Ο στενός φίλος του Φρόυντ Oskar Pfister έκανε στις αρχές του 20ού αιώνα μια ανακάλυψη «της οποίας το ενδιαφέρον δεν μπορούμε να αρνηθούμε ακόμα κι αν δεν φαινόμαστε διατεθειμένοι να την αποδεχτούμε δίχως όρους»(1). Σύμφωνα με αυτήν την ανακάλυψη, στον πίνακα του Λεονάρντο ντα Βίντσι Η παρθένος και ο μικρός Ιησούς με την Αγία Άννα (2), υπάρχει μια αινιγματική φόρμα «κρυμμένη» στα ρούχα της Μαρίας: ο γαλάζιος της μανδύας σχηματίζει έναν γύπα, σύμβολο της δύναμης άλλα και της μητρότητας. Ο Pfister προσθέτει: «Μένει να θέσουμε μια σημαντική ερώτηση: μέχρι πού φθάνει η σημασία της εικόνας του αινίγματος; Αν παρακολουθήσουμε τον μανδύα που προβάλλει τόσο καθαρά πάνω σ’ αυτό που τον περιβάλλει από τη μέση της φτερούγας, παρατηρούμε πως από τη μια μεριά κατεβαίνει μέχρι το άκρο του ποδιού της γυναίκας, ενώ από την άλλη ανεβαίνει προς τον ώμο της και προς το παιδί. Το πρώτο μέρος αναπαριστά περίπου τη φτερούγα και τη φυσιολογική ουρά του γύπα, το δεύτερο μια μυτερή κοιλιά και μια ανοιγμένη ουρά πουλιού κυρίως αν λάβουμε υπ’ όψιν μας τις γραμμές υπό μορφή ακτίνων, όμοιες με φτερά λόγω του περιγράμματός τους. Η άκρη, δεξιά αυτής της ουράς, κατευθύνεται προς το στόμα του παιδιού, δηλαδή προς τον Λεονάρντο, όπως ακριβώς στο προφητικό παιδικό του όνειρο» (3).
Υπάρχουν άραγε έργα στα οποία κρύβονται μυστικά; Απαντώ ανεπιφύλακτα ναι, με πρώτο το Χειρόγραφο Βόινιτς (4), ένα έργο του οποίου το αίνιγμα δεν έχει λυθεί από τον 15ο αιώνα μέχρι σήμερα. Αλλά και στη Δημιουργία του Αδάμ του Μιχαήλ Άγγελου (5), ο χιτώνας πίσω από την πλάτη του Θεού, σχηματίζει κατά τους ειδήμονες μισό ανθρώπινο κρανίο ή γυναικεία μήτρα ή, κατά τη δική μου προσωπική εκδοχή, μισό ρόδι, πανάρχαιο σύμβολο ζωής, γονιμότητας και δημιουργίας, καθώς οι φιγούρες στο εσωτερικό παραπέμπουν στα παιδιά-σπόρους του Αδάμ και της Εύας, δηλαδή στη μελλοντική ανθρωπότητα.
Στον πίνακα του Χανς Χόλμπαϊν Οι Πρεσβευτές (6), αν κοιτάξουμε από διαγώνια θέση τη ρευστή μάζα μπροστά στα πόδια των δύο αντρών, θα δούμε ολοκάθαρα ένα κρανίο, σύμβολο του memento mori αφενός, και της ελλιπούς ανθρώπινης αντίληψης στη Γνώση αφετέρου. Στον πίνακα Ο Γάμος των Αρνολφίνι (7), ο Βαν Άικ κρύβει στον κυκλικό καθρέπτη, («το μάτι» της άλλης διάστασης) τη σχεδόν αόρατη μα διαχρονικά υπαρκτή μορφή του. Επίσης, σε μία από τις κόρες των ματιών της Τζοκόντα (8) διάβασα ότι υπάρχουν κρυμμένα τα αρχικά LV, που ίσως σημαίνουν Leonardo Vinci ή, κατά τη γνώμη μου και πάλι Longa Vita, δηλαδή μια ευχή για Μακρά Ζωή του έργου, κάτι που όντως έχει συντελεστεί. Στην τοιχογραφία του Τζότο Ο Θάνατος του Αγίου Φραγκίσκου (9), αν ερευνήσουμε προσεκτικά το επάνω μέρος της εικόνας, θα δούμε ανάμεσα στα σύννεφα μια αέρινη μορφή η οποία πιθανότατα συμβολίζει το άυλο πνεύμα ή την ψυχή του Αγίου στο ταξίδι προς τους ουρανούς.
