Ο Θείος Γιάννης

Μαρία Χαμάλη Δημοσιεύθηκε 2.4.2019

Ο Ευριπίδης Δίκαιος έλυσε όλα τα πρακτικά προβλήματα που προκύπτουν, εκ των πραγμάτων, σε μια μικρή σκηνή και έδωσε μια παράσταση ζωντανή, συλλογική, γεμάτη ενέργεια και χιούμορ 


Το κυπριακό θεατρικό έργο έχει διανύσει έναν μακρύ και δύσβατο δρόμο τις τελευταίες δύο δεκαετίες. Μέσα από γλωσσικούς, θεματικούς και μορφικούς πειραματισμούς, δείχνει να αναζητά απεγνωσμένα τη δική του πρωτότυπη, αυθεντική φωνή και να αγωνιά να δώσει το παρόν του μέσα στο ετερόκλητο θεατρικό τοπίο που έχει διαμορφωθεί τα τελευταία χρόνια στο νησί. Με τον "Θείο Γιάννη", ο Αντώνης Γεωργίου κάνει ένα βήμα προς αυτή την αυθεντικότητα, αφού απαγκιστρώνεται -θεματικά τουλάχιστον- από τα κατάλοιπα του παρελθόντος και επιχειρεί να αποτυπώσει τον σφυγμό της σύγχρονης κυπριακής κοινωνίας.

Με την πλήξη, τον συμβιβασμό, το αίσθημα του ανικανοποίητου και την υπαρξιακή αγωνία να αποτελούν συνδετικό κρίκο με τους τσεχωφικούς ήρωες του Θείου Βάνια, η παρέα των έξι Κυπρίων του έργου τοποθετείται σε ένα σύγχρονο, πολυτελές διαμέρισμα ενός καταξιωμένου, ομοφυλόφιλου αρχιτέκτονα. Το ανθρωπολογικό δείγμα του Αντώνη Γεωργίου εστιάζει στη μεσοαστική ζωή των σαράντα και άνω οι οποίοι είτε ευτύχησαν επαγγελματικά με κόστος τη μοναξιά, είτε έχασαν, στον δρόμο για την οικογενειακή ζωή, τα νεανικά τους όνειρα. Μια ανύπαντρη δικηγόρος, μια φιλόλογος που αγωνίζεται να μάθει στους μαθητές "πέντε σωστά ελληνικά" και ο σύζυγός της, ένας πρώην αριστερός, ολίγον αλκοολικός και επιρρεπής στη μοιχεία αρχιτέκτονας. Κάπου ανάμεσά τους και ένας πλαστικός χειρουργός που αναζητά το ταίρι του και ένας επιληπτικός γάτος που γίνεται η αιτία να εισέλθει στο διαμέρισμα ένας φοιτητής, ο εκπρόσωπος του πάθους και των παθών της νέας γενιάς, και η αιτία που, η "πρώην νέα γενιά", θα έρθει αντιμέτωπη με τις δικές της ευπάθειες, τις δικές της εμμονές, τους δικούς της Λαιστρυγόνες και Κύκλωπες μιας Ιθάκης που μοιάζει μακρινή και ανέφικτη.
Αν αφήσουμε στην άκρη το εξωτερικό περίβλημα της τόσο "δικής" μας γλωσσικής φόρμας, μένουμε, κατά τη γνώμη μου, με μια ιστορία που προσπαθεί να πει πολλά

Με τον "Θείο Γιάννη", ο Αντώνης Γεωργίου κάνει μια συνειδητή προσπάθεια να μιλήσει στον σύγχρονο Κύπριο, για τον σύγχρονο Κύπριο. Ωστόσο, η ιστορία της "παρέας" που δημιουργεί θα μπορούσε να τοποθετηθεί σε ένα διαμέρισμα στην Αθήνα, στο Λονδίνο, στη Ρώμη ή το Παρίσι. Τα θέματα που φαίνεται να τους απασχολούν δεν είναι πια εθνικά και αυτό είναι ένα από τα βασικά ζητούμενα της κυπριακής δραματουργίας: να μπορέσει, δηλαδή, να ξεπεράσει τα καθαρά τοπικά και ιστορικά της κατάλοιπα και να μιλήσει για θέματα επίκαιρα και πανανθρώπινα. Όλη αυτή η προσπάθεια έρχεται να τοποθετηθεί μέσα σε μια γλωσσική φόρμα, η οποία λειτουργεί σαν λύτρωση και σαν παγίδα ταυτόχρονα. Λύτρωση για τους συγγραφείς, οι οποίοι δείχνουν να απελευθερώνουν την έκφραση, την ευστοχία, αλλά και την ευθυκρισία τους, όταν γράφουν στην κυπριακή διάλεκτο. Λύτρωση και για πολλούς ηθοποιούς, που όταν αποδεσμεύονται από την πίεση που τους δημιουργεί η κοινή ελληνική, απελευθερώνουν όλα τα υπόλοιπα εκφραστικά τους μέσα. Λύτρωση και για το κοινό, που βλέπει ότι ο φυσικός τρόπος ομιλίας του δεν είναι ασύμβατος ή όχι αρκετά "καθώς πρέπει" για την τέχνη. Αλλά και παγίδα. Παγίδα για το κυπριακό έργο που παραμένει αγκυλωμένο στα τοπικά σύνορα του νησιού, προορισμένο από Κυπρίους για Κυπρίους.

