Παράθυρο logo
Περί της λατινικής μονής του Αγίου Δομινίκου
Δημοσιεύθηκε 27.01.2014
Περί της λατινικής μονής του Αγίου Δομινίκου

Γράφει η Νάσα Παταπίου

Τα νέα έργα στην πρωτεύουσά μας τα οποία εκτελούνται στην περιοχή της Πύλης Πάφου, εκεί που κάποτε βρισκόταν η μονή του Αγίου Δομινίκου, μας οδηγούν στο να αναζητήσουμε τα ίχνη της


Η μονή του Αγίου Δομινίκου είχε ιδρυθεί στις αρχές του 13ου αιώνα και αποτέλεσε αργότερα και το βασιλικό κοιμητήριο του φραγκικού βασιλικού οίκου των Lusignan. Η βασιλική μονή του Αγίου Δομινίκου του τάγματος των Δομινικανών μοναχών ήταν συνδεδεμένη με το δεύτερο ανάκτορο των Lusignan, αφού τόσο η μονή όσο και το ανάκτορο ήταν μέσα στον περίβολο του φρουρίου, του γνωστού στις πηγές ως citadella, και γύρω από το οχυρό αυτό υπήρχαν τάφροι και το νερό κυλούσε μέσα σ’ αυτές.


Βρισκόταν στα δυτικά της πόλης, σε μια περιοχή πλούσια σε νερά και πλούσια σε περιβόλια και ήταν γνωστή με το όνομα Περιβόλια (Giardini). Από την ίδια περιοχή κυλούσε ο Πεδιαίος ποταμός και εκτός από τη μονή του Αγίου Δομινίκου στο ίδιο διαμέρισμα της πόλης βρίσκονταν και οι μονές του Αγίου Ιωάννη de Montforte, του Αγίου Μάμαντος -στον χώρο της οποίας απλώθηκε η τάφρος του προμαχώνα Rochas- και λίγο πιο πέρα αυτή του Αγίου Θεοδώρου. Και οι τέσσερις αυτές μονές, σύμφωνα με τις πηγές, εκδομένες και ανέκδοτες, είχαν κατεδαφιστεί το 1567 εξαιτίας της νέας οχύρωσης της Λευκωσίας, την οποία πραγματοποίησε ο σπουδαίος στρατιωτικός μηχανικός από το Φρίουλι της Ιταλίας, Ιούλιος Savorgnano. Ο ίδιος ο στρατιωτικός μηχανικός, όπως σημειώνει σε μια ανέκδοτη επιστολή του, μετά την εκτροπή του Πεδιαίου τοποθέτησε την πύλη του Αγίου Δομινίκου, ευρέως σήμερα γνωστή ως πύλη Πάφου, στο σημείο που εισερχόταν ο ποταμός στην πόλη και την πύλη Αμμοχώστου, στο σημείο που εξερχόταν ο ποταμός, σύμφωνα πάντα με τη νέα οχύρωση του 1567, γιατί ως γνωστό τα μεσαιωνικά τείχη είχαν μεγαλύτερη περίμετρο. Τα όσα αναφέρονται από τον Savorgnano έχουν ήδη επαληθευθεί αφού στην οδό Αμμοχώστου, που οδηγεί ακριβώς στην πύλη Αμμοχώστου, κατά τη διάρκεια έργων που είχαν πραγματοποιηθεί για το αποχετευτικό της πρωτεύουσας αποκαλύφθηκε μία από τις γέφυρες του Πεδιαίου. Στη μονή υπήρχαν και ειδικά βασιλικά δωμάτια για τη διαμονή τόσο του βασιλιά όσο και της βασίλισσας. Διέθετε δύο ησυχαστήρια μεταξύ των οποίων υπήρχε ένα ωραιότατο περιβόλι. Η εκκλησία του Αγίου Δομινίκου ήταν ουσιαστικά το βασιλικό κοιμητήριο στο οποίο επίσης είχαν ενταφιαστεί και άλλοι πρίγκιπες, τιτλούχοι και αξιωματούχοι του βασιλείου καθώς και πατριάρχες, αρχιεπίσκοποι και επίσκοποι. Πλησίον της μονής υπήρχε πριν από την οικοδόμηση της οχύρωσης του 1567 και ένα γεφύρι του Πεδιαίου, το οποίο ονομαζόταν γεφύρι του Αγίου Δομινίκου, επειδή γειτνίαζε με τη μονή. Επίσης, κοντά σ’ αυτό το γεφύρι ήταν και η εκκλησία της Αγίας Βαρβάρας, που και αυτή κατεδαφίστηκε για να οικοδομηθεί ο προμαχώνας Rochas. Άλλωστε, γι’ αυτό η πύλη την οποία οικοδόμησε ο Savorgnano είναι γνωστή στις πηγές της εποχής ως πύλη του Αγίου Δομινίκου, η οποία είναι πλέον γνωστή ως Πύλη Πάφου.


