Εντάξει, την εποχή των γονιών μας, εκεί κάπου σε μια φαντασιακή φούσκα που την έλεγαν new age, οι γκουρού ήταν κάτι σεβαστό. Γκουρού ονομάτιζαν και τους πρωτοπόρους του διαδικτύου, όπως τον δικό μας, τον Νίκολας Νεγρεπόντε του MIT, τότε που με ανοιχτό στόμα τους ακούγαμε να μας περιγράφουν τον θαυμαστό καινούργιο κόσμο που έρχεται.
Αυτός ο κόσμος όμως, όταν ήρθε τελικά, είχε λιγότερους γκουρού και περισσότερους influencers. Που έγιναν και κανονικό επάγγελμα στο τέλος. Μέχρι που βαρεθήκαμε το Facebook, μας κούρασε το Instagram και πολλοί από εμάς βρήκαν καταφύγιο στο LinkedIn (τουλάχιστον να μαθαίνουμε και κάτι από τον επαγγελματικό χώρο). Και εκεί πέσαμε σε νέου τύπου influencers που μοιάζουν πιο πολύ με γκουρού, αλλά και πάλι influencers είναι. Κυρίως μας υπόσχονται μια μαγική φόρμουλα που μας επιτρέπει να κερδίζουμε μια μικρή περιουσία δουλεύοντας μόνο λίγες ώρες την εβδομάδα. Είναι οι καλές μας νεράιδες κατά κάποιον τρόπο.
Αυτοί οι macro-influencers (έτσι ονομάζουμε όσους έχουν εκατοντάδες χιλιάδες συνδρομητές) του LinkedIn έχουν οπαδούς που πίνουν νερό στο όνομά τους. Ονειρεύονται κι αυτοί να πετύχουν ρεκόρ πωλήσεων ή κερδών εφαρμόζοντας τις συμβουλές τους και τη «νοοτροπία» τους. Κάποιοι ελάχιστοι τα καταφέρνουν, αν και σε μικρότερη κλίμακα. Οι περισσότεροι εγκαταλείπουν στη διαδρομή, κάποια στιγμή ζουν στο πετσί τους τον πρώτο νόμο των social: ότι πίσω από κάθε influencer μετράμε δεκάδες ή και εκατοντάδες χιλιάδες αποτυχημένες προσπάθειες. Σύμφωνα με τη HypeAuditor, μια εταιρεία analytics για influencers, κάποιος θα πρέπει να έχει 1 εκατομμύριο οπαδούς στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για να κάνει καριέρα πλήρους απασχόλησης. Λιγότερο από το 1% το πετυχαίνει.
Έτσι κι αλλιώς εμείς με τα «φτωχά» ελληνικά μας δεν έχουμε και μεγάλες πιθανότητες να κάνουμε κάτι. Γιατί στις κοινότητες αυτές, οι μεγάλοι σταρ είναι οι… κειμενογράφοι, με την ευρεία έννοια του όρου (αλλά πάντα στα αγγλικά). Αυτοί που μπορούν να δημιουργήσουν μια κοινότητα και να διοχετεύουν σε αυτήν τα «προϊόντα» τους. Οι πιο γνωστοί, μάλιστα, καυχιούνται ότι έχουν καταφέρει να κερδίσουν κολοσσιαία νούμερα γράφοντας ατάκες για CEO κορυφαίων εταιρειών (λένε τώρα, τι να σας πω...).
Και βέβαια όλοι χρησιμοποιούν εξειδικευμένες τεχνικές μάρκετινγκ όπως το μοντέλο AIDA ή το περίφημο ToFu MoFu BoFu, το τρίπτυχο για να γίνεις πλούσιος ενώ κάθεσαι στον καναπέ σου με τις παντόφλες σου. Και στις μαθαίνουν, λένε. Όπως σου μαθαίνουν να ποστάρεις σε τακτικά διαστήματα, να εναλλάσσεις μεταξύ «εμπνευσμένων» (πώς να μεταφράσω το inspirational που να θυμίζει και μάρκετινγκ δεν ξέρω) και «πρακτικών» δημοσιεύσεων, εικόνων, βίντεο και γκαλερί φωτογραφιών. Να αλληλοεπιδράς με τους λογαριασμούς άλλων influencers, να απαντάς στα σχόλια και όλο το πακέτο…
Έκπληξη; Τίποτα από αυτά δεν λειτουργεί. Ο λόγος είναι απλός, ο αλγόριθμος του LinkedIn είναι ο χειρότερος απ' όλους, ακατανόητος και αδάμαστος. Οι κανόνες αλλάζουν συνεχώς, πράγμα που σημαίνει ότι οι επίδοξοι influencers πρέπει να ξοδεύουν πολύ χρόνο προσπαθώντας να τον υποτάξουν. Αν τα καταφέρουν.
Γιατί οι πραγματικοί γκουρού, οι λογαριασμοί με εκατοντάδες χιλιάδες συνδρομητές, έχουν όλοι ένα κοινό: ξεκίνησαν τη δραστηριότητά τους πριν από χρόνια, όταν το LinkedIn δεν θεωρούνταν ακόμη πλατφόρμα για τη δημιουργία περιεχομένου, αλλά μέσο δικτύωσης.
Και τα πραγματικά τους έσοδα δεν έρχονται από το «γράψιμο» αλλά από την «γκουρουδιά» τους, πουλάνε σεμινάρια ή bootcamps ή coaching ή ό,τι άλλο σκεφτείτε για μπόλικα ευρουδάκια ώστε να μάθετε πώς να γίνετε κι εσείς ένας σιχαμένος επιχειρηματίας με εκατομμύρια τζίρο. Πολλοί από αυτούς έχουν σταματήσει να ασκούν το αρχικό τους επάγγελμα (αν το έκαναν ποτέ).
Η ίδια η πλατφόρμα, αν έχετε παρατηρήσει, βοηθάει πολύ αυτό το στυλ. Διαθέτει πλέον διαδικτυακά σεμινάρια, υπηρεσία newsletter που μπορείς να κυκλοφορείς εντός, γενικά προσφέρει αρκετά εργαλεία, ιδιαίτερα στους επί πληρωμή συνδρομητές για να ζήσουν (ή να πουλήσουν) το όνειρό τους.
Με αυτά και με εκείνα και το LinkedIn μια αποστροφή μας τη δημιουργεί. Μπορεί εκεί να μην είναι όλοι πανέμορφοι, όπως στο Instagram, αλλά είναι όλοι σούπερ επιτυχημένοι. Και μιλάνε και τη γλώσσα του μάρκετινγκ που σε μας τους κοινούς θνητούς δεν λέει πολλά.