Παράθυρο logo
Πόπη Αβραάμ | «Οι απόψεις μου ανήκουν στη μειοψηφία αλλά δεν με ενδιαφέρει»
Δημοσιεύθηκε 15.01.2010
Πόπη Αβραάμ | «Οι απόψεις μου ανήκουν στη μειοψηφία αλλά δεν με ενδιαφέρει»

Συνέντευξη στον Μιχάλη Σταύρου, 15.01.2010

Φωτό: Ελένη Παπαδοπούλου

 


Η Πόπη Αβραάμ επαναπροσδιορίζει τον εαυτό της στο θέατρο και δηλώνει πως κάνει μια καινούρια αρχή. Δεν διστάζει να αποβάλει από πάνω της το ρόλο της μοιραίας γυναίκας για να υποδυθεί τη Σωτηρία Μπέλλου. Παραδέχεται πως ζει κι αυτή τα πάθη της όπως τα έζησε στο ρόλο της Σωτηρίας Μπέλλου, μιας γυναίκας που δεν ήταν γνωστή μόνο για τα τραγούδια της...


«Είναι αλήθεια. Η Σωτηρία έγινε γνωστή όχι μόνο μέσα από τα τραγούδια της, αλλά και μέσα από την πολυτάραχη ζωή της, την ερωτική της ζωή, αλλά και για το πάθος της με τα ζάρια. Την ξέρουν οι περισσότεροι, όχι τόσο οι νέοι θα έλεγα. Ο γιος μου δεν ήξερε την Μπέλλου και ομολογώ πως δεν του άρεσε κιόλας η φωνή της όταν πρωτοάκουσε τραγούδια της και αρνιόταν να έρθει να δει την παράσταση. Και είχα ανησυχήσει γι΄ αυτό αρχικά, μέχρι που είδε την παράσταση».


Δεν φοβηθήκατε το ρόλο της Μπέλλου;
Οταν μου έδωσε ο Χρίστος Ζάνος το έργο για να το διαβάσω, τρελάθηκα. Και δεν σκέφτηκα ότι μπορεί να μην ταιριάζω ούτε ηλικιακά ούτε στο σωματότυπο κι ότι είναι εντελώς κόντρα αυτό το πράγμα, γιατί έχω άλλα χαρακτηριστικά. Είπα αμέσως στον Χρίστο πως θέλω να το κάνω, γιατί με «προκάλεσαν» όλα αυτά τα πάθη, τα παθήματα και το πάθος της και είπα «θέλω να το κάνω». Και μέχρι να το προτείνει στο Σατιρικό, να περάσει από έγκριση το έργο, εγώ είχα ήδη πάρει τη βιογραφία της και τη διάβασα, τη ρούφηξα. Καθόμουνα στον καναπέ, διάβαζα και έκλαιγα με λυγμούς για αυτά που βίωσε η Σωτηρία.


Πριν πάρετε στα χέρια σας το έργο και σας δοθεί ο ρόλος, γνωρίζατε για τα πάθη της Σωτηρίας Μπέλλου;
Θυμάμαι, όταν σπούδαζα στην Αθήνα, είχε γίνει σχόλιο πως πιάσανε πάλι την Μπέλλου να παίζει ζάρια και κυκλοφορούσε το κουτσομπολιό γύρω από τη ζωή της αλλά και πως δεν ήξερε να φυλάει την περιουσία της. Ουδέποτε ασχοληθήκαμε με το ποιος πραγματικά ήταν αυτός ο άνθρωπος. Βέβαια, τη φωνή της πάντα τη λάτρευα και λυπάμαι που πέθανε σε μια εποχή που είχε να δώσει ακόμη πολλά πράγματα στο χώρο. Πέθανε στην εποχή που την είχαν ανακαλύψει οι συνθέτες του «έντεχνου» τραγουδιού και της είχανε δώσει την ευκαιρία να ερμηνεύσει κάποια από τα μεγαλύτερα τραγούδια, όπως είναι τα «Λαϊκά προάστια» με τον Ανδριόπουλο, τον Μούτση και το «Ζεϊμπέκικο» με τον Σαββόπουλο. Νομίζω ότι θα μπορούσε να δώσει ακόμη περισσότερα, αλλά ήθελε καθοδήγηση, ήθελε διδασκαλία για να στραφεί στον εσωτερικό της κόσμο. Γιατί τη φωνή την είχε, είχε αυτή τη δωρικότητα που παρέσερνε όλη την Ελλάδα. Αλλά είχε συνηθίσει να τραγουδά σε ταβέρνες για να κάνει κέφι ο κόσμος και έτσι πιστεύω πως ξόδευε τη φωνή της χωρίς να δίνει σημασία στην ερμηνεία, στην εσωτερικότητα. Ακόμη κι εγώ που φαινομενικά την ήξερα, δεν ήξερα τίποτα για τη ζωή της και συγκλονίστηκα. Και είπα, πέφτουμε με τα μούτρα στη δουλειά.


