Παράθυρο logo
Κύπρος και καρδινάλιος Βησσαρίων
Δημοσιεύθηκε 06.05.2019 10:47
Κύπρος και καρδινάλιος Βησσαρίων

Ποια υπήρξε η σχέση του Βησσαρίωνος, του επιφανούς ανθρωπιστή και καρδιναλίου της Δυτικής Εκκλησίας, με την Κύπρο; Τα κατάστιχα των αρχείων του Βατικανού μαρτυρούν την επαφή του με το νησί 

Ο Βησσαρίων υπήρξε ο πιο επιφανής από τους Έλληνες ανθρωπιστές που είχαν επισκεφθεί την Ιταλία και είχε παραμείνει σε αυτήν, όπου στη συνέχεια έγινε καρδινάλιος της Δυτικής Εκκλησίας. Ως γνωστόν, η πλούσια βιβλιοθήκη του με ελληνικά και λατινικά χειρόγραφα αποτέλεσε τη βάση της Μαρκιανής Βιβλιοθήκης της Βενετίας. Η σπουδαία αυτή προσωπικότητα είχε συνδεθεί και σχετιστεί με την Κύπρο. Είχε στενές σχέσεις με τον πατέρα και τους θείους της βασίλισσας της Κύπρου Ελένης Παλαιολόγου, θυγατέρας του δεσπότη του Μορέως Θεόδωρου Παλαιολόγου, η οποία είχε παντρευτεί τον βασιλιά της Κύπρου Ιωάννη Β' Lusignan. Είχε μάλιστα ο ίδιος προσπαθήσει να νυμφεύσει τον τελευταίο Φράγκο βασιλιά της Κύπρου Ιάκωβο Β? Lusignan με μια νέα του αυτοκρατορικού οίκου των Παλαιολόγων, υπόθεση τελικά η οποία δεν τελεσφόρησε. Επίσης είχε φιλικές σχέσεις με Κυπρίους τους οποίους ως καρδινάλιος φρόντισε να διορίσει σε εκκλησιαστικά αξιώματα στην Κύπρο. Τέλος, μνεία του καρδιναλίου Βησσαρίωνος κάνει και ο χρονικογράφος μας Γεώργιος Βουστρώνιος, χωρίς να σημειώνει το όνομά του, αλλά απλώς τον αναφέρει ως γαρδενάλλη, δηλαδή καρδινάλιο. Πριν γίνει λόγος για τις σχέσεις του καρδιναλίου Βησσαρίωνος με την Κύπρο θα άξιζε να αναφερθούμε σε μερικά έστω στοιχεία γύρω από τον βίο και την πολιτεία του.

