Γράφει η Χριστίνα Λάμπρου / Φωτογραφίες Ελένη Παπαδοπούλου
Πόσο σημαντική μπορεί να είναι σήμερα η ίδρυση μιας πινακοθήκης με σπουδαία έργα ευρωπαϊκής τέχνης - και όχι μόνο; Η Πινακοθήκη Λεβέντη αποτελεί δώρο για την τέχνη στην Κύπρο, γιατί κάνει μια συγκεκριμένη πρόταση, επιτίθεται στην εσωστρέφεια και διαπλατύνει τα όρια αφήγησης της ιστορίας της τέχνης, επιτρέποντας παράλληλα τη διατύπωση ερωτημάτων.
Η ίδρυση και η λειτουργία της Λεβέντειου Πινακοθήκης είναι χωρίς αμφιβολία η πιο σημαντική μέχρι σήμερα συγκροτημένη προσφορά προς τις εικαστικές τέχνες στην Κύπρο. Πέρα από τη φυσική παρουσία του έργου που αλλάζει καταλυτικά το κέντρο της πόλης, η πινακοθήκη φέρνει για πρώτη φορά κοντά στο κοινό της Κύπρου μια αφήγηση της δυτικής ιστορίας της τέχνης μέσα από πρωτότυπα έργα καλλιτεχνών από τον 16ο μέχρι τον 20ό αιώνα.
Δεν μπορούμε παρά να σκεφτούμε την πινακοθήκη ως δώρο του ιδρύματος Λεβέντη, τόσο προς το ευρύ όσο και προς το εξειδικευμένο κοινό: «Το κοινό μας είναι όλοι», είχε πει η διευθύντρια της πινακοθήκης Λουκία Λοΐζου Χατζηγαβριήλ σε συνέντευξή της στο «Π» τον Μάρτη του 2013, ενώ σχεδίαζε μαζί με την ομάδα της τις τελικές λεπτομέρειες του έργου, η υλοποίηση του οποίου κράτησε εφτά χρόνια.
Πέρα από την πρόσβαση στα έργα τέχνης, η ιδιωτική αυτή πινακοθήκη με τη λειτουργία της ενδυναμώνει και δίνει αφορμή για σκέψη και συζήτηση γύρω από θέματα μελέτης της ιστορίας της τέχνης στην Κύπρο. Πρώτα, η πινακοθήκη αποτελεί ένα βήμα που θα ενδυναμώσει την έξοδό μας από την καλλιτεχνική εσωστρέφεια - κάτι που έχει ήδη μπει σε λειτουργία στον τομέα της σύγχρονης τέχνης εδώ και κάποια χρόνια.
Ετεροχρονισμένα μεν, δυναμικά δε, η ίδρυση μιας πινακοθήκης φέρνει την ιστορική διάσταση της τέχνης να συναντά το κοινό της Κύπρου. Άμεσο αποτέλεσμα είναι η αναθεώρηση της αντίληψης που έχουμε για την τέχνη, για την τέχνη στον κόσμο και για την τέχνη στην Κύπρο. Υπό αυτόν τον φακό η προσθήκη της Κυπριακής Συλλογής, η οποία έγινε ενόψει της παρουσίασης της συλλογής στο κοινό της Κύπρου, αποκτά ιδιαίτερη σημασία.
Σε σχέση με αυτή τη μετατόπιση θα μπορούσαμε να σκεφτούμε το σλόγκαν της πινακοθήκης: «Ένα ταξίδι στον κόσμο της ευρωπαϊκής τέχνης», με έμφαση στη λέξη «ταξίδι». Εδώ η σύνθεση της συλλογής, όπως και η παρουσίασή της παραπέμπουν στο συμπέρασμα που προκύπτει και μέσα από τη διάταξη των συλλογών: Ευρωπαϊκή, Ελληνική, Κυπριακή. Η ξεκάθαρη νοητή γραμμή αφήγησης, η οποία διατυπώνεται για πρώτη φορά μουσειολογικά, ξεκινά από την ευρωπαϊκή τέχνη για να φτάσει στην κυπριακή μέσω της ελληνικής και πίσω.
«Στην Πινακοθήκη Α. Λεβέντη», γράφει η Λουκία Λοΐζου Χατζηγαβριήλ στο εισαγωγικό σημείωμά της, «ο κάθε καλλιτέχνης θα έχει για πρώτη φορά μια μοναδική θέση στην ιστορία της τέχνης, εφόσον στην πινακοθήκη θα εκτίθενται Έλληνες καλλιτέχνες πλάι σε Κύπριους καλλιτέχνες, πλάι σε γνωστούς Ευρωπαίους καλλιτέχνες. Αυτό θα προσφέρει μια πολύ πιο συμπληρωμένη εικόνα της ευρωπαϊκής ζωγραφικής του 18ου και 19ου αιώνα».
