Με την ευκαιρία της συμπλήρωσης 18 χρόνων από την 1η διοργάνωση του Βραβείου ΔΕΣΤΕ, πραγματοποιείται στο Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης η έκθεση Βραβείο ΔΕΣΤΕ: Μια Επετειακή Έκθεση, 1999-2015, με έργα των 9 βραβευθέντων καλλιτεχνών από το 1999 έως και το 2015. Η έκθεση, η οποία δίνει μια ευκαιρία επισκόπησης της νεότερης καλλιτεχνικής δημιουργίας, θα εγκαινιαστεί στις 5 Απριλίου και θα διαρκέσει έως τις 17 Σεπτεμβρίου 2017.
Το Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης φιλοξενεί για πέμπτη χρονιά το Βραβείο ΔΕΣΤΕ. Η συνεργασία αυτή μεταξύ του Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης και του Ιδρύματος ΔΕΣΤΕ εντάσσεται στο πλαίσιο του προγράμματος «Βήμα στους Νέους», ένα θεσμό μέσα από τον οποίο το Μουσείο ανοίγει διάλογο με τη νέα γενιά, ενημερώνει το κοινό για τη σύγχρονη δημιουργία και ενισχύει ένα δυναμικό πεδίο ανταλλαγής ιδεών.
Το Βραβείο ΔΕΣΤΕ θεσμοθετήθηκε το 1999 και απονέμεται κάθε δύο χρόνια σε έναν Έλληνα ή Κύπριο καλλιτέχνη που ζει στην Ελλάδα ή στο εξωτερικό. Στόχος του Βραβείου ΔΕΣΤΕ είναι η ανάδειξη μιας ανερχόμενης γενιάς καλλιτεχνών, που αποτελεί κύριο άξονα της πολιτικής του Ιδρύματος για τη στήριξη και την προώθηση της σύγχρονης τέχνης.
Στην έκθεση συμμετέχουν οι καλλιτέχνες: Λουκία Αλαβάνου, Αναστασία Δούκα, Ειρήνη Ευσταθίου, Χριστόδουλος Παναγιώτου, Μαρία Παπαδημητρίου, Άγγελος Πλέσσας, Γεωργία Σαγρή, Κώστας Σαχπάζης και Παναγιώτα Τζαμουράνη.
Οι συμμετέχοντες καλλιτέχνες:
Aποτελούμενα από «κολάζ» αποσπασμάτων από κινηματογραφικό υλικό συνυφασμένο με δικές της σεκάνς, τα βίντεο και οι εγκαταστάσεις της Λουκίας Αλαβάνου (Βραβείο ΔΕΣΤΕ 2007) συνιστούν μια διερεύνηση της επιρροής του κινηματογράφου στη διαμόρφωση και τη δόμηση της μνήμης. Τα διαστρωματωμένα soundtrack των βίντεο λειτουργούν ενοποιητικά, δημιουργώντας ταυτόχρονα ροή μεταξύ των παράταιρων εικόνων, αυτό που ο Μπρεχτ ονομάζει Verfremdungseffekt (αποστασιοποίηση). Έχοντας μεγαλώσει σε ένα κομμουνιστικό περιβάλλον στα μεταδικτατορικά χρόνια της Ελλάδας, η Αλαβάνου υιοθετεί τον μετα-συγχρονισμό στον κινηματογράφο ως μέσο για να παρωδήσει την προπαγάνδα, να υπερτονίσει τις αντιφάσεις και να εκμεταλλευτεί το «πραγματικό» και το «making-strange».

