Παράθυρο logo
Νέα στοιχεία για τοπωνύμια και χωριά της Κύπρου
Δημοσιεύθηκε 28.11.2016 14:59
Νέα στοιχεία για τοπωνύμια και χωριά της Κύπρου

Γράφει η Νάσα Παταπίου


Τα Ημερολόγια του Marino Sanuto, το μνημειώδες αυτό έργο σε πενήντα οκτώ τόμους, το οποίο καλύπτει τα γεγονότα από το 1496 έως το 1533, αποτελεί πολυτιμότατη πηγή για τον βενετοκρατούμενο ελληνικό χώρο, ασφαλώς και για τη μεγαλόνησο Κύπρο, που τελούσε τότε υπό βενετική κυριαρχία. Ο Sanuto μεταξύ άλλων αναφέρεται και στις πωλήσεις χωριών και πραστιών (μικρών χωριών) της Κύπρου, αλλά και πολλών φέουδων και κτημάτων κατά τη χρονική περίοδο από το 1504 έως το 1528. Η Γαληνοτάτη τότε, όπως ο ίδιος ο Sanuto σημειώνει, είχε πωλήσει στην Κύπρο όχι μόνο κενούς τίτλους κομητείας αλλά και εξήντα δύο χωριά ή και χωριουδάκια προς ενίσχυση του Δημοσίου Ταμείου της. Οι πωλήσεις χωριών, φέουδων και αξιωμάτων είχαν βέβαια συνεχιστεί και αργότερα, λίγο προτού η Βενετία χάσει την Κύπρο και περάσει στην εξουσία των Οθωμανών.


Οι προαναφερόμενες πωλήσεις  μάς προσφέρουν εκτός των άλλων στοιχείων και ενδιαφέρουσες ειδήσεις για τα τοπωνύμια και για την ιστορία των χωριών μας. Είναι σημαντικό επίσης το γεγονός ότι μέσα από τις ίδιες πηγές μπορεί να γνωρίσουμε ακόμη και άγνωστα μέχρι πρότινος χωριά, γιατί έσβησαν με την πάροδο των αιώνων, η ιστορία των οποίων όμως καταγράφεται στις εν λόγω πηγές. Το 1534, όπως γίνεται γνωστό από μία ανέκδοτη πηγή, είχε πωληθεί πληθώρα χωριών, φέουδων, κτημάτων, ελαιώνων και αμπελώνων σε ολόκληρη την Κύπρο.


Νέα στοιχεία επίσης μας παρέχονται και για τους φεουδάρχες της Κύπρου, ποια χωριά κατείχαν και ποια άλλα χωριά είχαν ενδιαφερθεί να αγοράσουν. Επιπρόσθετα ο ερευνητής μπορεί να αντλήσει στοιχεία από τις ίδιες πηγές, για τις σχέσεις των φεουδαρχών με τη βενετική διοίκηση της Κύπρου και κατ’ επέκταση με τη μητρόπολη Βενετία.


Ένας αμπελώνας στο Μονάγρι


Μερικές φορές μετά από πάροδο αιώνων ανακαλύπτουμε ότι κάποια κτήματα ή αμπελώνες που είχαν  αγοραστεί τότε, εξακολουθούν να ανήκουν στους ίδιους ιδιοκτήτες. Μια ενδιαφέρουσα είδηση από αρχειακή πηγή του 1534 αφορά τη μονή του Μέσα Ποταμού (monasterio di Mesapotamo). Πρόκειται μάλλον για μονή που υφίστατο από τα Bυζαντινά χρόνια αφού απαντά και σε έγγραφο της Φραγκοκρατίας, σύμφωνα με το οποίο είχε ενισχυθεί η ίδια μονή από τον Φράγκο βασιλιά Ιάκωβο Β΄ Lusignan. Στη μονή αυτή του Τιμίου Προδρόμου είχε αποσυρθεί εγκαταλείποντας τον επισκοπικό θρόνο όπου και μόνασε ο Θεοφάνιος, επίσκοπος Σολέας (αρχιεπίσκοπος Κύπρου) κατά τα χρόνια της βενετικής κυριαρχίας. Στη μονή αυτή τιμάται και ο Θεοφάνιος ο πάλαι ποτέ επίσκοπος Σολέας και είναι γνωστός ως όσιος Θεοφάνης ο Νέος ή Μυροβλήτης.