Αν και κατεδαφίστηκε ήδη από το 1567, κάποιες περιγραφές της μονής μάς επιτρέπουν να αντιληφθούμε τον πλούτο και την ευπρέπειά της. Η τράπεζα, ο ξενώνας, οι σκάλες και τα πατώματα ήταν κατασκευασμένα με μάρμαρο. Τα κελιά ήταν ανώγεια και φωτεινά. Τα περιβόλια της μονής ήταν πλούσια σε δέντρα και φυτά και εντυπωσίαζαν τον επισκέπτη. Υπήρχε εκεί πληθώρα δένδρων που ξεπερνούσαν, κατά έναν ισχυρισμό, τα πεντακόσια. Μερικά από αυτά ήταν τεράστια και είχαν τέτοιους κορμούς που μόνον έναν από αυτούς με δυσκολία θα μπορούσαν ν’ αγκαλιάσουν δύο άνδρες. Στα περιβόλια του Αγίου Δομινίκου θα μπορούσε κάποιος να δει και να θαυμάσει κάθε είδος δέντρου, όπως εσπεριδοειδή, ροδιές αλλά και κέδρα, μυρτιές και άλλα.

Οφείλουμε να σημειώσουμε, επίσης, ότι το 1426 μετά την εισβολή των Μαμελούκων στην Κύπρο το ανάκτορο των Lusignan, στην ίδια περιοχή, είχε λεηλατηθεί και πυρποληθεί. Όταν ο βασιλιάς Ιανός, μετά την απελευθέρωσή του από την αιχμαλωσία με την καταβολή λύτρων, επέστρεψε από την Αίγυπτο, το ανάκτορο αυτό, λόγω της μεγάλης καταστροφής που είχε υποστεί, δεν μπορούσε να κατοικηθεί κι έτσι επέλεξε ένα άλλο μέγαρο για βασιλική κατοικία. Πρόκειται για το τρίτο κατά σειρά ανάκτορο των Lusignan, στο οποίο είχαν κατοικήσει οι τελευταίοι Φράγκοι βασιλείς, η Αικατερίνη Κορνάρο, οι Βενετοί τοποτηρητές και αργότερα οι Οθωμανοί διοικητές. Τέλος, κατεδαφίστηκε από τους Άγγλους γιατί δεν ήταν σε θέση να το επισκευάσουν. Το ανάκτορο αυτό βρισκόταν εκεί που σήμερα βρίσκονται τα δικαστήρια στην κατεχόμενη Λευκωσία. Οι βασιλείς, βέβαια, κατά καιρούς αποσύρονταν για ανάπαυση, ηρεμία και προσευχή στη μονή του Αγίου Δομινίκου όπου είχαν, όπως προαναφέραμε, ξεχωριστούς βασιλικούς θαλάμους. Στην ίδια μονή, άλλωστε, όπως σημειώνουμε στη συνέχεια, είχαν αποσυρθεί και είχαν αφήσει εκεί την τελευταία τους πνοή ο βασιλιάς Ιωάννης Β΄ και η σύζυγός του Ελένη Παλαιολόγου.


