένα εργαστήρι λογοτεχνίας με σκυλιά ανάγνωσης, τα οποία συνοδεύονται από τον εκπαιδευτή τους, τον Στέφανο Σεβέρη. Μια δράση που στηρίζεται σε προγράμματα του εξωτερικού (Library dogs, readingdogs), με πάρα πολλά οφέλη αφού η παρουσία του σκύλου ξεδιπλώνει ένα παιδάκι ή και απλώς του προσφέρει αγάπη, χωρίς να το κρίνει αν δεν διαβάζει σωστά ή αν έχει δυσλεξία. Αυτή η δράση έκλεισε τον κύκλο της αυτήν την Παρασκευή, ωστόσο επιστρέφει μετά τις διακοπές των Χριστουγέννων και όποιοι ενδιαφέρονται μπορούν να μάθουν περισσότερα στην ιστοσελίδα μας στο Facebook. Γενικά, διοργανώνονται διάφορες δράσεις, όπως η 'κινητή-πλανόδια βιβλιοθήκη', η 'κουζίνα του συγγραφέα' ή οι 'φιλαναγνωστικές χειραψίες'. Ο σύνδεσμος επίσης ενισχύει μικρές κοινοτικές βιβλιοθήκες επειδή τα τελευταία χρόνια έχουν κλείσει περίπου 40. Κάτι πολύ άσχημο. Πρέπει να κατανοήσουμε πως η βιβλιοθήκη είναι δικαίωμα του παιδιού και το βιβλίο είναι δύναμη».
«Πού πήγαν τα φαντάσματα». Περί τίνος πρόκειται και πώς ήταν η είδηση διάκρισης του βιβλίου σου;
«Ήταν τρομερή χαρά και έκπληξη για μένα όταν έμαθα πως το δικό μου βιβλίο βραβεύτηκε. Ξέρεις, γράφεις γιατί αγαπάς και έχεις ιστορίες να πεις και είναι πολύ όμορφο όταν κερδίζει κι άλλη αγάπη η ιστορία σου. Το 'Πού πήγαν τα φαντάσματα' είναι ένα εικονοβιβλίο, το οποίο μιλά για τη φιλία και τους φόβους μας. Το συγκεκριμένο βιβλίο το έγραψα για τα δύο μου σκυλάκια, τα οποία τα βρήκα αδέσποτα. Στην αρχή, νόμισα πως εγώ τα έσωσα, ωστόσο κατάλαβα πως αυτά με έσωσαν. Πέρασα κάποιες δύσκολες καταστάσεις και τα δύο αυτά σκυλάκια δεν έφυγαν λεπτό από το πλευρό μου και με στήριξαν με τον δικό τους, μοναδικό τρόπο. Αυτό λειτούργησε, για μένα, σαν θεραπεία. Στο βιβλίο πρωταγωνιστεί ένα κοριτσάκι, το οποίο μέσα από τις διάφορες περιπέτειες νικάει τα φαντάσματα και κατ' επέκταση τους φόβους. Σε αυτό το ταξίδι βοήθησε και η εικονογράφηση της Ναταλίας Καπατσούλια».
Ποιος θεωρείς ότι είναι ο ρόλος των Κρατικών Βραβείων Λογοτεχνίας;
«Για εμάς τους συγγραφείς πιστεύω είναι ένα μεγάλο κίνητρο το οποίο σου δίνει κάποια δύναμη για να συνεχίσεις να γράφεις. Ο κόσμος των εκδόσεων είναι πολύ δύσκολος, ειδικά για τους Κύπριους, καθώς η ελληνική γλώσσα δεν είναι και τόσο δημοφιλής στο εξωτερικό ώστε να πάρουν κάποια προώθηση από εκεί (χωρίς μετάφραση). Αυτά τα βραβεία, λοιπόν, θεωρώ πως είναι ένα τρόπος να αγκαλιαστούν τα βιβλία των Κυπρίων και της ελληνικής γλώσσας. Στη δική μου περίπτωση, όπως μου είπαν μαθητές/τριές μου, δίνει ένα κίνητρο στα παιδιά να διεκδικούν και να συνεχίζουν τα όνειρά τους μέσα από τη χαρά και την περηφάνια που νιώθουν για το βραβείο που κέρδισε η δασκάλα τους».
Έχει μόλις κυκλοφορήσει ένα νέο βιβλίο για τα Χριστούγεννα. Πες μας λίγα λόγια γι' αυτό.
«Το βιβλίο, με τίτλο 'Πουπέτ - Η γάτα που μισούσε τα Χριστούγεννα', το οποίο εμπνεύστηκα από τις βόλτες που κάνω με τα σκυλιά μου. Σε αυτές τις βόλτες, λοιπόν, για χρόνια, βλέπω μια κυρία η οποία κουβαλάει ένα καρότσι-τσάντα γεμάτο με τροφή για αδέσποτες γάτες, οι οποίες αναγνωρίζουν πια τον ήχο του καροτσιού. Μια γιαγιά, η οποία τους έχει βγάλει ονόματα και τις φροντίζει το καλοκαίρι αλλά και τον χειμώνα. Μία μέρα της ζήτησα να τη βγάλω φωτογραφία για να την παρουσιάσω στην τάξη αλλά αυτή δεν δέχθηκε. Μου είπε κιόλας πως δεν είμαι θέαμα και δεν το κάνω για την εικόνα. Παρατήρησα όμως πως μερικά παιδιά που συχνάζανε σε ένα παρακείμενο πάρκο την κορόιδευαν. Έτσι αποφάσισα να γράψω μια ιστορία γι' αυτήν. Αυτή η κυρία, η Πουπέτ στο βιβλίο, είναι αυτή που σώζει τελικά τα Χριστούγεννα».