Παράθυρο logo
Η Αμμοχωστιανή Νικολέττα Χριστοφόρου
Δημοσιεύθηκε 09.12.2013 17:28
Η Αμμοχωστιανή Νικολέττα Χριστοφόρου

Γράφει η Νάσα Παταπίου

Παράλληλα με την ιστορία της οικογένειας της Νικολέττας Χριστοφόρου εξελίχθηκε στην Αμμόχωστο η ιστορία αγάπης ανάμεσα σε μια καλλονή Λευκωσιάτισσα και έναν Οθωμανό στρατιωτικό, ώσπου κάποια στιγμή οι ιστορίες διασταυρώθηκαν με τρόπο τραγικό


Ένα νοταριακό έγγραφο το οποίο συντάχθηκε τον Οκτώβριο του 1581 στη Βενετία μάς αποκαλύπτει την ιστορία μιας Αμμοχωστιανής που βίωσε και υπέστη όλα τα δεινά εξαιτίας της πολιορκίας και παράδοσης της Αμμοχώστου. Ταυτόχρονα, η δική της ιστορία που ξετυλίγεται στο εν λόγω νοταριακό έγγραφο επιβεβαιώνει ένα άλλο γεγονός, μια ιστορία ενός έρωτα στα χρόνια του πολέμου 1570-1571, η οποία αν και αναφέρεται σε αρκετές πηγές της εποχής, θα μπορούσε ίσως να θεωρηθεί φανταστική. Τα όσα καταγράφει η Αμμοχωστιανή Νικολέττα, θυγατέρα του Δομίνικου Σουριάνου (Surian) και χήρα του Ιάκωβου Χριστοφόρου (de Christoforo), τεκμηριώνουν πλήρως ότι η ιστορία ενός σφοδρού έρωτα, ενός Οθωμανού στρατιωτικού για μια καλλονή Λευκωσιάτισσα, που είχε αιχμαλωτιστεί κατά την πτώση της Λευκωσίας, υπήρξε πέραν πάσης αμφιβολίας ένα πραγματικό γεγονός.


Ποια ήταν η Νικολέττα

Η Νικολέττα από την Αμμόχωστο, θυγατέρα του Δομίνικου Σουριάνου, καταγόταν από μια διακεκριμένη οικογένεια της πόλης, της οποίας οι ρίζες ίσως να ήταν βενετικές από τους πατρικίους Surian. O Άγγελος Surian, ίσως θείος και οπωσδήποτε συγγενής της Νικολέττας, διέθετε μια γαλέρα και αναφέρεται η δράση του από τον Πέτρο Βαλτέριο, τελευταίο επί Βενετοκρατίας βισκούντη της Αμμοχώστου. Επίσης, ο σύζυγός της Ιάκωβος Χριστοφόρου, που καταγόταν από την ίδια πόλη, υπηρετούσε ως διερμηνέας της τουρκικής γλώσσας. Όπως αναφέρεται από τη σύζυγό του, είχε προσφέρει τις υπηρεσίες του κατά τη διάρκεια της πολιορκίας της Αμμοχώστου. Με κίνδυνο να χάσει τη ζωή του, σημειώνει η Νικολέττα, αναλάμβανε να φέρει σε πέρας πολλές υπηρεσίες υπέρ του βενετικού κράτους, επειδή ήταν γνώστης της τουρκικής γλώσσας. Λίγο πριν επιτεθούν στην Κύπρο οι Οθωμανοί, ο Ιάκωβος Χριστοφόρου είχε σταλεί στην Τουρκία για να πληροφορηθεί για τις κινήσεις του εχθρού και τα κατάφερε να εισέλθει ακόμη και στη σκηνή του μεγάλου πασά. Αργότερα, είχε μεταβεί στην Κωνσταντινούπολη και επέστρεψε στην Κύπρο με τον οθωμανικό στόλο χωρίς να τον αναγνωρίσουν.
Η Νικολέττα με τον διερμηνέα σύζυγό της είχαν αποκτήσει δύο παιδιά, ένα αγόρι και ένα κορίτσι, και βίωσαν τα δεινά της πολιορκίας, όταν οι εχθροί μετά την πτώση της Λευκωσίας πολιόρκησαν την Αμμόχωστο. Κατά τη διάρκεια της πολιορκίας, ο σύζυγός της έχασε τη ζωή του από έναν Οθωμανό, τον οποίο υπηρετούσε ως διερμηνέας του. Ο Οθωμανός αυτός είχε καταφύγει στην Αμμόχωστο και βαπτίστηκε χριστιανός γιατί είχε ερωτευτεί μια αιχμάλωτη Λευκωσιάτισσα. Με την παράδοση της Αμμοχώστου στους Οθωμανούς, τα παιδιά της Νικολέττας αιχμαλωτίστηκαν και αυτή βρήκε καταφύγιο στη Βενετία. Είχε χάσει τον σύζυγό της, τα παιδιά της, την περιουσία της και την πατρίδα της. Τα στοιχεία του νοταριακού εγγράφου τα οποία είχε καταγράψει η Αμμοχωστιανή πρόσφυγας, διαβεβαίωναν ενόρκως γνωστοί συμπολίτες της, που ήταν εγκατεστημένοι στη Βενετία, ότι ήταν αληθή. Αυτοί ήταν ο Bernardin Fabris, γιος του γνωστού νοτάριου της Κύπρου Κωνσταντίνου de Fabris, ο Ζαχαρίας Βατίκας και ο Ιάκωβος Grechetto, μέλος και αυτός μιας γνωστής οικογένειας της Αμμοχώστου.


