Παράθυρο logo
Αρχειακές μαρτυρίες για τα Λεύκαρα
Δημοσιεύθηκε 31.03.2014
Αρχειακές μαρτυρίες για τα Λεύκαρα

Γράφει η Νάσα Παταπίου

Ιστορίες του... χωρκού των Λευκάρων, όπου είχαν εξοριστεί οι υψηλόβαθμοι διοικητές του Τάγματος των Ναϊτών Ιπποτών και απ’ όπου προέρχονταν πολλοί υπηρέτες και υπηρέτριες της Αικατερίνης Κορνάρο


Τα Λεύκαρα επί Bενετοκρατίας ανήκαν διοικητικά στο διαμέρισμα (contrada) του Μαζωτού, αλλά αποτελούσαν με τα γύρω χωριά μια ομάδα οικισμών η οποία αναφέρεται στις βενετικές πηγές ως  βαϊλάτο (baliazzo). Στα Λεύκαρα, όπως μνημονεύουν οι Κύπριοι χρονικογράφοι, είχαν εξοριστεί το 1308 οι υψηλόβαθμοι διοικητές του Τάγματος των Ναϊτών ιπποτών. Ο βασιλιάς Ιάκωβος Β΄ είχε παραχωρήσει το 1464 τα Λεύκαρα ως φέουδο στον κοντόσταβλο Sor de Naves. Αργότερα, το χωριό εντάχθηκε στη βασιλική περιουσία και συνέχισε και κατά τους χρόνους της βενετικής κυριαρχίας ν’ ανήκει στο Δημόσιο της Βενετικής Πολιτείας. Στους βενετικούς καταλόγους με τα χωριά της Κύπρου τα Λεύκαρα απαντούν άλλοτε απλώς ως χωριό Λεύκαρα και άλλοτε ως δύο χωριά, δηλαδή, τα Απάνω Λεύκαρα (Apano Lefkara) και τα Κάτω Λεύκαρα (Cato Lefkara). Tα στοιχεία αυτά τα συναντούμε στην απογραφή του 1565, στην οποία τα Πάνω Λεύκαρα είχαν τριακόσιους εβδομήντα έξι φραγκομάτους, ενώ τα Κάτω Λεύκαρα μόνον ογδόντα πέντε. Το 1464, ο βασιλιάς Ιάκωβος είχε παραχωρήσει στον οπαδό του Πέτρο Davila πολλά φέουδα για τις υπηρεσίες που του είχε προσφέρει. Ένα από αυτά τα φέουδα ήταν και τα Κάτω Λεύκαρα, τα οποία σημειώνονται ως Kάτω χωριό των Λευκάρων (Catochorio de Lefkara). Τα στοιχεία αυτά αποδεικνύουν περίτρανα ότι δεν ευσταθεί ο ισχυρισμός ότι ο οικισμός των Κάτω Λευκάρων δημιουργήθηκε κατά την Τουρκοκρατία.


Υπηρέτριες της Αικατερίνης Κορνάρο


Μελετώντας το αρχειακό υλικό διαπιστώσαμε ότι υπηρέτες και υπηρέτριες της Αικατερίνης Κορνάρο ή, γενικά, κάποια άτομα που ήταν στην υπηρεσία της, κατάγονταν κυρίως από τα Λεύκαρα. Τα στοιχεία αυτά απαντούν σ’ ένα πάρα πολύ ενδιαφέρον έγγραφο που έχουμε εντοπίσει του έτους 1489, με το οποίο η Αικατερίνη Κορνάρο, απευθυνόμενη στον δόγη, του ζητά να εκπληρώσει ό,τι η ίδια είχε υποσχεθεί σε συνεργάτες και ανθρώπους, που βρίσκονταν στην υπηρεσία της. Μεταξύ άλλων η θρυλική βασίλισσα ζητούσε την απελευθέρωση υπηρετών και υπηρετριών της από τη δουλοπαροικία, όπως ακριβώς τους είχε η ίδια υποσχεθεί λίγο πριν αναχωρήσει για τη Βενετία και παραχωρήσει το βασίλειο, στη Δημοκρατία της Βενετίας.


