Πριν από μερικά χρόνια, κατά τη διάρκεια εργασιών σχετικών με το αποχετευτικό της πρωτεύουσάς μας, επί της οδού Αμμοχώστου, αυτής που καταλήγει στην πύλη Αμμοχώστου, ήρθε στο φως μια γέφυρα θαμμένη μες στο χώμα, κάτω από τον δρόμο. Η γέφυρα αυτή ασφαλώς είχε την ιστορία της, η οποία συνδέεται με την ιστορία της Λευκωσίας και γενικά με την ιστορία της Κύπρου. Τα κατάλοιπα της γέφυρας αυτής μέσα στη γη δεν ήταν παρά τα ίχνη της μεσαιωνικής πόλης της Λευκωσίας. Η γέφυρα αυτή είχε αχρηστευθεί και επιχωματωθεί το 1567, στο πλαίσιο μιας γιγαντιαίας για την εποχή προσπάθειας οικοδόμησης ενός νέου οχυρωματικού περιβόλου της Λευκωσίας, ώστε να ανταποκρίνεται στα νέα δεδομένα των οχυρώσεων με προμαχώνες (fronte bastionato), στην οποία προσπάθεια εντασσόταν και η εκτροπή του Πεδιαίου έξω από την πόλη.
Κάποτε, και συγκεκριμένα πριν από το 1567, ο ποταμός Πεδιαίος, ο κυρίως ποταμός της Κύπρου, ή μάλλον χείμαρρος όπως απαντά στους ξένους περιηγητές που επισκέφθηκαν τη μεγαλόνησο, κατέβαινε από το Τρόοδος και διέσχιζε τη Λευκωσία. Σύμφωνα με την ανέκδοτη αλληλογραφία του Ιταλού στρατιωτικού μηχανικού Ιούλιου Savorgnano, ο ποταμός διέσχιζε την πόλη και συγκεκριμένα περνούσε από τον χώρο στον οποίο κατά το 1567 οικοδομήθηκε η πύλη του Αγίου Δομινίκου, η γνωστή σήμερα πύλη της Πάφου, και συνέχιζε περνώντας εκεί που είχε οικοδομηθεί κατά το ίδιο έτος η πύλη Caraffa, η γνωστή σήμερα ως πύλη Αμμοχώστου.
Ο ίδιος ο στρατιωτικός μηχανικός Ιούλιος Savorgnano, όπως σημειώνει σε επιστολή του, θέλησε από τα δύο αυτά σημεία απ' όπου εισερχόταν ο ποταμός στην πόλη και εκεί όπου εξερχόταν από την πόλη, να οικοδομήσει στα δυτικά μια πύλη, αυτήν του Αγίου Δομινίκου (πύλη Πάφου) και προς τ' ανατολικά μία άλλη, την πύλη Caraffa (πύλη Αμμοχώστου). Σύμφωνα και πάλι με ανέκδοτη επιστολή του Ιουλίου Savorgnano προς τον δόγη, με ημερομηνία 15 Νοεμβρίου 1567, η εκτροπή του ποταμού Πεδιαίου έξω από την πόλη -απόφαση η οποία είχε από κοινού συμφωνηθεί με τον στρατιωτικό μηχανικό, τη βενετική διοίκηση και τους άρχοντες της Λευκωσίας- είχε στοιχίσει οκτακόσια δουκάτα.
Δυστυχώς, τουλάχιστον έως σήμερα, δεν διαθέτουμε άλλες λεπτομέρειες για την εκτροπή του ποταμού και την κατεδάφιση και επιχωμάτωση των γεφυρών στην πόλη, ιστορικούς οπωσδήποτε χώρους, αφού συναντούμε γι' αυτές αρκετές αναφορές στους Κύπριους χρονογράφους. Ίσως μελλοντικά, ποιος ξέρει, περισσότερα στοιχεία μάς αποκαλύψει η αρχειακή έρευνα. Αυτό το οποίο αναφέρει σε άλλη επιστολή του ο Savorgnano ήταν η συνεργασία και η όλη βοήθεια που είχε από τον Κύπριο μηχανικό, και όχι μόνον, Ιωάννη Σωζόμενο σχετικά με τις κατεδαφίσεις των τειχών και των άλλων οικοδομημάτων που είχαν μείνει έξω από τον νέο οχυρωματικό περίβολο του 1567.