Δεν σκεφτήκατε τη σύγκριση με τη Λήδα Πρωτοψάλτη που είχε ερμηνεύσει τον ίδιο ρόλο στην Ελλάδα;
Όχι, σε καμία περίπτωση, γιατί είχα τόσο συγκλονιστεί με τα όσα έζησε η Σωτηρία, που είπα θέλω να το κάνω αυτό το έργο. Χωρίς να σκεφτώ πως δεν ταιριάζω μαζί της ή ότι παίχτηκε από μια πολύ σπουδαία ηθοποιό στην Ελλάδα. 'Αλλωστε ποτέ δεν με φόβιζε αυτό, όχι γιατί μπορώ να συγκριθώ εγώ με μια μεγάλη ηθοποιό όπως η Πρωτοψάλτη αλλά γιατί πιστεύω πως ο κάθε ηθοποιός έχει να προτείνει κάτι σε ένα ρόλο, στην ερμηνεία, σύμφωνα με αυτά που νιώθει και με αυτά που βιώνει. Μπορεί κάποιος να βρει σπουδαία πράγματα στην ερμηνεία του ηθοποιού, αφού τον προσεγγίζει διαφορετικά. 'Αλλωστε είχα τέτοιο ενθουσιασμό και τέτοια δίψα για να κάνω κάτι σημαντικό επιτέλους γιατί η αλήθεια είναι πως μετά την αποχώρησή μου πριν από δέκα χρόνια από το Σατιρικό, εκτός από κάποιες δουλειές που μου δόθηκαν να κάνω στον ΘΟΚ και στην ΕΘΑΛ που ήταν σημαντικές, το Σατιρικό δεν μου είχε δώσει καμία ευκαιρία από τότε. Και ήταν ένα στοίχημα με τον εαυτό μου αυτό το έργο. Από τη μια, στοίχημα του επαναπροσδιορισμού μου στο χώρο του Σατιρικού που το είχα ανάγκη, ενώ από την άλλη ήταν η σπατάλη του εαυτού μου στην τηλεόραση που με έφθειρε ανεπανόρθωτα.


Γινόταν εξ ανάγκης η φθορά, λόγω χρημάτων;
Ναι, η τηλεόραση φθείρει και ανάθεμα την ανάγκη που έχουμε εμείς οι ηθοποιοί και δουλεύουμε στην τηλεόραση. Η τηλεόραση μού έδωσε την ευκαιρία να θρέψω τα παιδιά μου σε περιόδους που δεν είχα δουλειά, αφού οι μισθοί στο ελεύθερο θέατρο είναι εξευτελιστικοί, αν σκεφτεί κανείς πως ανειδίκευτοι εργάτες παίρνουν περισσότερα λεφτά από εμάς που είμαστε τόσα χρόνια στο θέατρο και με σπουδές, γι΄ αυτό και αναγκαζόμαστε να κάνουμε τηλεόραση. Είχα την ανάγκη να αποδείξω σε μένα και στον κόσμο πως δεν είμαι αυτό που βλέπει στην τηλεόραση.


Έχει ανάγκη ένας ηθοποιός μετά από τόσα χρόνια στο θέατρο να αποδείξει ποιος είναι;
Δεν είναι απόδειξη με την έννοια που εμείς την προσδιορίζουμε. Για να υπάρξει ένας καλλιτέχνης, πρέπει να δημιουργήσει. Δεν έχει νόημα να αναμασούμε τα ίδια πράγματα. Ούτε να βλέπουμε τι κάναμε στο παρελθόν. Θέλω να υπάρξω ως δημιουργός και για να υπάρξω πρέπει να κάνω κάτι καινούριο πιο δύσκολο, πιο βαθύ. Δεν μπορείς να αισθάνεσαι ότι είσαι ορειβάτης και να σκαρφαλώνεις αμμόλοφους.


