Παράθυρο logo
Ελληνική Σχολή [Scuola Greca]
Δημοσιεύθηκε 02.03.2015 11:44
Ελληνική Σχολή [Scuola Greca]

Γράφει η Νάσα Παταπίου

Το αίτημα για τη διδασκαλία της ελληνικής γλώσσας κατά τη Βενετοκρατία και η στέγαση της Ελληνικής Σχολής στον καθεδρικό ναό της Παναγίας της Οδηγήτριας, στη Λευκωσία


Με τη λατινική κατάκτηση της Κύπρου το 1191, είχαν παρακμάσει τα υφιστάμενα στη μεγαλόνησο ελληνικά εκπαιδευτήρια, όπως μπορούμε να συμπεράνουμε από τις διασωθείσες για την εποχή πηγές. Το γεγονός αυτό συντελέστηκε κυρίως και με την καταπίεση της Ορθόδοξης Εκκλησίας από τους Λατίνους.


Για παράδειγμα, ο Γεώργιος Κύπριος και μετέπειτα πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως από το 1283 έως το1289, με την αυτοβιογραφία του που μας κληροδότησε, περιγράφει την εκπαιδευτική του πορεία κατά τις αρχές του 13ου αιώνα στην Κύπρο.
Διδάχθηκε τα στοιχειώδη γράμματα, δηλαδή ανάγνωση και γραφή, και, όπως τεκμηριώνεται στην αυτοβιογραφία του, θέλησε να συνεχίσει τις σπουδές του σε μια ανώτερη σχολή, την οποία ο Γεώργιος ονομάζει η "Καλλινικισέων", προφανώς από το Καλλινίκησις, προγενέστερη ονομασία της Λευκωσίας. Ο Γεώργιος ο Κύπριος, επειδή αντιμετώπιζε δυσκολίες στη λατινική γλώσσα, θέλησε στη συνέχεια να εγκαταλείψει την Κύπρο και να μεταβεί στη Μικρά Ασία για να σπουδάσει, όπως γράφει, στα "παιδευτήρια Ρωμαίων".


Ένα ανώτερο πνευματικό ίδρυμα, αν και δεν διαθέτουμε συγκεκριμένες πηγές, υπήρχε όντως ήδη κατά τη Φραγκοκρατία στη Λευκωσία και μάλλον θα πρέπει να ταυτιστεί με αυτό το οποίο αναφέρει ο Γεώργιος ο Κύπριος. Είναι σημαντικό να σημειώσουμε ότι το 1601 γίνεται για το ίδρυμα αυτό σχετική μνεία, σε συνθήκη που είχε συνταχθεί μεταξύ του Αρχιεπισκόπου Κύπρου και του δούκα της Σαβοΐας Καρόλου Εμμανουήλ, σε περίπτωση προσάρτησης της Κύπρου στο δουκάτο του. Το 23ο άρθρο της εν λόγω συνθήκης ως προς το θέμα μας είναι πολύ διαφωτιστικό. Αναφέρεται σε ίδρυση σχολείων αλλά και σε ίδρυση πανεπιστημίου στη Λευκωσία, όπως ακριβώς αυτό το οποίο υπήρχε κατά τη Φραγκοκρατία, όπως σημειώνεται στο σχετικό άρθρο, υπό την επωνυμία Βασιλικό Πανεπιστήμιο (Seminario Regio). Σ' αυτό θα φοιτούσαν τόσο ευγενείς όσο και μέλη του λαού. Τη διεύθυνση του πανεπιστημίου θα αναλάμβανε ένας επίσκοπος πεπαιδευμένος, ο οποίος θα εκλεγόταν κάθε τέσσερα χρόνια. Επίσης, ο δούκας μεταξύ άλλων θα ενίσχυε οικονομικά τους σπουδαστές για την ένδυση και τη διατροφή τους.


Οι προσπάθειες για προσάρτηση της Κύπρου από τον δούκα της Σαβοΐας, μετά από εκκλήσεις των Κυπρίων κατά τον 17ο αιώνα, σχετίζονταν οπωσδήποτε με την παραχώρηση του στέμματος του βασιλείου της Κύπρου -ενός κενού στην ουσία τίτλου- στο δουκάτο της Σαβοΐας. Η Καρλόττα Lusignan, τελευταία και νόμιμη βασίλισσα της Κύπρου, μετά την εκδίωξή της από το βασίλειο από τον ετεροθαλή αδελφό της και σφετεριστή του στέμματος Ιάκωβο Β΄, είχε καταφύγει στη Ρώμη. Εκεί, στις 24 Φεβρουαρίου 1485, παραχώρησε τον τίτλο του βασιλιά της Κύπρου στον δούκα Κάρολο Α΄ της Σαβοΐας, με τη συμφωνία να της καταβάλλει ένα ετήσιο εισόδημα ανερχόμενο στις τέσσερις χιλιάδες φλορίνια. Στο υπό ίδρυση πανεπιστήμιο, η παιδεία σαφώς θα ήταν ελληνική, αφού οι εκκλήσεις για απελευθέρωση από τους Οθωμανούς είχαν γίνει εκ μέρους των Κυπρίων από τον Αρχιεπίσκοπό τους.