Θα ήταν παράλειψη εάν δεν κάναμε μνεία και της σχολής, η οποία λειτουργούσε μέσα στη μονή του Αγίου Δομινίκου. Εδώ, είχαν διδάξει σπουδαίοι διδάσκαλοι και είχαν φοιτήσει σπουδαίοι μαθητές. Αναφέρουμε ενδεικτικά τον περίφημο Ιούλιο Σταυριανό, που διετέλεσε επίσκοπος Μαρωνιτών και Αρμενίων, του οποίου μαθητής υπήρξε ο ιερωμένος και πολυγραφότατος ιστορικός και γενεαλόγος Στέφανος Lusignan.

Επειδή αναφερόμαστε στην τοπογραφία της πρωτεύουσας και στον συγκεκριμένο χώρο του δευτέρου ανακτόρου και της μονής του Αγίου Δομινίκου, στην περιοχή της σημερινής πύλης Πάφου και του γύρω χώρου, θα μπορούσε να αναρωτηθεί τι απέγιναν έστω τα ερείπια του θαυμαστού ανακτόρου των Lusignan, το οποίο διέθετε πολλά διαμερίσματα και είχε προκαλέσει τον θαυμασμό υψηλών επισκεπτών και περιηγητών, που μας άφησαν γραπτές μαρτυρίες. Οι Βενετοί διοικητές είχαν κατεδαφίσει ό,τι είχε απομείνει από το ανάκτορο καθώς και το οχυρό-ακρόπολη (citadella), αλλά είχαν πωλήσει το οικόπεδο στον έμπορο και φεουδάρχη Γαβριήλ Κορνάρο, ο οποίος στη συνέχεια οικοδόμησε ένα μεγαλόπρεπο μέγαρο στα θεμέλια του ανακτόρου των Lusignan. Αλλά, και το μέγαρο του Γαβριήλ Κορνάρο κατεδαφίστηκε εξαιτίας της νέας οχύρωσης, στην περιοχή μεταξύ του προμαχώνα Tρίπολη και Rochas. Από μια άλλη πηγή πληροφορηθήκαμε για την κατεδάφιση του μεγάρου της αρχόντισσας Ανδριάνας (Signora Andriana). H αρχειακή έρευνα, ευτυχώς, απέδωσε καρπούς, αφού κατορθώσαμε να ταυτίσουμε το μέγαρο του Γαβριήλ Κορνάρο με αυτό της αρχόντισσας Ανδριάνας. Η Ανδριάνα δεν ήταν άλλη από τη νύφη του Γαβριήλ Κορνάρο που είχε κληρονομήσει το μέγαρο, το οικοδομημένο στα θεμέλια του ανακτόρου των Lusignan.
Bασιλικό κοιμητήριο

Ο χρονικογράφος μας Λεόντιος Μαχαιράς μνημονεύει ότι στον Άγιο Δομίνικο είχαν ενταφιαστεί ο Ιωάννης Lusignan, πρίγκιπας της Αντιοχείας, που είχε δολοφονηθεί, ο Φίλιππος de Branswich, πεθερός του βασιλιά Ιακώβου A’. Πιο σαφής γίνεται στην περίπτωση της βασίλισσας Καρλόττας των Βουρβώνων, της συζύγου του βασιλιά Ιανού. «Και την Πέμπτη στις 15 Ιανουαρίου 1414 Χριστού επέθανεν η κυρά η ρήγαινα μας η Τζαρλόττα, και διατί ήτον και ο ρήγας αστενής εβάλαν την από την αυλήν την ρηγάτικην κρυφά πιδέξια, μεν το νώση ο ρήγας. Και ήτον θανατικόν εις την Κύπρον. Και άντα την επήρασιν εις το καλλικείον τότες αρχέψαν οι παπάδες να ψάλλουσιν, και επήραν την εις το μοναστήριν του Σαν Τομένικου, και εθάψαν την εις το μέγαν βήμαν εις την αριστερήν μερίαν κατά πρόσωπα του κιβουρίου του ρε Τζάκ (βασιλιά Ιακώβου A΄) του πεθερού της». Είναι πρόδηλο ότι οι βασιλείς διέμεναν στο τρίτο ανάκτορο, αφού, για να μεταφέρουν τη νεκρή βασίλισσα για ενταφιασμό στον Άγιο Δομίνικο, είχαν διανύσει κάποια απόσταση και πέρασαν και από το «καλλικείον». Επίσης, ο Λεόντιος Μαχαιράς σημειώνει στο Χρονικό του ότι στον Άγιο Δομίνικο είχε ταφεί και η πρώτη σύζυγος του βασιλιά Ιανού Μηδεία Παλαιολόγου Μομφερράτου, στις 24 Σεπτεμβρίου 1440 και το 1458 είχε πεθάνει η δεύτερη σύζυγός του η Ελένη Παλαιολόγου «και εθάψαν την», σημειώνει, «εις τον Σαν Τομένικον». Ο δε σύζυγός της ο βασιλιάς Ιωάννης Lusignan, «ο ρε Τζουάν τε Λαζανίας», κατά τον Μαχαιρά, πέθανε στις 24 Ιουλίου του έτους 1458 μέσα στην ίδια τη μονή του Αγίου Δομινίκου, όπου και ετάφη.


