Παράθυρο logo
Η οικογένεια Άκρη (d' Acre) της Κύπρου
Δημοσιεύθηκε 25.05.2015 11:22
Η οικογένεια Άκρη (d' Acre) της Κύπρου

Γράφει η Νάσα Παταπίου

Από τη Βενετία μέχρι την Κύπρο, μέλη της οικογένειας Acre, Dacre ή Decres υπήρξαν φεουδάρχες και ευεργέτες


Το 1391, μετά την πτώση του Αγίου Ιωάννη της Άκρας στην εξουσία των Αράβων, πολλοί χριστιανοί κάτοικοί του κατέφυγαν στην Κύπρο και ιδιαίτερα στην Αμμόχωστο. Μια οικογένεια από την Άκρα που είχε εγκατασταθεί τότε στη μεγαλόνησο έφερε το επίθετο d' Acre, επειδή ακριβώς καταγόταν από την εν λόγω πόλη. Το όνομα της γνωστής αυτής κυπριακής οικογένειας το συναντούμε συχνά στις πηγές σε διάφορες παραλλαγές όπως Acre, Dacre, Decres, αλλά και στα ελληνικά ως Άκρη ή και Δαρκές. Η οικογένεια μαρτυρείται στην Κύπρο ήδη από τα τέλη του 13ου αιώνα και πολλά μέλη της διέπρεψαν σε διάφορους τομείς όπως: ανώτεροι υπάλληλοι του κράτους, κάτοχοι εκκλησιαστικών αξιωμάτων -όπως ο ιερέας Φίλιππος d' Acre της Περιστερώνας ή ο ιερέας Ιωάννης d' Acre της Αλαμινού, ο αρχιεπίσκοπος Τιμόθεος-, ως φεουδάρχες, άνθρωποι των γραμμάτων αλλά και ευεργέτες. Μέλη της ίδιας οικογένειας έλαβαν φέουδα και από τον τελευταίο Φράγκο βασιλιά της Κύπρου Ιάκωβο Β΄ Lusignan.

Τα φέουδα


Το 1468, σε ένα έγγραφο προερχόμενο από το Αρχείο του Βατικανού, μας γνωστοποιείται ότι ένας φεουδάρχης, ο Guillaume d' Acre, είχε υπογράψει ένα συμφωνητικό με τρεις παροίκους από την Επισκοπή. Μεταξύ άλλων θα έπρεπε να εγκατασταθούν με τις οικογένειές τους στο χωριό Ποτίματα που ανήκε στη δικαιοδοσία του εν λόγω φεουδάρχη, όπου εκεί θα τους παραχωρούσε σπίτια, κτήματα για να καλλιεργούν και ένα περιβόλι. Από τα εισοδήματα θα τους έδινε ένα μέρος και οι τρεις πάροικοι θα έπρεπε να φυτέψουν για τον ίδιο έναν αμπελώνα και ένα περιβόλι. Επίσης θα ήταν υποχρεωμένοι να εργάζονται στα κτήματά του για δέκα χρόνια και θα μπορούσαν να τα εγκαταλείψουν μετά τη συμπλήρωση της δεκαετίας. Δεν έχουμε συναντήσει σε καμιά πηγή στοιχεία για το χωριό Ποτίματα και ίσως να πρόκειται για περιοχή ή αγροτικό οικισμό που χάθηκε με την πάροδο των ετών.

Ο βασιλιάς Ιάκωβος Β΄ είχε παραχωρήσει δύο χωριά στο διαμέρισμα Πάφου στην Carubina ή Cherubina d' Acre, σύζυγο του γραμματέα του βασιλείου της Κύπρου, Ιωάννη d' Acre. Τα χωριά αυτά ήταν η Μελαμιού και η Λεμόνα. Λίγο πριν εγκαταλείψει το βασίλειο η Αικατερίνη Κορνάρο, οι Βενετοί σύμβουλοι αφαίρεσαν τα χωριά αυτά από την Cherubina και τα ενέταξαν στην κρατική περιουσία. Μετά από ένα αίτημα διαμαρτυρίας του συζύγου της Cherubina προς τις βενετικές αρχές, παραχωρήθηκαν εκ νέου τα πιο πάνω χωριά στους νόμιμους ιδιοκτήτες τους. H Cherubina καταγόταν από τον βασιλικό οίκο των Lusignan, δηλαδή συνδεόταν με συγγενικούς δεσμούς με τον ίδιο τον βασιλιά της Κύπρου. Ίσως αυτός να ήταν και ο λόγος για τον οποίο η Cherubina είχε υπηρετήσει ως κυρία των τιμών στην αυλή της βασίλισσας Αικατερίνης Κορνάρο.


