Παράθυρο logo
Robert Α. McCabe | Μια ματιά στην Ελλάδα μιας άλλης εποχής
Δημοσιεύθηκε 28.04.2025
Robert Α. McCabe | Μια ματιά στην Ελλάδα μιας άλλης εποχής

Ο διεθνώς αναγνωρισμένος Αμερικανός φωτογράφος, Robert Α. McCabe μοιράζεται στο «Π» αναμνήσεις και ιστορίες για το ταξίδι του στη φωτογραφία και κατ' επέκταση στην Ελλάδα, καθώς αποκαλύπτει ποιες φωτογραφίες έχει τραβήξει με ένα iPhone και πώς αυτό έχει επηρεάσει τον τρόπο που απαθανατίζει στιγμές .

Η Λεβέντειος Πινακοθήκη παρουσιάζει, για πρώτη φορά, μια έκθεση αφιερωμένη στον διεθνώς αναγνωρισμένο Αμερικανό φωτογράφο Robert Α. McCabe. Ο πολιτογραφημένος, πλέον, Έλληνας, επισκέφθηκε για πρώτη φορά την Ελλάδα το 1954. Έκτοτε, κατά τη διάρκεια των περιηγήσεών του σε ολόκληρη τη χώρα, απαθανάτισε με μοναδικό τρόπο τα μνημεία και τις φυσικές ομορφιές της, αλλά και την καθημερινή ζωή και τους ανθρώπους που τη διαμόρφωσαν. Τα εκφραστικά πορτρέτα του, γεμάτα ευαισθησία και αμεσότητα, ξεδιπλώνουν στιγμές από τον ξέγνοιαστο κόσμο των παιδιών, εικόνες από τη ζωή της θάλασσας, φωτογραφίες την ώρα της δουλειάς, συναθροίσεις και γιορτινά στιγμιότυπα. Ο ίδιος βρισκόταν στην Κύπρο για τα εγκαίνια της έκθεσης, στις 10 Απριλίου, όποτε και είχαμε την ευκαιρία να συναντηθούμε μαζί του στη βιβλιοθήκη της Λεβέντειου Πινακοθήκης. Στην όψη νεότερος από τα 91 του χρόνια, μοιράστηκε μαζί μας εικόνες ζωής από μια άλλη Ελλάδα και σκέψεις για τη φωτογραφία τότε και σήμερα.

«Μεγάλωσα στον χώρο των εφημερίδων. Ο πατέρας μου είχε μια εφημερίδα στη Νέα Υόρκη. Zούσαμε στα προάστια της Νέας Υόρκης, περίπου 25 μίλια έξω από την πόλη. Ο μπαμπάς μου πήγαινε κάθε μέρα με το αυτοκίνητο στον σιδηροδρομικό σταθμό, έπαιρνε το τρένο για 40 λεπτά μέχρι τον μεγάλο σταθμό της Νέας Υόρκης, το Grand Central Station και από εκεί περπατούσε δέκα λεπτά μέχρι το γραφείο του στην Ανατολική 45η οδό. Ξεκίνησε ως δημοσιογράφος. Νομίζω ότι στην ηλικία των 20 ετών έγινε συντάκτης στην εφημερίδα «The Record» της πόλης Ridgeway στην Πενσυλβάνια. Αν και γεννήθηκε στο Κλίβελαντ, μετακόμισαν στο Ρίτζγουεϊ. Αργότερα εντάχθηκε στο πρακτορείο United Press ως ανταποκριτής στην Ουάσινγκτον. Αλλά στα τέλη της δεκαετίας του 1930, ο Γουίλιαμ Ράντολφ Χερστ του ζήτησε να πάει στη Νέα Υόρκη και να διευθύνει την Daily Mirror. Ήταν ο εκδότης για  το υπόλοιπο της ζωής της Daily Mirror. Ήταν μια ταμπλόιντ εφημερίδα με πολλές φωτογραφίες και έτσι άρχισα να ενδιαφέρομαι για τη φωτογραφία.