Πώς προσεγγίζει μια comme il faut γυναίκα όπως εσείς, μια γυναίκα που ήταν το άλλο άκρο;
Η αλήθεια είναι πως εσωτερικά πιστεύω πως έχουμε πάρα πολλά κοινά στοιχεία με τη Σωτηρία. Αυτό που μου είχε τονίσει ο σκηνοθέτης είναι πως δεν τους ενδιαφέρει να της μοιάσω εξωτερικά. Όμως, το πάθος, η επαναστατική της φύση, το αντάρτικο που κουβαλούσε μέσα της ήταν αυτό που μας ενδιέφερε και γι΄ αυτό δεν με φόβισε η προσέγγισή της. Γιατί αισθάνομαι ότι έχω ένα χείμαρρο πάθους για να αγκαλιάσω την ψυχή ενός ανθρώπου που έχει δεινοπαθήσει και έχει δώσει τόσα πολλά.


Εκπίπτει η Μπέλλου στα μάτια του κόσμου, δεδομένου ότι οι περισσότεροι την ήξεραν μέσα από τα τραγούδια της;
Δεν θέλαμε να ωραιοποιήσουμε την Μπέλλου. Θέλαμε να δώσουμε την πραγματική Μπέλλου, με αυτή τη δύναμη, το πάθος αλλά και την αριστερή αντίληψη που είχε, μια αντίληψη χωρίς τη γνώση και τη συνειδητή τοποθέτηση απέναντι στα πράγματα. Είχε μια γενναιόδωρη ψυχή, αφού ξόδευε όλο της το μισθό για να δώσει φαΐ στους εργάτες που ήταν στην ταβέρνα. Όμως έπαιζε και ζάρια παράλληλα και έτρωγε και εκεί πολλά λεφτά. Αυτές οι αντιφάσεις της ήταν που μας ενδιέφεραν και κυρίως μέσα από την εποχή που ζούσε. Ακόμη και το βρισίδι της είναι αγαπησιάρικο, αφού ήταν τρόπος έκφρασης της αγάπης της. Και οι αντιδράσεις του κόσμου είναι αυτές. Ότι δέχονται την Μπέλλου με τα όλα της, όπως είναι: Με τα λάθη, τη γενναιοδωρία, την ψυχή της, την επαναστατικότητά της. Αυτό το καντήλι που ανάβω ως Σωτηρία κάποια στιγμή στην παράσταση και που μένει αναμμένο μέχρι το τέλος και σβήνουν κάποια στιγμή τα φώτα και είναι πίσω η φωτογραφία της γερασμένη και κουρασμένη, είναι σαν ένα μνημόσυνο για την Μπέλλου. Κάθε φορά που φεύγω απ΄ τη σκηνή για να πάω πίσω, δακρύζω και λέω «να ΅σαι καλά Μπέλλου» και με κατασυγκινεί το μέγεθος της ζωής της και όλα αυτά που μας έδωσε.


Είναι ψυχοφθόρο να παίζεις μια γυναίκα που τα έζησε όλα σε υπερθετικό βαθμό;
Ψυχοφθόρο είναι να θες να πετάξεις πάνω απ΄ τους ωκεανούς και να σε κρατάνε σε ένα κλουβί, να σου δίνουν δηλαδή πράγματα να ερμηνεύσεις που δεν σε πάνε ένα βήμα παραπέρα. Αυτό είναι ψυχοφθόρο. Ήτανε δύσκολη η εποχή της προετοιμασίας, γιατί έπεσα σε μία άβυσσο, αλλά τώρα έχω βγει στον ήλιο γιατί νομίζω με δικαίωσε αφενός και αφετέρου μου έδωσε πράγματα αυτή η γυναίκα.


Δεδομένης της fast food ζωής που ζούμε, πιστεύετε πως αν την τοποθετούσαμε στο σήμερα θα ζούσε με το ίδιο πάθος;
Σε όποια εποχή και αν ζήσει ένας άνθρωπος, όταν έχει μέσα του το πάθος θα το κουβαλά. Είναι όμως αλήθεια πως το σύστημα στην εποχή που έζησε την καταβρόχθισε για τις ερωτικές της επιλογές, το βρισίδι, την αριστερή της αντίληψη, αφού έζησε και στον εμφύλιο. Και ήταν μια γυναίκα που εναντιώθηκε στην πλειοψηφική αντίληψη, αφού το σύστημα δεν δέχτηκε ότι μια επώνυμη μπορεί να πουλάει αριστερές εφημερίδες στην Ομόνοια.


