Θανάσης Νικολάου, δολοφονηθείς κατ’ επανάληψη (Μέρος Ι)

ΖΕΛΕΙΑ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ Δημοσιεύθηκε 23.10.2022
Full title: Portrait of a Man ('Léal Souvenir') Artist: Jan van Eyck Date made: 1432 Source: http://www.nationalgalleryimages.co.uk/ Contact: picture.library@nationalgallery.co.uk Copyright © The National Gallery, London
Τρεις γενικοί εισαγγελείς με αποφάσεις τους απέρριψαν ξανά και ξανά αιτήματα για διεξαγωγή ανακριτικής έρευνας για διερεύνηση εγκληματικής ενέργειας. Δεν είδαν καμία από αυτές τις ρωγμές στην κατασκευή βεβαιότητας και στην περιφρούρησή της για αυτοκτονία του Θανάση;

To υπέρτατο άδικο κατά προσώπου είναι η στέρηση από το θύμα των μέσων μαρτυρίας για το κακό που υπέστη. Το υπέρτατο κακό κατά της Δικαιοσύνης είναι να διαβρωθεί, εννοώντας, είτε να καταστούν διάτρητοι οι μηχανισμοί και τα όργανά της είτε ο περί Δικαιοσύνης δημόσιος λόγος να συμμετέχει στην αλλοίωση του νοήματος της Δικαιοσύνης και του προσανατολισμού και των προσδοκιών προς τη Δικαιοσύνη. Κρίση Νομιμοποίησης (Legitimation Crisis) των Θεσμών της Δικαιοσύνης έχουμε όταν οι θεσμοί αυτοί συμμετέχουν στην άσκηση των πιο πάνω κακών. Στη (μη) διερεύνηση του θανάτου (αναδρομικά: ανθρωποκτονίας) του Θανάση Νικολάου όχι μόνο συντρέχουν και τα τρία πιο πάνω (στέρηση μέσων μαρτυρίας, αλλοίωση της έννοιας της Δικαιοσύνης, κρίση θεσμών δικαιοσύνης) αλλά, επιπλέον, συντρέχουν σε βάθος χρόνου και κατ’ επανάληψη. Η επανάληψη του άδικου, η παρατεταμένη κρίση νομιμοποίησης, η καλλιεργημένη συνήθεια της ανοχής σε μια μελλιοριστική δικαιοσύνη, σε βάθος χρόνου και κατ’ επανάληψη παράγουν μια ιζηματοποίηση που ενισχύει τη θανάτωση της πολιτικής κοινωνίας.

Η Κυπριακή Δημοκρατία και δη η Εισαγγελία δεν αποφάσισαν λόγω προσήλωσης στη Δικαιοσύνη ή ανταπόκρισης στο αίτημα της μητέρας του θανόντος, Ανδριάνας Νικολάου, για δικαίωση του σκοτωμένου να διορίσει πρόσφατα ανεξάρτητους ποινικούς ανακριτές. Το έκανε διότι την υποχρέωνε η Απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του 2020 κατόπιν προσφυγής της μητέρας, του πατέρα και των αδελφών του Θανάση. Στην Κύπρο, στα θεοκρατικά καθεστώτα, στις δικτατορίες και στην Cosa Nostra υπάρχει κατοχύρωση της αδιαφάνειας και της απαίτησης «να μας αφήσετε ήσυχους να κάμνουμε τη δουλειά μας όπως ξέρουμε». Κάνοντας τη δουλειά τους όπως ξέρουν, δεν δημοσιοποίησαν το πόρισμα Μάτσα, δεν το κοινοποίησαν στην οικογένεια Νικολάου. Επιπλέον, οδήγησαν τη Δικαιοσύνη σε ακόμη μία έρευνα, στήνοντας για δεύτερη φορά εις άτοπον απαγωγή. H πρώτη εις άτοπον απαγωγή αφορούσε τη συγκάλυψη της ανθρωποκτονίας το 2005: μια εγκληματικά εσφαλμένη διάγνωση αυτοκτονίας απέκλεισε την έρευνα για εγκληματική ενέργεια και συμμετείχε τόσο στην αρχική καταστροφή τεκμηρίων όσο και στην κατοπινή ανακριτική και δικαστική παρεμπόδιση ερευνητικών διαδικασιών που θα διόρθωναν το άδικο στέρησης μέσων μαρτυρίας. H δεύτερη εις άτοπον απαγωγή αφορά την κατασκευή και προβολή της χρονικότητας της Δικαιοσύνης από τους ίδιους τους θεσμούς της δικαιοσύνης ως εκτός χρόνου, ληγμένης («Μακάρι να μπορούσα να γυρίσω τον χρόνο πίσω», Γ. Εισ.) και ταυτόχρονα επερχόμενης (με τον διορισμό ανεξάρτητων ανακριτών για διερεύνηση των αιτίων θανάτου του Θανάση μη αποκλειόμενης της εγκληματικής ενέργειας).

