Τζιαι τα μπουζούκια τέχνη ένι

ΠΑΡΑΘΥΡΟ Δημοσιεύθηκε 3.4.2023
Steve Martin, 1972 2004 Tim Lee born 1975 Lent by the American Fund for the Tate Gallery, courtesy of the American Acquisitions Committee 2006 http://www.tate.org.uk/art/work/L02687
Με αφορμή το άρθρο του κ. Διονύση Διονυσίου στο Παράθυρο, η γράφουσα με την ιδιότητά της ως καλλιτέχνης, προσφέρει στο πιο κάτω κείμενο την προσωπική της ανάλυση και άποψη, τόσο για το ίδιο το άρθρο όσο και για την αξία του Παραθύρου και τον διορισμό Χατζηγιάννη

Της Μαρίτας Αναστάση*

Η παντελής έλλειψη θεσμοθετημένων κρατικών μηχανισμών που να αναγνωρίζουν την καλλιτεχνική ιδιότητα με ό,τι αυτό συνεπάγεται (δυνατότητα αίτησης στις κοινωνικές ασφαλίσεις, επίδομα ανεργίας, ΓεΣΥ, επαγγελματική ανέλιξη κ.τ.λ.), αφήνει τους ανθρώπους που βιοπορίζονται από τον χώρο του πολιτισμού στην Κύπρο σε μια θέση διαρκής αβεβαιότητας, οικονομικής και υπαρξιακής. Μιλάμε για μια κοινότητα η οποία είναι ως επί το πλείστον ανεπαρκώς αμειβόμενη και περιθωριοποιημένη. Είναι για ακριβώς αυτόν τον λόγο που η ύπαρξη ενθέτων όπως το Παράθυρο έχουν διπλή σημασία. Το Παράθυρο δεν είναι απλά μια πλατφόρμα αναδημοσίευσης καλλιτεχνικών νέων. Αποτελεί ένα εκφραστικό όργανο καλλιτεχνών και παραγόντων, που έχει τη δυνατότητα να ενθαρρύνει εποικοδομητικές συζητήσεις για θέματα που αφορούν τα πολιτιστικά δρώμενα. Η ίδια του η ύπαρξη αποτελεί μια ένδειξη (από τις μηδαμινές που υπάρχουν στο νησί) αναγνώρισης και επιβράβευσης του καλλιτεχνικού έργου τουλάχιστον σε ένα κοινωνικό επίπεδο. Είναι και για τους παραπάνω λόγους καθώς και για το ίδιό του το περιεχόμενο που το άρθρο του κ. Διονυσίου βρίσκει το δέντρο (ή καλύτερα βρίσκει τον θάμνο) και χάνει το δάσος. Με βάση τον κ. Διονυσίου, το πρόβλημα των «βαρύγδουπων» όπως αποκαλεί τα «αυτοπροσδιορισμένα» μέλη της καλλιτεχνικής κοινότητας είναι η κυβέρνηση Χριστοδουλίδη, η παιδεία του κ. Χατζηγιάννη και οι ποπ καταβολές του, οι οποίες σύμφωνα πάντα με τον κ. Διονυσίου θεωρούνται κατώτερες.

Η σύγκριση του κ. Χατζηγιάννη με το υπόλοιπο Υπουργικό Συμβούλιο είναι τουλάχιστον ατυχής. Κατά πρώτον, το θέμα των καλλιτεχνών στην Κύπρο δεν είναι συγκεκριμένα με την κυβέρνηση Χριστοδουλίδη αλλά και με την εκάστοτε κυβέρνηση. Τα λιγοστά άτομα που προσπαθούν να βιοποριστούν από τις τέχνες και τον πολιτισμό στην Κύπρο, στηρίζονται ως επί το πλείστον σε κρατικές χορηγίες. Με τη σειρά τους, οι κρατικές επιχορηγήσεις αποτελούν συχνά τη μοναδική πηγή εισοδήματος, με απτές επιπτώσεις στο βιοποριστικό επίπεδο των καλλιτεχνών. Με άλλα λόγια, όσον αφορά τις τέχνες στο νησί μας, το κράτος και οι λειτουργοί του αποτελούν και παπά και τατά. Άρα η καλλιτεχνική κοινότητα έχει τοποθετηθεί στο θέμα του διορισμού όχι γιατί απλά έχει μια «άποψη», αλλά επειδή αυτή η απόφαση μπορεί να επηρεάσει άμεσα και απτά τον βιοπορισμό της.