Δεν προβληματίζει όμως για το πώς ζούμε το σήμερα; Εννοώντας πως ζούμε τη ζωή μας επιφανειακά, ενώ η Μπέλλου τα έζησε όλα με πάθος.
Νομίζω πως όλοι οι άνθρωποι θα τη ζήλευαν για αυτό το πάθος που είχε «σε όλα της». Γιατί γεννιόμαστε για να πάθουμε, ωριμάζουμε μέσα από τη γνώση την οποία αποκτούμε μέσα από τα παθήματά μας. Και η Σωτηρία είχε ουκ ολίγα χτυπήματα στη ζωή της. Έμαθε; Αυτό είναι το ερώτημα. Μέχρι το τέλος της ζωής της έκανε λάθη. Σημασία έχει ότι έζησε, ότι «έφαγε τη ζωή με τα κουκούτσια», όπως λέει κι ο Ελύτης και φυσικά ότι άφησε πίσω της σπουδαίο έργο.


Θα περάσω στο θέμα του ΘΟΚ. Νομίζω ήσασταν από τους λίγους ηθοποιούς που δεν αντέδρασαν επειδή δεν τους ανανέωσαν το συμβόλαιό τους. Γιατί μείνατε έξω από αυτό το «γαϊτανάκι» της αντιπαράθεσης;
Όλοι οι ηθοποιοί κάνουν συμβόλαιο για ένα χρόνο και ουδείς δεν θεωρείται μόνιμος. Οι όποιοι λόγοι αποχώρησης κάποιου ηθοποιού από τον ΘΟΚ επιβαρύνουν το Διοικητικό Συμβούλιο, ασχέτως του τι παίζεται παρασκηνιακά. Δεν προσλαμβάνουν ηθοποιούς γιατί τους χρειάζονται πραγματικά για παραστάσεις, αλλά τους επιλέγουν βάσει πολιτικών αντιλήψεων. Ξέρουμε όλοι ότι παίζονται παιχνίδια και πως τα κόμματα προωθούν αυτούς που ανήκουν στην παράταξή τους. Και φυσικά δεν τους αρέσει όταν κάποιος εναντιώνεται στην άποψη της πλειοψηφίας. Είναι φανερό πως όποιος έχει αντίθετη άποψη από τη δική τους, τον πετάνε έξω, έστω κι αν αυτή η άποψή του δεν αφορά καθόλου την τέχνη του και αφορά τις πολιτικές του πεποιθήσεις. Κάπως έτσι έγινε και με μένα. Γιατί να αντιδράσω; Αφού έτσι λειτουργεί το σύστημα. Το θεωρώ ανόητο.


Δεν είναι υποτιμητικό να πετάνε έξω ηθοποιούς οι οποίοι έχουν δώσει τη ζωή τους στο θέατρο;
Αυτή είναι η κυπριακή πραγματικότητα. Η αναξιοκρατία δεν υπάρχει μόνο στο θέατρο. Είμαστε ανώριμοι ως λαός και θεωρούμε πως με το «μέσο» μπορούμε να πάμε μπροστά και να κάνουμε πράγματα. Είναι φαύλος κύκλος όμως, γιατί δεν μπορούμε από τη μια να κατηγορούμε τους πάντες επειδή κάποιος άλλος έβαλε «μέσο» και από την άλλη να έχουμε μπει σε κάποια δημόσια υπηρεσία με «μέσο». Εμένα προσωπικά με θυμώνει όχι αυτό που γίνεται -γιατί ξέρω σε ποια κοινωνία ζω- αλλά που κάποιοι συνάδελφοι ηθοποιοί, των οποίων το συμβόλαιο δεν ανανεώθηκε, κατηγορούν ότι τους πέταξαν έξω επειδή ανήκαν σε ένα άλλο κόμμα. Ενώ κάποια στιγμή και αυτοί είχαν μπει με τον ίδιο τρόπο στον ΘΟΚ, στηριζόμενοι στο κόμμα τους. Η επιτροπή έχει την ευθύνη για τις πράξεις της. Το θέμα είναι τι κάνει κάθε ηθοποιός. Και φαίνεται πως δεν γίνεται τίποτα, αφού κανείς δεν βγαίνει να διαμαρτυρηθεί ότι ο καθένας χρησιμοποιεί το δεκανίκι του κόμματός του για να μπει στον ΘΟΚ.


