Ιστορικά στοιχεία για την Κακοπετριά

Νάσα Παταπίου Δημοσιεύθηκε 11.2.2019

Στο παρόν δημοσίευμα έχουμε συγκεντρώσει ιστορικές ειδήσεις για την Κακοπετριά οι οποίες απαντούν σε πηγές των αιώνων της μακράς περιόδου της Λατινοκρατίας


Το θαυμαστό θέρετρο, η Κακοπετριά, η αρχόντισσα της Σολέας, ως οικισμός έχει μακρά ιστορία και πολιτισμό, ωστόσο οι πηγές τις οποίες διαθέτουμε δεν ανάγονται σε περιόδους πριν από τα χρόνια της φραγκικής κυριαρχίας. Στο παρόν δημοσίευμα έχουμε συγκεντρώσει ιστορικές ειδήσεις για την Κακοπετριά οι οποίες απαντούν σε πηγές των αιώνων της μακράς περιόδου της Λατινοκρατίας.

Η παλαιότερη αναφορά που έχουμε για την Κακοπετριά ανάγεται στο έτος 1468, επί Φραγκοκρατίας, σε έγγραφο που προέρχεται από το Αρχείο του Βατικανού. Ο βασιλιάς Ιάκωβος Β’ Lusignan με το πιο πάνω έγγραφο παραχωρούσε στον Ούγο, γιο του Φοίβου Lusignan, μια μεγάλη έκταση μαζί με το φέουδό του, το χωριό Μένικο. Μεταξύ άλλων τοπωνυμίων αναφέρεται και η Κακοπετριά ως Cacoplefria. H Κακοπετριά επί Βενετοκρατίας ανήκε στο διαμέρισμα της Πεντάγυιας. Στους βενετικούς καταλόγους με τα χωριά της Κύπρου το όνομα απαντά ως Cacopetria, Caco Petria και Kakopetria. Στη βενετική απογραφή του 1565, στην οποία περιλαμβάνονται μόνο οι αρσενικού γένους ελεύθεροι καλλιεργητές (francomati), οι οποίοι πλήρωναν φόρους και δασμούς και ήταν υποχρεωμένοι να εκτελούν αγγαρείες, είχε διακόσιους δεκατέσσερις φραγκομάτους. Πρέπει να σημειωθεί ότι στους διακόσιους δεκατέσσερις φραγκομάτους περιλαμβάνονται και αυτοί του χωριού Γαλάτα, αφού στον συγκεκριμένο κατάλογο σημειώνεται: «Γαλάτα και Κακοπετριά: 214 (Galata et Caco Petria 214)». Το γεγονός αυτό καταδεικνύει ότι ήδη από τον 16ο αιώνα τα δύο γειτονικά χωριά ήταν δίδυμα ή πιο ορθά η Γαλάτα μάλλον υπαγόταν στην Κακοπετριά. Παρόμοια περίπτωση αποτελεί την ίδια εποχή το χωριό Λάπηθος, στο οποίο περιλαμβανόταν και ο πληθυσμός του γειτονικού Καραβά, γιατί η Λάπηθος είχε μεγαλύτερο πληθυσμό και ήταν κύριος οικισμός ανάμεσα στα γύρω χωριά, στον οποίο διέμενε και ο βάιλος ή εμπαλής, δηλαδή o διοικητής.
Οι μοναχοί της μονής αιτούνται ουσιαστικά την απαλλαγή της από τη σχετική επί της περιουσίας της φορολογία. Η κτηματική περιουσία ανερχόταν περίπου στα τριάντα στρέμματα γης, αλλά δεν απέδιδαν ικανοποιητικά εισοδήματα γιατί το έδαφος ήταν ορεινό