Μια σχολή λατινικής παιδείας στη Λευκωσία, η οποία λειτουργούσε στην περίφημη λατινική μονή του Αγίου Δομινίκου, μνημονεύεται ήδη σε πηγή του 1306. Στη σχολή αυτή είχε διδάξει και ο Ιούλιος ή Ιουλιανός Σταυριανός, επίσκοπος Αρμενίων, που έφερε και τον τιμητικό μάλλον τίτλο του επισκόπου Μεγάρων (episcopus Megarensis). Ας σημειωθεί επίσης ότι ήταν βικάριος και χωρεπίσκοπος όχι μόνο των Αρμενίων αλλά και των Μαρωνιτών, όπως απαντά σε έγγραφο του έτους 1567. Κατά τη Βενετοκρατία, επίσης, μνημονεύονται και δάσκαλοι που είχαν κληθεί να υπηρετήσουν στην Κύπρο, όπως ο Sebastian Foscarini το 1512 και ο Zuan Justiniani από την Κρήτη, που δεν πρόλαβε όμως να αφιχθεί στη μεγαλόνησο, γιατί τον βρήκε ο θάνατος. Επίσης, όπως αναφέρεται σε πηγή του έτους 1560, ένας Μινορίτης fra Thomasino δίδασκε γραμματική στους διάκους. Έως τις αρχές του 16ου αιώνα δεν έχουμε πληροφορίες που να μας διαφωτίζουν για την ύπαρξη δημόσιων σχολείων ελληνικής παιδείας. Ανεξάρτητα όμως από το γεγονός αυτό, η ελληνική γλώσσα διδασκόταν έως τότε ιδιωτικά σε δασκάλους ή στις μονές, αλλά και εν μέρει στις σχολές με λατινική παιδεία, όπως πολύ πιθανόν στη σχολή του Αγίου Δομινίκου. Σε ιδιώτες δασκάλους όμως δε θα μπορούσαν να φοιτήσουν μέλη των λαϊκών στρωμάτων μιας πόλης, και το γεγονός αυτό, όπως θα εξετάσουμε παρακάτω, μαρτυρείται σε σχετικό αίτημα της λαϊκής τάξης (populo minudo) της Λευκωσίας.


Η ελληνική γλώσσα, ωστόσο, αν και είχε δεχθεί πλήγμα κατά τη λατινοκρατία, δεν έπαψε να ομιλείται και να γράφεται από την πλειονότητα των κατοίκων της Κύπρου, όπως μαρτυρούν οι πηγές κατά τη διάρκεια των αιώνων που καλύπτουν τις πιο πάνω περιόδους. Μνημεία της γλώσσας μας, όπως διαμορφώθηκε μαζί με τις επιδράσεις που δέχθηκε τόσο από τη φραγκική όσο και τη βενετική γλώσσα, είναι τα έργα των Κυπρίων χρονογράφων της ίδιας εποχής, οι "Ρίμες Αγάπης", το "Άνθος των χαρίτων-Φιόρ δε βερτού" και πολλά άλλα. Για τη βενετική περίοδο θα μπορούσαμε να προσθέσουμε τους κανονισμούς του διαμερίσματος Καρπασίας στην ελληνική γλώσσα της εποχής, χειρόγραφο που εντοπίσαμε πρόσφατα και το οποίο, αναντίλεκτα, αποτελεί μνημείο της κυπριακής διαλέκτου. Το περιεχόμενο του χειρογράφου αυτού μάς προσφέρει ανεκτίμητης αξίας στοιχεία όχι μόνο για την ιστορία της γλώσσας μας, αλλά και στοιχεία που αφορούν και πολλούς άλλους τομείς, όπως την ιστορία, τη θρησκεία, το δίκαιο, την καθημερινή ζωή, στοιχεία διατροφής, στοιχεία για τα χανούτια (οινοπωλεία, κρεοπωλεία, ταβέρνες) κ.ά.

Αίτημα του λαού της Λευκωσίας


Τον Ιούνιο του 1521, η βενετική Γερουσία είχε απαντήσει σε αίτημα που είχε υποβληθεί από το συμβούλιο της λαϊκής τάξης( populo minudo) της Λευκωσίας, σχετικά με τον διορισμό δύο διδασκάλων των ελληνικών. Η Γερουσία είχε τότε εγκρίνει τον διορισμό ενός μόνο διδασκάλου και όχι δύο, όπως είχε ζητηθεί. Η βενετική διοίκηση της Κύπρου (regimento) θα επέλεγε τον διδάσκαλο και ο μισθός του, ο οποίος είχε καθοριστεί ετησίως στα πενήντα δουκάτα, θα προερχόταν από τα εισοδήματα των ορθοδόξων μονών.