Βιογραφικά στοιχεία

Ο Βησσαρίων γεννήθηκε στην Τραπεζούντα του Πόντου στις 2 Ιανουαρίου του 1403, με το κοσμικό όνομα Ιωάννης, και αναδείχθηκε Αρχιεπίσκοπος Νικαίας. Αργότερα στη Δύση υπηρέτησε ως καρδινάλιος Τούσκλων. Καταγόταν από πολυμελή οικογένεια, ωστόσο όλα τα αδέλφια του πέθαναν σε μικρή ηλικία και όταν έχασε και τους γονείς του τη φροντίδα του ανέλαβε ο Αρχιεπίσκοπος Τραπεζούντος Δοσίθεος. Αργότερα ο Βησσαρίων, ως τρόφιμος σε μονή της Κωνσταντινουπόλεως, μορφώθηκε με καλούς δασκάλους. Το 1423 σε ηλικία 20 ετών εκάρη μοναχός και από Ιωάννης μετονομάσθηκε σε Βησσαρίωνα. Συνέχισε τις σπουδές του στη Σηλυβρία, κοντά στον μητροπολίτη Ιγνάτιο Χορτασμένο. Αργότερα μετέβη στον Μυστρά της Πελοποννήσου και μαθήτευσε τέσσερα ή πέντε χρόνια κοντά στον πλατωνικό φιλόσοφο Γεώργιο Πλήθωνα Γεμιστό. Είναι τότε που ο Βησσαρίων συνδέθηκε με φιλικούς δεσμούς με τους δεσπότες Θεόδωρο, Θωμά, Κωνσταντίνο και Δημήτριο Παλαιολόγους, αδελφούς του Βυζαντινού αυτοκράτορα Ιωάννη Η' Παλαιολόγου. Ο Βησσαρίων, όπως τεκμηριώνεται από τις πηγές, προσπάθησε να οδηγήσει την πολιτική της αυτοκρατορίας προς τη Δύση και τόνιζε ότι έπρεπε να γίνουν ριζικές κοινωνικές μεταρρυθμίσεις. Ωστόσο, αν και δεν εισακούσθηκε, έχαιρε μεγάλης εκτίμησης τόσο στην Κωνσταντινούπολη όσο και στον Μυστρά. Το 1437 εκλέχθηκε μέλος της ορθόδοξης αντιπροσωπείας που συμμετείχε στην ενωτική Σύνοδο της Φλωρεντίας και στη συνέχεια τιμήθηκε με το αξίωμα του μητροπολίτη. Εργάστηκε για την ένωση των Εκκλησιών ώστε να αντιμετωπιστεί με τη στήριξη των Δυτικών ο οθωμανικός κίνδυνος. Για τις ενωτικές του προσπάθειες ο Πάπας Ευγένιος Δ?' του απέδωσε τον τίτλο του καρδιναλίου. Όταν αργότερα επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη, λόγω των αντιφρονούντων αναγκάστηκε να καταφύγει στην Ιταλία. Ο Πάπας του παραχώρησε τον ναό των Αγίων Αποστόλων και μέγαρο στη Ρώμη, αλλά και ένα άλλο έξω από τη Ρώμη. Οι υπηρεσίες τις οποίες προσέφερε ο Βησσαρίων ήταν τεράστιες, αφού στην οικία του κατέφευγαν πολλοί Έλληνες λόγιοι της Ιταλίας, τους οποίους βοηθούσε. Επίσης, στην οικία του είχε φιλοξενήσει και Κύπριους ευγενείς και μεταξύ αυτών μέλη της οικογένειας Urry. Τους λογίους τους οποίους είχε φιλοξενήσει τους χρησιμοποίησε ως αντιγραφείς κωδίκων ή μεταφραστές και πολλούς από αυτούς τους ενίσχυσε στις σπουδές τους. Ουσιαστικά θεμελίωσε και ενίσχυσε τη διδασκαλία των ελληνικών γραμμάτων στη Δύση και έγινε μυσταγωγός της Αναγέννησης. Οι προσπάθειές του μετά την πτώση της Κωνσταντινούπολης για τη διοργάνωση μιας σταυροφορίας για την απελευθέρωσή της δεν ευοδώθηκαν. Ο καρδινάλιος Βησσαρίων έφυγε από τη ζωή το 1472.

Βησσαρίων και δύο Κύπριοι ιερωμένοι

Τα κατάστιχα των αρχείων του Βατικανού μαρτυρούν τη σχέση του καρδιναλίου Βησσαρίωνος με δύο ιερωμένους της Κύπρου. Πρόκειται για δύο μέλη επιφανών οικογενειών της Κύπρου, αυτής των Sceba (Σιέπα) και της οικογένειας Urri (Ούρρη). Δύο μέλη της οικογένειας Ούρρη έτυχε να είναι φιλικώς συνδεδεμένα με τον καρδινάλιο Βησσαρίωνα, ο οποίος βοήθησε στον διορισμό τους σε εκκλησιαστικά αξιώματα. H οικογένεια Sceba μαρτυρείται στην Κύπρο μετά τα μέσα του 15ου αιώνα και στις πηγές το όνομά της απαντά μεταξύ άλλων ως Sheba, Ceba, Sebach. Ο Ιάκωβος Sceba, γιος του Φίλιππου Sceba, υπεύθυνου της γραμματείας (bailli de la Secrete) της Κύπρου, υπηρέτησε ως επίτροπος του Ιωάννη Grande στην Αγία Έδρα. Στις 20 Σεπτεμβρίου του έτους 1464, ο Ιάκωβος Sceba λόγω του ότι ήταν οικείος του καρδιναλίου Βησσαρίωνος (familiaris du cardinal Bessarion) αναγνωρίστηκε από τον Πάπα Παύλο Β' ως κανονικός της Λευκωσίας, μετά το κενό που είχε δημιουργηθεί εξαιτίας του θανάτου του Πέτρου de Ponte. Η παραμονή του Ιάκωβου Sceba στην Αγία Έδρα μαρτυρείται και από έγγραφο της Βίβλου των Υπομνημάτων (Le Livre des Remembrances). Ο τελευταίος Φράγκος βασιλιάς της Κύπρου Ιάκωβος Β' Lusignan, με απόφασή του της 29ης Νοεμβρίου 1468, είχε παραχωρήσει στον Ιάκωβο Sceba το ηγουμενείο της Παναγίας της Ελεούσας (Notre Dame de la Misericorde) στη Λευκωσία, μετά τον θάνατο του Νικόλαου Courion, επισκόπου Hebron. Ας σημειωθεί ότι η Παναγία η Ελεούσα, λατινικό θρησκευτικό ίδρυμα, αναφέρεται και από τον Λεόντιο Mαχαιρά ως Παναγία η Μιζερικορδία. O Φίλιππος Sceba εκπροσώπησε τον γιο του αφού απουσίαζε στη Δύση. Όπως έχουμε τεκμηριώσει σε μελέτη μας, η Παναγία η Ελεούσα κατεδαφίστηκε το 1567 εξαιτίας της νέας οχύρωσης της Λευκωσίας. Η Παναγία η Ελεούσα ήταν οικοδομημένη εκεί που οικοδομήθηκε ο προμαχώνας Davila.