Ας σημειωθεί ότι ο Ιερώνυμος Grechetto, πολύ πιθανόν θείος και οπωσδήποτε συγγενής του Ιάκωβου, είχε υπηρετήσει ως βάιλος Καρπασίας και αργότερα ως βισκούντης Αμμοχώστου. Κατά τη διάρκεια της πολιορκίας της Αμμοχώστου ο Ιερώνυμος Grechetto ηγείτο ενός σώματος Ελλήνων υπερασπιστών της πόλης, στην κορτίνα του προμαχώνα της Αγίας Νάπας. Η Νικολέττα, χήρα του διερμηνέα της τουρκικής Ιάκωβου Χριστοφόρου, είχε φροντίσει για τη σύνταξη του πιο πάνω εγγράφου με τις ένορκες μαρτυρίες των συμπολιτών της, για ν' απευθυνθεί στη συνέχεια στις βενετικές αρχές, όπως και τόσοι άλλοι Κύπριοι πρόσφυγες, για οικονομική στήριξη. Μεταξύ άλλων στο έγγραφο αναφέρεται και στον θάνατο του συζύγου της, που δολοφονήθηκε από τον Οθωμανό που είχε καταφύγει στην Αμμόχωστο και βαπτίστηκε χριστιανός.


Ο έρωτας του Οθωμανού


Ο σύζυγος της Νικολέττας δολοφονήθηκε από τα χέρια του Οθωμανού, τον οποίο συνόδευε ως διερμηνέας του, μ' εντολή του διοικητή της πόλης. Ο Οθωμανός αυτός που υπηρετούσε ως αξιωματικός στον οθωμανικό στρατό είχε ερωτευτεί σφόδρα μια αρχοντοπούλα της Λευκωσίας, που είχε αιχμαλωτιστεί το 1570, όταν κυριεύθηκε η πόλη. Πρόκειται για τη θυγατέρα του γνωστού Κύπριου μηχανικού και συνεργάτη του Ιούλιου Savorgnano όταν οχυρωνόταν η Λευκωσία, αλλά και συντάκτη μιας περιγραφής της πολιορκίας και πτώσης της πρωτεύουσάς μας. Είχαμε και άλλοτε αναφερθεί σ' αυτό το περιστατικό, όπως καταγράφεται στις πηγές του πολέμου της Κύπρου (1570-1571), αλλά το παρόν νοταριακό έγγραφο της Νικολέττας Χριστοφόρου, που πρόσφατα εντοπίσαμε, μας αποκαλύπτει ότι το περιστατικό αυτό υπήρξε ένα αδιαμφισβήτητο γεγονός. Το εν λόγω συμβάν αναφέρεται από αυτόπτες μάρτυρες της άλωσης της Αμμοχώστου, Πέτρο Βαλτέριο και Angelo Gatto. O Ιωάννης Σωζόμενος, ο πατέρας της ωραίας Λευκωσιάτισσας, που είχε ερωτευτεί ο Οθωμανός στρατιωτικός, σημειώνει απλώς στοιχεία για την αιχμαλωσία και την απελευθέρωσή της. Σχεδόν τρεις μήνες μετά την πτώση της Λευκωσίας στην εξουσία των Οθωμανών και, συγκεκριμένα, στις 29 Νοεμβρίου του 1570, ένας ωραίος Οθωμανός διοικητής ενός λόχου ιππέων εμφανίστηκε έξω από τα τείχη της Αμμοχώστου έχοντας μαζί του μια πανέμορφη νέα. Επρόκειτο για τη μικρή θυγατέρα του Ιωάννη Σωζόμενου. Ο Οθωμανός διοικητής ζητούσε επιμόνως να εισέλθει στην πόλη, γιατί ήθελε να κοινοποιήσει κάτι στους διοικητές της. Όταν η επιθυμία του πραγματοποιήθηκε, τους εξήγησε μέσω ενός διερμηνέα της πόλης τι ακριβώς είχε συμβεί. Ο διερμηνέας αυτός δεν ήταν άλλος παρά ο σύζυγος της Νικολέττας, Ιάκωβος Χριστοφόρου.

