Παράθυρο logo
Ιστορικά στοιχεία για την κάνναβη
Δημοσιεύθηκε 04.09.2017
Ιστορικά στοιχεία για την κάνναβη

H έγκριση νομοσχεδίου από τη Βουλή από τον περασμένο Σεπτέμβριο για καλλιέργεια και εμπορία βιομηχανικής κάνναβης και οι συχνές αναφορές στις βενετικές πηγές για την καλλιέργεια και παραγωγή κάνναβης κατά τον 16ο αιώνα στην Κύπρο υπήρξαν οι λόγοι της σύνταξης του σημερινού μας δημοσιεύματος.

Το φυτό της κάνναβης εύλογα όπως φαίνεται έχει χαρακτηρισθεί ιερό φυτό. Ιερό, όπως το ονομάζουν οι φίλοι της κάνναβης και όχι μόνο. Αφού πρόκειται για φυτό ελαιοφόρο, κλωστικό, ναρκωτικό, φαρμακευτικό και επίσης με πολλές άλλες ιδιότητες. Η Κύπρος στο παρελθόν υπήρξε μια χώρα ευρείας καλλιέργειας της κάνναβης και κυρίως κατά τη Φραγκοκρατία και κατά τους χρόνους της βενετικής κυριαρχίας. Προτού όμως σχολιάσουμε τις σχετικές πηγές για την κάνναβη, οφείλουμε να αναφερθούμε με λίγα λόγια στο ίδιο το φυτό, από τις ίνες των βλαστών του οποίου κατασκευάζονται κλωστές, σχοινιά, νήματα και από τους αδένες των φύλλων και των άκρων των κλαδιών μιας ποικιλίας κάνναβης παράγεται το χασίς, ενώ από τα άλλα μέρη του βγαίνει η μαριχουάνα.

Καννάβια και Κανναβιού: Στην Κύπρο δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι εξαιτίας της καλλιέργειας του φυτού της κάνναβης κατά το παρελθόν τα ονόματα δύο χωριών της μεγαλονήσου προέρχονται από το όνομα του ίδιου του φυτού

Η κάνναβη ανήκει κατά τους βοτανολόγους στο γένος των φυτών των γνωστών ως κνιδωδών, το οποίο περιλαμβάνει ένα και μόνο είδος, την αποκαλούμενη "κάνναβη την ήμερη". Πρόκειται για ιθαγενές φυτό της Κεντρικής Ασίας και των Ινδιών, όπου ήταν γνωστό ήδη από τον 9ο αιώνα π.Χ. Ο Ηρόδοτος μάς πληροφορεί ότι η κάνναβη αυτοφύετο και εκαλλιεργείτο στη Σκυθία. Από την Κεντρική Ασία αργότερα η καλλιέργεια του εν λόγω φυτού εξαπλώθηκε και στην Ευρώπη αλλά και στον Νέο Κόσμο, στην Αμερική. Στον ελλαδικό χώρο μέχρι πρότινος υπήρχε επιτυχής καλλιέργεια στην Αργολίδα, στη Μαντίνεια, στη Ναυπακτία και την Τρίπολη. Στην Κύπρο δεν είναι άλλωστε καθόλου τυχαίο ότι εξαιτίας της καλλιέργειας του φυτού κατά το παρελθόν τα ονόματα δύο χωριών της μεγαλονήσου προέρχονται από το όνομα του ίδιου του φυτού. Πρόκειται για το χωριό Κανναβιού ή Κανναφκιού του διαμερίσματος Πάφου - Κελοκεδάρων - Χρυσοχούς και του χωριού Καννάβια ή Καννάβκια, στις βόρειες πλαγιές της Μαδαρής, το οποίο υπάγεται στο διαμέρισμα Λευκωσίας.

Η καλλιέργεια της κάνναβης είχε εξαπλωθεί κάποτε λόγω των πλούσιων ιδιοτήτων του φυτού, γιατί μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για την κατασκευή σχοινιών, ιστιοπάνων, σάκκων, σπάγκων, διχτυών κ.ά. Η κάνναβη είναι φυτό ποώδες, δηλαδή έχει κοντό, μαλακό και όχι ξυλώδη βλαστό, που έχει τη μορφή πόας. Είναι ετήσιο φυτό, δίοικο, κλωστικό, ελαιοφόρο, ναρκωτικό, φαρμακευτικό κ.τ.λ. Φθάνει στο ύψος περίπου τεσσάρων μέτρων, έχει πυκνό διακλαδούμενο κορμό και τριχωτά, επίσκληρα μακρόσχημα και δακτυλοειδή φύλλα και δίοικα άνθη, δηλαδή αρσενικό και θηλυκό, σχήματος και χρώματος ακαθορίστου. Οι καρποί του φυτού έχουν σχήμα ωοειδές και χρώμα πρασινωπό και φαιό και περιέχουν παχύρρευστο έλαιο. Το φυτό ευδοκιμεί σε γόνιμες, υγρές ή αρδευόμενες περιοχές.