Η προστατευόμενη του καρδιναλίου Βησσαρίωνος, Ζωή Παλαιολόγου, θα νυμφευόταν με συνοικέσιο τον Ιάκωβο Β? Lusignan, αλλά αυτός εν τέλει την απέρριψε και η Ζωή παντρεύτηκε τον τσάρο της Τρίτης Ρώμης Ιβάν Βασίλεβιτς

Η οικογένεια Urry εμφανίζεται στις πηγές της κυπριακής Ιστορίας στις αρχές του 15ου αιώνα και το όνομά της απαντά ποικιλοτρόπως, ως Urry, Hourri, Gurry, και ανήκε στους ονομαζόμενους Λευκούς Γενουάτες. Σε ένα μέλος της οικογένειας Urry, στον Πέτρο Urry, στις 30 Μαρτίου 1470 με απόφαση του Πάπα Παύλου Β', παραχωρήθηκε η Γραμματεία της Πάφου, η οποία είχε κενωθεί ένεκα του θανάτου του Φίλιππου Στεφάνου και του Νικόλαου Συγκριτικού. Και σε αυτή την παπική παραχώρηση τονίζεται ότι ο Πέτρος Urry ήταν οικείος του καρδιναλίου Βησσαρίωνος. Ο Νικόλαος Urry, ένα άλλο μέλος της ίδιας οικογένειας, είχε ευεργετηθεί από τον Πάπα Παύλο Β', γιατί και αυτός επίσης είχε φιλικές σχέσεις με τον καρδινάλιο Βησσαρίωνα.

Το συνοικέσιο 

Ο Βησσαρίων μεταξύ άλλων, εκτός από λογίους ή ευγενείς Έλληνες και Κύπριους, προστάτευε και είχε στενές οικογενειακές σχέσεις με γυναίκες υψηλής καταγωγής. Αξίζει να αναφέρουμε την Άννα Παλαιολογίνα Νοταρά, θυγατέρα του "μεγαλοπρεπεστάτου και ενδοξοτάτου... διερμηνευτού και μεγάλου δουκός της Κωνσταντινουπόλεως" Λουκά Νοταρά. Ο ίδιος φέρεται να είπε τις παραμονές της άλωσης στην Αγία Σοφία τη γνωστή φράση: "Κρειττότερον έστιν ειδέναι εν μέση τη πόλει φακιόλιον βασιλεύον Τούρκων ή καλύπτραν λατινικήν". Επίσης, μαζί με την Άννα Παλαιολογίνα Νοταρά ο Βησσαρίων φαίνεται να προσπάθησε να δημιουργήσει στην Τοσκάνη μια παροικία για εγκατάσταση εκατό προσφυγικών ελληνικών οικογενειών, αλλά το σχέδιο δεν ευοδώθηκε. Υπό την κηδεμονία του καρδιναλίου Βησσαρίωνος ήταν και η Ζωή-Σοφία, θυγατέρα του δεσπότη της Πελοποννήσου Θωμά Παλαιολόγου, εξαδέλφη της βασίλισσας της Κύπρου Ελένης Παλαιολόγου Lusignan και ανιψιά του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου-Δράγαση. Επίσης, ο Πάπας φρόντιζε για την ανατροφή και τη μόρφωση της θυγατέρας του Θωμά Παλαιολόγου, αφού μετά την κατάληψη του Μοριά πήγε στη Ρώμη και μετέφερε μαζί του και την τίμια κάρα του αποστόλου Ανδρέα. Ο Ιάκωβος, νόθος γιος του βασιλιά της Κύπρου Ιωάννη Β' Lusignan, όταν σφετερίστηκε το στέμμα από την ετεροθαλή αδελφή του και νόμιμη βασίλισσα της Κύπρου Καρλόττα Lusignan και ανακηρύχθηκε βασιλιάς ως Ιάκωβος Β' Lusignan, επιθυμούσε να αναγνωριστεί και από τον Πάπα και παράλληλα φρόντισε με συνοικέσιο να νυμφευθεί.