Αναφορές στους Κύπριους χρονογράφουςΟι έξι γέφυρες του Πεδιαίου που υφίσταντο στην πρωτεύουσα Λευκωσία έως το 1567 απαντούν στους χρονικογράφους μας Λεόντιο Μαχαιρά και Γεώργιο Βουστρώνιο, στο Χρονικό του Φραγκίσκου Amadi, στην ιστορία του Φλωρίου Βουστρωνίου και σε άλλες πηγές. Τα γεφύρια αυτά ήταν: το γεφύρι των Αγίων Αποστόλων ή γεφύρι των Αγίων Πέτρου και Παύλου, το γεφύρι του Αγίου Δομινίκου, το γεφύρι των Αργυραμοιβών, το γεφύρι το εβραίικο, το γεφύρι του Σινεσκάρδου, το γεφύρι Berlina ή της Κάτω Μέσης ή della priggion ή των νηματοπουλείων ή της πλατείας ή, όπως μνημονεύεται από τον Λεόντιο Μαχαιρά, το γιοφύριν της Πιλλιρής. Το πρώτο γεφύρι προς τα δυτικά απ' όπου εισερχόταν ο ποταμός στην πόλη ήταν αυτό του Αγίου Δομινίκου, το οποίο όφειλε την ονομασία του στη γειτνιάζουσα ομώνυμη μονή, η οποία ήταν οικοδομημένη επίσης δίπλα στο δεύτερο ανάκτορο της δυναστείας των Lusignan. Αναφερόμαστε στην περιοχή καθώς και στον γύρω χώρο της σημερινής πύλης Πάφου. Το γεφύρι του Αγίου Δομινίκου γειτνίαζε επίσης με την εκκλησία της Αγίας Βαρβάρας καθώς και με την ορθόδοξη μονή την αφιερωμένη στον Άγιο Μάμαντα. Τα στοιχεία αυτά επιβεβαιώνονται και σε πηγή του 1567, στην οποία καταγράφονται οι κατεδαφίσεις εκεί ακριβώς που θεμελιώθηκε ο νέος οχυρωματικός περίβολος. Όπως πληροφορούμαστε από την εν λόγω πηγή, στον χώρο όπου οικοδομήθηκε ο προμαχώνας Rochas και απλώθηκε η τάφρος του -τον οποίο οικοδόμησε ο Ευγένιος Συγκλητικός- κατεδαφίστηκαν ο ναός της Αγίας Βαρβάρας και η μονή του Αγίου Μάμαντος.
Σ' αυτή τη γέφυρα του Αγίου Δομινίκου είχαν στήσει ενέδρα στον Λατίνο ιερέα Φίλιππο, εξομολόγο του Φράγκου βασιλιά της Κύπρου Πέτρου Β', δύο στρατιωτικοί, ο Κρητικός Αλεξόπουλος και ο Thebat Belfaragge, γιατί τον θεώρησαν υπαίτιο της άρνησης του βασιλιά να παραχωρήσει στον δεύτερο το φρούριο Κούρικο, στη Μικρά Ασία, το οποίο ανήκε στο βασίλειο της Κύπρου, για τις υπηρεσίες που του είχε προσφέρει. Κατά το πρωί της 6ης Απριλίου 1376, ο Λατίνος ιερέας Φίλιππος ξεκίνησε από την Αγία Σοφία για να μεταβεί στη μονή του Αγίου Μάμαντος για να δει τη μητέρα του που ήταν εκεί μοναχή. Παρατηρούμε εδώ όπως και σε άλλες πηγές ότι κατά τη Λατινοκρατία συναντούμε μέλη της ίδιας οικογένειας από τα οποία άλλα να ανήκουν στο ορθόδοξο δόγμα και άλλα σ' αυτό των Λατίνων. Καθ' οδόν προς τη μονή του Αγίου Μάμαντος, ο Φίλιππος συνάντησε και τον θείο του, βισκούντη Βαρθολομαίο Mache. Όταν έφθασαν στη γέφυρα του Αγίου Δομινίκου οι δύο άνδρες, ο Αλεξόπουλος και ο Thebat επιτέθηκαν στον ιερέα Φίλιππο και τον φόνευσαν ενώ στη συνέχεια φόνευσαν και τον βισκούντη που προσπάθησε να τον σώσει.
Το γεφύρι των Αργυραμοιβών
Στη Λευκωσία βέβαια υπήρχε και ο χώρος στον οποίο εξαργυρώνονταν ξένα νομίσματα και γενικά γίνονταν οικονομικές δοσοληψίες, ήταν ο χώρος δηλαδή στον οποίο υπήρχαν οι σαράφηδες. Η συναλλαγή αυτή γινόταν σε μια γέφυρα του Πεδιαίου, όπως αναφέρεται στο Χρονικό Αmadi και από τον Φλώριο Βουστρώνιο. Πρόκειται για τη γέφυρα η οποία εξαιτίας των οικονομικών συναλλαγών που πραγματοποιούνταν σ' αυτή ονομαζόταν γέφυρα των Αργυραμοιβών (il ponte del cambio). Η γέφυρα αυτή αναφέρεται από τους χρονογράφους όταν διηγούνται μια φοβερή πλημμύρα του Πεδιαίου που προκάλεσε όχι μόνο μεγάλες καταστροφές στη Λευκωσία, αλλά και τον θάνατο τριών χιλιάδων ατόμων.