Η ωραία γυναίκα, την οποία είχε φέρει μαζί του ο Οθωμανός από τη Λευκωσία, είχε τραβήξει την προσοχή ενός γενίτσαρου, όταν ο οθωμανικός στρατός εισέβαλε στη Λευκωσία, στις 9 Σεπτεμβρίου 1570, και έτσι την αιχμαλώτισε. Στη συνέχεια ο στρατιωτικός διοικητής σαγηνεύτηκε τόσο από την ωραιότητα της νέας και για να την κερδίσει σκότωσε τον γενίτσαρο που την κρατούσε αιχμάλωτη. Ο έρωτας αυτός, όπως διαβεβαίωνε ο ίδιος, τον είχε οδηγήσει να στραφεί ακόμη και εναντίον των ομοεθνών του. Κατέφυγε στην Αμμόχωστο για να γλυτώσει μετά από όσα διέπραξε για χάρη αυτής της ωραίας Λευκωσιάτισσας και εξέφραζε την επιθυμία στους διοικητές της πόλης να γίνει χριστιανός και να τη νυμφευθεί. Στη συνέχεια, βαπτίστηκε και του δόθηκε το όνομα Ανδρέας, όπως ρητά αναφέρει η Νικολέττα. Κατ' εντολή του διοικητή της Αμμοχώστου Μαρκαντωνίου Bragadin, κλήθηκε ο διερμηνέας Ιάκωβος Χριστοφόρου, γνώστης της τουρκικής, για να εισαγάγει τον Οθωμανό διοικητή στη χριστιανική θρησκεία. Το τέλος και των δύο, τόσο του διερμηνέα όσο και του Οθωμανού στρατιωτικού, υπήρξε τραγικό.


Μια μέρα, ο διερμηνέας ενώ βρισκόταν στα τείχη της πόλης μαζί με τον Οθωμανό, ζήτησε να δει την ωραία νέα που ερωτεύτηκε και για χάρη της μαζί με την ίδια κατέφυγε στην Αμμόχωστο και απαρνήθηκε τη θρησκεία του. Ο διερμηνέας δεν ευθυνόταν όμως εάν ο διοικητής της πόλης είχε απομακρύνει από τον Οθωμανό την ωραία Λευκωσιάτισσα, αλλά ούτε θα μπορούσε να πραγματοποιήσει την επιθυμία του. Η αδυναμία του διερμηνέα να φέρει την ωραία νέα κοντά στον Οθωμανό τον εξόργισε τόσο πολύ και σε τέτοιο βαθμό ώστε τον σκότωσε. Τέλος, ο σφοδρός έρωτας του Οθωμανού προς τη θυγατέρα του Ιωάννη Σωζόμενου, εγγονή του Ούγου Φλάτρο και δισεγγονή της Λουκρητίας Lusignan, έσβησε με τον απαγχονισμό του ιδίου από τον διοικητή της Αμμοχώστου, για τη δολοφονία που διέπραξε. Έτσι, η Νικολέττα έμεινε χήρα με δυο παιδιά τα οποία τελικά έχασε αφού, όταν παραδόθηκε η πόλη, αιχμαλωτίστηκαν και χάθηκαν τα ίχνη τους. Η πάμπτωχη χήρα που έχασε τον σύζυγο, τα παιδιά και το βιος της, κατέφυγε στη Βενετία αναζητώντας μια νέα πατρίδα. Ο σύζυγός της έχασε τη ζωή του υπηρετώντας ως διερμηνέας τη βενετική διοίκηση της Αμμοχώστου και τώρα, η χήρα του συγκέντρωνε τεκμήρια για τις υπηρεσίες του συζύγου της, αλλά και για την άθλια οικονομική κατάστασή της για να εξασφαλίσει ένα μικρό επίδομα από τη Δημοκρατία της Βενετίας.


Η θυγατέρα του Ιωάννη Σωζόμενου, την οποία ερωτεύτηκε σφόδρα ο Οθωμανός στρατιωτικός, σύμφωνα με όσα αναφέρει ο πατέρας της, είχε μνηστευθεί τον γιο του άρχοντος Πέτρου Συγκλητικού. Κατόρθωσε μετά την παράδοση της Αμμοχώστου και την απελευθέρωσε με λύτρα. Όμως, όπως εξομολογείται, η κατάστασή της όταν την ξανασυνάντησε ήταν τόσο άθλια, που του προξένησε μεγαλύτερη θλίψη από τον θάνατο της άλλης θυγατέρας του, που βρισκόταν στο καράβι που πήρε φωτιά στο λιμάνι της Αμμοχώστου. Αργότερα, ο Σωζόμενος με την οικογένειά του κατέφυγε στη Βενετία. Στην ίδια πόλη κατέφυγε πρόσφυγας, ανέστια, χωρίς πατρίδα και οικογένεια η Νικολέττα Σουριάνου, χήρα του διερμηνέα Ιάκωβου Χριστοφόρου, που έχασε τον σύζυγό της για τα μάτια της ωραίας θυγατέρας του Ιωάννη Σωζόμενου...