Κουλτούρα να φύγουμε από τα τετριμμένα, και είναι ωραίο να γράφεις σε ένα φαινομενικά σκληροπυρηνικό πολιτιστικό ένθετο για μια σειρά που δεν είναι ούτε στροφή στην ποιότητα, ούτε αμερικανική δηθενιά, ούτε αργόσυρτο σκανδιναβικό νουάρ, ούτε έχει ωραία πλάνα, ούτε περιμένεις κρυμμένα μηνύματα να βγουν πίσω από τους ευφάνταστους διαλόγους περισσότερο απ’ όσο περιμένεις το σουβλάκι από τον ντελιβερά. Δεν είναι ούτε καν καινούργια (παίχτηκε πέρσι), ιντριγκάροντας ακόμη περισσότερο τον γράφοντα να μιλήσει γι’ αυτήν. Έτσι κι αλλιώς είναι μια σειρά που δεν είναι καν… σειρά. Είναι πέρα από τέτοια, φέρνοντας στο μυαλό την αρνητική έννοια της φράσης που μόλις προηγήθηκε. Αυτό είναι το «Blood drive», ένα κυριολεκτικό κάψιμο, ένας ύμνος στο cult.
Αν θεωρήσουμε δεδομένο πως στα χαρτιά υπάρχει ακόμη ο διαχωρισμός των εννοιών διασκέδαση και ψυχαγωγία, παρόλο που στις μέρες μας μοιάζουν να έχουν την ίδια σημασία, όπως χρησιμοποιούνται από τη μάζα, τότε το «Blood drive» θα εντασσόταν στην πρώτη κατηγορία, αυτήν της διασκέδασης. Ειδικά αν, όντως κατά πολλούς, η λέξη προέρχεται από το σκεδάννυμι που κρύβει μέσα της τον Καιάδα, ο οποίος είναι το σκηνικό όταν διασκορπίζεις έγνοιες με το σκεπάρνι. Κανίβαλοι. Νυμφομανείς. Τέρατα. Αμαζόνες. Όλα βρίσκονται σε αυτή τη σειρά του Syfy που έβαλε στόχο (και πέτυχε) να παρουσιάσει τη χειρότερη, πιο αιματηρή, πιο προσβλητική και συνάμα πιο εθιστική και απολαυστική σειρά που είδαμε ποτέ.
Το «Blood Drive» είναι τοποθετημένο σε ένα ρετρό μέλλον, όπου τα καύσιμα έχουν εξαντληθεί και τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα δεν έχουν εφευρεθεί. Επειδή όμως οι «ρόδες» κάπως πρέπει να κυλάνε, η νέα βενζίνη έχει χρώμα κόκκινο κι άρωμα ανθρώπινου αίματος. Με αυτή τη βασική ιδέα στο κέντρο της, η σειρά εξερευνά σε κάθε ένα από τα μόλις δεκατρία επεισόδιά της κι από ένα διαφορετικό grindhouse είδος από τους παρανοϊκούς σατανικούς κακούς, μέχρι τα πεινασμένα ζόμπι, προσφέροντας πρώτα και πάνω απ’ όλα αίμα, σάρκα, εκρήξεις βίας και αμέτρητους κουβάδες κακού τηλεοπτικού γούστου.
Η σειρά είναι μια καλή «άσκηση» για αυτούς που δεν έχουν γνωρίσει το grindhouse. Ο όρος χρησιμοποιείται για να περιγράψει εκείνη την παραγωγή που ηθελημένα θυσιάζει όλες τις αξίες που την καθιστούν καλή και ποιοτική, όπως π.χ. καλές ερμηνείες και καλά σενάρια, πλοκή με λογική συνέχεια. Τη θέση τους παίρνουν η ξέφρενη βία και το σεξ, το σενάριο με υπερβολές. Μέχρι και ο «πολύς» Ταραντίνο μπήκε στη λογική του grindhouse με το «Death Proof».
Έτσι και με το «Blood drive». Είναι πέρα για πέρα καφρίλα, δεν έχει καμία λογική, ενώ μάλιστα πολλές φορές θα τη χαζεύεις και δεν θα πιστεύεις στα μάτια σου από αυτό που βλέπεις. Είναι όμως ταυτόχρονα η απόλυτη αποενοχοποίηση αυτού που λέμε ψυχαγωγία / διασκέδαση. Αυτό που θες να δεις και σε κάνει να περνάς καλά δεν είναι απαραίτητα πάντα αυτό που θα σε προβληματίσει. Και η καλτιά είναι στο πρόγραμμα. Όχι για να εκτιμήσεις το καλό, το ποιοτικό. Απλώς για να… παίρνεις ανάσες από διαμαντάκια καψίματος.