Ο Φλώριος Βουστρώνιος στην ιστορία του αναφέρεται σε έναν άλλο φεουδάρχη, τον Ιουλιανό d' Acre, που είχε ως φέουδο το χωριό Χρυσίδα, κοντά στην Κυθρέα. Επίσης σ' έναν κατάλογο φεουδαρχών της Κύπρου του έτους 1557 αναφέρονται ο Gualtier Decres, o Alvise d' Acre και o Zuan d' Acre, γιος του Alvise καθώς και ο Anzolo d' Acre. Ο Zuan d' Acre ως φεουδάρχης έπαιρνε μέρος στις στρατιωτικές ασκήσεις του φεουδαρχικού στρατού, όπως διαβάζουμε σε μια πηγή του 1557. Επίσης αναφέρονται κατά την περίοδο 1510-1521 ως φεουδάρχες οι Παμφίλιος, Λουδοβίκος και Ιωάννης d' Acre.

Ένας Alvise d' Acre, που δεν πρέπει να ταυτιστεί με τον προαναφερόμενο του 1557 -είναι όμως οπωσδήποτε συγγενής του- όπως μας αποκάλυψε μια ανέκδοτη πηγή υπηρετούσε στη βενετική διοίκηση της Κύπρου. Κατείχε συγκεκριμένα τη θέση του πληρεξούσιου δικηγόρου του Δημοσίου Ταμείου (advocato fiscal di real) και το έτος 1532 είχε πεθάνει. Στη θέση του οι βενετικές αρχές διόρισαν τον Θεόδωρο Tacito, από την πόλη Udine της Βόρειας Ιταλίας. Ο Alvise d' Acre ήταν φεουδάρχης των Πυκνών, ενός χωριού κοντά στα Λεύκαρα που χάθηκε με την πάροδο των αιώνων, αλλά εξακολουθεί να υφίσταται ως τοπωνύμιο. Η χήρα του, Αργυρή d' Acre, μετά τον θάνατό του είχε δικαιωθεί δικαστικά για κάποια υπόθεσή της από τις βενετικές αρχές.


Παμφίλιος d' Acre


Μετά την πτώση της Κύπρου στην εξουσία των Οθωμανών, κάποια μέλη της οικογένειας d' Acre είχαν αναγκαστικά εγκαταλείψει την πατρίδα τους, όσοι βέβαια γλύτωσαν και κατέφυγαν στη Βενετία ή σε βενετοκρατούμενες περιοχές, όπως για παράδειγμα στην Κρήτη ή και αλλού. Κάποιοι άλλοι επίσης μετά την απελευθέρωσή τους από την αιχμαλωσία έπραξαν το ίδιο. Μια τέτοια περίπτωση Κύπριου που βρέθηκε στην Κρήτη πρόσφυγας μετά την άλωση της Κύπρου ήταν του στρατιωτικού Παμφίλιου Άκρη (Pamphilo d' Acri). Ο Παμφίλιος φαίνεται να είναι εγγονός του ομώνυμου φεουδάρχη της Κύπρου, ο οποίος μνημονεύεται σε πηγή του 1520, στην οποία αναγράφονται και τα ετήσια εισοδήματά του, τα οποία ανέρχονταν στα τετρακόσια δουκάτα (messer Pamphilo Acre, ducati 400).


Ο Παμφίλιος Άκρης είχε βρεθεί πρόσφυγας στην Κρήτη μετά την απώλεια της πατρίδας του και εντάχθηκε στα στρατιωτικά σώματα της βενετοκρατούμενης τότε Κρήτης. Το έργο το οποίο επιτελούσε ο Παμφίλιος είχε εκτιμηθεί πολύ από τους διοικητές του και έτσι άνοιξε ο δρόμος για μια καλύτερη τύχη. Όταν αργότερα χρειάστηκε να αναλάβει κάποιος την αρχηγία των στρατιωτικών ομάδων των πολιτοφυλακών και των προνομιούχων, σε πέντε φρούρια του διαμερίσματος του Χάνδακα, διορίστηκε ο Κύπριος Παμφίλιος Άκρης.

Παρεμπιπτόντως αναφέρουμε ότι τα σώματα πολιτοφυλακής οργανώνονταν με χωρικούς τους οποίους εκπαίδευαν οι Βενετοί και τους ενέτασσαν στα στρατιωτικά σώματα, τα αποκαλούμενα στη βενετική διάλεκτο ordinanze, δηλαδή καλά οργανωμένοι. Επίσης οι προνομιούχοι (privileggiati) ήταν μέλη φεουδαρχικών οικογενειών οι οποίοι δεν είχαν φέουδα, γι' αυτό τους παραχωρούνταν χρηματικά φέουδα, δηλαδή κάποια ετήσια χορηγία, με την υποχρέωση να υπηρετούν στα βενετικά στρατιωτικά σώματα. Τα πέντε φρούρια στα οποία υπηρετούσαν οι πολιτοφύλακες και οι προνομιούχοι υπό την ευθύνη του Κύπριου στρατιωτικού, από την οικογένεια d' Acre, ήταν του Καινούργιου, Μαλεβιζίου, Τεμένους, Πυργιώτισσας και Μονοφατσίου.