Το 1330 στις 10 Νοεμβρίου, νύχτα Παρασκευής προς ξημερώματα Σαββάτου, ημέρα του Αγίου Μαρτίνου, ο ποταμός εισήλθε στην πόλη ορμητικός λόγω της παρατεταμένης βροχόπτωσης και πλημμύρισε η Λευκωσία γιατί υπερχείλισε ο Πεδιαίος - ο οποίος αναφέρεται απλώς ως ποταμός της Λευκωσίας. Είχαν καταστραφεί τότε πολλά σπίτια τα οποία παρέσυρε ο ποταμός εκ θεμελίων και όσοι γλύτωσαν από αυτή τη θεομηνία έμειναν γυμνοί και ανέστιοι, χωρίς κινητή και ακίνητη περιουσία. Εάν, γράφει το χρονικό, δεν καταστρεφόταν τόσο γρήγορα η γέφυρα των Αργυραμοιβών ώστε να βρουν διέξοδο τα νερά, δεν θα γλύτωνε ψυχή στη Λευκωσία. Πολύς κόσμος που έμεινε τότε άστεγος κατέφυγε στην Αρχιεπισκοπή, στην Αγία Σοφία και σε ναούς και μοναστήρια. Ο τότε Λατίνος αρχιεπίσκοπος Ιωάννης είχε βοηθήσει τα μέγιστα με φιλανθρωπίες και ελεημοσύνες, παραχωρώντας ψωμί και ποσότητα σιταριού στους πληγέντες Λευκωσιάτες από τη θεομηνία. Μετά από αυτή την καταστροφή διοργανώθηκαν λιτανείες και προσευχές και έκτοτε έγινε θεσμός και κάθε χρόνο κατά την ημέρα της θεομηνίας αυτής γίνονταν λιτανείες με τη συμμετοχή Φράγκων, Αρμενίων, Κοπτών, Νεστοριανών, Ιακωβιτών, Μαρωνιτών και άλλων.
Η γέφυρα Berlina
Μια άλλη γέφυρα του Πεδιαίου ήταν ο χώρος εκτελέσεων. Τόσο στο χρονικό που φέρει το όνομα του Φραγκίσκου Amadi όσο και στον Φλώριο Βουστρώνιο αναφέρεται ως γέφυρα Berlina, δηλαδή χώρος (περίοπτος) στον οποίο επιβαλλόταν η ποινή. Η ίδια γέφυρα από τον χρονικογράφο μας Λεόντιο Μαχαιρά μνημονεύεται ως γιοφύριν της Πιλλιρής, κατά παραφθοράν από την παλαιά γαλλική λέξη pilor. H γέφυρα Berlina, μνημονεύεται από τους Κύπριους χρονογράφους κατά την επανάσταση των Κυπρίων το 1191 εναντίον των Ναϊτών, επειδή τους είχαν επιβάλει φόρους. Οι Έλληνες της Κύπρου πολιόρκησαν το φρούριο των Ναϊτών αλλά τελικά αυτοί έκαναν μια δυναμική έξοδο και φόνευσαν τόσο κόσμο ώστε το αίμα των σκοτωμένων έτρεξε από το φρούριο στη γέφυρα του Σινεσκάρδου και από εκεί έως τη γέφυρα Berlina. Εις ανάμνηση αυτού του γεγονότος τοποθετήθηκε μια στήλη στη γέφυρα Berlina. Στην ιστορία του Φλωρίου Βουστρωνίου καθώς και στο χρονικό Amadi γίνεται μνεία, όπως ήδη προαναφέραμε, και της γέφυρας του Σινεσκάρδου, η οποία αργότερα μετονομάστηκε σε γέφυρα Lodron. Ο Λεόντιος Μαχαιράς στην πλημμύρα του 1330 δεν κάνει αναφορά στο γεφύρι των Αργυραμοιβών, αλλά αναφέρεται στο γεφύρι του Σινεσκάρδου. Σημειώνει ότι το 1330: "...εκατέβην ο ποταμός της χώρας τόσον μέγας και εξηρίζωσεν πολλά δεντρά, και εκατέβασέν τα και εφέραν τα εις τη χώραν, και εστούππωσεν το γιοφύριν του σινεσκάρδου...".