 

Θέλατε να γίνετε φωτορεπόρτερ;

Πάντα σκεφτόμουν τη δημοσιογραφία ως καριέρα και γι' αυτό σπούδασα αγγλικά στο πανεπιστήμιο. Μου έδωσαν μια φωτογραφική μηχανή όταν ήμουν πέντε ετών. Ήταν μια μικρή πλαστική φωτογραφική Bakelite της Kodak που είχε σταθερή εστίαση. Είχε σταθερό διάφραγμα φακού και σταθερή ταχύτητα κλείστρου. Οπότε απλά έπαιρνες το ρίσκο σε σχέση με την έκθεση και την εστίαση, κ.λπ. Αλλά έτσι ξεκίνησα να φωτογραφίζω. 

 

Πότε ήταν η πρώτη φορά που ταξιδέψατε στο εξωτερικό;

Όταν ήμουν πέντε ετών, πριν ξεσπάσει ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, ταξιδέψαμε με ένα ιταλικό πλοίο, το Rex. Ήταν ένα πολύ γνωστό πλοίο εκείνης της περιόδου. Ήτανε πολύ κομψά πλοία. Πήγαμε με το Rex και επιστρέψαμε με το Cana di Savoia το 1939, λίγο πριν ξεσπάσει ο πόλεμος. Έχω μερικές αναμνήσεις από το ταξίδι, αλλά κυρίως από το πλοίο. 

 

Τι θυμάστε;

Θυμάμαι τους γονείς μου να μας αφήνουν στο πλοίο για να βγουν στη στεριά. Ήμουν με τον μεγαλύτερο αδελφό μου. Ο μεγαλύτερος αδελφός μου είχε έναν Έλληνα φίλο από το πανεπιστήμιο. Και το 1954, αυτός ο Έλληνας φίλος μάς κάλεσε να πάμε για δύο εβδομάδες στην Ελλάδα. Και έτσι ξεκίνησε η αρχή της ζωής μου στην Ελλάδα. Είχαμε κάνει κρατήσεις για να πάμε στην Αίγυπτο και μετά στην Ιταλία και τη Γαλλία για το υπόλοιπο του καλοκαιριού, αλλά τα ακυρώσαμε όλα και μείναμε μόνο στην Ελλάδα.

Θέα της Περίσσης από την Αρχαία Θήρα ©Robert McCabeΘέα της Περίσσης από την Αρχαία Θήρα ©Robert McCabe

 

Τι σας έκανε να μείνετε;

Ήταν οι άνθρωποι, η θάλασσα και τα νησιά. Η οικογένεια του φίλου μας ήταν από τη Σαντορίνη. Η Σαντορίνη ήταν ένα από τα πρώτα νησιά στα οποία πήγαμε το 1954. Ήμασταν οι μόνοι επισκέπτες στο νησί. Είχαμε στη διάθεσή μας ένα τζιπ επειδή ο τότε Γερμανός καγκελάριος, Κόνραντ Αντενάουερ, είχε επισκεφθεί το νησί τον Μάρτιο του 1954. Ήμασταν εκεί τον Ιούλιο και τον Αύγουστο του 1954. Ο θείος του Αντενάουερ ήταν ένας αρχαιολόγος με το όνομα Χίλερ φον Γκέτινγκεν. Ο Χίλερ φον Γκέτινγκεν είχε κάνει ανασκαφές στην Αρχαία Θήρα. Πριν από το ηφαίστειο στη Σαντορίνη, υπήρχε μια έκταση γης. Αυτή είναι η κορυφογραμμή του βουνού που διασχίζει σήμερα το ηφαίστειο. Στην κορυφή αυτής της κορυφογραμμής στέκεται η Αρχαία Θήρα, που δεσπόζει ακριβώς πάνω από τη θάλασσα. Ο Χίλερ φον Γκέτινγκεν είχε κάνει ανασκαφές εκεί, και ο Αντενάουερ ήθελε να το δει αυτό. Ήταν ένα μεγάλο γεγονός για το νησί η επίσκεψη του καγκελάριου της Γερμανίας και έτσι βρήκαν αυτό το τζιπ και στην πραγματικότητα είχαν ανοίξει δρόμο. Ανάμεσα στα δύο μέρη του βουνού, υπάρχει μια μικρή περιοχή όπου άνοιξαν με μπουλντόζα έναν δρόμο μέχρι την κορυφή για να μην χρειαστεί να περπατήσει. Μπορείτε να φανταστείτε, το 1954, τον Γερμανό Πρωθυπουργό να έρχεται σε ένα μικροσκοπικό νησί χωρίς επισκέπτες; Ήταν αυτό το τζιπ που τρεις μήνες αργότερα είχαμε στη διάθεσή μας. Έτσι, η Σαντορίνη ήταν ένα από τα πρώτα μέρη που επισκεφτήκαμε.