Ο χρονικογράφος μας Γεώργιος Βουστρώνιος αναφέρει σχετικά τα πιο κάτω για τις ενέργειες του βασιλιά. "Και την εχρονίαν αυοα?(1571) έπεψεν τον αρχιεπίσκοπον εις την Ρώμην και έπεψέν τον διά πολλές δουλείες, πρώτον να ποίσει τον πάπαν να τον κουρουνιάσει δια ρήγαν της Κύπρου, δεύτερον, να τρακτιάσει την αρμασίαν του με την κόρην του δεσπότου του Μορέως, η ποία ευρίσκετον εις την Ρώμην, εις το χέριν του γαρδενάλλη, του Νικαία(ς)... Και από την αρμασίαν της κόρης του δεσπότου εποίκεν με τον γαρδενάλλην και με τους ποδελοίπους πάσα πράμαν. Και ερχόμενος ο αρχιεπίσκοπος έφερεν μετά του έναν πίσκοπον, διά να τελειωθεί η αρμασία". Ο Πάπας, ωστόσο, απέρριψε την πρόταση να αναγνωρίσει τον Ιάκωβο βασιλιά της Κύπρου, αφού ζούσε η νόμιμη κληρονόμος του στέμματος Καρλόττα. Όσο για το συνοικέσιο, αν και όλα είχαν διευθετηθεί, όπως σημειώσαμε πιο πάνω σύμφωνα με τα γραφόμενα του Γεώργιου Βουστρώνιου, ο Ιάκωβος άλλαξε γνώμη. Ο Ιάκωβος, όπως φάνηκε αργότερα, επιθυμούσε να συνάψει έναν γάμο συνδυάζοντάς τον με κάποιο πολιτικό κέρδος. Έτσι για πολλούς λόγους επέλεξε την ωραία Βενετή Κατερίνα Κορνάρο, αλλά ίσως να μην είχε υποψιαστεί τι πραγματικά τον ανέμενε. Η προστατευόμενη του καρδιναλίου Βησσαρίωνος, Ζωή Παλαιολόγου, την οποία τελικά απέρριψε ο Ιάκωβος Β? Lusignan, αν και άσχημη, όπως αναφέρεται στις πηγές, παντρεύτηκε αργότερα τον τσάρο της Τρίτης Ρώμης Ιβάν Βασίλεβιτς. Παρεμπιπτόντως σημειώνουμε ότι ο Ιβάν ο Τρομερός ήταν εγγονός της Ζωής-Σοφίας Παλαιολόγου.

Αυτές ήταν οι σχέσεις του καρδιναλίου Βησσαρίωνος με τη μεγαλόνησο Κύπρο και οι φιλικοί δεσμοί του με Κύπριους λογίους και ευγενείς, τους οποίους φιλοξένησε ή και ευεργέτησε. Επιπρόσθετα συνδεόταν φιλικά με τον λόγιο Μιχαήλ Αποστόλη, γνωστό συλλέκτη χειρογράφων και αντιγραφέα χειρογράφων. Ο Μιχαήλ Αποστόλης είχε στενούς δεσμούς με τον Βησσαρίωνα, αλλά είχε συνδεθεί και με την Κύπρο. Τέλος, ο Βησσαρίων προσπάθησε με συνοικέσιο να νυμφεύσει τον τελευταίο Φράγκο βασιλιά της Κύπρου με τη Ζωή-Σοφία Παλαιολόγου, η οποία μετά τον θάνατο του πατέρα της βρισκόταν υπό την κηδεμονία του. Τέλος, ο μητροπολίτης Νικαίας και μετέπειτα καρδινάλιος της Ρωμαϊκής Εκκλησίας Βησσαρίων εύστοχα χαρακτηρίστηκε από τον λόγιο φίλο του Μιχαήλ Αποστόλη ένας από τους "υστάτους των Γραικών" και ένας από τους "πρώτους των Ευρωπαίων"...

ΛΕΖΑΝΤΑ: Ο Βησσαρίων ουσιαστικά θεμελίωσε και ενίσχυσε τη διδασκαλία των ελληνικών γραμμάτων στη Δύση και έγινε μυσταγωγός της Αναγέννησης.