Η γέφυρα Berlina απαντά στις πηγές με έξι διαφορετικά ονόματα, όπως σημειώσαμε πιο πάνω. Ο Λεόντιος Μαχαιράς αναφέρει το γεφύρι αυτό ως γιοφύριν της Πιλλιρής, από την αρχαία γαλλική λέξη pilor, δηλαδή χώρο στον οποίο επιβαλλόταν η ποινή, ή κίονας στηλίτευσης ή διαπόμπευσης. Στο ίδιο γεφύρι ο Μαχαιράς αναφέρει αποκεφαλισμούς και απαγχονισμούς καθώς και μια συμπλοκή το 1373, που διεξήχθη από το γιοφύριν της Πιλλιρής έως το γιοφύριν του Αγίου Αποστόλου. Ο Φλώριος Βουστρώνιος σημειώνει επίσης το ίδιο γεφύρι ως γεφύρι της φυλακής (ponte della priggion) ή και ως γεφύρι της πλατείας (ponte della piazza). Ο χρονικογράφος Γεώργιος Βουστρώνιος αναφέρει το γεφύρι αυτό ως "γιοφύριν της Κάτω Μέσης" όπου είχε αναρτηθεί το κομμένο κεφάλι του βισκούντη Έκτορα de Chivides: "...και εσκοτώσαν τον και εκόψαν την κεφαλήν του και εφέραν την εις την Χώρα και εκρεμμάσαν την εις το γιοφύριν της Κάτω Μέσης". Σε χειρόγραφο του 1460 μνημονεύεται η ίδια γέφυρα ως γεφύρι των νηματοπουλείων (lo guofiri de Nymatapoulion) ή όπως γράφει ο Λεόντιος Μαχαιράς "όπου πουλούνται τα νήματα τα πανπακερά".
Εκτός από τις γέφυρες Berlina ή της Πιλλιρής, Αγίου Δομινίκου, Σινεσκάρδου, και Αργυραμοιβών υπήρχε και η γέφυρα των Αγίων Αποστόλων ή γεφύρι των Αγίων Πέτρου και Παύλου. Ο Λεόντιος Μαχαιράς το αναφέρει ως γιοφύριν των Αγίων Αποστόλων και ο Φλώριος Βουστρώνιος ως ponte di San Pietro et San Paolo. Τέλος, το χρονικό του Λεοντίου Μαχαιρά παραμένει η μία και μοναδική πηγή στην οποία μνημονεύεται το γεφύρι των Εβραίων (γιοφύριν εβραίικο). Θεωρούμε ότι δεν είναι απίθανη η ταύτιση του γεφυριού των Εβραίων με τη γέφυρα των Αργυραμοιβών, επειδή ως γνωστόν οι Εβραίοι εργάζονταν τότε και ως αργυραμοιβοί. Δίπλα από αυτό το γεφύρι βρισκόταν το ψωμοπωλείον, στη στέγη του οποίου είχαν αποκεφαλίσει μερικά άτομα που είχαν αντιταχθεί στην εκλογή του Φράγκου βασιλιά Ιακώβου Α' Lusignan. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται, με τους αποκεφαλισμούς αυτούς στη στέγη του ψωμοπουλείου: "...έτρεξεν το αίμαν στο ψουμίν απού την χολέτραν και επόντιζεν το ψουμίν κάτω...".
Είχε κάποτε, λοιπόν, και η Λευκωσία τα γεφύρια της και ανάμεσα σ' αυτά το φοβερό γεφύρι της Πιλλιρής ή Berlina, τόπο δημόσιων εκτελέσεων, όπου σύρθηκαν εκεί για εκτέλεση επαναστάτες, κινηματίες, αντιφρονούντες, ληστές, δολοφόνοι και παράβουλοι... Εάν η Βενετία έχει τη γέφυρα των στεναγμών (il ponte dei sospiri) η Λευκωσία διέθετε τότε τη γέφυρα Berlina των επιθανάτιων ρόγχων...
Λεζάντα: Στον χάρτη του Giovanni Francesco Camocio (περ. 1574), αν και παρουσιάζεται ο Πεδιαίος να διασχίζει τη Λευκωσία, εντούτοις υπάρχει η οχύρωση με προμαχώνες και μετά την εκτροπή του ποταμού έξω από την πόλη. Το φαινόμενο αυτό στη χαρτογραφία παρατηρείται συχνά, να αντιγράφει δηλαδή ο ένας τον άλλο με αποτέλεσμα το πιο πάνω παράδοξο του χάρτη του Camocio