 

Οι φωτογραφίες σας έχουν αυτό το καταπληκτικό, άπλετο φως. Ήταν το φως που σας προσέλκυσε στα νησιά;

Ήταν το φως και αυτή η αίσθηση της ανακάλυψης. Ήταν σαν να ήμουν εξερευνητής, επειδή δεν υπήρχαν τουρίστες στα νησιά. Μια φορά στο τόσο συναντούσες δύο ή τρεις επισκέπτες. Συνειδητοποιήσαμε ότι κάθε νησί είχε τον δικό του χαρακτήρα, ο οποίος άλλαξε σήμερα. Εκείνη την εποχή δεν υπήρχε τηλεόραση. Για να κάνεις ένα τηλεφώνημα έπρεπε να πας σε ένα γραφείο του ΟΤΕ, να περιμένεις στην ουρά και να τους δώσεις τον αριθμό. Θυμάμαι σε ένα μεταγενέστερο ταξίδι στη Σαντορίνη στις αρχές της δεκαετίας του '60, πήγαμε παρέα με τον οικογενειακό μου γιατρό. Είχα πάει να κάνω ένα εμβόλιο για πολιομυελίτιδα σε αυτόν και με ρώτησε ποια ήταν τα ταξιδιωτικά μου σχέδια. Του είπα ότι θα ταξίδευα στην Ελλάδα. Τον προσκάλεσα να έρθει μαζί μας. Ακύρωσε όλα τα ραντεβού του και ήρθε. Στη Σαντορίνη έγινε κάπως διάσημος για δύο λόγους. Πρώτον, εκείνη την εποχή δεν υπήρχαν γιατροί στα νησιά. Έτσι, ένας γιατρός ήταν πολύ πολύτιμος. Επιπλέον, κάπνιζε πούρα. Όταν φτάσαμε το βράδυ, πήγαμε στο εστιατόριο του Λούκα. Ο γιατρός έβγαλε στο τραπέζι ένα κουτί με πούρα Raymond Alonis, μια πολύ γνωστή μάρκα πούρων. Και τα μοίρασε στους άνδρες, στους εργάτες που ήταν εκεί - νομίζω ότι υπήρχαν βοσκοί και αγρότες που σύχναζαν στο εστιατόριο του Λούκα. Έπρεπε να είχα βγάλει τη φωτογραφική μου μηχανή και να έβγαζα μια φωτογραφία των εργατών να καπνίζουν αυτά τα πούρα στη Σαντορίνη στις αρχές της δεκαετίας του '60. Ήταν μια άλλη εποχή του τουρισμού. Υπήρχε, όπως ανέφερα, αυτή η αίσθηση της ανακάλυψης στα νησιά. Κάθε νησί είχε τον δικό του ξεχωριστό τρόπο δόμησης, τη δική του αρχιτεκτονική. Μπορούσες να καταλάβεις σε ποιο νησί βρισκόσουν από τον τρόπο που είναι χτισμένοι οι πέτρινοι τοίχοι. Και είχαν τους δικούς τους χορούς, τα δικά τους δημοτικά τραγούδια και τα δικά τους κεντήματα. Αν βρισκόσουν στην Τήνο με ένα δυνατό μελτέμι και ήθελες να πας στη Νάξο, ήταν μια περιπέτεια. Αυτά τα νησιά ήταν απομονωμένα και αποκομμένα και έτσι ανέπτυξαν τη δική τους κουλτούρα και το δικό τους είδος μίνι πολιτισμού. Και πίστευα ότι αυτό θα συνεχιζόταν για το υπόλοιπο της ζωής μου - ότι κάθε χρόνο θα επιστρέφαμε και θα επισκεπτόμασταν άλλα νησιά και θα ανακαλύπταμε τον ιδιαίτερο χαρακτήρα τους αλλά εν τέλει κατακλύστηκαν από τον τουρισμό.