Οι Βενετοί σε τακτά χρονικά διαστήματα διενεργούσαν απογραφή όλων των στοιχείων κάθε χωριού. Η εργασία αυτή ονομαζόταν πρακτικό (practiko) και σε αυτήν σημειώνονταν οι κάτοικοι, τα ζώα, τα πηγάδια, τα δάση, οι εκκλησίες, οι μύλοι και ό,τι άλλο περιελάμβανε κάθε χωριό. Πολλές φορές οι αξιωματούχοι της Γαληνοτάτης παρέλειπαν να πραγματοποιήσουν την εν λόγω εργασία. Το 1562 ζητήθηκε από τη Βενετία να γίνει μια έκθεση που αφορούσε τα χωριά τα οποία ανήκαν στο Δημόσιο και ποια ήταν η τελευταία φορά κατά την οποία είχε να πραγματοποιηθεί στο κάθε ένα από αυτά τα χωριά μια τέτοια απογραφή, δηλαδή το αποκαλούμενο πρακτικό. Μεταξύ άλλων αναφέρεται ότι στην Κακοπετριά, χωριό που ανήκε στο Δημόσιο, είχε να πραγματοποιηθεί πρακτικό από το 1548. Στην ίδια πηγή απαντούν και άλλα γειτονικά χωριά της Κακοπετριάς, τα οποία ανήκαν στο Δημόσιο και επί Φραγκοκρατίας ήταν βασιλική ιδιοκτησία. Αυτά ήταν τα χωριά Φλάσου, Ευρύχου, καθώς επίσης και το χωριό Άγιος Ανδρέας της Ευρύχου (Santo Andrea di Euricho). Στα τρία τελευταία χωριά είχε από το 1549 να πραγματοποιηθεί πρακτικό, δηλαδή για δεκατρία ολόκληρα χρόνια. Παρεμπιπτόντως σημειώνεται ότι ο Άγιος Ανδρέας Ευρύχου έσβησε ως χωριό με την πάροδο των χρόνων, ωστόσο το 1565 είχε περίπου δεκατέσσερις κατοίκους ελεύθερους καλλιεργητές.

Σε έναν κατάλογο παροίκων του 1549 που κατοικούσαν στη Γαλάτα διασώζονται και τα ονόματα δύο γυναικών που είχαν παντρευτεί Κακοπετρίτες. Η Μαριέττα, ετών τριάντα, παντρεύτηκε τον Φίλιππο Λευτέρη, πάροικο από την Κακοπετριά, και η Μανταλένα, δώδεκα ετών, παντρεύτηκε τον Αργυρό του Μιχάλη από την Κακοπετριά. Τέλος, η Κακοπετριά σημειώνεται στον περίφημο χάρτη του Λεωνίδα Αττάρ του 1542.

Τοπωνύμια της Κακοπετριάς 

Ενδιαφέροντα στοιχεία σώζονται στις βενετικές πηγές για τοπωνύμια της Κακοπετριάς και τα οποία ανάγονται στον 16ο αιώνα. Τα τοπωνύμια αυτά ίσως να είναι προγενέστερα, όμως ελλείψει άλλων πηγών θεωρούνται τα παλαιότερα. Τα τοπωνύμια συνδέονται με τη σπουδαία μονή του Αγίου Νικολάου της Στέγης, της οποίας η ίδρυση ανάγεται στον 11ο αιώνα. Με την πάροδο των αιώνων η μονή παρήκμασε, στην εκκλησία της ωστόσο σώζονται σημαντικότατες τοιχογραφίες της Βυζαντινής και Μεταβυζαντινής Περιόδου. Η εκκλησία του Αγίου Νικολάου της Στέγης βρίσκεται στην οροσειρά του Τροόδους, στο βόρειο τμήμα της Σολέας, και είναι οικοδομημένη στα δυτικά του ποταμού Κλάριου, γνωστού στα νεότερα χρόνια ως Καρκώτη. Απέχει από την Κακοπετριά περίπου δύο χιλιόμετρα και ανήκει στα Μνημεία της Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO.