Η καλλιέργεια της κάνναβης, όπως έχουμε προαναφέρει, είχε αναπτυχθεί ευρέως στο παρελθόν τόσο χάρη στην κλωστική της ύλη την οποία παρέχει όσο και για τη χρησιμότητά της στη φαρμακευτική, τη διατροφή μικρών ωδικών πτηνών, στα ζυμαρικά, σε αντικατάσταση του σησαμιού, αλλά και στην παραγωγή κανναβελαίου χρήσιμου στη μαγειρική αλλά και στη βιομηχανία. Τα μέρη του φυτού και κυρίως τα άνθη του περιέχουν αλκαλοειδείς ναρκωτικές ουσίες οι οποίες χρησιμοποιούνται στη λήψη ρητινώδους και κυρίως ναρκωτικής ουσίας, δηλαδή του χασίς. Η ναρκωτική ουσία η γνωστή ως κανναβίνη προέρχεται κυρίως από τα φύλλα, τα άνθη και τους κλώνους του φυτού. Παραλλαγή της ήμερης κάνναβης είναι η ινδική κάνναβη. Θεραπευτικώς η ινδική κάνναβη παραχωρείται ως φάρμακο υπνωτικό και ναρκωτικό κατά νευραλγιών, ημικρανιών, κατά του καρκίνου, της καρδιαλγίας, του κοκκύτη, του βήχα κ.ά. Στην ινδική κάνναβη, ως γνωστόν, από την απώτατη αρχαιότητα δόθηκαν από τους ανατολικούς λαούς πολλά ονόματα οφειλόμενα στις ηδονιστικές ιδιότητες της δρόγης, δηλαδή της φυτικής πρώτης ύλης που χρησιμοποιείται για την παρασκευή φαρμάκων.

Τα σπέρματα της κάνναβης (Fructus cannabis), το κοινώς ονομαζόμενο κανναβούρι, αποτελούν παλαιό λαϊκό φάρμακο, το οποίο αναφέρεται στα συνταγολόγια ήδη από τον 8ο και 11ο αιώνα ως λαϊκό φάρμακο. Το γαλάκτωμα που περιέχει το κανναβούρι θεραπεύει φλεγμονώδεις νόσους των ουροποιητικών οργάνων, ως καλό διουρητικό. Ας σημειωθεί ότι το χοντρό, λευκοκίτρινο ύφασμα το οποίο κατασκευάζεται από την κάνναβη καλείται κανναβάτσο ή λινάτσα. Είναι σημαντικό να αναφερθεί ότι στις χώρες της Ανατολής αλλά και στην Κύπρο το κανναβούρι χρησιμοποιείται στα ζυμαρικά, γεγονός το οποίο μαρτυρείται από τα μεσαιωνικά χρόνια, αφού και η μητέρα του βασιλιά Ιάκωβου Β? Lusignan, όπως θα αναφέρουμε στη συνέχεια, το χρησιμοποιούσε για τον ίδιο σκοπό.

Πηγές για την κάνναβη

Ας ανιχνεύσουμε όμως τις γραπτές πηγές και μαρτυρίες και ας αρχίσουμε από τα χωριά Κανναβιού και Καννάβια. Δυστυχώς σχετικά με τα δύο χωριά της Κύπρου τα οποία έλαβαν την ονομασία τους από την καλλιέργεια της κάνναβης στην περιοχή τους κατά το παρελθόν δεν έχουμε πηγές οι οποίες να ανάγονται στη Φραγκοκρατία. Διαθέτουμε όμως πηγές για την περίοδο της Βενετοκρατίας, δηλαδή κατά τον 16° αιώνα. Ανατρέξαμε σε όλες τις πηγές και τα μοναδικά στοιχεία που βρήκαμε για τα δύο χωριά ήταν μόνο ο πληθυσμός τους από την απογραφή που είχαν διενεργήσει οι Βενετοί το 1565. Με την εν λόγω απογραφή μας έγινε γνωστό ότι τότε, δηλαδή το 1565, τα Καννάβια είχαν τριάντα έξι κατοίκους, ελεύθερους καλλιεργητές, και η Κανναβιού είχε μόνο εννέα κατοίκους, ελεύθερους καλλιεργητές.