Αυτό είναι το κοινό που βρήκατε με την Μπέλλου τελικά; Ότι λέτε την άποψή σας και στέκεστε απέναντι στα πράγματα;
Ναι, είναι αυτό που λέγαμε και πριν, ότι νιώθω πως έχω πολλά κοινά μαζί της. Είμαι το ίδιο τολμηρή και ριψοκίνδυνη όπως ήταν η Σωτηρία Μπέλλου. Δεν είμαι αυτοκαταστροφική, έχω σαφώς ένα μέτρο που δεν είχε η Σωτηρία. Με συγκινεί που σκέφτομαι πως πριν από πολλά χρόνια σηκώθηκα μόνη μου, χωρίς οικονομική βοήθεια, χωρίς να ξέρω που θα μείνω και με 3 χιλιάρικα πήγα στην Αθήνα για να γίνω ηθοποιός. Όπως έκανε και η Μπέλλου που μια μέρα σηκώθηκε και πήγε στην Αθήνα γιατί ήθελε να γίνει τραγουδίστρια. Κι αυτός είναι ο κοινός μας κώδικας νομίζω. Όπως έχω και το πάθος της δουλειάς, όπως αυτή με το τραγούδι. Έχω μια καμπή στην καριέρα μου λόγω τηλεόρασης, όπως είχε και η Μπέλλου, και κάνω τώρα καινούρια αρχή στο θέατρο. Και φυσικά, ούτε εγώ φοβήθηκα να πω αυτά που σκέφτομαι, να εκφράσω τη γνώμη μου -πάντα με κίνδυνο να μείνω άνεργη, πράγμα που έχει συμβεί ουκ ολίγες φορές.
Πολλές φορές η γνώμη μου δεν άρεσε σε αυτούς που έχουν την εξουσία και τα Μέσα στα χέρια τους, αυτός ήταν και ο λόγος που βρέθηκα αποκλεισμένη από κανάλια και από θέατρα. Όμως δεν το μετανιώνω, αυτή είμαι. Οι απόψεις μου ανήκαν πάντα στη μειοψηφία, αλλά δεν με ενδιέφερε. Κι ας μην είχα πλάτες. Κι ας είχα εκτεθεί πολλές φορές. «Το ξερό μου το κεφάλι με έφερε σ΄ αυτό το χάλι», που έλεγε κι η Μπέλλου.


Έχετε κατηγορηθεί πολλές φορές σε σχέση με τις πολιτικές σας αντιλήψεις. Ωστόσο υπάρχει μια κινητικότητα στο Κυπριακό. Αλλάζει κάτι;
Κατ΄ αρχάς όλα όσα γίνονται είναι πρωτοφανή. Δείχνουν τη σαπίλα και την αρρώστια που υπάρχει στη δομή της κοινωνίας μας. Ειδικά αυτό που έγινε με τη σορό του Τάσσου Παπαδόπουλου, ξεπερνάει κάθε λογική. Από αρχαιοτάτων χρόνων υπήρχε ένας σεβασμός απέναντι στους νεκρούς. Από τον Όμηρο στην Ιλιάδα οι άνθρωποι έκαναν ανακωχή στους πολέμους για να μπορέσουν να θάψουν τους νεκρούς τους. Αντάλλαζαν τις σορούς για να τιμήσουν τους νεκρούς. Μόνο άρρωστα μυαλά θα μπορούσαν να το κάνουν και δεν μπορώ να δώσω μια λογική εξήγηση. Γιατί δείχνει πόσο αρρωστημένα προχωράμε.
Αρρωστημένες είναι και οι πολιτικές τοποθετήσεις κάποιων που ερμηνεύουν ό,τι συμβαίνει ως αντίδραση επειδή διαφώνησαν στο Σχέδιο Ανάν. Αυτό κι αν είναι αρρώστια. Να αναφέρεσαι ακόμη και σήμερα στο Σχέδιο Ανάν επειδή εναντιώθηκες σε αυτό τότε. Απορώ γιατί κάποια αρρωστημένα μυαλά από τους πολιτικούς μηρυκάζουν το ίδιο θέμα. Τι φοβούνται;
Η πολιτική ηγεσία δήλωσε πως διαπραγματεύεται τη λύση του Κυπριακού αφήνοντας πίσω το σχέδιο Ανάν. Μου δίνουν την εντύπωση πως κάποιοι δεν ξέρουν τι σημαίνει διζωνική δικοινοτική ομοσπονδία. Γιατί δεν γίνεται να διαφωνούν στο καθετί που απορρέει από αυτήν και συζητείται, δεν νοείται να εναντιώνονται. Αν διαφωνούν ας το πουν ανοιχτά, ας πουν τι θέλουν, τι φοβούνται. Διαφωνούν επί της ουσίας αλλά φοβούνται να το εκφράσουν γιατί ξέρουν πως θα χάσουν ψήφους. Αν δεν διαφωνούσαν δεν θα έβγαιναν να διαμαρτύρονται συνέχεια. Είναι μια περίεργη κατάσταση και κυρίως ανησυχητική. Έχουμε τη μοναδικότητα η συγκυβέρνηση να είναι η μοναδική αντιπολίτευση.