Το 1558 οι μοναχοί της μονής αντιμετώπιζαν οξύ οικονομικό πρόβλημα και ο Γεράσιμος Οικονόμου, ο οποίος πρέπει μάλλον να ήταν ηγούμενος της μονής, υπέβαλε εκ μέρους τους στις βενετικές αρχές αίτημα για οικονομική ενίσχυση. Την ίδια εποχή ενέσκηψε σιτοδεία στις χώρες της Ανατολής και δεν αποκλείεται η δύσκολη οικονομική κατάσταση της μονής να είχε άμεση σχέση με το γεγονός αυτό. Αιτήματα για ενίσχυση ορθόδοξων μονών ή απαλλαγή από φορολογίες είχαν υποβάλει και άλλες μονές, τις οποίες έχουμε παρουσιάσει σε σχετικές μελέτες μας, όπως οι μονές της Παναγίας της Παλλουριώτισσας, του Αγίου Μάμαντος Λεύκας, του Αγίου Γεωργίου του Εμφορίτη, της Παναγίας της Αχειροποιήτου και άλλων. Σε αυτές τις περιπτώσεις οι βενετικές αρχές ζητούσαν από τους αξιωματούχους τους στην Κύπρο τον διορισμό ενός εμπειρογνώμονα υπαλλήλου, ώστε να καταγράψει την περιουσία των εκάστοτε μονών για εξακρίβωση των στοιχείων που κατέγραφαν στα αιτήματά τους. Στο αίτημα τονίζεται η πενία της μονής και ότι είχε καταστραφεί πολλές φορές από πυρκαγιά και στη συνέχεια με τις εισφορές των πιστών είχε οικοδομηθεί εκ νέου. Η κτηματική περιουσία της μονής ανερχόταν περίπου στα τριάντα στρέμματα (mozze) γης, αλλά δεν απέδιδαν ικανοποιητικά εισοδήματα γιατί το έδαφός τους ήταν ορεινό. Ουσιαστικό αίτημα των μοναχών ήταν η απαλλαγή της μονής από τη σχετική επί της περιουσίας της φορολογία. Οι μοναχοί επίσης ζητούσαν ετήσια χορήγηση δώδεκα στάρων σιταριού. Ας σημειωθεί ότι το βενετικό στάρο ισοδυναμούσε με 83,3 λίτρες.

Ο γνωστός υπάλληλος της βενετικής διοίκησης Ιωάννης Σωζόμενος του Μπερνάρδου, από την οικογένεια των Σωζόμενων, είχε σταλεί στη μονή για να καταγράψει τις ιδιοκτησίες της. Μεταξύ άλλων αναφέρεται και στον αριθμό των μοναχών της μονής, που ανέρχονταν στους δώδεκα. Η καταγραφή της περιουσίας της μονής φέρνει στο φως μεσαιωνικά τοπωνύμια της περιοχής της Κακοπετριάς και το γεγονός αυτό παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Στην περιοχή την ονομαζόμενη «Του Βενέτικου (Tu Veneticu)» κοντά στο μοναστήρι είχαν ενάμισι στρέμμα παλαιό αμπελώνα, γι’ αυτό και δεν απέδιδε εισόδημα. Επίσης η μονή διέθετε ένα άλλο παλαιό αμπέλι ανερχόμενο στα τέσσερα στρέμματα στην περιοχή την ονομαζόμενη «Του Τuglio». Στην περιοχή «Το μετόχι του γεφυριού» κοντά στον χείμαρρο και ολόκληρο το ρυάκι έως τον τόπο τον ονομαζόμενο «Tου Στασινού (Tu Stassinou)» και έως «Τον Γκρεμό του Κυπαρισσιού (Cremos tu Chiparissiu)» η μονή κατείχε μια έκταση, η οποία κάλυπτε δεκατρία στρέμματα, στην οποία καλλιεργούσαν σιτηρά. Επίσης στην ίδια περιοχή υπήρχε ένα στρέμμα φυτεμένο με ένα γέρικο αμπέλι. Ένα άλλο περιουσιακό στοιχείο της μονής ήταν ένα κτήμα περιφραγμένο το οποίο είχε χαρίσει για τη σωτηρία της ψυχής του ο Τζώρτζης του Λιοντή (Zorzi tu Liondin), που βρίσκεται απέναντι από την εκκλησία της Παναγίας της Χρυσοπολίτισσας. Όλες οι πιο πάνω ιδιοκτησίες της μονής του Αγίου Νικολάου της Στέγης, όπως αναφέρεται στο έγγραφο, βρίσκονται στην περιφέρεια του χωριού Κακοπετριά, το οποίο ανήκει στο Δημόσιο. Η μονή όμως είχε και ένα κτήμα κοντά στον ποταμό (fiumara) στο χωριό Τεμπριά, σε μια τοποθεσία ονομαζόμενη Άγιος Θεόδωρος.