Κατά δεύτερον, θα θέλαμε να πιστεύουμε ότι όλοι οι υψηλόβαθμοι κρατικοί αξιωματούχοι κατέχουν τουλάχιστον ένα τυπικό πτυχίο. Όπως είναι ήδη γνωστό, ο κ. Χατζηγιάννης κατέχει μόνο προπτυχιακά διπλώματα από τη Βασιλική Ακαδημία Μουσικής του Λονδίνου. Ένα πτυχίο άλλωστε απαιτείται από όλους τους πολιτιστικούς λειτουργούς στο Υφυπουργείο Πολιτισμού και είναι επίσης και κάτι που πολλοί από εμάς τους «βαρύγδουπους» έχουμε κοπιάσει για να πάρουμε. Παρόλ’ αυτά, όντως τα πτυχία δεν είναι σε καμία περίπτωση το παν, γι’ αυτό ας εστιάσουμε σε μεγαλύτερο βάθος στα υπόλοιπα σημεία.

Σχετικά με τις ποπ καταβολές του καλλιτέχνη, ο κ. Διονυσίου λανθάνεται εάν νομίζει ότι αυτό μας πέφτει λίγο. Η ίδια η γράφουσα ούσα χορεύτρια και χορογράφος δεν φοβάται να παραδεχτεί ότι έκανε τα πρώτα της καλλιτεχνικά βήματα χορογραφώντας στους ρυθμούς του «Χέρια ψηλά» στο δωμάτιό της, σε δημοτική ηλικία αρχές της δεκαετίας 2000. Στους καλούς καιρούς πριν το κούρεμα. Στο τέλος της ημέρας και τα μπουζούκια τέχνη είναι και κανένας δεν αντιλέγει.

Καλλιτέχνης vs. Διαχειριστής Τέχνης

Το πρόβλημα με τον κ. Χατζηγιάννη δεν είναι οι ποπ του καταβολές ή η καλλιτεχνική του ταυτότητα. Το πρόβλημα είναι η έλλειψη εμπειρίας στη διαχείριση οργανισμών που αφορούν τις τέχνες, η έλλειψη τριβής με κρατικούς μηχανισμούς, η έλλειψη βασικής κατανόησης της λειτουργίας των κρατικών επιχορηγήσεων και πιο σημαντικά απο όλα τα άλλα, η παντελής και επί δεκαετιών απουσία από τα κοινά της Κύπρου. Ο διορισμός του ουσιαστικά θυμίζει μια παραδοσιακή τεσταρισμένη συνταγή εισαγωγής πολιτισμού κυρίως εξ Ελλάδος, γιατί «οι ξένοι ξέρουν καλύτερα». Μια κίνηση που για ακόμα μια φορά δείχνει ότι ο εκάστοτε κρατικός μηχανισμός αλλά και η κοινή γνώμη, με τρανταχτό παράδειγμα το άρθρο του κ. Διονυσίου, διαρκώς αγνοούν το πλέον τεράστιο αρχείο καλλιτεχνικής δουλειάς την οποία όχι μόνο παράγουν Κύπριοι καλλιτέχνες εγχώρια, αλλά εξάγουν και σε χώρες του εξωτερικού με τεράστια επιτυχία. Σε μια κοινωνία που αντιλαμβάνεται τον πολιτισμό σαν μέσω ψυχαγωγίας, σαν έναν διαγωνισμό ως προς το ποιος θα γεμίσει 50.000 θέσεις στο ΓΣΠ σε συναυλία έχοντας στον νου τι συμβαίνει στο ποδοσφαιρικό πρωτάθλημα, όπως λέει και ο κ. Διονυσίου, το να διορίζεται μια προσωπικότητα που ουσιαστικά αυτό πρεσβεύει κατά κύριο λόγο σε μια τόσο καίρια θέση, ναι, χρήζει προβληματισμού. Δεν έχει να κάνει με ελιτισμό, πολιτισμός και ψυχαγωγία δεν αλληλοαναιρούνται, όμως στο νησί μας οφείλουμε να ενθαρρύνουμε την κοινή γνώμη να οραματιστεί μια κοινωνία πέραν αυτού. Μια κοινωνία που να βλέπει τον πολιτισμό σαν θεσμό.