Ανάλογα δείγματα «κρυφών σημείων» υπάρχουν και στη γλυπτική, όπως για παράδειγμα στον Περσέα του Μπενβενούτο Τσελίνι (10), όπου στο πίσω μέρος της κεφαλής, ανάμεσα στα μαλλιά και το κράνος του ήρωα, διακρίνεται μια δεύτερη σκοτεινή μορφή. Τέλος, στο συρρικνωμένο πέος του Δαβίδ, ο Μιχαήλ Άγγελος κρύβει τον φόβο που πεταρίζει στα στήθη του μικρού Δαβίδ καθώς παρατηρεί στον τεράστιο Γολιάθ μια στιγμή πριν την αναμέτρηση.
Ομολογώ ότι, για κάποιον ανεξήγητο λόγο, με διακατείχε από πολύ νωρίς η διάθεση να αναζητώ κρυμμένα μηνύματα στα έργα τέχνης. Το συνειδητοποίησα ένα αποχαυνωτικό μεσημέρι του 1968 στο φροντιστήριο του Πάνου Σαραφιανού, όταν ζαλισμένος από τον καύσωνα, αποκοιμήθηκα μπροστά στο καβαλέτο μου.
«Με πήρε ο ύπνος μπροστά στο τελάρο κι ονειρεύτηκα ότι ο Λεονάρντο, πριν φτιάξει την Τζοκόντα, είχε συναντήσει τον Πραξιτέλη στην Ολυμπία κι αυτός του έδειξε τον Ερμή. Γλύπτης και ζωγράφος συνεννοήθηκαν να κρύψουν στα λακκάκια, πλάι στο στόμα των έργων τους, σκέψεις απόκρυφες, κωδικοποιημένες. Γι’ αυτόν τον λόγο ο Ερμής και η Μόνα Λίζα έχουν όμοια λακκάκια στην άκρη των χειλιών τους»(12).
Τα δύο χρόνια που σπούδασα στη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας, μετά το εργαστήριο συνέχιζα τη δουλειά στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο. Καθισμένος στο πάτωμα, σχεδίαζα αγάλματα, ανάγλυφα, ακόμη και τους βαριεστημένους φύλακες που έβλεπαν με συμπάθεια τους εκκολαπτόμενους «καλλιτέχνες». Στα διαλείμματα, άφηνα τα σύνεργα επιτόπου και ανέβαινα στον επάνω όροφο όπου, εκτός από την πλούσια συλλογή αγγείων, υπήρχαν και τα ευρήματα της Θήρας. Οκλαδόν, μπροστά στο αγαπημένο μου Δωμάτιο της Άνοιξης, ανέτρεχα στις φάσεις της ζωής του: το σοβάντισμα, τη σχεδίαση στον υγρό τοίχο, το σβέλτο άπλωμα των χρωμάτων στην επιφάνεια, κι έπειτα τη φονική έκρηξη του 1614 π.Χ., τη βύθιση του μισού νησιού και το θάψιμο της πόλης του Ακρωτηρίου σε καυτή στάχτη. Μαγευόμουν κοιτώντας τα πολύχρωμα βουνά, τους πύρινους βλαστούς στις κορυφές τους, μύριζα το άρωμα των κρίνων, άκουγα το ερωτικό τιτίβισμα των ακίνητων χελιδονιών και με τον καιρό πίστεψα ότι μέσα στην εικόνα του έργου ήταν κρυμμένο κάποιο μυστικό το οποίο «έπρεπε» να εξιχνιάσω.
