Παράθυρο logo
Γιατί αξίζει να σώσουμε το διαδίκτυο
Δημοσιεύθηκε 05.05.2025
Γιατί αξίζει να σώσουμε το διαδίκτυο

Σ' ένα πολύ ενδιαφέρον άρθρο της στο MIT Technology Review, η Κέιτι Νοτόπουλος αναλύει τη μεγάλη πρόκληση που αντιμετωπίζουμε σήμερα: πώς να φτιάξουμε ένα καλύτερο διαδίκτυο.

Αν και εδώ και χρόνια όλοι αναγνωρίζουμε ότι κάτι δεν πάει καλά με τον τρόπο που επικοινωνούμε διαδικτυακά, σήμερα φαίνεται να υπάρχει μια σπάνια ευκαιρία αλλαγής. Τα μεγάλα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης που κυριάρχησαν στη ζωή μας την τελευταία δεκαετία αρχίζουν να έχουν ρωγμές. Το ερώτημα δεν είναι μόνο πώς να διορθώσουμε το υπάρχον σύστημα, αλλά τι πραγματικά θέλουμε να έρθει μετά.

Η Νοτόπουλος παρατηρεί ότι, αν και το διαδίκτυο έχει προκαλέσει τεράστιες βλάβες στην κοινωνία -από τη διάδοση της παραπληροφόρησης μέχρι την ενίσχυση της παρενόχλησης- δεν είναι μόνο τοξικό. Ταυτόχρονα υπήρξε καταφύγιο για περιθωριοποιημένες ομάδες, εργαλείο αλληλεγγύης σε κρίσεις και ένας αστείρευτος χώρος δημιουργικότητας και χιούμορ. 

Η ρίζα του προβλήματος δεν βρίσκεται στην υποδομή του διαδικτύου, τα πρωτόκολλα, τα καλώδια, τους δορυφόρους. Το πρόβλημα είναι οι μεγάλες πλατφόρμες, που διαμορφώνουν την καθημερινή μας εμπειρία με μοναδικό γνώμονα το κέρδος. Τα feeds, οι αλγόριθμοι και οι μηχανισμοί engagement σχεδιάστηκαν για να μας κρατούν κολλημένους στις οθόνες, συχνά ενισχύοντας τον διχασμό και την τοξικότητα.

Η ίδια η ιστορία του διαδικτύου δείχνει πώς φτάσαμε εδώ. Η αρχική του κουλτούρα, με ρίζες στην ελευθερία της πληροφορίας και την ελευθερία του λόγου, βασιζόταν σε έναν σχεδόν ρομαντικό ιδεαλισμό. Όμως αυτή η λογική «όλα ελεύθερα» είχε και σκοτεινές πλευρές: παραγνώρισε την ανάγκη για ασφάλεια, σεβασμό και προστασία των ευάλωτων. Όταν προστέθηκε στη συνταγή η στοχευμένη διαφήμιση -με την παρακολούθηση των χρηστών μέσω cookies και τη μετατροπή των προσωπικών δεδομένων σε προϊόν- η κατεύθυνση του διαδικτύου άλλαξε εντελώς. Το διακύβευμα έγινε το πώς θα διατηρηθεί η προσοχή μας για όσο το δυνατόν μεγαλύτερο χρονικό διάστημα. Και σε αυτή τη μάχη, νικητής είναι όποιος παράγει το πιο συγκρουσιακό, το πιο ακραίο, το πιο συναισθηματικά φορτισμένο περιεχόμενο.

Η Νοτόπουλος αναγνωρίζει ότι δεν είναι απλό να αντιστρέψουμε αυτή τη δυναμική. Όμως βλέπει σημάδια ελπίδας. Όλο και περισσότεροι χρήστες είναι διατεθειμένοι να πληρώσουν για καλύτερες εμπειρίες: για να υποστηρίξουν ανεξάρτητους δημιουργούς μέσω Substack ή Patreon, για να απολαύσουν υπηρεσίες χωρίς διαφημίσεις όπως το YouTube Premium ή το Spotify. Η ιδέα ότι «αν δεν πληρώνεις για το προϊόν, είσαι το προϊόν» αρχίζει να γίνεται ευρύτερα αποδεκτή.

Ακόμα πιο ενθαρρυντική είναι η άνοδος της λογικής της «ομοσπονδίας» (federation): αποκεντρωμένα κοινωνικά δίκτυα όπως το Mastodon και το Bluesky, που επιτρέπουν στους χρήστες να μεταφέρουν τους λογαριασμούς και τα δεδομένα τους από πλατφόρμα σε πλατφόρμα χωρίς να χάνουν την κοινότητά τους. Έτσι περιορίζεται η εξουσία των μεγάλων εταιρειών, και κάθε κοινότητα μπορεί να έχει δικούς της κανόνες και προτεραιότητες. Τον κόσμο αυτόν τον ονομάσαμε Fediverse και σιγά-σιγά συγκεντρώνει τον κόσμο του.

Βέβαια, όπως σημειώνει και η Πέιτζ Κόλινς από το Electronic Frontier Foundation, αν δεν υπάρξει συνειδητή προσπάθεια να αντιμετωπιστούν τα λάθη του Web2, υπάρχει ο κίνδυνος να επαναληφθούν τα ίδια προβλήματα. Η διαφοροποίηση και ο πλουραλισμός από μόνοι τους δεν αρκούν αν δεν συνοδευτούν από υπεύθυνη διαχείριση και ενίσχυση της ασφάλειας. Το βασικό, γράφει η Νοτόπουλος, είναι να αλλάξουμε και τη δική μας συμπεριφορά και τις προσδοκίες μας. Να εκτιμήσουμε ξανά τα μικρά, ποιοτικά μέρη του διαδικτύου: έναν μικρό server στο Discord, ένα προσωπικό blog, μια κοινότητα που χτίζεται σιγά-σιγά με αληθινές σχέσεις και όχι με αριθμούς. Να επιλέξουμε συνειδητά να επενδύσουμε τον χρόνο και την προσοχή μας εκεί όπου παράγεται πραγματική αξία, κι όχι όπου κραυγάζει πιο δυνατά το engagement.

Η λύση για το διαδίκτυο δεν είναι να το εγκαταλείψουμε. Είναι να το ξαναχτίσουμε. Όχι λιγότερο διαδίκτυο, χρειαζόμαστε περισσότερο, αλλά διαφορετικό: περισσότεροι χώροι, περισσότερες φωνές, περισσότερη χαρά. Περισσότερες εφαρμογές που υπηρετούν τις ανάγκες μας και όχι τα συμφέροντα των διαφημιστών. Περισσότερη δημιουργία, περισσότερη συμμετοχή, περισσότερη αυθεντικότητα. Όπως γράφει κλείνοντας η Νοτόπουλος, το μεγαλύτερο λάθος δεν ήταν ότι έγιναν λάθη. Το μεγαλύτερο λάθος θα ήταν να μην μάθουμε τίποτα από αυτά.

 

Tags