Ο διορισμός του Παμφίλιου Άκρη ως διοικητή των πολιτοφυλακών στα πέντε φρούρια του Χάνδακα έγινε με διάταγμα το οποίο εξέδωσε την 1η Οκτωβρίου ο γενικός προνοητής και ανακριτής της Κρήτης Ιάκωβος Foscarini, που είχε υπηρετήσει στο νησί από το 1574 έως το 1577. Υποχρέωση του Κύπριου στρατιωτικού ήταν να οργανώνει και να εκγυμνάζει τα ελληνικά αυτά στρατιωτικά σώματα, για τα οποία η Γαληνοτάτη Δημοκρατία της Βενετίας απέδιδε μεγάλη σημασία. Ο μηνιαίος μισθός του ανερχόταν στα δώδεκα δουκάτα, τα οποία θα του καταβάλλονταν κατά διαστήματα από το Δημόσιο Ταμείο του Χάνδακα. Οι στρατιώτες των πολιτοφυλακών όφειλαν να αναγνωρίζουν και να υπακούουν τον Παμφίλιο Άκρη, αφού έχαιρε της εμπιστοσύνης των βενετικών αρχών.

Βερνάρδος Άκρης

Σπουδαίο μέλος της οικογένειας των Άκρη είναι οπωσδήποτε ο Κύπριος ευεργέτης Βερνάρδος Άκρης, που έζησε και έδρασε στη Βενετία. Ο πατέρας του, Ιάκωβος Άκρης, αλλά και η μητέρα του, το γένος Μουσκόρνου, κατάγονταν από επιφανείς οικογένειες της Κύπρου και οι δύο. Ο Βερνάρδος φαίνεται να είχε σπουδάσει στην Πάδοβα και υπηρέτησε ως δημόσιος υπάλληλος στη θέση του εκτιμητή των φόρων. Είναι σημαντικό να σημειώσουμε ότι εκλέχθηκε τρεις φορές στη Βενετία πρόεδρος της Ελληνικής Αδελφότητας. Είχε επενδύσει χίλια εξακόσια δουκάτα επιθυμώντας από τους τόκους τους να ενισχυθεί το Κωττουνιανό Κολλέγιο της Πάδοβας. Επίσης παραχώρησε δύο χιλιάδες τετρακόσια δουκάτα στο σχολείο του φίλου του Θωμά Φλαγγίνη, επίσης κυπριακής καταγωγής, για να φοιτούν σ' αυτό δύο επιπλέον νέοι, κατά προτίμηση Κύπριοι. Ο Βερνάρδος Άκρης είχε ετοιμάσει το ταφικό του μνημείο (arca) στο εσωτερικό τού άλλοτε ναού του Αγίου Γεωργίου στη Βενετία, με χρονολογία 10 Δεκεμβρίου 1656, στη μνήμη του πατέρα του Ιακώβου Άκρη και του θείου του Βικέντιου Μουσκόρνου. Αργότερα το κληροδότημα του Βερνάρδου ενσωματώθηκε σ' εκείνο του Φλαγγίνη.

Στη Βενετία, περίπου την ίδια εποχή, ζούσε ένας Νικόλαος d' Acre, γιος του Πέτρου, στη συνοικία των Κυπρίων στον Άγιο Ιωάννη in Bragora. Ζούσε με τον γιο του αείμνηστου επισκόπου Αμμοχώστου Χριστόφορου Μιριλιού, όπως πληροφορούμαστε από μια διαθήκη ενός Κυπρίου, που ζούσε τότε και αυτός στη Βενετία. Στο επίθετο Μιριλιού εύκολα μπορούμε να αναγνωρίσουμε το επίθετο Σμερλίνου, όπως απαντά σε βενετικά έγγραφα το επίθετο του πιο πάνω επισκόπου Αμμοχώστου. Από την οικογένεια Άκρη επίσης κατάγεται και ο Τιμόθεος Άκρης, ο οποίος κατείχε τον αρχιεπισκοπικό θρόνο της Κύπρου το 1572, μετά την οθωμανική κατάκτηση της μεγαλονήσου.

Σ' ένα κείμενο στο οποίο καταγράφονται και σχολιάζονται όλες οι πηγές, εκδομένες ή ανέκδοτες, σχετικά με την κυπριακή οικογένεια Άκρη (d' Acre), δεν θα έπρεπε να παραλείψουμε και τον λαϊκό ποιητή από το Κοιλάνι Αντώνιο Δαρκές. Ο λαϊκός ποιητής μάς κληροδότησε ένα ποιητικό μνημείο της κυπριακής διαλέκτου του 16ου αιώνα. Πρόκειται για το έργο του "Προσκυνητάριο Ιεροσολύμων" και όπως σημειώνει ο ίδιος: "...Εγώ είμαι Κυπριώτης, Ρωμαίος από τους γονείς, αφέντης Κοιλανιώτης". Έλκει και αυτός την καταγωγή του από τη μεγάλη αυτή κυπριακή οικογένεια. Ναι! Γιατί στο επίθετό του, Δαρκές, υπάρχει μεταμφιεσμένο το επίθετο d' Acre...