 

Λαμπρινή, Μαρία και Ελένη από το Άνω Περιστέρι, Ήπειρος, 1961 ©Robert McCabe

 

Πότε άρχισε αυτή η αλλαγή;

Δύσκολο να πω πότε άρχισε. Νομίζω ότι από τα μέσα της δεκαετίας του '60 και του '70 ξέραμε ότι τα πράγματα άλλαζαν. Την πρώτη χρονιά που ήμουν στην Ελλάδα, υπήρχαν συνολικά 180.000 τουρίστες. Λοιπόν, όχι, δεν θα έπρεπε να πω τουρίστες - 180.000 επισκέπτες στην Ελλάδα. Και σε αυτούς περιλαμβάνονταν διπλωμάτες, επιχειρηματίες και τουρίστες. Οπότε από 180.000 έφτασαν στα 35 εκατομμύρια, ας πούμε. Μεγάλη αλλαγή. Αισθάνομαι ότι είναι το ίδιο σε όλο τον κόσμο. Τα αεροπλάνα γίνονταν όλο και μεγαλύτερα και οι άνθρωποι είχαν περισσότερα χρήματα, χτίστηκαν περισσότερα ξενοδοχεία. Είναι πιο δύσκολο να έχεις αυτή την αίσθηση της ανακάλυψης πια.

 

Πώς επιλέγατε ποιον ή τι θα φωτογραφίσετε;

Ακολουθούσα το ένστικτό μου. Φωτογράφιζα ό,τι μου φαινόταν ενδιαφέρον. Για παράδειγμα, αυτήν την ιδέα, μίας έκθεσης με πορτρέτα, την είχαμε συζητήσει με την Εβίτα, για πρώτη φορά, τον περασμένο Ιούνιο ή Ιούλιο. Ξέρεις, δουλεύω με το Adobe Lightroom, το οποίο μου επιτρέπει να ταξινομώ όσα αρχεία θέλω, έτσι είχα δημιουργήσει έναν φάκελο, τα ελληνικά πορτρέτα, στον οποίο συνέχισα να προσθέτω. Όταν η Εβίτα, λοιπόν, έριξε την ιδέα απάντησα με μεγάλο ενθουσιασμό, γιατί ήταν κάτι που είχα στο πίσω μέρος του μυαλού μου εδώ και πολύ καιρό: να κάνω μια ξεχωριστή έκθεση για τα πορτρέτα. Η Εβίτα και η ομάδα της εδώ έχουν κάνει καταπληκτική δουλειά, όχι μόνο με την επιμέλεια της έκθεσης αλλά και στη δημιουργία της συνοδευτικής έκδοσης. Καθόρισε το μέγεθος για κάθε εικόνα και την τοποθέτησή της με πολύ ενδιαφέρον τρόπο. Τα πορτρέτα αλληλεπιδρούν - φαίνεται σαν οι άνθρωποι σε μια φωτογραφία από ένα νησί να αλληλεπιδρούν με εκείνους σε μια άλλη φωτογραφία που τραβήχτηκε σε ένα νησί που απέχει μίλια, δημιουργώντας έτσι μια αφήγηση.

 

Γιατί δουλεύατε κυρίως σε ασπρόμαυρο;