Ο κατάλογος με τα ονόματα του υπηρετικού της προσωπικού, που ζητούσε από τον δόγη να εγκρίνει την απελευθέρωσή τους, παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον τόσο για τα ονόματα των Κυπρίων κατά τα τέλη του 15ου αιώνα όσο και για τον τόπο καταγωγής τους. Στην πηγή αυτή καταγράφονται δεκαοκτώ μέλη του υπηρετικού της προσωπικού. Τρία άτομα κατάγονταν από τη Σίντα, δύο από το Λευκόνοικο, άλλα οκτώ άτομα ανά ένα από τα εξής χωριά: Άρπερα, Ακάκι, Νήσου, Δίκωμο, Μόρφου, Λάπηθο, Αραδίππου και Κυπερούντα. Τα άλλα πέντε άτομα από τα δεκαοκτώ -δηλαδή τα περισσότερα- που αποτελούσαν το υπηρετικό προσωπικό της βασίλισσας Αικατερίνης κατάγονταν από τα Λεύκαρα. Αξίζει ν’ αναφέρουμε τα ονόματά τους, όπως απαντούν στην εν λόγω πηγή γιατί, κατά την άποψή μας, όπως ήδη αναφέραμε παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον αφού σχετίζονται με τα ονόματα των Κυπρίων κατά τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο.


Τα πέντε αυτά άτομα από τα Λεύκαρα ήταν τα εξής: ο Φίλιππος του Φώτη, ο Βασίλης του Γιώργη του Κάγκαλη (Chanchali), η Ειρήνη (Rini) του Τζώρτζη του Κάγκαλη, ο Ιωάννης του Μιχάλη του Παττίχα (Patica) και ο Σάββας Παπαγιάννης του Στιλίνδρα. Ανάμεσα στο υπηρετικό προσωπικό της βασίλισσας από τα Λεύκαρα ήταν και μια γυναίκα, η Ειρήνη του Τζώρτζη του Κάγκαλη. Εάν κρίνουμε από το επίθετο, καθώς και το όνομα του πατέρα της Ειρήνης, πρέπει οπωσδήποτε να ήταν αδελφή με τον Βασίλη του Γιώργη (Τζώρτζη) του Κάγκαλη. Εκτός από την Ειρήνη από τα Λεύκαρα, στον ίδιο  κατάλογο αναφέρονται και τρεις άλλες γυναίκες που υπηρετούσαν τη βασίλισσα, η Μαρία από το χωριό Σίντα, η Μαργαρίτα από την Αραδίππου και η Μαρία από τη Λάπηθο.


Ο φεουδάρχης Μάρκος Συγκλητικός


Στις 26 Σεπτεμβρίου του έτους 1548 το Συμβούλιο των Δέκα μετά από σύσκεψη αποφάσισε να ικανοποιήσει το αίτημα του φεουδάρχη Μάρκου Συγκλητικού. Η απόφαση αυτή έφερε στο φως, χάρη στην αρχειακή έρευνα, έναν άγνωστο μέχρι πρότινος φεουδάρχη των Λευκάρων που δεν ήταν άλλος από τον δευτερότοκο γιο του μεγαλοφεουδάρχη, εμπόρου, κτήτορος του Αγίου Μάμαντος Μόρφου και κόμη Rochas, Ευγενίου Συγκλητικού και της Μαργαρίτας Μισταχιέλη. Αρκετά στοιχεία για τον φεουδάρχη των Λευκάρων Μάρκο Συγκλητικό αντλούμε από άλλες αρχειακές πηγές αλλά και από την ίδια τη διαθήκη του πατέρα του, την οποία συνέταξε το 1538.