Το 1534 ο ηγούμενος της μονής φρόντισε για την αγορά ενός αμπελώνα στο γειτονικό χωριό Μονάγρι. Είχε καταβάλει τότε γι’ αυτόν τον αμπελώνα στο Μονάγρι πενήντα δουκάτα. Πρόσφατα θελήσαμε να διερευνήσουμε το θέμα κατά πόσο η μονή του Μέσα Ποταμού διαθέτει στο χωριό Μονάγρι οποιαδήποτε περιουσία. Όπως μας πληροφόρησαν η μονή του Μέσα Ποταμού κατέχει αμπέλια στο εν λόγω χωριό. Άραγε, γιατί να μην πιστέψουμε ότι πρόκειται για τον αμπελώνα που είχε αγοράσει η μονή το 1534 καταβάλλοντας πενήντα δουκάτα;


Τα κτήματα του Μεσαούτη στους Καπέδες


Εξίσου ενδιαφέρουσα είναι και η πληροφορία από την ανέκδοτη πηγή του 1534, που έρχεται μετά από τετρακόσια ογδόντα δύο χρόνια να μας υπενθυμίσει πόσο μακρά ιστορία έχουν όχι μόνο τα χωριά μας, αλλά και τα τοπωνύμιά μας. Η είδηση αυτή αφορά το χωριό Καπέδες, που ανήκει στη Μητρόπολη Ταμασού και Ορεινής. Πρόκειται για χωριό που υφίστατο κατά τα χρόνια της Φραγκοκρατίας και ίσως μάλιστα να πρόκειται και για βυζαντινό χωριό, αφού τα περισσότερα χωριά μας προϋπήρξαν της Λατινοκρατίας. Οι Καπέδες αναφέρονται και στους τέσσερις βενετικούς καταλόγους με τα χωριά της Κύπρου. Στην απογραφή που είχαν διενεργήσει οι Βενετοί το 1565 το χωριό είχε μάλλον αρκετό πληθυσμό, σύμφωνα με τα δεδομένα της τότε εποχής, αφού αριθμούσε εβδομήντα δύο κατοίκους, ελεύθερους καλλιεργητές. Εννοείται βέβαια ότι τα γυναικόπαιδα για ευνόητους λόγους δεν περιλαμβάνονταν στην απογραφή του πληθυσμού, ασφαλώς ούτε οι πάροικοι που ζούσαν και δούλευαν εξ ολοκλήρου για τους φεουδάρχες και αφέντες τους.


Το 1534 οι κληρονόμοι του φεουδάρχη San Domenigo που κατάγονταν από τον San Luca, είχαν αγοράσει κάποια κτήματα (terreni) που γειτνίαζαν με το χωριό Καπέδες. Παρεμπιπτόντως αναφέρουμε  ότι επί Βενετοκρατίας οι Καπέδες ανήκαν στο διαμέρισμα του βισκοντάτου, δηλαδή της Λευκωσίας, που ήταν έδρα όχι μόνο της βενετικής διοίκησης αλλά και του βισκούντη. Τα κτήματα που αγόρασαν οι κληρονόμοι του San Domenigo ονομάζονταν κτήματα του Μεσαούτη, ο οποίος προφανώς θα ήταν ο πάλαι ποτέ ιδιοκτήτης τους. Το τοπωνύμιο είναι ελαφρώς παρεφθαρμένο στο έγγραφό μας. Με τη βοήθεια ωστόσο της γραμματέως του κοινοτικού συμβουλίου του χωριού -την οποία και ευχαριστούμε θερμά- έγινε κατορθωτή η ταύτιση του τοπωνυμίου του Μεσαούτη με τα κτήματα tu Misauti του εγγράφου μας. Εξακολουθεί και σήμερα να υφίσταται το τοπωνύμιο γνωστό ως κτήματα ή περιοχή ή χωράφια του Μεσαούτη.


