Εξαιρετικά σημαντική κρίνεται από αρχαιολόγους η ανακάλυψη σπηλιάς στην περιοχή του Κουμράν στο σημερινό Ισραήλ, που φιλοξενούσε κάποτε Χειρόγραφα της Νεκράς Θάλασσας και η οποία συλήθηκε μάλλον από Βεδουίνους τη δεκαετία του 1950.
Όπως έκανε γνωστό ο αρχαιολόγος Δρ Όρεν Γκάτφελντ, ένας από τους επικεφαλής των ερευνών, στην ιστοσελίδα του Εβραϊκού Πανεπιστημίου της Ιερουσαλήμ, «πρόκειται για μια από τις πιο εντυπωσιακές αρχαιολογικές ανακαλύψεις και η πιο σημαντική, τα τελευταία 60 χρόνια, στις σπηλιές του Κουμράν».
Γιατί όμως είναι τόσο σημαντική η ανακάλυψη, τη στιγμή μάλιστα που δεν εντοπίστηκαν χειρόγραφα; Ποιες είναι αυτές οι πολύτιμες γραφές και τι γνωρίζουμε για τον λαό που τις έκρυψε στις σπηλιές της περιοχής του; Η Βάλια Παπαναστασοπούλου, Αρχαιολόγος-Θεολόγος, με ειδικότητα σε θέματα Παλαιάς Διαθήκης (είναι Υποψήφια Διδάκτωρ Παλαιάς Διαθήκης στο Α.Π.Θ.), μίλησε στο Αθηναϊκό - Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων (ΑΠΕ-ΜΠΕ) για το εύρημα που εντυπωσίασε τους ειδικούς, αλλά ίσως να μην έγινε αρκετά κατανοητό ως προς τη σημασία του από το ευρύ κοινό.
Οι αρχαιολόγοι δεν είχαν γνώση της εν λόγω σπηλιάς, καθώς πιστευόταν ότι μόνο 11 σπηλιές περιείχαν τα εν λόγω χειρόγραφα. Η πρόσφατα ανακαλυφθείσα σπηλιά θα ονομαστεί Σπηλιά #12 και αποτελεί την πρώτη σε διάστημα 60 χρόνων που έρχεται στο φως, κι ας μην περιλαμβάνει τα ίδια τα χειρόγραφα.

©EPA/CASEY L. OLSON and OREN GUTFELD

Ποια ήταν αυτή η κοινότητα; «Η κοινότητα του Κουμράν είχε ιδρυθεί κατά την ελληνιστική περίοδο (περίπου μέσα 2ου αι. π.Χ.), κατά τη διάρκεια της οποίας στην Παλαιστίνη κυβερνούσαν οι Σελευκίδες. Την εποχή εκείνη πολλοί Ιουδαίοι είχαν ενστερνιστεί τον ελληνιστικό τρόπο ζωής και κυρίως οι αρχιερατικές οικογένειες και οι ανώτερες κοινωνικές τάξεις. Αυτό δημιούργησε ιδιαίτερη δυσαρέσκεια σε μεγάλη μερίδα του λαού, προκαλώντας εξεγέρσεις, όπως η λεγόμενη Μακκαβαϊκή επανάσταση, ενώ άλλοι ορθόδοξοι Ιουδαίοι ωθούνται προς την οργάνωση διαφόρων κινημάτων. Μεταξύ αυτών είναι και η κίνηση της ίδρυσης της Κοινότητας του Κουμράν. Ιδρυτής της ήταν ο λεγόμενος Διδάσκαλος της Δικαιοσύνης, ο οποίος ήρθε σε άμεση ρήξη με το ιερατείο της Ιερουσαλήμ», εξηγεί η ίδια.
Και πώς προέκυψαν τα πολύτιμα χειρόγραφα στις σπηλιές; «Η κοινότητα στο απομονωμένο περιβάλλον του Κουμράν ζούσε με έναν αυστηρό τρόπο, που θυμίζει κατά κάποιο τρόπο τις σημερινές μοναστικές κοινότητες. Διέθετε εγκαταστάσεις μελέτης και αντιγραφής των ιερών κειμένων, τράπεζα, εργαστήρια και δεξαμενές καθαρμών. Η ζωή τους διεπόταν από αυστηρούς και συγκεκριμένους κανόνες. Εξαιτίας της αναφοράς του Ιωσήπου και του Πλινίου του Πρεσβύτερου σε μία τέτοια κοινότητα που είχε το όνομα Εσσαίοι, η σύγχρονη έρευνα ταύτισε την Κοινότητα του Κουμράν με τους Εσσαίους. Όταν πλέον, η Κοινότητα εγκαταλείπεται εξαιτίας της κατάκτησης τους εβραϊκού κράτους από τους Ρωμαίους (68 π.Χ.), τα μέλη της φαίνεται πως φροντίζουν να κρύψουν τα πολύτιμα χειρόγραφά τους στις γύρω σπηλιές», σημειώνει η συνομιλήτρια του ΑΠΕ-ΜΠΕ.
©EPA/CASEY L. OLSON and OREN GUTFELD

Όσο για τη σπουδαιότητα των συγκεκριμένων χειρογράφων, η ίδια επισημαίνει: «Η σημασία τους είναι εξαιρετική για τη βιβλική επιστήμη και κυρίως για τη μελέτη του κειμένου της Παλαιάς Διαθήκης. Έχουν βρεθεί περίπου 900 χειρόγραφα, τα οποία μπορούν να χρονολογηθούν από τον 3ο π.Χ. μέχρι και τον 1ο μ.Χ. αι. Πέρα από τους κανόνες της διαβίωσης των μελών της Κοινότητας, βρέθηκαν και χειρόγραφα που περιέχουν βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης. Πρόκειται τόσο για μεγαλύτερα όσο και για μικρότερα αποσπάσματα και η σημασία τους έγκειται πως είναι αρχαιότερα από την επεξεργασία του κειμένου της Παλαιάς Διαθήκης, η οποία έγινε από τους Μασορίτες, έργο που ξεκίνησε από τον 7ο αι. μ.Χ. Σώζεται ολόκληρο το κείμενο του Ησαΐα, αλλά και αποσπάσματα από άλλα βιβλία του ιουδαϊκού κανόνα και ερμηνευτικά υπομνήματα σε αυτά. Αυτό σημαίνει πως πριν από την παγίωση του κανόνα της εβραϊκής Βίβλου από τους Μασορίτες κυκλοφορούσαν διάφοροι τύποι χειρογράφων με μεγαλύτερες ή μικρότερες αποκλίσεις από το σημερινό γνωστό βιβλικό κείμενο, γεγονός που εξηγεί, γιατί παρουσιάζονται διαφορές μεταξύ του κειμένου της Παλαιάς Διαθήκης και των αρχαίων μεταφράσεών της».
©EPA/CASEY L. OLSON and OREN GUTFELD
