Παράθυρο logo
Κύπριοι πρόσφυγες στη Βενετία και κληροδοτήματα
Δημοσιεύθηκε 13.03.2017 14:14
Κύπριοι πρόσφυγες στη Βενετία και κληροδοτήματα

Γράφει η Νάσα Παταπίου


Στις ανέκδοτες πηγές που ανακαλύπτουμε στα αρχεία της Βενετίας, σχετικά με τους πρόσφυγες Κυπρίους που καταλήγουν και εγκαθίστανται στην πόλη των τεναγών, μετά την απώλεια της πατρίδας τους, απαντούν και πλούσια στοιχεία σχετικά με κληροδοτήματα και γενικά περιουσιακές υποθέσεις και διεκδικήσεις από συγγενείς, απογόνους ή κληρονόμους.


Κάποτε, και για την ακρίβεια πριν οι Οθωμανοί βαδίσουν κατά της Κύπρου και την κατακτήσουν, δυο αρχοντοπούλες από οικογένεια ευγενών ζούσαν ήρεμα και μάλλον ευτυχισμένες στη Λευκωσία, τον γενέθλιο τόπο τους. Η μία από τις δύο αδελφές ονομαζόταν Αννεζίνα -μάλλον Αγνή- και η άλλη Μανταλένα. Η Αννεζίνα είχε παντρευτεί τον Φίλιππο Στράμπαλη, που καταγόταν από μια σπουδαία οικογένεια της Κύπρου. Αλλά και η Μανταλένα είχε παντρευτεί τον Ματθαίο, γιο του Ιάκωβου Συγκλητικού, κόμη Rochas και εγγονό του κτήτορος του Αγίου Μάμαντος Μόρφου. Ήταν και οι δύο θυγατέρες του Ιωάννη Μουσκόρνου και κατάγονταν και αυτές από μία άλλη σημαντική οικογένεια της Κύπρου, της οποίας κάποια μέλη είχαν διαπρέψει αργότερα στη Βενετία, μετά την κατάκτηση της Κύπρου από τους Οθωμανούς, όχι μόνο ως έμποροι αλλά και ως ευεργέτες της εκεί ελληνικής παροικίας.


Οι δύο αδελφές, μετά την απώλεια της Κύπρου και μάλλον μετά από κάποια χρονική περίοδο κατά την οποία διετέλεσαν αιχμάλωτες, απέκτησαν την ελευθερία τους, ενώ στη συνέχεια τις συναντούμε να ζουν στη Βενετία. Είναι πλέον και οι δύο χήρες. Η Αννεζίνα, όπως μπορούμε να εικάσουμε από ένα έγγραφο, δεν θα είχε αποκτήσει παιδιά, αφού ενδιαφέρεται όπως η περιουσία της κληροδοτηθεί τόσο στην αδελφή της όσο και στον ανεψιό της Ιάκωβο. Πρόκειται για τον Ιάκωβο, γιο της αδελφής της Μανταλένας και του Ματθαίου Συγκλητικού, γιου του Ιακώβου, κόμη Rochas. O Iάκωβος έφερε δηλαδή το όνομα του κόμη παππού του. Με αυτόν τον τρόπο του κληροδοτήματος, όπως αναφέρεται στο έγγραφο που είχε συντάξει η Αννεζίνα, με Βενετό νοτάριο, στις 19 Σεπτεμβρίου 1589, ήθελε να εκφράσει την αγάπη της προς την αδελφή της Μανταλένα και στον γιο της καθώς και στα παιδιά του και γενικά στους απογόνους του.


Ο σύζυγος της Μανταλένας, Ματθαίος Συγκλητικός, γιος του Ιάκωβου Συγκλητικού και της Κορνηλίας Ποδοκάθαρου, αναφέρεται σε έγγραφα σχετικά με τον αδελφό του κόμη Ευγένιο Συγκλητικό και μνημονεύεται στη διαθήκη του. Ο Ματθαίος Συγκλητικός από το 1562 εκμίσθωνε το χωριό Κορμακίτης, το οποίο προηγουμένως κατείχε ο αδελφός του, κόμης Rochas. Ήδη από το 1534 το χωριό αυτό εκμισθωνόταν από τον Calseran Rechenses, πεθερό του Ευγένιου Συγκλητικού, που κατείχε το αξίωμα του μεγάλου σινεσκάρδου. Όπως μαρτυρείται σε βενετική πηγή ο Ματθαίος Συγκλητικός είχε εκμισθώσει το χωριό Κορμακίτης ως ένα είδος προίκας για τον γάμο του με τη Μανταλένα Μουσκόρνου. Ο Ματθαίος φαίνεται να φονεύθηκε στον προμαχώνα Ποδοκάθαρο, όπου βρισκόταν ο στρατοπεδάρχης αδελφός του. Όπως μνημονεύεται στις πηγές του πολέμου της Κύπρου, όταν στις 9 Σεπτεμβρίου 1570, οι Οθωμανοί κατόρθωσαν να ανέλθουν στον προμαχώνα Ποδοκάθαρο, μεταξύ άλλων φόνευσαν τον Ευγένιο Συγκλητικό και τους αδελφούς του, που βρίσκονταν μαζί του. Ακολούθως, με την πτώση της πόλης η Μανταλένα και η αδελφή της Αννεζίνα μάλλον πρέπει να σύρθηκαν αιχμάλωτες.