Έναν μήνα αργότερα είχε εγκριθεί ο διορισμός επίσης ενός διδασκάλου των ελληνικών στην πόλη της Αμμοχώστου, αλλά με κατώτερη αμοιβή. Ο διδάσκαλος που θα διοριζόταν στην Αμμόχωστο θα είχε ετήσιο μισθό είκοσι δουκάτα και θα του παραχωρούνταν και είκοσι πέντε μόδια κριθάρι. Τον Οκτώβριο του 1522 είχε επίσης διοριστεί στην πόλη της Κερύνειας ένας διδάσκαλος της ελληνικής, με ετήσια αμοιβή είκοσι πέντε δουκάτα.

Ελληνική Σχολή

Ο ναός ο αφιερωμένος στην Παναγία Οδηγήτρια, δίπλα από την Αγία Σοφία στη Λευκωσία, ή, όπως σημειώνει ο Στέφανος Lusignan, Παναγία Χρυσοδεήτρια (Crussotheistrie), τουλάχιστον κατά τα χρόνια της βενετικής κυριαρχίας, όπως προκύπτει και από αρχειακό υλικό, υπήρξε πέραν πάσης αμφιβολίας ο καθεδρικός ναός των ορθοδόξων. Ατυχώς, όσοι στο παρελθόν μελετητές ασχολήθηκαν με τον ναό αυτό τον βάπτισαν εσφαλμένα ως ναό του Αγίου Νικολάου, ή Μπετεστάν, αφού οι Οθωμανοί όταν κατέλαβαν τη Λευκωσία μετέτρεψαν τον ναό σε αγορά (μπετεστάν). Έτσι στη συνέχεια το πραγματικό όνομα του ναού έσβησε και χάθηκε στο πέρασμα των αιώνων. Ανασκαφές που έγιναν κάτω από την αψίδα του ιερού έφεραν στο φως τα ερείπια μιας παλαιότατης βυζαντινής εκκλησίας. Κανένας, εντούτοις, φορέας ή τουλάχιστον η Εκκλησία Κύπρου, έως σήμερα, δεν φρόντισε έστω όψιμα να αποκαταστήσει το πραγματικό όνομα του σπουδαίου αυτού μνημείου.


Στον ναό αυτό, όμως, δεν καταγράφεται μόνο η ιστορία της ορθοδοξίας της Κύπρου, αλλά και της ελληνικής παιδείας, αφού στον καθεδρικό αυτό ναό των ορθοδόξων λειτουργούσε ελληνική σχολή, τουλάχιστον μετά το 1521 και έως το τέλος της Βενετοκρατίας. Η διαθήκη του Ευγενίου Συγκλητικού του Θωμά, του μεγαλοφεουδάρχη και κτήτορος του Αγίου Μάμαντος Μόρφου ή κόμη Rochas, αποτελεί αδιαμφισβήτητο τεκμήριο. Κληροδοτούσε, μεταξύ άλλων, ένα ποσό ανερχόμενο στα δώδεκα δουκάτα ετησίως και εις το διηνεκές στην Ελληνική Σχολή της Αγίας Οδηγήτριας (Schuola Greca de Sancta Odigitria), η οποία, όπως αναφέρει, βρίσκεται, δηλαδή λειτουργεί, εντός του καθεδρικού αυτού ναού της Λευκωσίας. Και βέβαια η αναφορά στη διαθήκη σε εκκλησία καθολοκή, "chiesa cathedral", σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να ταυτιστεί με την Αγία Σοφία, καθεδρικό ναό των Λατίνων, και ότι η ελληνική σχολή λειτουργούσε σ' αυτόν, γιατί και η Παναγία η Οδηγήτρια ήταν καθεδρικός ναός των ορθοδόξων. Οι σχετικοί στίχοι για τον ίδιο ναό από τον "Θρήνο της Κύπρου" μπορούν να πείσουν και όσους τυχόν θα διαφωνούσαν: "εκκλησίαν... της Οδηγήτριας, οπού 'ν' καθολικάτον".


Τέλος, σε μια δεύτερη πηγή του έτους 1554, στην οποία γίνεται αναφορά στον μισθό του διδασκάλου της Ελληνικής Σχολής (per sallario dela scola Greca), επιβεβαιώνεται όχι μόνο η σχετική απόφαση της βενετικής Γερουσίας, όπως έχουμε σημειώσει πιο πάνω, του 1521, αλλά και οποιεσδήποτε αμφιβολίες τις οποίες είχαμε μέχρι πρότινος, ότι πολύ πιθανόν με τον όρο scola να υπονοείται κάποια Αδελφότητα και όχι Σχολή, τελεσίδικα καταρρίπτονται.

Με τα πιο πάνω δεδομένα είναι προφανές ότι μάλλον η ιστορία της Ελληνικής Σχολής Λευκωσίας επεκτείνεται σε προγενέστερη εποχή, στις αρχές του 16ου αιώνα...