Δεν είχα την τεχνική γνώση της εμφάνισης ενός χρωματιστού φιλμ. Ήταν πολύ περίπλοκο μόνο να το εμφανίσω και στη συνέχεια να το εκτυπώσω. Κατείχα καλά την εμφάνιση και την εκτύπωση μόνο ασπρόμαυρων φωτογραφιών που τράβηξα με μια Rolleiflex που μου είχαν κάνει δώρο οι γονείς μου πριν φύγουμε για την Ευρώπη. Το χρώμα ήρθε κάπως αργότερα στην Ελλάδα. Νομίζω ότι το πρώτο έγχρωμο φιλμ που τράβηξα στην Ελλάδα ήταν το 1957. Και δεν ήταν με τη Rolleiflex. Ήταν με μια Nikon με αρνητικό 35mm. Στα τέλη του '56, αρχές του '57, ο Gilbert Grosvenor Jr. της National Geographic Society με ρώτησε αν θα μπορούσα να τραβήξω φωτογραφίες στην Ελλάδα, στις Κυκλάδες συγκεκριμένα, στο πλαίσιο ενός προγράμματος στο οποίο δούλευε. Και, φυσικά, συμφώνησα. Ήταν μεγάλη τιμή. Το National Geographic ήταν το απόλυτο στον τομέα της φωτογραφίας και του φωτορεπορτάζ. Μου παρέδωσαν αυτό το πακέτο με κασέτες φιλμ Kodachrome 35mm για τη Nikon. Έτσι πήγα στην Ευρώπη το 1957. Ταξίδεψα με φορτηγό πλοίο. Πήγα στο παρθενικό ταξίδι ενός ανθρακοφόρου, ενός ελληνικής ιδιοκτησίας ανθρακοφόρου από το Νιούπορτ Νιους της Βιρτζίνια μέχρι το Ρότερνταμ. Είχα καταγράψει αυτό το παρθενικό ταξίδι, συχνά συμβαίνουν απροσδόκητα πράγματα στα παρθενικά ταξίδια πλοίων. Κρατούσα ημερολόγιο και πολλές φωτογραφίες. Είναι πολύ διαφορετικό να σκέφτεσαι με όρους έγχρωμου από ό,τι ασπρόμαυρου. Αλλά όλες οι έγχρωμες φωτογραφίες, εκτός από μία που θα δείτε στην έκθεση, τραβήχτηκαν για το National Geographic. Και θα δείτε ότι πολλές από τις έγχρωμες φωτογραφίες είναι από τις Κυκλάδες, επειδή ήταν γι' αυτήν την ανάθεση.

 

Φωτογραφίζετε σήμερα στα νησιά ή όχι τόσο πολύ;

Στην πραγματικότητα υπάρχει μία φωτογραφία στην έκθεση που τράβηξα το περασμένο καλοκαίρι. Είναι ο ηγούμενος της μονής του Αγίου Ιωάννη στην Πάτμο, που φτιάχνει ο ίδιος ψωμί. Είναι πολύ διαφορετικός ο κόσμος στις μέρες μας. Προφανώς, το να φωτογραφίζεις τουρίστες δεν είναι πολύ ενδιαφέρον. Η κόρη μου σκέφτηκε ότι πρέπει να προσπαθήσουμε να καταγράψουμε ό,τι έχει απομείνει από την οινοποίηση, την τυροκομία, την αρτοποιία και την πολιτιστική κληρονομιά των νησιών.

 

Πιστεύετε ότι η στάση των ντόπιων απέναντι στους ξένους άλλαξε με την πάροδο του χρόνου;

Πολύ. Στην Πάτμο κατά τους καλοκαιρινούς μήνες, οι ντόπιοι είναι πολύ απασχολημένοι για να σου πουν κάτι περισσότερο από μία γρήγορη καλημέρα. Μόνο τον χειμώνα μπορείς να καθίσεις μαζί τους, αλλά δουλεύουν πολύ σκληρά κατά τη διάρκεια της τουριστικής περιόδου. Την εποχή που δεν υπήρχαν τουρίστες, οι άνθρωποι ενδιαφέρονταν πολύ για το ποιος είσαι και τι κάνεις εκεί. Ιδιαίτερα μετά τον πόλεμο και την ακραία φτώχεια στην Ελλάδα, όλοι αναρωτιόντουσαν, και ήταν πολύ συχνή η ερώτηση, «Πώς βρήκες τα χρήματα για να έρθεις εδώ;». Και δεν είχαν συνειδητοποιήσει ότι, για έναν ξένο, η δραχμή ήταν πολύ φθηνή και είχες τεράστια αγοραστική δύναμη. Για παράδειγμα, μια διανυκτέρευση στο ξενοδοχείο Grand Bretagne το 1954 αντιστοιχούσε σε επτά ευρώ. Αλλά ένα ξενοδοχείο σε μια άλλη γειτονιά, με μια πιο φυσιολογική τιμή, κόστιζε ένα ευρώ. Η δραχμή ήταν 30 δραχμές ανά δολάριο. Αυτό συνέβαινε τη δεκαετία του 1950. Μπορούσες να γευματίσεις με 5 ή 10 δραχμές και να κουρευτείς με 2 ή 3 δραχμές. Έτσι το συνάλλαγμα πήγαινε πολύ μακριά.

