Γράφει η Νάσα Παταπίου
Από τον Μάρκο Κορνάρο της πολυκλαδικής βενετικής οικογένειας των Κορνάρων μέχρι τον Παλαιολόγο Κορνάρο και τους νερόμυλους, μια περιδιάβαση στο Ριζοκάρπασο, "την ακρότατη άκρη της κυπρίζουσης Κύπρου"
Στη μνήμη της Καίτης μας που κοιμήθηκε στις 23 Απριλίου
Δεν έμελλε να επισκεφθούμε μαζί ξανά τον γενέθλιο τόπο μας, όπως είχαμε συμφωνήσει, και ούτε θα μας δοθεί στο μέλλον η ευκαιρία, γιατί κάτι τέτοιο τελεσίδικα πλέον δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί. Ούτε η ξενάγηση που μου είχες ζητήσει να κάνω για σένα σε κάποιο μελλοντικό μας ταξίδι στην πόλη των τεναγών και εγώ σου το υποσχέθηκα, δυστυχώς, ούτε κάτι τέτοιο δεν μπορεί να λάβει σάρκα και οστά. Ωστόσο, πεπεισμένη πως οι δικοί μας και αγαπημένοι άνθρωποι βρίσκονται πάντοτε δίπλα μας και μετά τη "μεγάλη αποχώρηση", έστω νοερά, επιχειρώ μια ιστορική ξενάγηση στη μνήμη σου και μια περιδιάβαση στον γενέθλιο τόπο μας, εκεί όπου γεννηθήκαμε και όπου έζησαν οι πρόγονοί μας, στο αγαπημένο μας Ριζοκάρπασο, στην "ακρότατη άκρη της κυπριζούσης Κύπρου". Ας πούμε ότι διηγούμαι ένα παραμύθι για να διασκεδάσω έστω τη θλίψη μου, γιατί "περίλυπος εστί η ψυχή μου...".
Ένας κλάδος των Κορνάρων
Ένα μέλος της πολύκλαδης βενετικής οικογένειας των Κορνάρων, ο Μάρκος Κορνάρος, συνώνυμος με τον πατέρα της θρυλικής βασίλισσας της Κύπρου και συγγενής του, από πολύ ενωρίς φαίνεται ότι είχε εγκατασταθεί στην Κύπρο και σχετίστηκε με το Ριζοκάρπασο, αφού, όπως κατέδειξε η αρχειακή έρευνα, κατείχε μεγάλες εκτάσεις και κυρίως διαχειριζόταν μια πλούσια πηγή νερού η οποία βρίσκεται στην αποκαλούμενη έως σήμερα περιοχή της Ποταμιάς, στην είσοδο της κωμόπολης Ριζοκαρπάσου. Ας σημειωθεί ότι από την ίδια πηγή τροφοδοτείτο με νερό η αρχαία πόλη της Καρπασίας, όπως μαρτυρείται από κατάλοιπα πήλινων αγωγών που βρέθηκαν στο παρελθόν στον ίδιο χώρο.
Ήδη από τα τέλη του 15ου και αρχές του 16ου αιώνα, σύμφωνα με δημοσιευμένη πηγή από τον Γάλλο μεσαιωνολόγο Louis de Mas Latrie, ένα άλλο μέλος της οικογένειας Κορνάρο, πολύ πιθανόν πατέρας ή και αδελφός του Μάρκου Κορνάρου, μνημονεύεται σε κατάλογο με τα ονόματα φεουδαρχών της Κύπρου, ο οποίος περιλαμβάνει και τα ετήσια εισοδήματά τους. Η πηγή αυτή είναι γνωστή ως έκθεση ανωνύμου για τη μεγαλόνησο, η οποία συντάχθηκε γύρω στα 1520 και ουσιαστικά πρόκειται για παραλλαγή της γνωστής έκθεσης για την Κύπρο του Φραγκίσκου Αττάρ. Το όνομα του εν λόγω φεουδάρχη σημειώνεται ως εξής: "Ο άρχοντας Oridet Κορνάρος του Ριζοκαρπάσου (Messer Oridet Cornaro del Carpasso)". Η στενή σχέση του κλάδου αυτού της οικογένειας Κορνάρο με το Ριζοκάρπασο μαρτυρείται και από το γεγονός ότι δίπλα στο επίθετό τους αναγράφεται del Carpasso. Πρόκειται για συνήθεια των Βενετών φεουδαρχών την οποία συναντούμε και σε άλλες περιπτώσεις, ακριβώς για να δηλωθεί ότι κάποιο φέουδο ήταν ιδιοκτησία τους. Αναφέρουμε ενδεικτικά τον κλάδο των Κορνάρων της Επισκοπής Λεμεσού, οι οποίοι υπέγραφαν ως Κορνάροι της Επισκοπής (Cornaro Piscopia), από τότε που τους παραχωρήθηκε ως φέουδο η Επισκοπή από τον βασιλιά Πέτρο Α΄ Lusignan. Σημειώνουμε ακόμη τη βενετική οικογένεια Querini, η οποία επειδή κατείχε ως φέουδο το νησί Αστυπάλαια υιοθέτησε και το επίθετο Stampalia (κατά παραφθορά του Αστυπάλαια) και έγινε στη συνέχεια γνωστή ως οικογένεια Querini-Stampalia.