Το πώς η ΚΔ παρεμπόδισε την έρευνα για την ανθρωποκτονία του Θανάση καταγράφεται στο κείμενο της απόφασης του ΕΔΑΔ στην αγωγή Nicolaou v. Cyprus, 2020 (αίτηση 29068/10). Η φετιχοποίηση του πορίσματος Μάτσα ως επιτεύγματος της Εισαγγελίας (ενώ το ουσιαστικό επίτευγμα της Εισαγγελίας ήταν να παρεμποδίζεται για χρόνια η διεξαγωγή ανακριτικής έρευνας για εγκληματική ενέργεια) και ως συμβάντος με εκτυφλωτική δύναμη αποκάλυψης («επιτέλους, να λάμψει η αλήθεια») αποκαθιστά ως μη συμβάντα όλες τις αποφάσεις και ενέργειες για μη αποτελεσματική διερεύνηση από το 2005 μέχρι το 2020. Σταχυολογώ πιο κάτω μερικές επισημάνσεις από την απόφαση του ΕΔΑΔ που τεκμηριώνουν τη θέση ότι «το σκοτάδι» που διατάραξε το «φως» του πορίσματος Μάτσα δεν ήταν φυσικό αλλά κατασκευασμένο και εμπεδωμένο, ίσως και επιθυμητό.

Μεταξύ 1ης Οκτωβρίου 2005 και 28ης Ιουνίου (σε ένα χρονικό εύρος εννέα μηνών) η Αστυνομία (εννοείται… ο Αστυνομικός Σταθμός Λάνιας) πήρε καταθέσεις από 50 μάρτυρες. Πήρε καταθέσεις η ίδια Αστυνομία που άνοιξε έρευνα την 1η Οκτωβρίου 2005, η ίδια Αστυνομία που κατέγραψε ότι ο νεκροανατόμος ΠΣ εξέφρασε επιτόπου (on-site) την άποψη ότι η αιτία θανάτου ήταν αυτοκτονία λόγω πτώσης από ύψος και δεν υπήρχε υποψία για εγκληματική ενέργεια, η ίδια Αστυνομία που δεν ενέπλεξε το ΤΑΕ όταν τους παραδόθηκε στις 20 Οκτωβρίου 2005 δείγμα χώματος εμποτισμένου με αίμα που βρέθηκε σε απόσταση 3 μέτρων από το νεκρό σώμα από την οικογένεια και το οποίο αίμα έδειξαν τα τεστ που έκανε η Αστυνομία ότι ήταν αίμα του θανόντος, η ίδια Αστυνομία που ψάχνοντας να βρει το τηλέφωνο του Θανάση βρήκε δύο τενεκεδάκια μπίρας στην τσάντα του θανόντος που βρέθηκε κοντά στο αυτοκίνητο τα οποία υπέβαλε σε DNA test για να βρει πάνω τους γενετικό υλικό του Θανάση (άλλο γενετικό υλικό άλλων δεν ξέρουμε αν εντόπισαν στα τενεκεδάκια, σίγουρα όχι στο αυτοκίνητο διότι ποτέ δεν έψαξαν). Πήρε δηλαδή καταθέσεις η ίδια Αστυνομία που ήταν πεπεισμένη ότι δεν υπήρξε εγκληματική ενέργεια διότι αν είχε τέτοιες υποψίες θα είχε ήδη ενημερώσει το ΤΑΕ Λεμεσού (παράξενο βέβαια που διεξήγαγε ο Αστυνομικός Σταθμός Λάνιας έρευνα γενετικού υλικού χωρίς να είναι ενήμερο το ΤΑΕ). Καταθέσεις μαρτύρων που λαμβάνονται σε διάστημα 9 μηνών έχουν αυξημένες πιθανότητες να έχουν επηρεαστεί. Αυτό δεν κίνησε σε κανέναν γενικό εισαγγελέα την εύλογη υποψία ότι οι καταθέσεις μπορεί να μην ήταν αξιόπιστες και άρα ο αποκλεισμός εγκληματικής ενέργειας μπορεί να ήταν επίσης αναξιόπιστος;