Έπειτα από μια διερεύνηση με έναν γνήσιο Κακοπετρίτη, μπορέσαμε να ταυτίσουμε μόνο το τοπωνύμιο «Του Στασινού», το οποίο όπως μας πληροφόρησε βρίσκεται λίγο έξω από το χωριό. Αλήθεια, τι απέγινε η εκκλησία της Χρυσοπολίτισσας; Στο έγγραφο, ωστόσο, αναφέρεται ότι στην περιοχή της Κακοπετριάς υπήρχε τον 16ο αιώνα εκκλησία της Χρυσοπολίτισσας (chiesa de Chrussopolitissa). Άραγε, η εκκλησία αυτή χάθηκε παντελώς χωρίς να αφήσει ένα ίχνος ή έστω ένα τοπωνύμιο, ή μήπως υφίσταται και με την πάροδο των αιώνων άλλαξε όνομα; Τα ερωτήματά μας βέβαια παραμένουν αναπάντητα και μόνο εικασίες μπορούμε να κάνουμε. Μήπως θα μπορούσε η εκκλησία αυτή να ταυτιστεί με τη μικρή εκκλησία της Κακοπετριάς την αποκαλούμενη Παναγία Θεοτόκο, που ανάγεται στον 16ο αιώνα; Η βενετική όμως πηγή με την πολύτιμη είδηση την οποία κατέγραψε με όρκο (di iuramento) ένας Έλληνας της Κύπρου, o Ιωάννης Σωζόμενος, στις 22 Νοεμβρίου του έτους 1558, παραμένει αδιαμφισβήτητη…

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ:Η εκκλησία του Αγίου Νικολάου της Στέγης, της οποίας η περιουσία αναφέρεται σε έγγραφο του 1558, με μεσαιωνικά τοπωνύμια τα οποία δεν υφίστανται πλέον. © chooseyourcyprus.com

Πολιτική Δημοσίευσης Σχολίων
Οι ιδιοκτήτες της ιστοσελίδας parathyro.politis.com.cy διατηρούν το δικαίωμα να αφαιρούν σχόλια αναγνωστών, δυσφημιστικού και/ή υβριστικού περιεχομένου, ή/και σχόλια που μπορούν να εκληφθεί ότι υποκινούν το μίσος/τον ρατσισμό ή που παραβιάζουν οποιαδήποτε άλλη νομοθεσία. Οι συντάκτες των σχολίων αυτών ευθύνονται προσωπικά για την δημοσίευση τους. Αν κάποιος αναγνώστης/συντάκτης σχολίου, το οποίο αφαιρείται, θεωρεί ότι έχει στοιχεία που αποδεικνύουν το αληθές του περιεχομένου του, μπορεί να τα αποστείλει στην διεύθυνση της ιστοσελίδας για να διερευνηθούν. Προτρέπουμε τους αναγνώστες μας να κάνουν report / flag σχόλια που πιστεύουν ότι παραβιάζουν τους πιο πάνω κανόνες. Σχόλια που περιέχουν URL / links σε οποιαδήποτε σελίδα, δεν δημοσιεύονται αυτόματα.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ
Ο νόμος περί υποδομών Gigabit

Ο νόμος περί υποδομών Gigabit

Ο νόμος περί υποδομών Gigabit

Για τι μιλάμε όταν μιλάμε για τη γλώσσα;

Για τι μιλάμε όταν μιλάμε για τη γλώσσα;

Για τι μιλάμε όταν μιλάμε για τη γλώσσα;