Η Αννεζίνα, η Λουκρητία Pallol, η Λουΐζα Frasenge και η Μαργαρίτα Μούξια μεταξύ πολλών άλλων είχαν κληροδοτήματα με τα οποία κατάφεραν να επιβιώσουν μετά τον πόλεμο της Κύπρου το 1570-71



Ό,τι ανήκε στην Αννεζίνα στην Πόλα της Ιστρίας, σύμφωνα με τις αποφάσεις των υπευθύνων σχετικά με την παραχώρηση τιμαρίων και γενικά περιουσίας σε πρόσφυγες Κυπρίους, στοιχεία τα οποία είχαν αποσταλεί και στον προνοητή της Ιστρίας, η Αννεζίνα κληροδοτούσε στην αδελφή και στον ανεψιό της κτήματα, σπίτια και οποιοδήποτε άλλο εισόδημα είχε. Ωστόσο, ρητώς αναφερόταν ότι ενόσω ζούσε η Αννεζίνα θα είχε την επικαρπία της περιουσίας της, και μετά τον θάνατό της κληρονόμοι θα ήταν η αδελφή της και ο ανεψιός της. Στο εν λόγω κληροδότημα τονιζόταν επίσης ότι κανένα πρόσωπο δεν είχε δικαίωμα να φέρει ένσταση ή οποιοδήποτε εμπόδιο σ' αυτή την παραχώρηση, ούτε τότε αλλά ούτε και στο μέλλον.


Η θυγατέρα του Ηρακλή Pallol

To 1575 είχε εμφανιστεί μία επιπλέον κληρονόμος των καταθέσεων στην Τράπεζα του Αγίου Γεωργίου της Γένοβας. Όπως είχαμε αναφέρει σε πρόσφατο δημοσίευμά μας οι καταθέσεις στην τράπεζα της Γένοβας στο όνομα της Ισαβέλλας ή Dama Bella, κληρονόμου του Στέφανου Pignol di Lucimburgo, ανήκαν στους κληρονόμους της που δεν ήταν λίγοι, αφού οι κυπριακές οικογένειες των Κορνάρο, Στράμπαλη, Κωνστάντζο, Φλάτρο και Σταυρή (Stavrin) κατάγονταν από την ίδια. Ο γνωστός Ιάκωβος Στράμπαλης, γιος του Διομήδη, πάλαι ποτέ βισκούντη Λευκωσίας, είχε νυμφευθεί σε πρώτο γάμο την Benasciuta ή Bennata Pallol, θυγατέρα του Γάσπαρου Pallol και της Αγνής Lusignan. Τόσο οι θυγατέρες που απέκτησε μαζί της όσο και ο ίδιος ήταν κληρονόμοι, μαζί με άλλους απογόνους, των καταθέσεων στη Γένοβα. Υπήρχαν βέβαια εκτός από τις καταθέσεις και οι περιουσίες του πεθερού του Ιάκωβου Στράμπαλη, Γάσπαρου Pallol, και του αδελφού του Ηρακλή Pallol. Έως τότε δεν είχε εμφανιστεί κανείς κληρονόμος του Ηρακλή Pallol και ο Ιάκωβος Στράμπαλης που εκπροσωπούσε τις θυγατέρες του φαινόταν ότι ήταν ο μόνος κληρονόμος. Γι' αυτόν ακριβώς τον λόγο με μεγάλη άνεση ενεργώντας εκ μέρους των θυγατέρων του, εισέπραξε από χρεόγραφα και από κατάθεση που ανήκε στους αδελφούς Γάσπαρη και Ηρακλή Pallol, το ποσό των εκατόν εξήντα δουκάτων. Ο αδελφός του πεθερού του Στράμπαλη, Ηρακλής Pallol, είχε μια θυγατέρα της οποίας τα ίχνη είχαν χαθεί, κατά τον πόλεμο της Κύπρου 1570-1571. Μετά όμως από μικρό χρονικό διάστημα βρέθηκε η θυγατέρα του Ηρακλή Pallol, η οποία εν τω μεταξύ είχε παντρευτεί τον Αμμοχωστιανό Λορέντζο Σταυρή. Επρόκειτο για την Λουκρητία Pallol, πρώτη εξαδέλφη της Benasciuta Pallol, συζύγου του Ιακώβου Στράμπαλη. Ασφαλώς και αυτή ως κληρονόμος του πατέρα της, Ηρακλή Pallol, διεκδίκησε τα δικαιώματά της από την περιουσία και τις καταθέσεις και γενικά την κινητή και ακίνητη περιουσία του. Ο σύζυγός της, Λορέντζος Σταυρής, ενεργώντας εκ μέρους της διεκδίκησε ό,τι ανήκε στον πατέρα της, αλλά και το μισό ποσό από τα εκατόν εξήντα δουκάτα που είχε εισπράξει ο Ιάκωβος Στράμπαλης από χρηματικά ποσά, που ανήκαν στους αδελφούς Pallol. Τελικά οι δύο Κύπριοι Σταυρής και Στράμπαλης κατέληξαν σε συμφωνία και στο σχετικό έγγραφο που συντάχθηκε υπέγραφαν ως μάρτυρες δύο Κύπριοι, ο Λεονάρδος Σουλουάνης, γιος του Βενέδικτου αλλά και ένας Γεώργιος Ξιούτας, γιος του αοίδιμου Πέτρου. Παρεμπιπτόντως αναφέρουμε ότι σε έγγραφο του 1595 αναφέρεται επίσης στη Βενετία ένας γιατρός με το όνομα Λουκάς Ξιούτας. Μάλλον πρόκειται για μακρινούς προγόνους του αείμνηστου Παύλου Ξιούτα. Ίσως και να πρόκειται μάλλον για τις παλαιότερες μνείες του επιθέτου αυτού.