Μέσα από τις συλλογές και τις τρεις εκθέσεις, η πινακοθήκη επιτρέπει μια χαρτογράφηση της ευρωπαϊκής τέχνης, στην οποία προστίθενται έργα τέχνης από την Κύπρο. Όπως αναφέρει το πρώτο δελτίο Τύπου που δόθηκε στη δημοσιότητα κατά την παρουσίαση της πινακοθήκης στον Τύπο, η πινακοθήκη φέρνει «για πρώτη φορά κάτω από την ίδια στέγη το μεγαλείο της ευρωπαϊκής εικαστικής παράδοσης, τον πλούτο της ελληνικής ζωγραφικής και την τέχνη της πρώτης γενιάς των Κυπρίων ζωγράφων».
Είναι μια σημαντική απόπειρα συμπερίληψης της [κυπριακής] περιφέρειας στο [ευρωπαϊκό] κέντρο, η οποία διατυπώνει μια προσέγγιση που μπορεί να ανοιχτεί σε συζήτηση και αντιπαραβολή με άλλες προσεγγίσεις.
Ομοίως, αφήγηση συμπερίληψης κάνει και το σύντομο τηλεοπτικό σποτ που ανακοινώνει τη λειτουργία της Πινακοθήκης Λεβέντη. Το σποτ ξεκινά με το ίδιο σλόγκαν: «Ένα ταξίδι στον κόσμο της ευρωπαϊκής τέχνης» και ακολουθεί ένα εικαστικό πέρασμα από σημαντικά έργα της καθεμιάς από τις τρεις συλλογές που φιλοξενεί η πινακοθήκη [της συλλογής του Παρισιού, της ελληνικής και της κυπριακής]. Στη συνέχεια εμφανίζεται η φράση: «Για πρώτη φορά» και ένας αστερισμός από ονόματα: στην οθόνη εμφανίζεται αρχικά το όνομα του Monet, το οποίο έρχεται για να συναντήσει αυτό του Renoir, και μετά προστίθενται Signac, Τσαρούχης, Ράλλης, Ελ Γκρέκο, Chagall, Pissaro, Κάνθος, Οικονόμου, Διαμαντής, Oudri, Bonnard, Λύτρας, Canaletto, Κισσονέργης....
Η σύνθεση των ονομάτων αυτών σε ένα πλαίσιο, και κυρίως η μη γραμμική συναρμολόγησή τους αποτελούν την πρόταση ή ίσως τη διατύπωση της πρόθεσης της πινακοθήκης: «Η ιστορία της ευρωπαϊκής τέχνης κάτω από μια στέγη», λέει το σποτ και κλείνοντας σημειώνει μια σημαντική αρχή.
Η πινακοθήκη σε αριθμούς
2 ευρώ είσοδος
3 συλλογές
20 εκατομμύρια προϋπολογισμός
100 συνεργάτες
800 έργα
4.000 τετραγωνικά μέτρα
To κτήριο της Πινακοθήκης Λεβέντη στην οδό Α. Γ. Λεβέντη 5 [πρώην οδός Λεωνίδου], στη Λευκωσία. Φωτογραφία: Παραχώρηση Ιδρύματος Α. Γ. Λεβέντη

Το κτήριο
-
Σχεδιάστηκε από το βρετανικό αρχιτεκτονικό γραφείο Feilden Clegg Bradley Studios.
-
Υλοποιήθηκε σε συνεργασία με τους Ι. & Α. Φιλίππου στην Κύπρο. Την κατασκευή ανέλαβαν η συνεργασία Iacovou και GCC joint venture, ενώ διευθυντής έργου ανέλαβε η εταιρεία RESDE.
-
Χρησιμοποιεί γεωθερμική ενέργεια για να καλύψει τις ανάγκες θέρμανσης και ψύξης, αποτελώντας έτσι πρότυπο βιοκλιματικής αρχιτεκτονικής.
-
Στην αίθουσα της Γαλλικής Συλλογής έχουν μεταφερθεί 17 ξύλινα τμήματα από το διαμέρισμα του Α. Λεβέντη στο Παρίσι.
-
Τα φωτιστικά σχεδίασε ο Μιχάλης Αναστασιάδης.