Ο δευτερότοκος Μάρκος, σύμφωνα με τη διαθήκη του πατέρα του, είχε κληρονομήσει το βαϊλάτο της Αραδίππου με τα υποστατικά και τα κοπάδια, περιουσία την οποία είχε αποκτήσει με αγορά ο πατέρας του, από τη Δημοκρατία της Βενετίας. Όπως όριζε στη διαθήκη ο πατέρας του, ο Μάρκος όφειλε από τα εισοδήματα της Αραδίππου και των γύρω χωριών που του ανήκαν να καταβάλλει ετησίως και εις το διηνεκές πενήντα δουκάτα στον πρώτο εξάδελφό του Bernardo Συγκλητικό και άλλα πενήντα δουκάτα στον εξάδελφό του, Meschino, νόθο γιο του θείου του Νικόλαου Συγκλητικού. Ο Μάρκος διέθετε κατοικία στη Λευκωσία, όπως μας γνωστοποιείται από την ίδια πηγή, την οποία είχε επίσης κληρονομήσει από τον πατέρα του. Η κατοικία αυτή βρισκόταν στην ενορία της Παναγίας της Pechiusa και θα πρόκειται μάλλον για την Παναγία την Ελεούσα, η οποία κατά τη γραφή του Βενετού συμβολαιογράφου σημειώθηκε κατά παραφθοράν ως Pechiusa. Η κατοικία αυτή ανήκε προηγουμένως στον Θωμά Φικάρδο, γνωστό φεουδάρχη και γραμματέα (secretario di sua maestα) του τελευταίου Φράγκου βασιλιά της Κύπρου, Ιακώβου Β΄ Lusignan.


Ο Μάρκος Συγκλητικός μνημονεύεται στις πηγές και ως φεουδάρχης της Λάρνακας, εφόσον η Λάρνακα ως χωριό τότε περιλαμβανόταν στο βαϊλάτο της Αραδίππου. Στον φεουδάρχη της Αραδίππου, των Λευκάρων και της Λάρνακας αναφέρεται και ο τελευταίος επί Βενετοκρατίας βισκούντης της Αμμοχώστου, Πέτρος Βαλτέριος. Στην εξιστόρησή του για τον πόλεμο της Κύπρου 1570-1571 μεταξύ άλλων γράφει ότι μετά την κατάληψη της Αμμοχώστου το 1571, ο Λαλά Μουσταφά είχε απαγχονίσει τον Ιωάννη Συγκλητικό, γιο του φεουδάρχη της Λάρνακας Μάρκου Συγκλητικού (Marco patron dell’ Arnica). Στη Λάρνακα, επίσης, ο Μάρκος Συγκλητικός και μάλιστα στην παραλία είχε οικοδομήσει και μια αποθήκη, προφανώς για αποθήκευση των προϊόντων από τα φέουδά του, όπως για παράδειγμα σιτηρών, για να μεταφέρονται από εκεί πιο εύκολα στο λιμάνι των Αλυκών και στη συνέχεια στη Βενετία. Την πληροφορία αυτή την οφείλουμε σε ανέκδοτο έγγραφο, το οποίο περιέχει αίτημα του Κυπρίου Λεονάρδου Παλλούρη. Ο Παλλούρης ζητούσε με αίτημά του, ημερομηνίας 8 Μαρτίου 1547, από το Συμβούλιο των Δέκα, άδεια για να οικοδομήσει στην ακτή της Λάρνακας και αυτός μια αποθήκη, δίπλα από την αποθήκη του Μάρκου Συγκλητικού και, τελικά, το αίτημά του εισακούσθηκε.


Για την εκμίσθωση των Λευκάρων


Το 1547, ο Μάρκος Συγκλητικός ζήτησε με σχετικό αίτημά του διευκολύνσεις για την αποπληρωμή της δεκάτης επί της Αραδίππου στο Δημόσιο Ταμείο, τις οποίες οι βενετικές αρχές τού παραχώρησαν. Επίσης, στις 26 Σεπτεμβρίου 1548, το Συμβούλιο των Δέκα έλαβε απόφαση να διευκολύνει και πάλι τον φεουδάρχη Μάρκο Συγκλητικό, μετά από αίτημά του, για την αποπληρωμή της εκμίσθωσης των Λευκάρων. Στην εν λόγω απόφαση ο Μάρκος αναφέρεται ως ιππότης (cavallier), γεγονός που σημαίνει ότι έλαβε τον τιμητικό αυτό τίτλο από τη Δημοκρατία της Βενετίας, όπως ακριβώς και ο αδελφός του Ιάκωβος. Όπως τεκμηριώνεται από το έγγραφο αυτό, ο Μάρκος Συγκλητικός όφειλε για την εκμίσθωση των Λευκάρων ένα ποσό ύψους 1.876 δουκάτων. Εξαιτίας φυσικών φαινομένων όπως ανομβρίας, ξηρασίας, επιδρομής ακρίδας και άλλων, η παραγωγή στα Λεύκαρα δεν είχε αποδώσει τα αναμενόμενα εισοδήματα και ο φεουδάρχης βρέθηκε σε δύσκολη οικονομική θέση να καταβάλει τα οφειλόμενα που αφορούσαν την εκμίσθωση. Τα στοιχεία αυτά επιβεβαιώνονταν και σε επιστολή των Βενετών ρεκτόρων της Κύπρου, οι οποίοι και ενημέρωσαν σχετικά τις βενετικές αρχές. Σύμφωνα με την απόφαση, η οποία σχεδόν ήταν ομόφωνη, ο Μάρκος Συγκλητικός θα μπορούσε να καταβάλλει ετησίως τετρακόσια δουκάτα, έως την αποπληρωμή του χρέους της εκμίσθωσης των Λευκάρων.