Tο φέουδο της Ποταμιάς
Οι διηγήσεις για τους Βενετούς φεουδάρχες της Ποταμιάς και ό,τι διέσωσε η προφορική παράδοση της οικογένειας ήταν όντως σαγηνευτικές, αλλά μέχρι πρότινος δεν είχαμε στη διάθεσή μας καμιά γραπτή μαρτυρία του 16ου αιώνα στην οποία να αναφέρεται η σχέση του κλάδου αυτού των Κορνάρων με το Ριζοκάρπασο.
Στο αρχειακό υλικό που είχαμε συγκεντρώσει έως το 2012 από το Κρατικό Αρχείο της Βενετίας σχετικά με αυτόν τον κλάδο των Κορνάρων δεν υπήρχε καμιά αναφορά για τη σχέση τής εν λόγω οικογένειας με την Ποταμιά Ριζοκαρπάσου και τα πλούσια νερά της. Βέβαια από ένα χειρόγραφο του 1556 γνωρίζαμε ότι κάποιος Γοδεφρείδος (Giofredo) Κορνάρος ήταν φεουδάρχης του Ριζοκαρπάσου, ενώ αργότερα ένα αίτημα ενός Παλαιολόγου Κορνάρου προς τον δόγη, μετά την πτώση της Κύπρου στους Οθωμανούς, περιείχε αρκετά διαφωτιστικά στοιχεία για την οικογένεια αυτή, προσφέροντάς μας περισσότερες πληροφορίες για το όλο θέμα.
Σιγά-σιγά με τη συγκέντρωση του αρχειακού υλικού εμπλουτιζόταν συνεχώς το μωσαϊκό των γνώσεών μας για την οικογένεια και, έτσι, με βάση τα στοιχεία αυτά είμαστε σε θέση να καταλήξουμε σε βέβαια συμπεράσματα. Ο Γοδεφρείδος (Geofredo ή Zuffre αναφέρεται στις πηγές) Κορνάρος, γιος του Μάρκου Κορνάρου, ήταν ήδη το 1556 φεουδάρχης του Ριζοκαρπάσου με εκμίσθωση και το 1565 έως το 1567 διετέλεσε και βισκούντης Λευκωσίας. Ο Γοδεφρείδος Κορνάρος στην υψηλή αυτή θέση είχε εκλεγεί μετά τη λήξη της θητείας του Θωμά Συγκλητικού. Ο τότε Βενετός τοποτηρητής Κύπρου ενημέρωνε τον δόγη ότι ο νέος βισκούντης Λευκωσίας ήταν μια από τις πιο σημαντικές προσωπικότητες του βασιλείου. Επίσης ήταν συνεπής ως προς τις υποχρεώσεις που είχε στον φεουδαρχικό στρατό κατά τη διάρκεια των γενικών παρατάξεων (mostre generali). Το 1570 κατά τη διάρκεια της πολιορκίας της Λευκωσίας πολέμησε γενναία μαζί με έναν λόχο στρατιωτών που είχε υπ' ευθύνη του, αποτελούμενο από 250 στρατιώτες. Ο γιος του αναφέρει πως κατά την πολιορκία της Λευκωσίας κάλυπτε τα έξοδα 400 μαχητών και υπερασπιστών της πρωτεύουσας.
Ο γιος του Γοδεφρείδου, Παλαιολόγος Κορνάρος και εγγονός του Μάρκου del Carpasso, όπως μπορούμε να υποθέσουμε από το όνομά του, πρέπει η μητέρα του να καταγόταν από έναν από τους δύο κλάδους των Παλαιολόγων που είχαν εγκατασταθεί στην Κύπρο. Φαίνεται μάλλον να είχε καταγωγή από τον κλάδο των Παλαιολόγων που είχαν μεταναστεύσει από την Κωνσταντινούπολη στην Πελοπόννησο και στη συνέχεια εγκαταστάθηκαν στη μεγαλόνησο και οι οποίοι σε σχετικά έγγραφα διατείνονταν ότι έλκουν την καταγωγή τους από τον αυτοκρατορικό οίκο της Πόλης.
