Αποκριά: ξεφάντωμα, γλέντι, χορός, τραγούδι, χαρτοπόλεμος, μεταμφίεση. Αυτό είναι το κλίμα του πραγματικού καρναβαλιού. Όμως, ο ποιητικός λόγος έχει τη δύναμη να αποδίδει με διαφορετικό τρόπο την αποκριάτικη ατμόσφαιρα, εφόσον μπορεί να διευρύνει νοηματικά το εορταστικό έθιμο του μασκαρέματος και να του προδώσει συμβολικές διαστάσεις.
Αυτό συμβαίνει στο ποίημα του Μίλτου Σαχτούρη με τίτλο "Η Αποκριά", το οποίο ανήκει στην ποιητική συλλογή "Με το πρόσωπο στον τοίχο" (1952). Το ποίημα πηγάζει από τη στρατιωτική εμπειρία του Σαχτούρη και την τραγωδία του εμφύλιου πολέμου. Οι πραγματικές εικόνες του ποιήματος θρυμματίζονται, με αποτέλεσμα ο ποιητικός λόγος -ακολουθώντας την υπερρεαλιστική τάση της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς- να κατανοείται δύσκολα. Παρ' όλα αυτά, επιτυγχάνεται η μετάδοση της συναισθηματικής έντασης του ποιητή. Με αφορμή τον παραλογισμό της εφιαλτικής εποχής, ο Σαχτούρης παρουσιάζει στο ποίημα εξωλογικές εικόνες, για να αποδώσει το μίσος και τη φονική διάθεση που επηρέασε τους ανθρώπους της εποχής του, δημιουργώντας απόκοσμες εικόνες που μεταδίδουν τις φρικτές εμπειρίες, που άνοιξαν πληγές στις ψυχές των Ελλήνων. Το αποκριάτικο έθιμο "απαιτεί" το αθώο μασκάρεμα, αλλά ο εμφύλιος, όπως και κάθε πόλεμος, αλλάζει την ανθρώπινη υπόσταση. Οι νέοι μετατρέπονται σε φονιάδες στρατιώτες και ο άμαχος πληθυσμός και τα παιδιά σε παθητικά τραγικά θύματα. Οι σύμμαχοι, που μέχρι τότε εναντιώνονταν στον κοινό εχθρό, γίνονται πια θανάσιμοι εχθροί. Στο ποίημα αντικατοπτρίζεται ο πόνος, η απογοήτευση, η απανθρωπιά, το μίσος, η πνευματική και ψυχική σύγχυση του ανθρώπου. Σε αυτόν τον κόσμο, όπου κυριαρχεί η τυφλή βία, δεν υπολογίζεται η ανθρώπινη ζωή και οι κοινωνίες οδηγούνται στο χάος και την παρακμή. "Μακριά σ' έν' άλλο κόσμο γίνηκε αυτή η αποκριά", δηλώνει ο πρώτος στίχος.
Η τοπική αυτή μετάθεση των γεγονότων φανερώνει τη διάθεση του ποιητικού υποκειμένου να απωθήσει τη φρικτή εμπειρία. Η εικόνα με το γαϊδουράκι να γυρίζει μέσα σε έρημους δρόμους αποδίδει ένα σκηνικό ερήμωσης με παραπομπή στις ανθρώπινες απώλειες ("όπου δεν ανέπνεε κανείς") ή την εγκατάλειψη περιοχών, όταν επρόκειτο να πραγματοποιηθεί μια εχθρική επιδρομή. Ακόμα πιο μακάβρια είναι η εικόνα με τα "πεθαμένα παιδιά" που "ανέβαιναν ολοένα στον ουρανό" και "κατέβαιναν μια στιγμή να πάρουν τους αετούς τους που τους είχαν ξεχάσει". Πρόκειται για μια υπερρεαλιστική εικόνα, που παραπέμπει στο έθιμο πετάγματος του χαρταετού και δηλώνει έντονα την αγνότητα της παιδικής ψυχής και τη διάθεση για παιχνίδι. Έπειτα, το χιόνι πέφτει σαν "γυάλινος χαρτοπόλεμος" και ματώνει τις καρδιές, δηλώνοντας ότι η βαρυχειμωνιά του εξωτερικού κόσμου είναι ίδια με εκείνη που κυριαρχεί στις ανθρώπινες ψυχές. Αντιμέτωπη με τη φονική ατμόσφαιρα "μια γυναίκα γονατισμένη" αναστρέφει τα μάτια της σαν νεκρή, υποδηλώνοντας πιθανόν μια παράκληση προς τον Θεό για την απουσία τόσο της ζωής, όσο και της ελπίδας. Η ακινησία ανατρέπεται με την εικόνα των στρατιωτών που κινούνται με στρατιωτικό βηματισμό και με "παγωμένα δόντια", τα οποία δεν παραπέμπουν μόνο στο κρύο, αλλά και στην ψυχική τους ψυχρότητα, καθώς μπορούν να σκορπούν τον θάνατο, χωρίς συναίσθηση της συμφοράς που προξενούν.
Οι στίχοι της τελευταίας στροφής αναδεικνύουν το μίσος που έχει τυφλώσει τους ανθρώπους, καθώς, όταν το βράδυ βγαίνει το "αποκριάτικο φεγγάρι", οι άνθρωποι το δένουν και το πετούν "μαχαιρωμένο" στη θάλασσα. Η επιβλητική παρουσία του φεγγαριού αποτελεί μια βαρυσήμαντη υπενθύμιση της μηδαμινότητας των ανθρώπων, οι οποίοι αγνοούν τη μεταξύ τους ισότητα μπροστά στην απεραντοσύνη του σύμπαντος.
Το μίσος, που κατακλύζει τις ψυχές των ανθρώπων, δεν συναντάται μόνο στον πόλεμο, αλλά -δυστυχώς- σε πολλές πτυχές του ανθρώπινου βίου (στην εργασία, στις ανθρώπινες σχέσεις κ.λπ.) και ωθεί στην αντίληψη ότι υπάρχουν παντού εχθροί. Ο άνθρωπος δεν αναλογίζεται τις πράξεις του, δεν πλησιάσει τον άλλο, δεν αγαπά, δεν καταργεί τις διαχωριστικές γραμμές και δεν χαράσσει μια κοινή πορεία που να οδηγεί στη συλλογική πρόοδο. Μέχρι και τον αντικειμενικό παρατηρητή -το "φεγγάρι"- τον φονεύει, έτσι ώστε να μην χρειάζεται να αιτιολογήσει τις πράξεις του σε κανέναν. Ας επιτρέψουμε στη φετινή αποκριά να ποτίσει τις καρδιές με το πραγματικό της νόημα. Ας μεταμφιεστούμε σε παιδιά κι ας φορέσουμε τη στολή της αγάπης, της αγνότητας, της αθωότητας και της καλοσύνης. Ας πάψουμε πια να εθελοτυφλούμε μπροστά στις αλήθειες της ζωής κι ας αφήσουμε την αποκριά του Σαχτούρη: "Μακριά σ' έν' άλλο κόσμο".
* Φιλολόγου