Εννοείτε πως δεν επιδιώκουν τη λύση του Κυπριακού; Ή απλά δεν θέλουν να πιστέψουν πως η κοινωνία αλλάζει και πως αναπόφευκτα θα ζούμε σε μια πολυπολιτισμική κοινωνία;
Φοβούνται τη λύση, άλλωστε εμμέσως το έχουν πει ότι προτιμούν τη διχοτόμηση. Υπάρχει μια ξενοφοβία από κάποιους που δεν θέλουν τη συμμετοχή των Τουρκοκυπρίων στην κοινωνία μας. Πιστεύουν πως με τη διχοτόμηση θα έχουν ένα περήφανο αμιγώς ελληνικό κράτος. Και δεν κατανοούν πως αυτό θα φέρει περισσότερα προβλήματα, αφού θα συνορεύουμε με την Τουρκία. Που πρακτικά αυτό σημαίνει πως δεν θα τους χωράει το κατεχόμενο μέρος, μοιραία θα έρχονται απ΄ εδώ. Φοβούνται τους ξένους. Και το βλέπουμε και με τους αλλοδαπούς που εμείς εισάγουμε νόμιμα ή παράνομα για να μας κάνουν τις βρομοδουλειές που δεν καταδεχόμαστε να κάνουμε και από την άλλη τους μεταχειριζόμαστε σαν να είναι ζώα, αφού συμπεριφερόμαστε πριγκιπικά στα σκυλιά μας, ενώ πετάμε στις τρώγλες τους αλλοδαπούς. Δεν κατανοούν πως οι αλλοδαποί έχουν ένα πολιτισμό πίσω τους, απλά η φτώχεια τους και το πολιτικό τους σύστημα τους καταδίκασε στην ανάγκη να γίνουν οικονομικοί μετανάστες. Και σαν να μην έφτανε αυτό, κάνουμε και τις επιχειρήσεις «σκούπα» δήθεν για να καθαρίσει η Λευκωσία από τους αλλοδαπούς. Μα ποιος τους στεγάζει και ποιος τους εκμεταλλεύεται αυτούς; Αυτό αποδεικνύει το πόσο βρομερή κοινωνία είμαστε και δείχνει πόσο πολύ μολύνουμε τις ψυχές των παιδιών μας. Γιατί και στο σχολείο συντηρούμε τον ρατσισμό μας, χωρίς σωστή διαπαιδαγώγηση. Χρειάζεται πολιτική με πυγμή και πρέπει να επιβάλουμε, με την καλή έννοια, πρέπει να προωθήσουμε την πολιτική της πολυπολιτισμικότητας και του ξένου και της διαφορετικότητας.


Βλέπετε εσείς να υπάρχει κάποια λύση;
Μέσα μου βαθιά ελπίζω, γιατί το θέλω πολύ. Θέλω να καταργηθεί η Πράσινη Γραμμή, να μπορώ να μπαινοβγαίνω ελεύθερα, να γίνουμε ένα κράτος με μία κοινή κυβέρνηση. Θα πιστεύω πάντα και θα στηρίζω αυτή τη λύση. Αλλά φοβάμαι πως δεν θα τα καταφέρουμε. Όχι για αυτές τις αντιδράσεις, αλλά βλέπω πως προχωρούμε με βήματα που δεν μας οδηγούν προς τη λύση. Και όλοι αυτοί οι συμβιβασμοί με οδηγούν στο συμπέρασμα πως ίσως και να μην το θέλουμε κατά βάθος.


ΠΑΡΑΘΥΡΟ | ΠΟΛΙΤΗΣ