Για να μην παρεξηγηθώ όμως, οι προβληματισμοί μου σε σχέση με τον "Θείο Γιάννη" δεν αφορούν το ότι είναι γραμμένο στην κυπριακή. Αντιθέτως, είναι η έμπειρη, εύστοχη και διεισδυτική χρήση της διαλέκτου από τον Αντώνη Γεωργίου που το καθιστά τόσο γνώριμο και οικείο. Αν, όμως, αφήσουμε στην άκρη το εξωτερικό περίβλημα της τόσο "δικής" μας (και συχνά εύκολης πηγής σάτιρας και κωμικού στοιχείου) γλωσσικής φόρμας, μένουμε, κατά τη γνώμη μου, με μια ιστορία που προσπαθεί να πει πολλά. Ίσως, υπερβολικά πολλά: το βόλεμα, ο ταξικός και ιδεολογικός αποπροσανατολισμός, η μοναξιά και η ιδιορρυθμία του ομοφυλόφιλου (που ούτε και εδώ κατορθώνει να ξεφύγει από τα στερεότυπα), η ανάγκη για συντροφικότητα, το τέλμα του γάμου, ο αλκοολισμός, η ασθένεια, η ανεργία, η οικονομική μετανάστευση, η προβληματική παιδεία, η απαξίωση της νέας γενιάς, η απάθεια της προηγούμενης γενιάς, η φιλία, ο συμβιβασμός, ο νεοπλουτισμός, τα μπότοξ. Θέματα αναμφισβήτητα υπαρκτά και αληθινά, τα οποία, ωστόσο, "στριμώχνονται" στις συζητήσεις μιας παρέας με συνοδεία κρασιού, σούσι, επιτραπέζιων παιχνιδιών, φασιστικών και καρναβαλίστικων παρελάσεων. Έχω την αίσθηση ότι η αγωνία του συγγραφέα να μιλήσει για όλα (εκτός βέβαια και αν αυτή ήταν εξαρχής μια συνειδητή πρόθεση, με στόχο να καταδείξει την υπερφίαλη καθημερινότητά μας που αναλώνεται λίγο σε όλα), δημιούργησε μια ιστορία ασαφή, χωρίς καθαρότητα και ακρίβεια, η οποία μοιράζεται σε τόσα πολλά μέτωπα, που χρειάζεται να φτάσουμε στα μέσα και πλέον του έργου για να μπούμε στη βασική γραμμή και να επικεντρωθούμε στον κεντρικό χαρακτήρα.