 

Στο κατάστρωμα της «Δέσποινα», πρώην σκάφος του πολεμικού ναυτικού των Η.Π.Α ©Robert Mc Cabe

Ποια ήταν τα χαρακτηριστικά των προσώπων που τραβούσαν την προσοχή σας;

Ήταν το χαμόγελό τους ή τα μάτια τους. Επίσης, έχω πολλές φωτογραφίες γυναικών που εργάζονται πολύ σκληρά. Δεν είχα ξαναδεί ποτέ πριν ανθρώπους να πλένουν ρούχα σε ποτάμι. Έχω αρκετές φωτογραφίες από την Ήπειρο, για παράδειγμα, με γυναίκες να πλένουν τα ρούχα τους σε ένα ποτάμι. Στη Μύκονο, χρησιμοποιούσαν μια στέρνα ή μια πηγή για να πλύνουν τα ρούχα τους. Στέγνωναν τα ρούχα κρατώντας τα στον άνεμο. Με έναν άνεμο 20 ή 30 κόμβων, τα ρούχα στεγνώνουν πολύ γρήγορα. Στο βιβλίο της Μυκόνου υπάρχει μια εικόνα μιας γυναίκας που κρατάει ένα σεντόνι ψηλά. Επίσης έβγαλα πολλές φωτογραφίες γυναικών που φτιάχνουν κλωστές ή ράβουν και κεντούν. Νομίζω ότι υπάρχει μια φωτογραφία από τη Σαντορίνη. Στη μεταπολεμική περίοδο, ο καθολικός ιερέας του νησιού δημιούργησε μια σχολή για κέντημα. Στόχος του ιερέα ήταν να μην φύγουν οι νέες γυναίκες από το νησί. Δημιούργησε λοιπόν αυτές τις θέσεις εργασίας και έφτιαχναν χαλιά και ταπισερί, τα οποία πουλούσε η Βασιλική Πρόνοια. Το ταμείο της βασίλισσας, το οποίο στη συνέχεια έγινε, μετά την αναχώρηση του βασιλιά και της βασίλισσας από την Ελλάδα, ο Εθνικός Οργανισμός Πρόνοιας. Ξεχνάω πότε έκλεισε, αλλά φυσικά ο κόσμος άλλαξε δραματικά. Δεν ήταν πλέον ένας τρόπος να κρατήσουν τα κορίτσια στο νησί, βάζοντάς τα να μάθουν να κεντούν.

 

Βγάζετε φωτογραφίες με το iPhone σας;

Ναι.

 

Πώς αισθάνεστε γι' αυτό;

Δεν ξέρω... Είναι πολύ καλύτερο για αυθόρμητα πορτρέτα και στιγμιότυπα, γιατί παλαιότερα είχες μια μεγάλη, ορατή, γυαλιστερή κάμερα, την έβαζες στο πρόσωπο κάποιου και ήξερε ότι τον φωτογράφιζες, εκτός αν κοιτούσε προς την άλλη κατεύθυνση.

 

Ποια είναι η πιο πρόσφατη φωτογραφία που τραβήξατε με το κινητό;

Μου άρεσε πολύ η αρχιτεκτονική της μουσικής σχολής απέναντι από τη Λεβέντειο Πινακοθήκη. Είναι ένα πανέμορφο κτήριο. Το φωτογράφισα με ένα υπέροχο απογευματινό φωτισμό. Βγάζουμε τόσες πολλές φωτογραφίες στις μέρες μας. Ήμασταν στη Βενετία πριν από μερικά χρόνια και όλοι είχαν το iPhone ή τη Samsung τους και τραβούσαν φωτογραφίες. Προσπαθούσαμε να υπολογίσουμε πόσες φωτογραφίες δημιουργήθηκαν μέσα σε 24 ώρες στη Βενετία. Ο αριθμός των τουριστών επί τον αριθμό των φωτογραφιών. Το φιλμ ήταν ένας πραγματικός περιορισμός τότε, σκεφτόσουν πραγματικά δύο φορές για να βγάλεις μια φωτογραφία. Είναι αυτό κάτι που θέλω πραγματικά να αποτυπώσω; Σήμερα, το φιλμ δεν τελειώνει ποτέ.