Από ποιους μάρτυρες λήφθηκαν καταθέσεις από την Αστυνομία Λάνιας; Από 50 μάρτυρες: μέλη της οικογένειας του Θανάση, τον πρώην εργοδότη του, τον τελευταίο εργοδότη του, τον ιερέα του, στρατιώτες μαζί με τους οποίους υπηρετούσε τη θητεία του και στρατιωτικούς ανωτέρους του, περαστικούς και γεωργούς που πέρασαν από τον χώρο όπου βρέθηκε το νεκρό σώμα και οδηγούς που πέρασαν από τη γέφυρα Άλασσας τη μέρα του θανάτου του Θανάση.

Η μητέρα του Θανάση και ο ιερέας με τον οποίο μιλούσε (E.E.) κατέθεσαν ότι τους είχε πει εμπιστευτικά (confided) ότι δεν άντεχε άλλο την κατάσταση («unbearable») στο Στρατόπεδο Ευμένιος Παναγιώτου στα Πολεμίδια, ότι υποβαλλόταν σε λεκτικές προσβολές, ταπεινωτικές και εκφοβιστικές πράξεις από άλλους στρατιώτες, ότι φοβόταν να το αναφέρει στον ή στην «commanding officer» για να μην δεχτεί αντίποινα, ότι του έριχναν χαρτιά και τον έλεγαν «ο Αυστραλός» (αυτό το ανέφερε στον ή στην «commanding officer», υπολοχαγό D.I.). Στις καταθέσεις που πήρε η Αστυνομία Λάνιας καταδεικνύεται ότι ο Θανάσης είχε παραπονεθεί στους ανωτέρους του για την «κατάσταση» (στον λοχαγό P.D. και στον M.C.), οι P.D. και M.C. δήλωσαν ότι δυο-τρεις μέρες πριν τον θάνατό του ο Θανάσης έδειχνε ανήσυχος και κάτι σοβαρό τον απασχολούσε αλλά επειδή αρνήθηκε να πει στους ίδιους παραπέμφθηκε στους υπολοχαγό D.I., συνταγματάρχη K.V. και στρατιώτη I.D. οι οποίοι επιβεβαίωσαν ότι στις 25 Σεπτεμβρίου ο I.D. συνεχίζοντας τις εκφοβιστικές και ταπεινωτικές ενέργειες κατά του Θανάση τον έλεγε «the English» («το Εγγλεζούι»). Οι εισαγγελείς που αρνήθηκαν τη διεξαγωγή έρευνας για διερεύνηση εγκληματικής ενέργειας και κατοχύρωσαν τη βεβαιότητα της διάγνωσης «αυτοκτονία» δεν θεώρησαν ύποπτο το ότι η εκφοβιστική και κακοποιητική συμπεριφορά κατά του Θανάση στο στρατόπεδο συνεχίστηκε από άτομο/α στο/α οποίο/α παραπέμφθηκε ο Θανάσης για προστασία; Δεν θεωρήθηκε αντίφαση στην πρώιμη εκείνη έρευνα από την Αστυνομία Λάνιας το ότι οι ίδιοι που συμμετείχαν στην ψυχολογοποίηση του Θανάση και στο άδειασμα της μαρτυρίας του ως «απροσάρμοστου» και ενδεχομένως με αυτοκτονικές τάσεις ήταν οι ίδιοι που συμμετείχαν στην κακοποίησή του ή στην αποκατάσταση αυτής της κακοποίησης ως κοινοτοπίας; Μετά και το τελευταίο καταγεγραμμένο περιστατικό κακοποίησης του Θανάση, κι αφού το παράπονο κακοποίησης έφτασε σε ανωτέρους του άμεσα ανωτέρου του, «η θεραπεία» απονέμεται με τρόπο που μετατρέπει και πάλι την κακοποίηση σε μη γενόμενη, μη συμβάν, από τον κατώτερο στην τάξη που δεν έδειξε από την αρχή ικανότητα χειρισμού της βίας και δεν ενήργησε για να σταματήσει τη βία και να διασφαλίσει ασφάλεια στον Θανάση: «o υπολοχαγός D.I. συζήτησε το περιστατικό («incident») με τους άλλους δύο και έκανε καθημερινά συστάσεις σε όλους τους στρατιώτες να μην αποκαλούν ο ένας τον άλλον με διάφορα ονόματα («not to call each other names»), ειδικά τους νεοσύλλεκτους, και να είναι προσεκτικοί («and to be careful»).