Άλλα άγνωστα στοιχεία


Σύμφωνα με τους κανονισμούς επί Βενετοκρατίας, η βενετική διοίκηση της Κύπρου όφειλε κάθε δύο χρόνια να διενεργεί το λεγόμενο Πρακτικό (pratticho) στα χωριά της Κύπρου και κυρίως σ’ αυτά που ανήκαν στο Δημόσιο (Reale). Στο Πρακτικό καταγράφονταν τα σύνορα ενός χωριού για να μην είναι εύκολο να καταπατούνται τα εδάφη του από άλλους, σημειώνονταν λεπτομερώς τα νερά και γενικώς οι υδάτινοι πόροι του και οπωσδήποτε  υπολογιζόταν η ετήσια παραγωγή του σε προϊόντα και τι προσέφερε σε χρήμα στο Δημόσιο Ταμείο. Συνήθως, το Πρακτικό το έφερε σε πέρας ένας από τους δυο Βενετούς συμβούλους και ήταν φυσικά υποχρεωμένος να περιηγηθεί γι’ αυτό τον σκοπό την Κύπρο, με τη βοήθεια βέβαια κάποιων υπαλλήλων. Το 1563 σ’ ένα υπηρεσιακό έγγραφο αναφερόταν ότι στα Λεύκαρα και στα γύρω χωριά, δηλαδή στο βαϊλάτο των Λευκάρων, είχε να  καταρτιστεί Πρακτικό από το 1538, ενώ αντίθετα στην Καλαβασό είχε διενεργηθεί το 1561.


Ο Bernardo Sagredo, Βενετός Γενικός Προνοητής και Σύνδικος Κύπρου, με τον διορισμό του στη μεγαλόνησο μερίμνησε να βάλει σε μια τάξη τα κακώς έχοντα. Φρόντισε να διενεργήσει το Πρακτικό και μάλιστα σε μικρό χρονικό διάστημα. Όπως σημειώνει στην έκθεσή του για την Κύπρο, εάν δύο σύμβουλοι σε πέντε μήνες και δέκα ημέρες δεν κατόρθωσαν να φέρουν σε πέρας το Πρακτικό στο βαϊλάτο των Λευκάρων, αυτός το κατόρθωσε μόνον σε εννέα ημέρες. Επίσης, όπως ο ίδιος σημειώνει στην έκθεσή του, ήταν αρκετοί μόνο δέκα μήνες και έξι ημέρες, για να φέρει σε πέρας το Πρακτικό εκατόν εβδομήντα πέντε χωριών, τα οποία ανήκαν στο Δημόσιο.


Ασφαλώς, ο Βενετός αξιωματούχος και ιστορικός εξαιτίας του Πρακτικού θα είχε μείνει τότε στα Λεύκαρα για εννέα ημέρες. Σκέφτομαι, ότι θα ήταν ευχής έργον εάν μας κληροδοτούσε μια περιγραφή των Λευκάρων ή και άλλα στοιχεία για την καθημερινή ζωή, τότε, των κατοίκων. Δεν αποκλείεται, τέλος, τότε να είχε δει και τις γυναίκες των Λευκάρων να κεντούν μ’ επιδέξιες βελονιές, τα θαυμαστά και έξοχα λευκαρίτικα…