Σε εμπορικό εγχειρίδιο του 14ου αιώνα, του Francesco Bertucci Pegolotti, o οποίος εργάστηκε στην Αμμόχωστο ως αντιπρόσωπος του εμπορικού οίκου Bardi, γίνονται αναφορές για την παραγωγή και το εμπόριο της κάνναβης. Στο εν λόγω εγχειρίδιο αναφέρεται κατά την ίδια εποχή εμπόριο κάνναβης από την Κύπρο στην περιοχή της Τουρκίας. Ακόμη στην Άκρα, πριν κατακτηθεί από τους Άραβες, διεξαγόταν εμπόριο απλής κάνναβης (canape non filato) και κάνναβης επεξεργασμένης σε κλωστή (canape filato). Επίσης, αναφέρεται μεταξύ άλλων και εισαγωγή κάνναβης στη Βενετία. Στον Pegolotti υπάρχουν αναφορές για εμπόριο κάνναβης με το πριγκιπάτο της Νεάπολης, όπου -όπως αναφέρει- πωλείται με το καντάρι και την κατατάσσει στις εξής τρεις κατηγορίες: κάνναβη μη επεξεργασμένη (canape crudo e non lavorado), κάνναβη επεξεργασμένη σε κλωστή (canape filato) και, τέλος, τα σχοινιά από κάνναβη (sartia di canape).

Οποιοσδήποτε αγόραζε κάνναβη ακατέργαστη (canape crudo) ή κάνναβη ώριμη μη επεξεργασμένη ή επεξεργασμένη με οποιονδήποτε τρόπο (canape maturo non lavorado o lavorato o in qualunque cosa fusse lavorado), σε είδος, μικρή ή μεγάλη ποσότητα, πλήρωνε σχετικό φόρο στον βασιλιά. Επιπρόσθετα, ο Pegolotti αναφέρει κατά την ίδια εποχή ότι η τιμή της κάνναβης σε κλωστή ανερχόταν σε δώδεκα carati το δεμάτι (per fascio) και ότι τα σχοινιά από κάνναβη (sartia di canape) πωλούνται με το καντάρι.

Κανναβούρι για τη διατροφή της μητέρας του βασιλιά

Μια σημαντική πηγή και πολύ ενδιαφέρουσα για την κάνναβη και συγκεκριμένα για τα σπέρματα της κάνναβης, τα γνωστά με το όνομα κανναβούρι, απαντά σε έγγραφο των αρχείων του Βατικανού του έτους 1468. Η εν λόγω πηγή καταδεικνύει την ευρεία χρήση ήδη από τους μεσαιωνικούς χρόνους, αλλά πολύ πιθανόν και κατά την αρχαιότητα ότι οι κανναβόσποροι, δηλαδή το κανναβούρι, εχρησιμοποιείτο στα ζυμαρικά αλλά και στη ζαχαροπλαστική. Το κανναβούρι άλλωστε, εκτός από τροφή πουλιών και ζώων, ή ακόμη παλαιότερα καβουρδισμένο, καταναλωνόταν και από τον κόσμο. O βασιλιάς και συγκεκριμένα ο τελευταίος Φράγκος βασιλιάς της Κύπρου Ιάκωβος Β΄, ο επονομαζόμενος Νόθος και σύζυγος της Αικατερίνης Κορνάρο, έστελνε ετησίως ποσότητες τροφίμων για τη διατροφή της μητέρας του. Όπως μας γνωστοποιείται από το σχετικό έγγραφο, σε μια εποχή που τα προϊόντα διατροφής εύλογα ήταν περιορισμένα, για το τι ακριβώς περιλάμβανε το σιτηρέσιο ας πούμε ενός κατοίκου της Κύπρου του 16ου αιώνα. Προσοχή, όμως, πρόκειται για στοιχεία διατροφής που δεν αφορούσαν τον απλό λαό, αλλά την ίδια τη μάνα του βασιλιά. Βέβαια η μάνα του βασιλιά ήταν μια απλή κοπέλα που διετέλεσε ερωμένη του βασιλιά Ιωάννη Β΄, σχέση από την οποία ήρθε στον κόσμο ο τελευταίος βασιλιάς της Κύπρου Ιάκωβος Β? Lusignan, ο οποίος αν και νόθος εξεδίωξε από τον θρόνο την ετεροθαλή αδελφή του και νόμιμη βασίλισσα Καρλόττα. Ο βασιλιάς στο συγκεκριμένο έγγραφο με ημερομηνία 27 Οκτωβρίου 1468 έδινε γραπτή εντολή να παραδώσουν στη μητέρα του Μαριέττα τέσσερα γουρούνια, ποσότητα σύκων -μάλλον πρόκειται για σύκα ξηρά-, ποσότητα λαδιού, κρεμμύδια αλλά και ένα μόδιο κανναβούρι. Εδώ, όπως αντιλαμβανόμαστε, το κανναβούρι ήταν απαραίτητο στα ζυμωτά, κουλούρια κ.ά. ήδη από τα μεσαιωνικά χρόνια και πολύ πιθανόν από την αρχαιότητα, αλλά δυστυχώς δεν διαθέτουμε σχετικά γραπτές μαρτυρίες.