 

Τι είναι αυτό που νομίζετε ότι κάνει μια φωτογραφία να ξεχωρίζει;

Παλιότερα ήμουν συνδρομητής στο περιοδικό U.S. Camera Annual. Κάθε χρόνο συγκέντρωνε φωτογραφίες διάσημων φωτογράφων και τις τύπωνε σε ένα λεύκωμα. Περίμενα να κυκλοφορήσει κάθε χρόνο το φθινόπωρο και το μελετούσα. Νομίζω ότι έμαθα πολλά από αυτό σχετικά με τη σύνθεση και το τι κάνει μια δυνατή φωτογραφία. Υπήρχε ένας Γάλλος φωτογράφος, είμαι σίγουρος ότι τον έχετε ακουστά με το όνομα Brassai. Θυμάμαι τις νυχτερινές φωτογραφίες που είχε βγάλει στο Παρίσι. Έλεγε ότι σημασία έχει η δύναμη μιας εικόνας, η ισχύς της. Και στη συνέχεια ο Ελληνοαμερικανός φωτογράφος Κώστα Μάνος συνήθιζε να λέει ότι αυτό που κάνει μια φωτογραφία σπουδαία είναι το στοιχείο της έκπληξης. Οπότε κάτι σε μια φωτογραφία που ξεπηδάει, που ξεχωρίζει ως έκπληξη. Αλλά η αλήθεια είναι ότι όταν δεις μια αξιομνημόνευτη φωτογραφία, το νιώθεις. Η πρώτη φωτογραφία που θυμάμαι έντονα ήταν η φωτογραφία της έπαρσης της σημαίας από τους πεζοναύτες στην Ίβο Τζίμα. Την τράβηξε ένας φωτογράφος του Associated Press - νομίζω ότι το όνομά του ήταν Τζόε Ρόζενθαλ. Παρουσιάζει τέσσερις άνδρες να υψώνουν τη σημαία στο όρος Σουριμπάτσι, στην Ίβο Τζίμα, μία φωτογραφία που θεωρείται πια μια εμβληματική για την πολεμική περίοδο. Το ενδιαφέρον είναι ότι στην πραγματικότητα ήταν μια φωτογραφία που είχε στηθεί, επειδή η πραγματική έπαρση της σημαίας είχε γίνει λίγα λεπτά νωρίτερα, αλλά δεν του άρεσαν οι γωνίες λήψης που είχαν. Έτσι ο φωτογράφος τους ζήτησε να επαναλάβουν την έπαρση της σημαίας και έγινε μία από τις πιο διάσημες φωτογραφίες όλων των εποχών. Ωστόσο, δεν επρόκειτο για μια αυθόρμητη πράξη. Ήταν στημένη, αλλά αυτό δεν μείωσε τη δημοτικότητα της φωτογραφίας.

 

*Την έκθεση και τη συνοδευτική έκδοση επιμελήθηκε η ιστορικός τέχνης Εβίτα Αράπογλου, επιμελήτρια της ελληνικής συλλογής, Λεβέντειος Πινακοθήκη. Βοηθοί επιμέλειας ήταν η Στυλιάνα Ιωαννίδου και η Δέσποινα Χριστοφίδου. Στο πλαίσιο της έκθεσης θα διεξαχθεί διαγωνισμός φωτογραφίας για ερασιτέχνες φωτογράφους, ενώ θα διοργανωθούν παράλληλη έκθεση σε συνεργασία με την ιστοσελίδα «People of Cyprus», εκπαιδευτικά προγράμματα, εργαστήρια φωτογραφίας και άλλες εκδηλώσεις.

*«Look at Me! Πορτρέτα στην Ελλάδα του Robert Α. McCabe» | Διάρκεια έκθεσης: Μέχρι 14 Σεπτεμβρίου 2025 | Αίθουσα Προσωρινών Εκθέσεων, Λεβέντειος Πινακοθήκη. Πληροφορίες: 22668838 | www.leventisgallery.org

Tags