Η Αναστασία Δούκα (Βραβείο ΔΕΣΤΕ 2011) με τη δουλειά της αναζητά τη συνείδηση του αντικειμένου/σώματος καθώς αυτό κινείται και επικοινωνεί στο χρόνο και στο χώρο. Ανατέμνει τον χρόνο σε μικρότερες στάσεις εκτόνωσης και τεντώνει στο χώρο το δέρμα του σαν χαρτί απλωμένο σε σκοινί. Παράλληλα μεταφράζει τη γλώσσα για να κατανοήσει τις τοποθεσίες της ομιλίας. Η καλλιτέχνις αναγνωρίζει στα υλικά την ικανότητα να ανακλάσουν τη δική της αδυναμία και δυνατότητα. Επιθυμεί να είναι αγωγός μεταξύ των ενδιάμεσων, διαδοχικών και αντιθετικών στάσεων που διαμορφώνουν οι ταξικές δομές, οι αρχιτεκτονικοί περιορισμοί και οι προσωπικές ανατομίες.

Η Ειρήνη Ευσταθίου (Βραβείο ΔΕΣΤΕ 2009) εργάζεται με σειρά διαφορετικών μέσων, από τη ζωγραφική και τη χαρακτική, μέχρι εγκαταστάσεις μικρής κλίμακας και performance. Η δομή της εργασίας της συχνά ξεκινάει με τη δημιουργία αρχείων πρωτογενούς αρχειακού υλικού, σε συνδυασμό με υλικό που συλλέγει από τις περιηγήσεις της στο αστικό τοπίο, με στόχο την εκ νέου αφήγηση ελασσόνων ιστοριογραφιών. Με τη χρήση αρχειακού υλικού επιδιώκει να εξετάσει διαύλους εξερεύνησης του τρόπου με τον οποίο υπάρχουσες εικόνες μπορούν να μεταδώσουν καταστάσεις πέρα από τα αυστηρά όρια της ειδησιογραφίας και της ιστορίας. Επιπρόσθετα αποδίδει τον τρόπο με τον οποίο οι μικρές αυτές ιστοριογραφίες είναι αποτυπωμένες στο αστικό τοπίο, εκτελώντας έτσι μια ανεπίσημη, ιδιόμορφη και ανθρωποκεντρική αρχαιολογία του παρόντος και του πρόσφατου παρελθόντος.
Το ευρύ πεδίο έρευνας του Χριστόδουλου Παναγιώτου (Βραβείο ΔΕΣΤΕ 2005) εστιάζει στον εντοπισμό και την αποκάλυψη των κρυμμένων εκείνων αφηγημάτων που ενυπάρχουν στο οπτικό αρχείο της ιστορίας και του χρόνου. Ο καλλιτέχνης δεν ενδιαφέρεται για την αρχειοθέτηση πέρα από το σημείο στο οποίο αποκαλύπτεται η ιδεολογία που τη χαρακτηρίζει. Η αισθητική του αρχείου δεν αποτελεί αυτοσκοπό της δουλειάς του. Ενδιαφέρεται για τις ιστορικές αφηγήσεις και τις δομές τους. Μέσα από τις αδυναμίες τους, τα αρχεία διευκολύνουν την κατανόηση και ίσως τον επαναπροσδιορισμό.

Για τη Μαρία Παπαδημητρίου (Βραβείο ΔΕΣΤΕ 2003) η λέξη τέχνη διατηρεί μέσα στην ετυμολογία της την υπόσχεση της σύνδεσης μεταξύ χειροτεχνίας και τεχνογνωσίας. Η καλλιτέχνις χρησιμοποιεί τον εαυτό της ως μέσο ανάπτυξης διαλόγου με τους άλλους, και για να καταλάβει την τέχνη ως μια ενεργή κοινωνική διεργασία, γεμάτη αντιφάσεις όσο και δυνατότητες. Από αυτή την άποψη, υποθέτει πως η δουλειά της, που έχει να κάνει περισσότερο με τη διαδικασία και την αλλαγή παρά με το ολοκληρωμένο προϊόν, μπορεί να ιδωθεί σαν μια μορφή ακτιβισμού. Αντιμετωπίζει τη δημιουργία τέχνης ως μια ανθρωπιστική δραστηριότητα, διότι βλέπει την τέχνη στην ανθρωπότητα ως κάτι που εμπλέκει και επηρεάζει τις ζωές των ανθρώπων.