Ο κ. Χατζηγιάννης δεν πληρώνει το τίμημα της δημοφιλίας του όπως υποθέτει ο κ. Διονυσίου, αλλά αυτό της απουσίας του. Δεν είναι ούτε τα ποπ χιτς, ούτε τα υπαρκτά ή μη πτυχία που ενοχλούν. Αυτό που ενοχλεί είναι που για ακόμα μια φορά είμαστε οι τελευταίοι που ερωτώνται για θέματα που αφορούν άμεσα τον βιοπορισμό μας. Μέσω του κ. Τουμαζή, για πρώτη φορά δόθηκε η αίσθηση ότι ο κρατικός μηχανισμός μπορεί επιτέλους να ακούσει και να πορευτεί δίπλα μας. Με τον κ. Τουμαζή υπάρχει ταύτιση, ένας άνθρωπος προερχόμενος και ενδεδειγμένος από τον ίδιο χώρο. Ένας άνθρωπος που κατάφερε να βιοποριστεί και να χτίσει καριέρα με τα ίδια κονδύλια που προσφέρει το κράτος και στους υπόλοιπους, έως έναν βαθμό. Σε σχέση με τον κυπριακό καλλιτεχνικό χώρο και μόνο, ο κ. Χατζηγιάννης δυστυχώς ήταν μέχρι τώρα απών και είναι αυτή η απουσία που ανησυχεί. Γιατί το τίμημα της απουσίας πληρώνει δυστυχώς διαχρονικά η κυπριακή καλλιτεχνική κοινότητα. Απουσίας κρατικών λειτουργών για αξιολόγηση έργων καθώς και αξιολόγησης της ίδιας τους της δουλειάς (πολύ συχνά λόγω υποστελέχωσης), απουσίας προσωπικοτήτων όπως του κ. Διονυσίου, που αν έρχονταν πιο τακτικά σε δρώμενα, ίσως θα ήξεραν ότι ο ΘΟΚ εξυπηρετεί πολύ περισσότερα άτομα από 3.000 παγκυπρίως και ίσως θα ήξερε ότι τα 2 εκατομμύρια που δαπανά το κράτος για τον κινηματογράφο ούτε για μισή ταινία δεν φτάνουν και θα ήξερε επιπρόσθετα πόσους κινηματογραφιστές, μοντέρ, συνθέτες, παραγωγούς και βοηθούς εργοδοτούν οι ελάχιστες κινηματογραφικές παραγωγές στο νησί μας. Απουσίας του κρατικού μηχανισμού που μετά από τόσες δεκαετίες ακόμα συζητά για εφαρμογή καθεστώτος του καλλιτέχνη, για να μπορεί μια ελεύθερη επαγγελματίας να δηλωθεί σαν χορεύτρια στις κοινωνικές ασφαλίσεις αντί γυμνάστρια.

