Εκατόν είκοσι χρόνια μετά την πρώτη έκδοσή του, το οδοιπορικό «Νήσος Σαχαλίνη» του μεγάλου Ρώσου πεζογράφου και θεατρικού συγγραφέα Άντον Τσέχοφ, κυκλοφορεί στην ελληνική γλώσσα από τις εκδόσεις Λέμβος.
Το βιβλίο καταγράφει τα φοβερά κάτεργα επί Τσάρου και εκδόθηκε το 1895 στην Ρωσία. Πρόκειται για ένα ξεχωριστό έργο το οποίο ο ίδιος ο Τσέχωφ θεωρούσε ως το σπουδαιότερό του. Τη γιγάντια προσπάθεια μετάφρασης για την ελληνική έκδοση έφερε σε πέρας η Ελένη Κατσιώλη.
Ντοκουμέντο
Συνδυάζοντας αφηγηματική αμεσότητα, παραστατικές εικόνες, ελκυστικούς διαλόγους, ιστορικά γεγονότα και στατιστικά στοιχεία, ο Τσέχοφ δημιούργησε ένα βιλβίο το οποίο αποτέλεσε για την εποχή του «γροθιά» στη ρώσικη κοινωνία, που μάθαινε πως αυτό το νησί -το οποίο απέχει 9.400 χιλιόμετρα από τη Μόσχα- ήταν μια επίγεια κόλαση για βαρυποινίτες και πολιτικούς κρατούμενους-εχθρούς του τσαρικού καθεστώτος.
Ο Τσέχοφ αποφάσισε να κάνει το ταξίδι στη Νήσο Σαχαλίνη το 1890, σε ηλικία 30 ετών. Χρειάστηκε τρεις μήνες να πάει και τρεις μήνες να γυρίσει ενώ παρέμεινε εκεί για άλλους τρεις μήνες. Επέστρεψε στην ρώσικη πρωτεύουσα αρχές Δεκέμβρη, παίρνοντας το πλοίο μέσω Σιγκαπούρης και Κεϋλάνης, για να φτάσει στην Οδησσό δια μέσου του Ινδικού ωκεανού και της διώρυγας του Σουέζ. Κίνητρό του, όπως έχει γράψει ο ίδιος, ήταν να υπηρετήσει παράλληλα με την συγγραφή και την ιατρική επιστήμη την οποία είχε κατά κάποιο τρόπο παραμελήσει και αυτό το πόνημά του θα το κατέθετε ως επιστημονική διατριβή στην ιατρική σχολή. Όμως η εργασία του - παρά τα πλούσια υγειονομικού ενδιαφέροντος ευρήματα - απορρίφθηκε γιατί ήταν γραμμένη λογοτεχνικά.
Δύσκολη αποστολή
Ο Άντον Τσέχοφ ήταν ο μοναδικός Ρώσος συγγραφέας που τόλμησε να φτάσει στην παγωμένη Σιβηρία και από εκεί στην τρομερή Σαχαλίνη όπου τον Ιανουάριο επικρατούσαν μείον 20 βαθμοί.
«Και τι αποστολή ήταν αυτή που ανέθεσε ο Τσέχοφ στον εαυτό του!», τονίζει στον πρόλογο της ελληνικής έκδοσης ο Στέλιος Ελληνιάδης. «Να σηκωθεί να πάει μόνος του στη Σαχαλίνη για να κάνει απογραφή των καταδίκων που ζουν στο νησί! Χωρίς κρατική εντολή, ούτε καν μια άδεια, σε μια εποχή που ο αυταρχισμός ήταν απόλυτος, με δικά του έξοδα, αφού η εφημερίδα στην οποία έγραφε αρνήθηκε να χρηματοδοτήσει το ταξίδι του, χωρίς υπηρέτες και σωματοφύλακες, να περνάει από κακοτράχαλα μέρη χωρίς βοήθεια και προστασία, με την οικογένειά του να φοβάται ότι δεν θα καταφέρει να γυρίσει -αν και η αδερφή του, Μάσα, και η φίλη του, Μιζίνοβα, τον βοήθησαν πάρα πολύ στην προετοιμασία του ταξιδιού- και με τη φυματίωση να τον βασανίζει χωρίς αυτός να διαμαρτύρεται.
Στα τριάντα του, με σπουδές στην ιατρική, πετυχημένος συγγραφέας, βασίζεται στη θέλησή του και δεν επικαλείται ούτε τον θεό ούτε το κράτος για να υπερβεί τις τρομερές δυσκολίες που αντιμετωπίζει σε κάθε βήμα αυτής της τρομερής περιπέτειας, που έχει τρία σκέλη. Το πρώτο είναι το ταξίδι του πηγεμού, που διεξάγεται με τρένα, ατμόπλοια και άμαξες, μέσα από στέπες, δάση, βουνά, ποτάμια, λίμνες, βάλτους, χωριά, πόλεις και θάλασσες, με δρόμους γεμάτους λακκούβες και λάσπες, με καιρικές συνθήκες δυσμενέστατες και ανθρώπους που ζουν με πολύ διαφορετικό τρόπο από τον εκλεπτυσμένο συγγραφέα.
Αλλά μ’ αυτό το ταξίδι βλέπει ο ίδιος πώς φτάνουν οι εξόριστοι στη Σαχαλίνη και ταυτόχρονα γνωρίζει από πρώτο χέρι τη φύση της Σιβηρίας αλλά και τα ήθη και τα έθιμα των κατοίκων της, μια εμπειρία που καμία περιγραφή δεν μπορεί να αντικαταστήσει. Να σημειωθεί ότι οι καταδικασμένοι στην εξορία κάνουν την ίδια διαδρομή με τα πόδια, κάνοντας δύο με τρία χρόνια για να φτάσουν στο κάτεργο -όσοι βέβαια αντέξουν αυτή την ταλαιπωρία αλυσοδεμένοι και φρουρούμενοι!».
Το έργο πρωτοδημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Ρωσική σκέψη» το 1893-94. Tο 2014 ανέβηκε σε θεατρική μορφή στο Λονδίνο από τον Βρετανό νευροεπιστήμονα Τζόναθαν Κόουλ, καθώς συνιστά και στην εποχή μας μια κραυγή διαμαρτυρίας για τις απάνθρωπες συνθήκες των κρατουμένων όπου γης.
Το βιβλίο θα κυκλοφορήσει την ερχόμενη βδομάδα.