Μεγάλη ήταν η προσφορά, όπως αναφέρει στο αίτημά του ο Παλαιολόγος, τόσο του πατέρα του, ο οποίος είχε τιμηθεί και με τον τίτλο του ιππότη, όσο και του παππού του στην άμυνα της Κύπρου, και γενικά πολλές ήταν οι υπηρεσίες που είχαν προσφέρει στη Δημοκρατία της Βενετίας. Διαβεβαίωνε επίσης ότι η οικογένειά του καταγόταν από γνήσια τάξη ευγενών. Η απώλεια της Κύπρου και ο θάνατος του παππού του ήταν τα αίτια να χαθούν σπουδαία έγγραφα στα οποία καταγράφονταν σημαντικά στοιχεία για την οικογένειά του και για τις υπηρεσίες των μελών της προς τη Γαληνοτάτη. Ο πατέρας και ένας αδελφός του έπεσαν υπερασπιζόμενοι την πατρίδα, ενώ άλλοι συγγενείς του εξακολουθούσαν να ζουν στην Κύπρο. Ο Παλαιολόγος Κορνάρος, μετά από πολλές περιπέτειες αφού αιχμαλωτίστηκε και στη συνέχεια απελευθερώθηκε, κατέληξε στην Κρήτη όπου διορίστηκε στο Ρέθυμνο ως στρατιωτικός διοικητής ενός λόχου.
Το φέουδο και οι νερόμυλοι
Είχαμε την τύχη -πολύ πιθανόν από το ασίγαστο πάθος της έρευνας και τους πολυετείς μόχθους- να ανακαλύψουμε ανέκδοτα έγγραφα που επιβεβαίωσαν πλήρως τις προφορικές παραδόσεις και τα όσα γνωρίζαμε από διηγήσεις του πατέρα μας. Το φέουδο της Ποταμιάς με τα πλούσια τότε νερά, σύμφωνα πάντα με τις πηγές, περιλάμβανε όλη την περιοχή της Ανάβρυσης, στην οποία στους μετέπειτα αιώνες δημιουργήθηκε η ομώνυμη μεγάλη ενορία του Ριζοκαρπάσου, την περιοχή του Καψαλόβουνου, την περιοχή του Ρόνα και του ποταμού του έως κάτω στη θάλασσα και την περιοχή Κοκκινόχωμα, σε χώρο της οποίας κατά τις αρχές του 20ού αιώνα δημιουργήθηκε το κοιμητήριο του Ριζοκαρπάσου. Οι ίδιες πηγές μαρτυρούν ότι στην περιοχή της Ποταμιάς γύρω στα 1540 υπήρχαν ερείπια εκκλησίας, προφανώς βυζαντινής. Η εκκλησία αυτή ήταν αφιερωμένη στον Άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο, αφού και αυτός ο γαλαζοαίματος ιστορικός Στέφανος Lusignan ονομάζει το Ριζοκάρπασο και Άγιο Ιωάννη. Ό,τι περιλάμβανε τότε το φέουδο της Ποταμιάς καταγράφεται στο βενετικό έγγραφο, που αποτελεί μάρτυρα των μακραίωνων ελληνικών τοπωνυμίων, με τη σημείωση Προνόμιο του Μάρκου Κορνάρου του Ριζοκαρπάσου (Privilegio del Marco Cornaro del Carpasso).
Ακόμη, εξίσου σημαντικά είναι τα στοιχεία για τους νερόμυλους που ο ίδιος ο Μάρκος Κορνάρος οικοδόμησε, ή ίσως ο πατέρας του Oridet Κορνάρος του Ριζοκαρπάσου. Μνημονεύονται ήδη από τότε στο εν λόγω έγγραφο τρεις νερόμυλοι στην Ποταμιά και ένας στον Ρόνα. Οι νερόμυλοι αυτοί πρέπει να χρονολογηθούν κατά τα τέλη μάλλον του 15ου αιώνα.
Στα μέσα του 19ου αιώνα οικοδομήθηκε μικρή εκκλησία στα ερείπια της βυζαντινής εκκλησίας, αφιερωμένη εκ νέου στον Άγιο Ιωάννη Πρόδρομο, από τον Μάρκο Χατζημάρκο. Από το φέουδο της Ποταμιάς και ό,τι ακριβώς περιλάμβανε, όπως καταγράφεται στο έγγραφο των αρχών του 16ου αιώνα, ο Μάρκος Χατζημάρκος κατείχε την Ποταμιά και τους νερόμυλούς της, μεγάλο τμήμα της ενορίας της Ανάβρυσης και έκταση στην περιοχή Κοκκινόχωμα. Εκτός από την εκμετάλλευση των νερόμυλων είχε ιδιόκτητο καΐκι και διενεργούσε εμπόριο ξυλείας με τον Λίβανο. Επίσης ασχολείτο με τη σηροτροφία, αφού στα κράσπεδα της Ποταμιάς διέθετε εκτάσεις με συκαμινιές. Μια αφιερωματική εικόνα με την Παναγία Ελεούσα δέσποζε έως το 1974 στη μικρή εκκλησία του Αγίου Ιωάννη με την επιγραφή: "Μνήσθητι Δέσποινα των δούλων σου Μάρκου και Αννέτας προσκυνητών και των τέκνων, 1860". Μνήσθητι Δέσποινα και των επιγόνων...