Ουσιαστικά, η καλλιτεχνική σκηνή στην Κύπρο αναπαράγεται και συντηρείται από τα λεφτά, τον κόπο και τις ατέλειωτες ώρες απλήρωτης εργασίας των ίδιων των καλλιτεχνών που είναι και οι μόνοι που δηλώνουν παρόντες. Πάνω στις πλάτες των ως επί το πλείστον απλήρωτων και χαμηλά αμειβόμενων καλλιτεχνών, δημιουργεί το κράτος μας μια ψευδαίσθηση κουλτούρας και ευρωπαϊκού πολιτισμού. Αν η έγνοια μιας κοινότητας για ζητήματα που επηρεάζουν άμεσα τον βιοπορισμό της και την ίδια της την ύπαρξη αποτελεί δείγμα ελιτισμού, τότε ίσως πρέπει να αναθεωρήσουμε τον ορισμό της λέξης.

Εν κατακλείδι, μια δεύτερη και τρίτη σκέψη, σε ένα νησί που κυκλοφορούν κρατικά στελέχη όπως τον κ. Γιαννάκη, που άνθρωποι όπως τον κ. Προδρόμου έχουν να παίρνουν σύνταξη πλέον από το Υπουργείο Παιδείας και που άνθρωποι όπως τον κ. Συλλούρη εμφανίζονται σε επιτελεία και στη Βουλή σαν αμέριμνοι επισκέπτες, το να ζητούμε ώριμη και κριτική σκέψη προς τα θέματα του πολιτισμού είναι πολύν μας. Και ίσως με αυτό το σκεπτικό ο κ. Διονυσίου να έχει δίκαιο και όντως ο κ. Χατζηγιάννης να είναι ο λιγότερο μύωπας μονόφθαλμος ανάμεσα στους τυφλούς.

*Κύπριας χορογράφου και βοηθού παραγωγού. Κατέχει BA στην Ιστορία και BA στον Χορό από το American University Washington DC, μεταπτυχιακό MA στον Σύγχρονο Χορό από το London Contemporary Dance School και μεταπτυχιακό δίπλωμα Νομικής (Graduate Diploma in Law/ Law Conversion Course). Αυτή τη στιγμή διαμένει στο Λονδίνο όπου ασκεί τα επαγγέλματα της σερβιτόρας και Βοηθού Παραγωγής στην εταιρεία χορού Matsena Productions.

ΕΙΚΟΝΑ: Tim Lee, "Steve Martin, 1972 ", 2004 / Μουσείο σύγχρονης τέχνης TATE, Λονδίνο

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ
Η «κατάρα του Φαραώ» - Αυτή είναι η αιτία την οποία οι επιστήμονες ψάχνουν δεκαετίες

Η «κατάρα του Φαραώ» - Αυτή είναι η αιτία την οποία οι επιστήμονες ψάχνουν δεκαετίες

Η «κατάρα του Φαραώ» - Αυτή είναι η αιτία την οποία οι επιστήμονες ψάχνουν δεκαετίες

Κουκλοθέατρο του πολέμου | Παλαιστίνιος καλλιτέχνης μετατρέπει ερείπια και σκουπίδια σε παιχνίδια

Κουκλοθέατρο του πολέμου | Παλαιστίνιος καλλιτέχνης μετατρέπει ερείπια και σκουπίδια σε παιχνίδια

Κουκλοθέατρο του πολέμου | Παλαιστίνιος καλλιτέχνης μετατρέπει ερείπια και σκουπίδια σε παιχνίδια

Η υφυπουργός Πολιτισμού στον «Π»: «Το νομοσχέδιο του καθεστώτος καλλιτέχνη είναι το πρώτο βήμα»

Η υφυπουργός Πολιτισμού στον «Π»: «Το νομοσχέδιο του καθεστώτος καλλιτέχνη είναι το πρώτο βήμα»

Η υφυπουργός Πολιτισμού στον «Π»: «Το νομοσχέδιο του καθεστώτος καλλιτέχνη είναι το πρώτο βήμα»

Παρακαταθήκη στην ιστορία της κυπριακής τέχνης | Εικόνες και σκέψεις της Ελένης Νικήτα

Παρακαταθήκη στην ιστορία της κυπριακής τέχνης | Εικόνες και σκέψεις της Ελένης Νικήτα

Παρακαταθήκη στην ιστορία της κυπριακής τέχνης | Εικόνες και σκέψεις της Ελένης Νικήτα