Παράλληλα με την «έρευνα» που διεξήγαγε η Αστυνομία Λάνιας, έρευνα διεξήγαγε και ο στρατός. Σε αυτήν την έρευνα δεν αποκλείστηκε εξ αρχής η πιθανότητα εγκληματικής ενέργειας. Πρόκειται για στρατιωτική έρευνα «για τα αίτια του θανάτου και τις συνθήκες υπό τις οποίες ανακαλύφθηκε ο θανών». Η έρευνα διεξάγεται από τον ταγματάρχη (Major) Y.I. ο οποίος είχε την ευθύνη επιτήρησης των συνθηκών ασφάλειας στο Στρατόπεδο Ευμένιος Παναγιώτου. Ο ταγματάρχης (Major) Y.I. υποβάλλει μια αρχική έκθεση στις 18 Απριλίου 2006. Στην έκθεσή του παρουσιάζει μια περίληψη των ίδιων καταθέσεων (statements) που δόθηκαν στον ανακριτή (αστυνομικό) της Αστυνομίας Λάνιας από τους έντεκα μάρτυρες που ήταν στρατιώτες και στρατιωτικό προσωπικό στο στρατόπεδο, τον τελευταίο εργοδότη του Θανάση, τον ιερέα του και τη μητέρα του, και συμπεραίνει ότι «στη βάση των στοιχείων (facts) που επιβεβαιώθηκαν (ascertained) κατά την έρευνα ο κ. Νικολάου αυτοκτόνησε κατά τη νυχτερινή του άδεια εξόδου» και πρότεινε, «στη βάση της απουσίας εγκληματικής ενέργειας να κλείσει η έρευνα». Ενώ δηλαδή η εγκληματική ενέργεια δεν αποκλείεται στους όρους ανάθεσης της στρατιωτικής έρευνας, η στρατιωτική έρευνα μετατρέπει την ενδεχομενικότητα εγκληματικής ενέργειας σε βεβαιότητα ότι δεν υπήρξε εγκληματική ενέργεια. Ακολουθώντας οδηγίες του επιτελάρχη Στρατού του Υπουργείου Άμυνας, ο ταγματάρχης Y.I. ετοιμάζει και υποβάλλει δεύτερη έρευνα, ημερομηνίας 4 Ιουλίου 2006, όπου παρουσιάζει περίληψη καταθέσεων 53 μαρτύρων, κυρίως των καταθέσεων που δόθηκαν στην Αστυνομία και μερικών συμπληρωματικών που πήρε στις 5 Μαΐου 2006. Συμπεραίνει στην έκθεσή του ότι «ο κ. Νικολάου ήταν απόμακρος, μη εκδηλωτικός, εσωστρεφής και θρήσκος (distant, reserved, solitary and pious), δεν είχε ιδιαίτερα προβλήματα και αυτοκτόνησε κατά τη διάρκεια της εξόδου με άδεια διανυκτέρευσης». Ο ταγματάρχη Y.I. πρότεινε, στη βάση απουσίας εγκληματικής δράσης, να κλείσει η έρευνα. Στην έρευνα που διεξήγαγε ο στρατός δεν καταγράφονται η κακοποίηση και ο εκφοβισμός στα οποία υποβαλλόταν ο Θανάσης. Επιπλέον, η «ψυχολογοποίηση» του Θανάση και η προκατειλημμένη κατασκευή του ως εσωστρεφούς και ευσεβούς («θεούσου»;) παρατίθενται με τρόπο που να ενθαρρύνεται και να εκλογικεύεται η συμπερασματική της σύνδεση με τη δήθεν αυτοκτονία του. Πιο απλά, ο αποκλεισμός εγκληματικής ενέργειας θεμελιώνεται, πέρα από την ιατροδικαστική έκθεση, σε μαρτυρίες που συλλέχθηκαν κατά τη διάρκεια πολλών μηνών μετά την εύρεση του νεκρού σώματος του Θανάση, και από μαρτυρίες ατόμων που ήταν ενδεχομένως θύτες του Θανάση και είχαν κίνητρο να παραποιήσουν στοιχεία και να παραγάγουν παραπλανητικές αφηγήσεις. Εν ολίγοις, μαρτυρίες που λήφθηκαν και από αυτούς που δεν ήθελαν να διερευνηθεί η υπόθεση εγκληματικής ενέργειας.