Το 1969 έφυγα από την Αθήνα, μετακόμισα αρχικά στη Ρώμη κι έπειτα στο Παρίσι, όποτε επέστρεφα όμως δεν παρέλειπα να επισκεφτώ το Αρχαιολογικό Μουσείο και να περάσω μερικές ώρες μπροστά στην τοιχογραφία «μου», αναζητώντας, σαν υπόσχεση, την απάντηση στο μυστικό της.
Δεν γνωρίζω πότε η πραγματικότητα μεταπλάθεται σε όνειρο, κι ως εκ τούτου αδυνατώ να πω με σιγουριά αν η «ανακάλυψη» προηγείται ή έπεται της «αποκάλυψης». Όπως και να ‘χει, πέρασαν δώδεκα χρόνια επισκέψεων και άκαρπης αναζήτησης, όταν κάποια μέρα του 1980, καθώς ανίχνευα για πολλοστή φορά τη ζωγραφιά, ένα δροσερό αεράκι κίνησε απαλά τους βλαστούς των άλικων κρίνων γεμίζοντας τον χώρο ευωδιές· τα ερωτευμένα χελιδόνια ζωντάνεψαν σμίγοντας, επιτέλους, τα ράμφη στο χιλιόχρονα αναμενόμενο φιλί τους, τα πέταλα των κρίνων άνοιξαν σαν λάγνα χείλη αιδοίου, οι υγροί σπόροι κατρακύλησαν, όπως η λάβα κάποτε, από τις πλαγιές των βουνών στα πόδια μου. Και εννόησα σε μια στιγμή το πώς αυτός ο μοναδικός ζωγράφος κατάφερε να κρύψει την απελπισία του, μεταπλάθοντας τη λύπη σε χαρά, τον θάνατο σε λουλούδιασμα.
Δεν θα εξηγήσω το κρυμμένο μυστικό. Το έκανα μία φορά στο ΕΜΣΤ κι αυτό φτάνει. Θα επαναλάβω μόνο ότι το Δωμάτιο της Άνοιξης κρύβει ένα μάθημα, δώρο πολύτιμο για όποιον το αναζητήσει. Άλλωστε, δεν πρέπει να ξεχνάμε πως συχνά, τ’ αμίλητα, είναι καλύτερα από τα μιλημένα.
1. Σίγκμουντ Φρόυντ, «Μια παιδική ανάμνηση του Λεονάρντο Ντα Βίντσι», εκδόσεις Ερατώ, 1983.
2. Βρίσκεται στο Λούβρο, Παρίσι.
3. Στις σημειώσεις του ο Λεονάρντο αναφέρει σε κάποιο σημείο σχετικά με το πέταγμα του γύπα: «Πιστεύω πως ήμουν προορισμένος να ασχοληθώ ιδιαίτερα με τον γύπα, σύμφωνα με μία από τις πρώτες μου παιδικές αναμνήσεις· όταν βρισκόμουν ακόμα στην κούνια, με πλησίασε ένας γύπας, μου άνοιξε το στόμα με την ουρά του και με αυτήν με χτύπησε πολλές φορές στα χείλη».
4. Βρίσκεται στη Βιβλιοθήκη του Γέιλ.
5. Βρίσκεται στην Καπέλα Σιστίνα, Ρώμη.
6. Βρίσκεται στην Εθνική Πινακοθήκη, Λονδίνο.
7. Βρίσκεται στην Εθνική Πινακοθήκη, Λονδίνο.
8. Βρίσκεται στο Λούβρο, Παρίσι.
9. Βρίσκεται στην Άνω Βασιλική, Ασίζη.
10. Βρίσκεται στην Πιάτσα ντε λα Σινιορία, Φλωρεντία.
11. Βρίσκεται στην Πιάτσα ντε λα Σινιορία, Φλωρεντία.
12. Αν δεις τον Χρόνο πες του ότι πέρασα. Δημήτρης Αληθεινός. Εκδόσεις Εστία 2008.
ΕΙΚΟΝΑ: «Το Δωμάτιο της Άνοιξης». Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο. Αθήνα.