Το χωριό Άγιος Γεώργιος Τσιερέ


Ένα σημαντικό χωριό το οποίο έσβησε με την πάροδο των αιώνων είναι ο Άγιος Γεώργιος Τσιερέ (San Zorzi Cere), αφού σ’ αυτό υπήρχε και το ομώνυμο μοναστήρι. Το μοναστήρι πρέπει να καταστράφηκε και παντελώς εγκαταλείφθηκε μαζί με το χωριό στις αρχές του 19ου αιώνα. Κάποιοι κάτοικοί του, σύμφωνα με την προφορική παράδοση, εγκαταστάθηκαν μετά την ερήμωση του χωριού στο γειτονικό χωριό Μάντρες. Το χωριό Άγιος Γεώργιος του Τσιερέ αναφέρεται σε όλους τους βενετικούς καταλόγους ως San Zorzi Cere ή Agios Georgios Xeros. Το 1565 είχε σαράντα τρεις κατοίκους αρσενικού γένους φραγκομάτους, δηλαδή ελεύθερους καλλιεργητές.


Ένα νέο στοιχείο έρχεται στο φως από την ανέκδοτη πηγή μας σχετικά με τον φεουδάρχη του χωριού. Πρόκειται για τον Άγγελο (Anzolo) Sanson, ο οποίος όπως μαρτυρείται, το 1534 ήταν φεουδάρχης του χωριού Άγιος Γεώργιος του Τσιερέ. Η οικογένεια Sanson ή Soissons, όπως απαντά στις πηγές, είχε σχετιστεί με την Κύπρο πολύ πριν από το 1378, δηλαδή στις αρχές μάλλον του 14ου αιώνα. Πρόκειται για οικογένεια φραγκικής καταγωγής, που είχε συνδεθεί στη μεγαλόνησο με μεγάλες οικογένειες ακόμη και με τον φραγκικό βασιλικό οίκο των Lusignan. Η οικογένεια Sanson απαντά στις πηγές και κατά τη Βενετοκρατία, αλλά και μετά την πτώση της Κύπρου στην εξουσία των Οθωμανών. Μέλη της οικογένειας Sanson υπερασπίστηκαν την Κύπρο το 1570-1571 και κάποιοι από αυτούς σκοτώθηκαν ή αιχμαλωτίστηκαν. Αργότερα κάποιοι Sanson εγκαθίστανται ως πρόσφυγες πλέον στη Βενετία ή στην Πόλα της Ιστρίας, όπου είχε δημιουργηθεί μία παροικία Κυπρίων προσφύγων και τους είχαν εκεί παραχωρηθεί κτήματα.


Ο φεουδάρχης του Αγίου Γεωργίου του Τσιερέ, Άγγελος Sanson, ήταν γραμματέας (scrivano) του Δημόσιου Ταμείου της Κύπρου. Το 1513 και συγκεκριμένα στις 26 Αυγούστου 1513 με αίτημά του είχε ζητήσει όπως του επιτραπεί να μεταβεί στη Βενετία για κάποιες υποθέσεις του. Οι βενετικές αρχές του έδωσαν εντολή ότι πρέπει να περιμένει ώσπου να επιστρέψει ο συνάδελφός του Μάρκος Ζαχαρίας, που είχε μεταβεί και αυτός στη Βενετία για υποθέσεις του. Σήμερα, όπως μας έχουν πληροφορήσει, στον χώρο όπου ήταν οικοδομημένο κάποτε το χωριό και η μονή του Αγίου Γεωργίου, υπάρχουν ελάχιστα μόνον ερείπια.