Τρεις γενικοί εισαγγελείς με αποφάσεις τους απέρριψαν ξανά και ξανά αιτήματα για διεξαγωγή ανακριτικής έρευνας για διερεύνηση εγκληματικής ενέργειας. Δεν είδαν καμία από αυτές τις ρωγμές στην κατασκευή βεβαιότητας και στην περιφρούρηση της βεβαιότητας για αυτοκτονία του Θανάση;

Η υπόθεση Θανάση θρέφει το λαϊκό φαντασιακό της αλύτρωτης μάνας, το οποίο φαντασιακό είναι συμβατό με όλα τα αφηγήματα (εθνικά, λαϊκά, φασιστικά) με τα οποία η κάθε κυβέρνηση δομεί και θρέφει τους ψυχικούς μηχανισμούς μέσω των οποίων διακυβερνά. Η υπόθεση Θανάση θα είναι το κυπριακό Différend. Το έλασσον διακυβερνητικό έγκλημα που σφραγίζει το τέλος της πανδημίας, της στρατιωτικοποίησης της κοινωνίας, της απεμπόλησης του δικαιώματός μας σε πολιτική ελευθερία, του ελέγχου της πληροφορίας και πληροφόρησης, της πίστης στους ανεξάρτητους θεσμούς της Κυπριακής Δημοκρατίας, της βιοπολιτικής υποταγής στον μονάρχη.

*Αναπληρώτρια καθηγήτρια, Πανεπιστήμιο Κύπρου

ΕΙΚΟΝΑ : Jan van Eyck, Porträt eines Mannes (Timoteos), 1432.

Tags

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