Το κληροδότημα του Alvise Cadit

Είχαμε και παλαιότερα αναφερθεί στην οικογένεια Cadit, συριακής καταγωγής, που σχετίστηκε μ' επιγαμία με την οικογένεια Audeth και κατείχε ως φέουδο τη βασιλική Μαραθάσα. Το 1575, οι απόγονοι και κληρονόμοι της οικογένειας Cadit βρέθηκαν στη Βενετία όλοι πρόσφυγες, μετά την απώλεια της πατρίδας τους. Σύμφωνα μ' ένα κληροδότημα, ημερομηνίας 25 Φεβρουαρίου 1456, που όπως φαίνεται είχε συνταχθεί στην Κύπρο, με τον Κύπριο δημόσιο νοτάριο Θωμά Παπασάββα, επωφελούνταν οι απόγονοι της οικογένειας Cadit, ωστόσο δεν έλειψαν οι έριδες. Μεταξύ των κληρονόμων ήταν ο Βαλλιάνος Σωζόμενος του οποίου η προγιαγιά Αλοΐσια Cadit ήταν σύζυγος του Σίμωνα Frasengi. Επίσης, κληρονόμος ήταν ο Αννίβας Cadit, γιος του Ιερώνυμου. Ο Mutio Κωνστάντζο, εμφανίστηκε ως εκπρόσωπος δύο άλλων γυναικών κληρονόμων, με καταγωγή από τους Cadit. Επρόκειτο για τη Μελουζίνη, σύζυγο του Μπερνάρδου Μαρτινέγκο και την αδελφή της Μαρία, θυγατέρες του Φραγκίσκου Cercasso, που κατάγονταν από τον Νικόλαο Cadit. Για τη διεκδίκηση των κληρονομικών δικαιωμάτων τους είχαν προσκομίσει και το οικογενειακό δέντρο των προγόνων τους, στο οποίο αποδεικνυόταν ότι κατάγονταν από τον Cadit Cadit και τη σύζυγό του Μαρία, υιοθετημένη θυγατέρα του Άγγελου Audet και της Κάρλας.


Όπως είχαμε σχολιάσει άλλοτε, ο Βαλλιάνος Σωζόμενος εκπροσωπώντας αργότερα την αιχμάλωτη τότε Λουΐζα Frasenge, είχε εισπράξει κάποια χρήματα, τα οποία της ανήκαν. Ακολούθως, όμως, με τα χρήματα αυτά φρόντισε για όλες τις διευθετήσεις, για την απελευθέρωσή της από την αιχμαλωσία, η οποία πραγματοποιήθηκε το 1602...
Τέλος, δεν θα έπρεπε να παραλείψουμε να αναφέρουμε τη φιλότεχνη Μαργαρίτα Μούξια, που είχε πολλές εικόνες και πίνακες στην κατοχή της και κυρίως έργα του ζωγράφου Ιωάννη Καλογερά. Η Μαργαρίτα εγκατέλειψε την Κύπρο με τα παιδιά της, αφού πρώτα κατόρθωσε να αποκτήσει την ελευθερία της γιατί είχε αιχμαλωτιστεί. Φαίνεται να είχε χάσει στον πόλεμο τον σύζυγό της. Στη Βενετία, τέλεσε αργότερα δεύτερο γάμο και διεκδίκησε με δικαστικούς αγώνες περιουσία, που είχε ο έμπορος πατέρας της στην πόλη των τεναγών, την οποία και κέρδισε. Υπήρξε επίσης κληρονόμος ενός Κύπριου μεγαλεμπόρου, που διατηρούσε εμπορικό γραφείο στην Τρίπολη της Συρίας. Η Μαργαρίτα έλαβε, επίσης, τρεις χιλιάδες δουκάτα τα οποία της είχε κληροδοτήσει με τη διαθήκη του ο θείος της Πέτρος Ζεμπετός, που είχε πεθάνει το 1602 στη Βενετία...