Τα κτήματα της Φυτεύκειας  


Ένα πολύ γνωστό τοπωνύμιο στην περιοχή του χωριού Κρίτου Τέρρα της Πάφου έχει διασωθεί «ακαριαία» στην Ιστορία, αφού απαντά σε έγγραφο του 1534. Πρόκειται για περιοχή με εύφορα χωράφια αφού φρόντισε να τα αγοράσει ο κάποτε γενικός διοικητής του ελαφρού ιππικού της Κύπρου Ανδρέας Μαυρέσης. Στη Φυτεύκεια υπάρχει και ο φραγκοβυζαντινός ναός της Αγίας Αικατερίνης ο οποίος χρονολογείται κατά τον 15ο αιώνα. Ο Ανδρέας Μαυρέσης, για ν’ αποκτήσει τα κτήματα στη Φυτεύκεια, είχε καταβάλει, σύμφωνα με την ίδια πηγή, εκατόν εβδομήντα δουκάτα. Στο έγγραφο η Φυτεύκεια σημειώνεται ως Fitestia, με αλλοιωμένο ελαφρώς το τοπωνύμιο. Ας σημειωθεί, επίσης, ότι ο γιος του Ανδρέα Μαυρέση, Πέτρος, υπηρετούσε ως διοικητής του ελαφρού ιππικού στην περιοχή της Πάφου.


Ο Ανδρέας Μαυρέσης, ο ιδιοκτήτης της Φυτεύκειας στην Κρίτου Τέρρα, είχε υπηρετήσει στην Κύπρο ως γενικός διοικητής του ελαφρού ιππικού από το 1515 έως το 1525. Διενεργούσε με τους ελαφρούς ιππείς, όπως μαρτυρείται στις πηγές, ακτοφρουρές, κυρίως στα βόρεια της Κύπρου, προς τα βουνά του Πενταδακτύλου. Άλλωστε δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι το χωριό Βουνό ή Άγιος Ρωμανός του διαμερίσματος της Κερύνειας, στην απογραφή του 1565 αναφέρεται και ως Βουνό του Μαυρέση ή Βουνό των Αψινθίων (Vouno de Mauressi και Vuno de Apsitha). Ας σημειωθεί, επίσης, ότι ο Ανδρέας Μαυρέσης φέρεται ως κτήτορας της εκκλησίας της Αγίας Παρασκευής (η οποία ανήκει στο Σινά), στη Βασίλεια της Κερύνειας, σύμφωνα με τα ακόλουθα τα οποία διασώζει ο Ρώσος περιηγητής Μπάρσκυ. «Είδον εντός του ναού το όνομα του κτήτορος μετά της συζύγου και των τέκνων αυτού εις μίαν ελληνικήν επιγραφήν ως ακολούθως: Ανδρέας ο Μαυρέσιος Καβαλλάριος (1518)».


Συνοψίζοντας σημειώνουμε ότι τα στοιχεία από τις αρχειακές πηγές που ήρθαν στο φως με την έρευνα δεν ήταν μόνο αρκετά αλλά και πολύτιμα. Αναφέρθηκαν νέα στοιχεία για το πάλαι ποτέ χωριό της Μεσαορίας Άγιος Γεώργιος Τσιερέ, για τον αμπελώνα της μονής του Μέσα Ποταμού στο Μονάγρι, για τα κτήματα του Μεσαούτη στους Καπέδες και για τη Φυτεύκεια στην Κρίτου Τέρρα, που είχε αγοράσει ο καβαλλάριος Ανδρέας Μαυρέσης. Τέλος, μας έγιναν γνωστές δύο άλλες ονομασίες του χωριού Βουνό ή Άγιος Ρωμανός. Η πρώτη ονομασία Βουνό του Μαυρέση σχετίζεται με τον Ανδρέα Μαυρέση και η δεύτερη ονομασία Βουνό των Αψινθίων σχετίζεται με την παρακείμενη βυζαντινή μονή της Παναγίας των Αψινθίων…  


 ΛΕΖΑΝΤΑ: Ο ναός της Αγίας Αικατερίνης στη Φυτεύκεια, στην Κρίτου Τέρρα της Πάφου.