Ο χρονικογράφος μας Γεώργιος Βουστρώνιος καταθέτει και αυτός στοιχεία για τη μονή και το κοιμητήριο του Αγίου Δομινίκου και μας πληροφορεί καταγράφοντας περισσότερες λεπτομέρειες. Σχετικά με τη βασίλισσα Ελένη Παλαιολόγου γράφει: «… Και η ρήγαινα ευρίσκετον άρρωστη. Και, εβάλαν της τόσον φόβον εις την καρδίαν της, και επήγεν και απλίκευσεν εις τον Σαν Τομένικον και από την μεγάλην πλήξην επιάστην (έπαθε, δηλαδή, παραλυσία)». Οι φόβοι της Ελένης Παλαιολόγου σχετίζονταν με τον νόθο γιο του συζύγου της. O νόθος γιος του βασιλιά και μετέπειτα σφετεριστής του θρόνου, δηλαδή, ο Ιάκωβος Β΄ Lusignan, όταν πληροφορήθηκε τον θάνατό της, τόσο αυτός όσο και οι υποτακτικοί του έραψαν μαύρα ρούχα για να παρευρεθούν στην κηδεία, αλλά κάποιοι ιππότες έπεισαν τον βασιλιά να μην τους το επιτρέψει. Το ίδιο έτος, λίγους μόνο μήνες μετά, περίπου τρεισήμισι, πέθανε στις 16 Ιουλίου 1458 και ο σύζυγός της. Εκτός από τους πιο πάνω βασιλείς οι οποίοι ενταφιάστηκαν στο κοιμητήριο του Αγίου Δομινίκου αναφέρονται επίσης οι: Ούγος Δ΄, Πέτρος Α΄, Πέτρος Β΄, Ιανός και άλλοι.


Η μονή αυτή, το μεγαλοπρεπές αυτό οικοδόμημα που έγινε κατορθωτό να μην καταστραφεί και να επιζήσει μέσα σε τόσους κινδύνους, έμελλε να κατεδαφιστεί το 1567. Η απειλή των Οθωμανών που αυξανόταν ημέρα με την ημέρα ανάγκασε τους Βενετούς, με τη σύμφωνο βέβαια γνώμη και των αρχόντων της Λευκωσίας, να προβούν σε εκτεταμένες κατεδαφίσεις για την οικοδόμηση του νέου οχυρωματικού περιβόλου της Λευκωσίας με προμαχώνες, για την αντιμετώπιση τυχόν εχθρικής επίθεσης. Τα υλικά από τις κατεδαφίσεις είχαν αποδειχθεί τότε χρησιμότατα για τη νέα οχύρωση, αφού όλες οι οχυρωματικές εργασίες είχαν πραγματοποιηθεί εσπευσμένα, με γοργότατους ρυθμούς.


Είναι βέβαιο, λοιπόν, όπως είχαμε και άλλοτε σημειώσει, ότι τα τείχη της Λευκωσίας φέρουν την «αφή» και την «ανάσα» της μεσαιωνικής πόλης και η αρχαιολογική σκαπάνη ευελπιστούμε ότι θα επαληθεύσει οσονούπω τα όσα έχει φέρει στο φως η ιστορία και, κυρίως, η αρχειακή έρευνα…