Εκθέσεις Βενετών αξιωματούχων

Οι Βενετοί αξιωματούχοι, οι οποίοι συνήθως υπηρετούσαν στην Κύπρο για μια διετία, ήταν υποχρεωμένοι με τη λήξη της θητείας τους να συντάσσουν μια έκθεση για τη μεγαλόνησο, στην οποία κατέγραφαν όλα τα σχετικά στοιχεία για την αποικία τους. Επίσης, έκαναν εισηγήσεις σχετικά με τη διοίκηση, τη στρατιωτική οργάνωση, τις εκμισθώσεις χωριών, αλλά κατέγραφαν μεταξύ άλλων και τα διάφορα προϊόντα καθώς και την παραγωγή. Η κάνναβη κατά τη Βενετοκρατία αναφέρεται μεταξύ των γεωργικών προiόντων της Κύπρου. Στην έκθεση του 1521 την οποία συνέταξε ένας Κύπριος, ο Λεωνίδας Αττάρ, και όχι κάποιος Βενετός αξιωματούχος, αναφέρεται ότι στη μεγαλόνησο υπήρχε, όπως σημειώνει, ετήσια παραγωγή διακοσίων κανταριών κάνναβης.

Η Δημοκρατία της Βενετίας ευνόησε την καλλιέργεια της κάνναβης στην Κύπρο γιατί της ήταν χρήσιμη κυρίως στην κατασκευή σχοινιών για τα εμπορικά και πολεμικά της πλοία. Στοιχεία για την παραγωγή κάνναβης απαντούν σε βενετικά έγγραφα καθώς και σε βενετικές εκθέσεις. Στη συνέχεια αναφερόμαστε σε στοιχεία που περιέχονται σε τρεις βενετικές εκθέσεις για την Κύπρο. Πρόκειται για την έκθεση του Βενετού τοποτηρητή Κύπρου Silvestro Minio, του έτους 1529, την έκθεση του τοποτηρητή Francesco Bragadin του έτους 1531 και την έκθεση του Μάρκου Αντωνίου Trevisan του έτους 1534. Η ετήσια παραγωγή τόσο κατά το 1529 όσο και κατά το 1531 ανερχόταν στα εκατό καντάρια, γεγονός που καταδεικνύει ότι σε διάστημα δέκα ετών είχε ελαττωθεί κατά το ήμισυ η παραγωγή. Το 1534 ο τοποτηρητής Κύπρου Μάρκος Αντώνιος Trevisan, ο οποίος αργότερα εξελέγη και δόγης, αναφέρει στην έκθεσή του για την Κύπρο ότι η αξία της παραγωγής της κάνναβης όταν υπηρετούσε στη μεγαλόνησο ανερχόταν μαζί με το λινάρι, το μαλλί, τα χαρούπια και το μέλι στις δεκαπέντε χιλιάδες δουκάτα. Κατά τους επόμενους αιώνες, επί Τουρκοκρατίας, συνεχίστηκε η καλλιέργεια κάνναβης, όπως αναφέρεται στα προξενικά έγγραφα. Επίσης, η καλλιέργεια της κάνναβης αναφέρεται και στο έργο του Γάλλου Albert Gaundry το 1855 σχετικά με τη γεωλογία και τα προϊόντα της Κύπρου. Αξίζει να σημειωθεί ότι και σε δύο χωριά επίσης της Πάφου, τη Μεσόγη και Γεροσκήπου, κατασκευάζονταν σχοινιά από κάνναβη.

Το φυτό της κάνναβης, ένα φυτό με πλούσιο παρελθόν, έγραψε Ιστορία και σύμφωνα με τα νέα δεδομένα φαίνεται ότι θα έχει ή μπορεί να έχει και λαμπρό και επικερδές μέλλον στη μικρή μας Κύπρο.