Ως εκ τούτου, τα προβλήματα επεκτείνονται και στους χαρακτήρες. Η Μαίρη και ο Κώστας δίνουν το παρών τους ως αναγνωρίσιμοι "τύποι" σε έναν προβληματικό έγγαμο βίο, αλλά κάπου στα μέσα του έργου εξαφανίζονται, αφήνοντας τα ζητήματα που έθεσαν, ανοιχτά και αναπάντητα. Η Ειρήνη, ο πιο ολοκληρωμένος, κατά τη γνώμη μου, χαρακτήρας, υπό τον φόβο του θανάτου και της μοναξιάς, καταλήγει σε έναν εύκολο και χαριτωμένο συμβιβασμό. Ο Γιώργος δείχνει να κουβαλά υπερβολικά πολλά χαρακτηριστικά για την ηλικία του, συχνά, αντικρουόμενα. Έχει την ορμή, τη ζωντάνια, την ανυπομονησία και την αφέλεια της νέας γενιάς, αλλά μιλά, ανέχεται, προδίδει και εθελοτυφλεί, όπου τον συμφέρει, με την ωριμότητα και την εμπειρία της παλαιότερης. Ο Αλέξανδρος, ο κεντρικός χαρακτήρας του έργου, δομείται επίσης με αντιφάσεις και ασυνέπειες. Ενώ δίνει την εικόνα ενός ιδιόρρυθμου, ενίοτε ψυχαναγκαστικού, μοναχικού ομοφυλόφιλου, αποποιείται με ευκολία τα χαρακτηριστικά του για χάρη του έρωτα και καταλήγει, μέσα από μια φλύαρη έξαρση αισιοδοξίας και συμβολικής πρόσμιξης Μότσαρτ, Βιβάλντι, Σοπέν και Πασχάλη Τερζή, να αρνείται τη στωική και μοναχική αναμονή του θανάτου και να αναζητά νέο παλμό στη ζωή του. Και τον βρίσκει. Σε έναν νέο (πλατωνικό) έρωτα. Και στο καρναβάλι της Λεμεσού.

Ο Ευριπίδης Δίκαιος και το Θέατρο Versus έδωσαν την ευκαιρία -που αναμφισβήτητα έπρεπε να δοθεί- στον "Θείο Γιάννη", να βρει τον δρόμο του για τη σκηνή. Η ευαισθησία, η κατανόηση και η βαθιά αφοσίωση του σκηνοθέτη προς το κυπριακό έργο ανέδειξε και το βασικό του προτέρημα: την εναλλαγή κωμικού και τραγικού στοιχείου που προκύπτει μέσα από τη φυσικότητα του λόγου, η οποία εκφέρεται με τέτοια ευστοχία από το σύνολο των ηθοποιών, που σε κάνουν να αισθάνεσαι ότι κάπου, σε μια τέτοια παρέα, σε τέτοιες συζητήσεις, υπήρξες μάρτυρας και συμμέτοχος. Αν εξαιρέσω τις αταίριαστες μουσικές παρεμβολές στην αλλαγή των σκηνών, ο Ευριπίδης Δίκαιος έλυσε, με το λειτουργικό σκηνικό του Λάκη Γενεθλή, αλλά και την αφαιρετική διάσπαση της δράσης, όλα τα πρακτικά προβλήματα που προκύπτουν, εκ των πραγμάτων, σε μια μικρή σκηνή και έδωσε μια παράσταση ζωντανή, συλλογική, γεμάτη ενέργεια και χιούμορ. Μια παράσταση όπου το κοινό περνάει καλά. Και γελάει. Και αναγνωρίζει τα τρωτά στον καθρέφτη που στήνεται απέναντί του. Δεν ξέρω, όμως, αν αρκεί μόνο η αναγνώριση και το γέλιο. Ίσως, πάλι, να είναι και αυτό ένα πρώτο βήμα.

Πολιτική Δημοσίευσης Σχολίων
Οι ιδιοκτήτες της ιστοσελίδας parathyro.politis.com.cy διατηρούν το δικαίωμα να αφαιρούν σχόλια αναγνωστών, δυσφημιστικού και/ή υβριστικού περιεχομένου, ή/και σχόλια που μπορούν να εκληφθεί ότι υποκινούν το μίσος/τον ρατσισμό ή που παραβιάζουν οποιαδήποτε άλλη νομοθεσία. Οι συντάκτες των σχολίων αυτών ευθύνονται προσωπικά για την δημοσίευση τους. Αν κάποιος αναγνώστης/συντάκτης σχολίου, το οποίο αφαιρείται, θεωρεί ότι έχει στοιχεία που αποδεικνύουν το αληθές του περιεχομένου του, μπορεί να τα αποστείλει στην διεύθυνση της ιστοσελίδας για να διερευνηθούν. Προτρέπουμε τους αναγνώστες μας να κάνουν report / flag σχόλια που πιστεύουν ότι παραβιάζουν τους πιο πάνω κανόνες. Σχόλια που περιέχουν URL / links σε οποιαδήποτε σελίδα, δεν δημοσιεύονται αυτόματα.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ
Σιωπηλές κλήσεις

Σιωπηλές κλήσεις

Σιωπηλές κλήσεις

Για τι μιλάμε όταν μιλάμε για τη γλώσσα;

Για τι μιλάμε όταν μιλάμε για τη γλώσσα;

Για τι μιλάμε όταν μιλάμε για τη γλώσσα;