Παράθυρο logo
Ρώμη, Ανοχύρωτη Πόλη (Roma Citta Aperta)
Δημοσιεύθηκε 09.08.2017
Ρώμη, Ανοχύρωτη Πόλη (Roma Citta Aperta)

Διάρκεια: 103 λεπτά Είδος ταινίας: δραματική
Γλώσσες: ιταλικά, γερμανικά, με ελληνικούς υπότιτλους
Σκηνοθεσία: Ρομπέρτο Ροσελίνι
Με τους: Άννα Μανιάνι, Άλντο Φαρμπρίτζι, Μαρσέλο Παλιέρο, Βίτο Αννικιάρικο, Φραντσέσκο Γκραντζάκετ

Προβολή: Δευτέρα 7 Νοεμβρίου στις 20:00 στο Cine Studio (Πανεπιστήμιο Λευκωσίας), στο πλαίσιο του αφιερώματος του Ομίλου Φίλων Κινηματογράφου στον ιταλικό νεορεαλισμό

Κλασική νεορεαλιστική ταινία-σταθμός στην ιστορία του κινηματογράφου, που απέσπασε την εξέχουσα διάκριση του Γκραν Πρι στο Κινηματογραφικό Φεστιβάλ των Καννών το 1946 και συναποτελεί μαζί με τις ταινίες “Paisa” και “Germania Αnno Ζero” την ούτω καλούμενη “Νεορεαλιστική Τριλογία” του Ρομπέρτο Ροσελίνι. Με την ταινία “Ρώμη, Ανοχύρωτη Πόλη” ο Ιταλός σκηνοθέτης συναρμολογεί επιδέξια, και με περιορισμένα οικονομικά ή τεχνικά μέσα, την ιστορία της Αντίστασης των φιλελεύθερων Ιταλών κατά του φασισμού και του ναζισμού. Παράλληλα, ως πρωτεργάτης του Νεορεαλισμού, ο Ροσελίνι οριοθετεί ένα νέο, δημοκρατικότερο κινηματογραφικό είδος, τόσο αφηγηματικά και στυλιστικά όσο και ιδεολογικά. Το φιλμ τοποθετείται χρονικά στο 1944, την περίοδο της γερμανικής κατοχής στη Ρώμη, λίγο πριν ο αμερικανικός στρατός απελευθερώσει την πόλη. Με πολλά από τα αφηγηματικά στοιχεία της ταινίας να είναι βασισμένα σε πραγματικά γεγονότα, ο σκηνοθέτης επιδιώκει να μας μεταφέρει τη σκληρή κι απάνθρωπη ατμόσφαιρα που επικρατούσε κατά τη διάρκεια της ναζιστικής κατοχής. Καταγράφει τη βάρβαρη συμπεριφορά των κατακτητών στους κατοίκους της, φωτογραφίζει τους θύλακες Αντίστασης που δημιουργήθηκαν προς αντίδραση στον γερμανικό ζυγό και αποτυπώνει το μένος και την αγριότητα της Γκεστάπο για να πατάξει την ανυποταξία. Η πλοκή περιστρέφεται γύρω από τον Τζόρτζιο Μανφρέτι (Μαρσέλο Παλιέρο), ο οποίος δραστηριοποιούμενος σε μια αντιστασιακή ομάδα καταζητείται από τους Γερμανούς και βρίσκει καταφύγιο στο σπίτι του συντρόφου αγωνιστή Φραντσέσκο (Φραντσέσκο Γκραντζάκετ). Στην πορεία θα εμπλακεί μοιραία και η μνηστή του Φραντσέσκο, η Πίνα (Άννα Μανιάνι), η οποία στην προσπάθειά της να βοηθήσει τον Τζόρτζιο να διαφύγει τη σύλληψη, ρισκάρει όχι μόνον τη δική της ζωή, αλλά και αυτήν του αγέννητου παιδιού της. Η ταινία μαρτυρά παράλληλα τα λιγότερο γνωστά περιστατικά συνεργασίας της Καθολικής Εκκλησίας με τους κομουνιστές αντάρτες, όπως αποδίδονται από την αντιστασιακή δράση του καθολικού ιερέα Ντον Πιέτρο (Άλντο Φαρμπρίτζι). Θα μπορούσε να πει κανείς μάλιστα ότι ο πραγματικός ήρωας για τον Ροσελίνι είναι ο ιερέας, αποδίδοντας έτσι στο φιλμ μια ξεχωριστή πνευματικότητα.

Θεματικά ζοφερή, αλλά όχι εντελώς απαισιόδοξη, η ταινία αντανακλά ευθέως την ανθρώπινη κατάσταση και τις κοινωνικές συνθήκες με όρους αληθινούς κι αντιπροσωπευτικούς των κρατουσών συνθηκών. Απορρίπτοντας την πολιτιστική κληρονομιά του φασισμού και κόντρα στα επιτηδευμένα δείγματα του εθνικού ιταλικού κινηματογράφου, δίνει ιδιαίτερη έμφαση στην καθημερινή ζωή, χωρίς λογοκρισία στον πόνο, την ανέχεια ή την ψυχική συντριβή. Στυλιστικά, ο Ροσελίνι υιοθετεί ένα ντοκιμαντερικό οπτικό ύφος με τραχύτητα και χαλαρή δομή. Οι πλείστες σκηνές εξάλλου είναι γυρισμένες σε πραγματικές τοποθεσίες, ενώ μερικά από τα πλάνα φέρεται να έχουν όντως γυριστεί κατά την υποχώρηση των ναζί από τη Ρώμη. Σε ιδεολογικό επίπεδο, ο σκηνοθέτης εξετάζει με διαπεραστικότητα κι οξυδέρκεια το φασιστικό παρελθόν της Ιταλίας και τα οδυνηρά επακόλουθα του πολέμου, και δίνει έμφαση στον άνθρωπο ως αξία, αλλά και στο συναίσθημα, με πρωταρχικό σκοπό τον προβληματισμό παρά την ηθικολογία. Μια καθολικά έγκριτη, συγκλονιστικά άμεση ταινία, με μια Άννα Μανιάνι κι έναν Άλντο Φαρμπρίτζι να συγκινούν, και με πρωτοποριακή για την εποχή της αίσθηση ρεαλισμού κι αυθεντικότητας, μεστή κοινωνικών και πολιτικών μηνυμάτων για τέτοια φορτισμένα ζητήματα όπως η καταπίεση, η ανελευθερία, η φτώχεια, η ανισότητα, αλλά και η ανθρώπινη ψυχή που συνεχίζει να αντιπαλεύει μέχρις εσχάτων, παρά τη δυσάρεστη πραγματικότητα που την περιβάλλει.