Με το κυπριακό πολιτιστικό καλοκαίρι να είναι ήδη λειψό εξαιτίας της πανδημίας του κορωνοϊού που οδήγησε στην ακύρωση πολλών διοργανώσεων, ο ΘΟΚ κρατά στάση αναμονής για την καλοκαιρινή του παραγωγή, μέσα σε ένα τοπίο αμφιβολιών και ρίσκου.
Μόνη βέβαιη, η καλή «πρόθεση για επανεκκίνηση», όπως χαρακτηριστικά αναφέρει για τον Θεατρικό Οργανισμό Κύπρου η πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου, Αντιγόνη Αθηαινίτη.
Με τα δεδομένα της πανδημίας του κορωνοϊού να αλλάζουν συνεχώς -αν και το τελευταίο διάστημα στη χώρα μας τουλάχιστον επικρατεί μια αισιόδοξη σταθερότητα- ο Θεατρικός Οργανισμός Κύπρου βρίσκεται σε στάση αναμονής για λίγο ακόμη, προτού ληφθούν τελικές αποφάσεις σχετικά με την καλοκαιρινή του παραγωγή.
Με ή χωρίς «Αχαρνείς»
Ως γνωστό, ο ΘΟΚ ολοκληρώνει έκαστη θεατρική σεζόν με μια μεγάλη καλοκαιρινή παραγωγή σε ανοιχτά αμφιθέατρα. Για φέτος, ο Οργανισμός είχε ανακοινώσει το ανέβασμα της αριστοφανικής κωμωδίας «Αχαρνείς», σε σκηνοθεσία του Βαρνάβα Κυριαζή. Μάλιστα είχαν προγραμματιστεί και οι ακροάσεις των ηθοποιών, λίγες μόνο μέρες πριν τη λήψη περιοριστικών μέτρων για την αντιμετώπιση του κορωνοϊού.
«Κάνουμε έντονες προσπάθειες για να δούμε πώς μπορούμε να προχωρήσουμε», ανέφερε χθες στον «Π» η κ. Αθηαινίτη. «Σκοπός μας είναι να υλοποιήσουμε έστω και μερικώς τον προγραμματισμό για την καλοκαιρινή μας παραγωγή», είπε, εξηγώντας ότι υπάρχουν μια σειρά από ερωτήματα που αναμένεται να απαντηθούν τις επόμενες μέρες, ώστε να ληφθούν τελικές αποφάσεις. Ανάμεσά τους, ο τελικός χρόνος ανοίγματος των αμφιθεάτρων, οι ξεκάθαρες οδηγίες προφύλαξης στο πλαίσιο των προβών, οι σαφείς οδηγίες για την πληρότητα ενός αμφιθεάτρου. Ακόμη και ο αριθμός των ηθοποιών σε ένα καμαρίνι, αποτελεί σκόπελο στην ομαλή διεξαγωγή προβών.
Πάντως, σύμφωνα με την κ. Αθηαινίτη, παραμένει ανοιχτό το ενδεχόμενο μιας μικρότερης κλίμακας παραγωγής σε περίπτωση ακύρωσης της προγραμματισμένης, καθώς «πρόθεση είναι να βρούμε έναν τρόπο να κάνουμε θέατρο. Είναι σημαντικό για μας, τόσο για την επανεκκίνηση της θεατρικής δράσης αλλά και για τη στήριξη των καλλιτεχνών και, βεβαίως, για το θεατρόφιλο κοινό. Πάντα, τηρώντας όλους τους κανόνες υγιεινής, τόσο για τους εργαζόμενους όσο και για το κοινό».
